Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μπούρδες

 
Οι πιο γνωστοί Lear παγκοσμίως είναι η Αμάντα Ληρ («Give a bit of mmh to me and i'll give a bit of mmh to you») και ο Βασιλιάς Ληρ («When we are born, we cry that we are come to this great stage of fools») – υπάρχει όμως και ένας τρίτος, ο Έντουαρντ Ληρ! Κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσω ότι σ' αυτό το μπλογκ δεν γράφονται μπούρδες, ελπίζω να μην έχετε πειστεί περί του αντιθέτου. Και για να επιβεβαιώσω τον κανόνα, σήμερα θα κάνω την εξαίρεση και θα μπουρδολογήσω με την καρδιά μου. Υπάρχουν βιβλία, μπούρδες και μπούρδες (ειδικά στα παιδικά), αλλά βιβλίο να στο λέει ήδη από τον τίτλο, πρώτη φορά συναντώ. Ένα φρεσκότατο βιβλίο σχεδόν 170 χρόνων που επιβεβαιώνει επίσης τον κανόνα (χωρίς εξαιρέσεις αυτή τη φορά) ότι οι απανταχού Lear του μάταιου τούτου κόσμου μένουν με κάποιον τρόπο διαχρονικοί.
 
Ποιος ήταν τελικά αυτός ο Έντουαρντ Ληρ; Λόγω εντοπιότητας παίρνω περισσότερα μόρια, σόρυ, οι υπόλοιποι δοκιμάστε την τύχη σας σε μια επόμενη προκήρυξη! Διάσημος ζωγράφος και εικονογράφος του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, απέκτησε φήμη όταν άρχισε να ζωγραφίζει τα σπάνια είδη πουλιών που ανακάλυπταν οι ορνιθολόγοι, τόσο τέλεια που εντυπωσιάστηκε μέχρι και η βασίλισσα Βικτορία και τον προσέλαβε για δάσκαλο ζωγραφικής – αν υπήρξαν ποτέ άνθρωποι που θεωρούσαν την Βικτορία «κλώσα», τότε αυτή η σύμπτωση αποκτά έναν εντελώς άλλο χρωματισμό! Μάλιστα, οι ορνιθολόγοι έχουν δώσει το όνομά του σε δυο είδη παπαγάλων: στους Lapochroa leari και Anodorhynchus leari, που θα πει «του Ληρ». Γύρω στο 1850 άρχισε να ταξιδεύει στην Μεσόγειο και να φτιάχνει τοπιογραφίες που έμειναν γνωστές στην ιστορία της ζωγραφικής (ή και της αρχαιολογίας!), μέρος αυτών εμπνευσμένο και από την Θεσπρωτία (όχι δεν θα βρείτε την Ηγουμενίτσα ανάμεσα, τότε δεν υπήρχε ούτε καν στην φαντασία του Ληρ). 
 
Έτσι λοιπόν ξαφνιάστηκα ευχάριστα όταν αντίκρισα κάτω από τον ευφάνταστο τίτλο ενός παιδικού βιβλίου, το όνομα του Ληρ. Και οι εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί. Πριν καν διαβάσω το οτιδήποτε από το βιβλίο, στάθηκα στην ευρηματικότητα του τίτλου (έστω και αν ο πρωτότυπος είναι «Nonsense Omnibus») και πως ήδη έχει κερδίσει την μισή απόσταση από την αναγνωστική κούρσα. Στην εποχή του Ληρ (και του σύγχρονού του Κάρολ) τα παιδικά βιβλία ήταν στείρα από φαντασία και γόνιμα σε διδακτισμό. Απαγορεύονταν οι μπούρδες γιατί το παιδί θα έπρεπε σιγά σιγά να συνηθίζει την σοβαρότητα των μεγάλων. Μπούρδες!! Ποια σοβαρότητα ρε παιδιά; Ο Ληρ ήξερε καλά από μεγαλόστομες μπούρδες και αφού ήξερε και από μεγαλόπνοη ζωγραφική, αποφάσισε να φτιάξει μια συλλογή από λίμερικ με αστεία σκετσάκια. Όπως και με το έργο του Κάρολ έτσι και με αυτό του Ληρ, κριτικοί και αναγνώστες ψάχνουν να βρουν κρυφά σύμβολα, πονηρά νοήματα, ή ακόμα και συνωμοσιολογικές μπούρδες για την εκλογή Τραμπ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τέτοια βιβλία είναι ανοικτά σε ερμηνείες, και αυτό είναι το αποκορύφωμα που μπορεί να φτάσει ένα καλλιτεχνικό έργο – και δόξα τον Θεό, είμαστε ευγνώμονες γι' αυτό. [Λίμερικ έφτιαχνε και τα εκτιμούσε δεόντως και ο Τζόυς – η μπούρδα της ανάρτησης, συγχωρέστε με!] Στα λίμερικ ο πρώτος και ο τελευταίος στίχος είναι όμοιοι, έτσι ίσως κάποια από αυτά να ξαφνιάζουν τον σημερινό αναγνώστη που μπορεί να τα θεωρήσει άτεχνα ή γελοία (αυτό το τελευταίο δεν ενοχλεί όμως, εξυπηρετεί κάπως τον σκοπό μας). Επίσης, ο εναρκτήριος στίχος είναι της μορφής «ένας γέροντας...». Πριν τα απορρίψετε, δοκιμάστε τα όμως. Ο Γιώργος Σεφέρης (...) μετάφρασε στα ελληνικά τη λέξη «λίμερικ» ως ληρογράφημα, από το όνομα του Ληρ και την αρχαιοελληνική λέξη «λήρος» που θα πει «ανόητη κουβέντα».
  
Η απόδοση των ληρογραφημάτων από τον Αντώνη Παπαθεοδούλου (που μαθαίνω ότι είναι από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στην παιδική διασκευή/απόδοση) τροποποίησε κάποια από τα λίμερικ του Ληρ ώστε να ταιριάζουν με τόπους της Ελλάδας και να είναι πιο οικεία. Ωστόσο, μερικά λίμερικ αναφέρονταν ήδη στην (αρχαία) Ελλάδα και έτσι δεν χρειάστηκαν ιδιαίτερη μετατροπή. Σίγουρα, τα πρωτότυπα ποιηματάκια θα προσφέρουν το απόλυτο της ευχαρίστησης και της χάρης του λόγου, όμως και η ελληνική απόδοσή τους διατήρησε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δεν πρόδωσε την ουσία του βιβλίου, δηλαδή τις μπούρδες που κάνουν οι μεγάλοι και τις απολαμβάνουν τα παιδιά (και οι μεγάλοι). Το βιβλίο κυκλοφόρησε φέτος από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος και οφείλει να γίνει ανάρπαστο αν θέλουμε να συμβαδίζουμε με την εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των πολιτικών και κοινωνικών ζυμώσεων που πάντα βγάζουν ξεφούσκωτο ψωμί – κάπου χάλασε η μαγιά, δεν μπορεί!
 
Αντιγράφω μερικές από τις αγαπημένες μου μπούρδες του βιβλίου και εμπνέομαι για τις επόμενες (δικής μου ζυμώσεως) των μελλοντικών αναρτήσεων.
 
Ενός γεράκου από το Ντουμπάι
του άρεσε ψωμιά να μασουλάει,
μα, εξαιτίας μιας λαγάνας
που μπουκώθηκε ο φαγάνας,
πνίγηκε, μελάνιασε και πάει. 
 
 
Ένας κύριος με καρό παντελονάκι  
καντρίλιες χόρευε με ένα γεράκι.
«Αίσχος» λέει το κοινό
«αυτός χορεύει με πτηνό»
και του έριξαν ένα μπερντάκι. 
 
 
Ήταν ένας που είπε «Βρε Ούννοι,
θα τ' ακούσει κανείς το κουδούνι;
Από παιδί χτυπάω,
τώρα γέρασα, πάω,
και κανείς δεν ακούει το κουδούνι».
 
 
Μια ιταλίδα απ' τη Ρώμη κινάει
με το τρένο στο Μπάρι να πάει,
μα, όταν φώναξαν «Μπάρι»,
δεν πήρε χαμπάρι
και τώρα στη Ρώμη γυρνάει. 
 
 
Ενός γέρου που σφυρί-σφυρί-σφυρίζει  
και με το σφύριγμά του όλους εκνευρίζει
του δίνουν μια μ' ένα σφυρί
να σταματήσει να σφυρί
σφυρί-σφυρί-σφυρίζει. 
 
 
Ένας γεράκος από τα Σούσα
δε βλέπει ούτε τη δική του πατούσα.
Του λεν «Να το δάχτυλό σου».
Λέει «Πού; Μπα σε καλό σου!»
αυτός ο εθελοτυφλών από τα Σούσα. 
 
 
Ένας γέροντας από την Ελλάδα
στο ένα πόδι διαβάζει Ιλιάδα.
Σαν του μούδιασε η γάμπα,
έπεσε κι επνίγει τζάμπα
αυτός ο ομηρικός απ' την Ελλάδα.
 
 
Υ.Γ. 2666 Το βιβλίο αυτό ήταν ο πρώτος μου δανεισμός από δημοτική βιβλιοθήκη έπειτα από πολλά χρόνια και ανακάλυψα ξανά την ευχαρίστηση και την ανακούφιση που μου προσφέρει αυτή η ανιδιοτελής σχέση μεταξύ βιβλιοθηκών και αναγνωστών. Και αν κάποιοι σας πουν ότι οι βιβλιοθήκες είναι άχρηστες και τρόπον τινά μπούρδες, να τους τρίψετε στη μούρη τις 6(!) οργανωμένες και λειτουργικότατες βιβλιοθήκες του Δήμου Καλαμαριάς και την αγάπη και την εκτίμηση που τρέφουν οι δημότες προς αυτές.

Σχόλια

  1. Μαλλον ειναι το πρωτο παιδικο βιβλιο που μπαινει στο μπλογκ σου; καλως ηρθες στον κοσμο του! Κατι μου λεει οτι εισαι σε καλα χερια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, είναι το πρώτο. Αλλά έχω διαβάσει διάφορα παιδικά βιβλία κατά καιρούς. Τώρα όμως, θα ψάξω τα καλά καλά και ίσως παρουσιάσω και κανένα άλλο! Οι «Μπούρδες» όμως, είναι κάτι παραπάνω από απλό παιδικό βιβλίο.

      Διαγραφή
  2. Α, τι όμορφες μπούρδες! Ή μήπως όλες λίγο πολύ όμορφες είναι; Αλλά πάλι μπορεί να λέω και μπούρδες.Και, τέλος πάντων, ποιος αυστηρός κοινωνικός συλλογισμός μάς έχει πετάξει, εμάς τους μπουρδολόγους, μακράν του πεδίου της σοβαρότητας; Αλλά και πώς ορίζεται αυτή; Τι είδους μπούρδα κι αυτή η σοβαρότης;
    Ας δηλώσω, λοιπόν, φανατικός ληρικός αναγνώστης
    και, χάρη σε σας, και των μπουρδών του γνώστης
    κι ας σας καλημερίσω θερμά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Διονύση!

      Οι μπούρδες είναι λυτρωτικές αρκεί και αυτές να εκφέρονται με «σοβαρότητα» (βάζω την λέξη σε εισαγωγικά, για να την ξεχωρίσω κάπως από την άλλη σοβαρότητα που κάνει τις μπούρδες να φαίνονται άνοστες). Είναι ωραίο να μαθητεύεις στις μπούρδες, αλλά όπως κάθε μαθητεία, απαιτεί επίμονη δουλειά και ένστικτο. Εδώ, θα έχεις έναν πρόθυμο χώρο για να «μπουρδολογείς»! Σ' ευχαριστώ για το σχόλιό σου. Ελπίζω να απολάυσεις και τις μπούρδες του Ληρ είτε διαβάσεις την παιδική έκδοση είτε την πρωτότυπη εκτενή εκδοχή τους.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .  

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το κτίσμα

  Τώρα που έφτασε αισίως 46 Αυγούστου και χειμώνιασε για τα καλά, ποιος δε θα ήθελε να διαβάσει μία καλή ιστορία δίπλα στο τζάκι! Τι γίνεται όμως αν το τζάκι, και συγκεκριμένα η καμινάδα, είναι το θέμα της ίδιας της ιστορίας; Μην σας παγώνει αυτό, γιατί την ιστορία την έγραψε ο Χέρμαν Μέλβιλ και τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά όταν συμβαίνει αυτό. Η λογοτεχνία του είναι πάντα πρόσφορη σε αναλύσεις που θεωρητικά θα βελτίωναν την κατανόηση που κρύβεται βαθιά στα θεμέλια κάθε έργου του, αλλά ταυτόχρονα ίσως θα κατέστρεφε τα οφέλη που υπάρχουν στα υψηλότερα διανοητικά πατώματα, απόρροια της μαγευτικής του αρχιτεκτονικής γραφής – «Ή, μάλλον, αυτή η ίδια δίνει απαντήσεις ασταμάτητα, ασταμάτητα ταλανίζοντάς με μ’ αυτή την τρομερή της ζέση για βελτίωση, η οποία δεν είναι παρά μια ελαφρότερη απόδοση της λέξης καταστροφή».