Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

To B. or not to B.?


Όταν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ρωτήθηκε κάποτε ποιο βιβλίο θα έπαιρνε μαζί του σ'ένα έρημο νησί, απάντησε: «Δεν έχει σημασία ποιο, αρκεί να είναι του Τρέηβεν». Καταλαβαίνω απόλυτα αυτή την θέση του Αϊνστάιν – και είναι σπανιότατες οι φορές που μπορώ να πω ότι καταλαβαίνω απόλυτα τον Αϊνστάιν, οπότε αφήστε με να το χαρώ λίγο!
 
Με τον Τρέηβεν (B. Traven) συμβαίνει ό,τι ακριβώς συμβαίνει και με τον Μπολάνιο για τον οποίο μιλούσα πριν μερικές αναρτήσεις – με γοητεύει από τις πρώτες φράσεις. Όχι για τους ίδιους λόγους, αλλά σίγουρα με την ίδια ένταση. Ο Τρέηβεν λοιπόν υπήρξε ένας συγγραφέας-μυστήριο. Κράτησε μυστική την πραγματική του ταυτότητα ως το τέλος της ζωής του και έζησε έτσι όπως του υπαγόρευαν οι στέρεες ιδέες του. Ένας συγγραφέας, αν όχι επαναστατικός (στην γραφή του) σίγουρα επαναστάτης (στις ιδέες του). Όπως μας πληροφορεί το συντομότατο βιογραφικό, πρόκειται, σχεδόν σίγουρα πλέον, για τον επαναστάτη Ρετ Μαρούτ που πήρε μέρος στην βραχύβια Δημοκρατία των Συμβουλίων στην Βαυαρία το 1919. Πολωνικής καταγωγής Γερμανός συγγραφέας, καταδικάστηκε σε θάνατο για την δράση του και κατέφυγε στο Μεξικό όπου και πέθανε το 1969. Στις αναγνωστικές συνειδήσεις ο Τρέηβεν παραμένει τουλάχιστον ένας μεξικανός συγγραφέας (κυρίως λόγω της θεματολογίας των βιβλιων του) αν και στην ουσία, πρόκειται για μια παγκόσμια φωνή πέρα από γλωσσικά και ιδεολογικά σύνορα!

Στον κύκλο των “Μυθιστορημάτων της Ζούγκλας” αλλά και σε όσα βιβλία του κινούνται εκτός κύκλου, ο συγγραφέας κυριαρχείται από την επιθυμία του να αποτινάξει μέσω της γραφής την ταπεινωτική καταπίεση που υφίστανται οι άνθρωποι στα χέρια των εκάστοτε εξουσιαστών. Τα μυθιστορήματά του είναι εξόχως πολιτικά χωρίς όμως να σε χειραγωγούν με οποιονδήποτε τρόπο – στο τέλος τους, κατά έναν μαγικό τρόπο, θα στέκεσαι στην σωστή πλευρά και θα την έχεις επιλέξει εσύ. Το μυθιστόρημα τοποθετείται χρονικά λίγο πριν την έκρηξη της Μεξικανικής Επανάστασης όπου η κυριαρχία του Πορφύριο Ντίας αρχίζει να κλονίζεται και οι εργάτες γης αρχίζουν να συνειδητοποιούν την δεινή κατάσταση που υπέμεναν αγόγγυστα τόσα χρόνια. Ο Κάντιδο ένας καλοκάγαθος ινδιάνος που είναι ευχαριστημένος με το μικρό του χωράφι και τη θαλπερή του οικογενειακή εστία, στην προσπάθεια να σώσει την γυναίκα του έπειτα από μια κρίση οξείας σκωληκοειδητιδας, χρεώνεται ένα υπέρογκο ποσό που τον “σκλαβώνει” σε διετή απάνθρωπη εργασία στους καταυλισμούς υλοτομίας στα βάθη της ζούγκλας. Η γυναίκα του τελικά πεθαίνει και ο Κάντιδο μαζί με τα δυο μικρά παιδιά του, την αδερφή του Μοδέστα και δύο γουρουνάκια ξεκινάει για τα βάθη της Κόλασης, εκεί όπου τα ουρλιαχτά των κρεμασμένων είναι η μόνη μουσική!

Το μόνο που ζητούσαν από έναν πεόν ήταν τυφλή υπακοή, ακόμα και αν τον διέταζαν να πέσει στο νερό με μια πέτρα στο λαιμό. Ο δούλος έχει μόνο μια αρετή κι ένα μόνο δικαίωμα: να θεωρεί σαν ευαγγέλιο τα λόγια του αφεντικού του. Ο δούλος που δεν ασκεί αυτή την αρετή ούτε αυτό το δικαίωμα παραβαίνει τους κανόνες, και, σε αυτή την περίπτωση, ο φόνος ή ο βασανισμός του αποτελεί μια αξιέπαινη πράξη που ποτέ δεν ανταμείβεται όσο της αξίζει.

Στους καταυλισμούς υλοτομίας, νόμος είναι οι ιδιοκτήτες (τρία αδέρφια) και οι επιστάτες. Οι εργάτες χωρίζονται μόνο σε υπάκουους και κρεμασμένους (το αποτέλεσμα της ανυπακοής δηλαδή, η δικαιολογημένη αδυναμία των εργατών να ικανοποιήσουν τις παράλογες απαιτήσεις των ιδιοκτητών). Η τιμωρία είναι να κρεμιούνται ανάποδα στα δέντρα της ζούγκλας σε επίπονες στάσεις, με τα κόκκινα μυρμήγκια να γαζώνουν τα σώματά τους και τα σμήνη των κουνουπιών να μεταγγίζουν το αίμα τους!  Ο Τρέηβεν γράφει ένα σκληρό βιβλίο για τις ζωές αυτών των ανθρώπων χωρίς να ωραιοποιεί τίποτα. Μια περιπετειώδης αφήγηση, κρεμασμένη και μπλεγμένη ωστόσο στα κλαδιά μιας σαρκοβόρας πραγματικότητας! Σιγά σιγά ευδοκιμεί ο ισχνός σπόρος της εξέγερσης και χάρη σε έναν εργάτη, πρώην δάσκαλο, που παλιότερα υπήρξε υποκινητής επαναστατικών ιδεών, θα ξεσπάσει ορμητική και θα συνθλίψει κυριολεκτικά... τα μεγάλα κεφάλια! 

 
Κανείς δε φαινόταν να αναρωτιέται τι θα συνέβαινε μετά από αυτή την ολοκληρωτική καταστροφή. Ακόμα και ο Μαρτίν Τρινιδάδ δεν είχε παρά μόνο μια αόριστη εικόνα για τα επακόλουθα.
 
Το τέλος του βιβλίου βρίσκει το εξεγερμένο καραβάνι να διασχίζει την αφιλόξενη ζούγκλα κατά την περίοδο των βροχών, με σκοπό να φτάσει στις ιδιοκτησίες των γαιοκτημόνων και να σώσει όλους τους εργάτες εγκαθιδρύοντας την επανάσταση. Εδώ βρίσκεται όλη η μαγεία του βιβλίου – ο Τρέηβεν βάζει την τελευταία τελεία λίγο πριν οι επαναστάτες συναντήσουν αναπόφευκτα τις δυνάμεις του στρατού ή της αστυνομίας (ίσως να περιγράφεται σε κάποιο άλλο βιβλίο των Μυθιστορημάτων της Ζούγκλας) και έτσι δεν μαθαίνουμε την κατάληξη της επανάστασης. Μέσα από τον χαρακτήρα του Μαρτίν Τρινιδάδ, του πρώην δασκάλου που πλέον έχει το προσωνύμιο “Καθηγητής”, ο Τρέηβεν “φιλοσοφεί” πάνω στην επανάσταση, τα κίνητρά της και τα απότελέσματά της. Κάποια στιγμή που το καραβάνι στρατοπεδεύει δίπλα σε ένα ράντσο, προσπαθεί να πείσει τους εργάτες του ράντσου να αποτινάξουν τα δεσμά τους και να ενωθούν μαζί τους. Εκείνοι, όταν σκοτώνουν τους επιστάτες του ράντσου, αρνούνται να φύγουν, λέγοντας ότι πλέον βρήκαν το κομμάτι γης που τους αναλογεί και τόσο καιρό επιθυμούσαν.


 
Οι επαναστάτες που θέλουν εξηγήσεις για τα κίνητρα της επανάστασης είναι ψευτοεπαναστάτες. Η πραγματική επανάσταση, αυτή που είναι ικανή ν' αλλάξει το σύστημα, βρίσκεται ριζωμένη στη ψυχή των αληθινών επαναστατών. Ο ειλικρινής επαναστάτης ποτέ δεν σκέφτεται το προσωπικό όφελος που θ' αποκομίσει από την επανάσταση. Θέλει απλώς ν' ανατρέψει το κοινωνικό σύστημα κάτω απ' το οποίο υποφέρει και βλέπει κι άλλους να υποφέρουν. Και για να το γκρεμίσει και να δει τις ιδέες που θεωρεί δίκαιες να πραγματώνονται, θυσιάζει τον εαυτό του και πεθαίνει.

 Τα βιβλία του Τρέηβεν είναι τροφή για σκέψη. Το συγκεκριμένο το απόλαυσα ιδιαίτερα γιατί μού έφερε στο μυαλό τις καταλήξεις των περισσότερων επαναστάσεων, πώς δηλαδή, καταλύεις έναν εξουσιαστικό μηχανισμό εγκαθιδρύοντας σχεδόν ασυνείδητα έναν δικό σου, ίσως και πιο σκληρό από τον πρώτο. Πώς, με το αίμα που γεννήθηκε η δική σου επανάσταση, θα φροντίσεις να καταπνίξεις τις επόμενες που θα σε αμφισβητήσουν. Αναπόφευκτα αναθυμήθηκα μία σχετική καλοκαιρινή συζήτηση που είχα με μια φίλη, ότι δεν μπορείς να έχεις ισότητα και ελευθερία ταυτόχρονα, αν έχεις ισότητα μοιραία δεν θα έχεις ελευθερία, αν έχεις ελευθερία δε θα έχεις ισότητα. Ίσως μια συζήτηση υπό το κράτος της ηλίασης και της καλοκαιρινής ραστώνης, που απηχεί από μακριά τις απόψεις του Μίλτον Φρίντμαν – μια συζήτηση ωστόσο, που μπλέχτηκε με την ανάγνωση του βιβλίου του Τρέηβεν και έφτιαξε ένα επαναστατικό μίγμα στο κεφάλι μου! 


 
Οι εκδόσεις Άρδην έφτιαξαν μια υπέροχη έκδοση με μια εξαιρετική μετάφραση της Αθανασίας Κοντοχρήστου. Το εξώφυλλο αποτελεί μια εύγλωττη περίληψη του βιβλίου, λεπτομέρεια του πίνακα του Ντιέγκο Ριβέρα, Η υποδούλωση των Ινδιάνων. Κι όμως, αυτό που ξεχωρίζει αναπάντεχα στην έκδοση αυτή, είναι το αυτί του οπισθόφυλλου όπου αναγράφονται όλες οι ελληνικές εκδόσεις των βιβλίων του Τρέηβεν! Έχω βαρεθεί να αντικρίζω εκδόσεις που γράφουν “... στις εκδόσεις μας, κυκλοφορούν τα εξής βίβλια του τάδε συγγραφέα...”. Λες και αναφέρονται σε λοβοτομημένους αναγνώστες που δε θα μπορέσουν να ανακαλύψουν τα υπόλοιπα βιβλία που κυκλοφορούν από άλλες εκδόσεις! Θέλει θάρρος να διαφημίζεις “προιόντα” αντίπαλων “εταιρειών” και αυτό, είναι ιδιαιτέρως εκτιμητέο.

Επιμένοντας θεματικά, ξεκίνησα τον φετινό Αύγουστο με το ονειρικό Πέδρο Πάραμο και τον τελείωσα με την ρεαλιστική αφήγηση του Μπ. Τρέηβεν. Δύο υπέροχες εκδοχές ατόφιας λογοτεχνίας. Να διαβάζετε Μπ. Τρέηβεν, για τις υπέροχες ιδέες του. Για να συνεχίσει να ζει.

Σχόλια

  1. Βιβλίο που σε αρπάζει από την πρώτη στιγμή, πώς να το αφήσεις! Όπως πολύ σωστά περιγράφεις είναι τροφή για σκέψη, διάβασα και το Μεγαλοβιομήχανο επίσης εξαιρετικό και επίκαιρο.
    Τα βρήκα δύσκολα τα βιβλία αλλά ευτυχώς που υπάρχει και το βιβλιοπωλείο "Το Κεντρί" στην Δ. Γούναρη στο Ναυαρίνο, στη Θεσσαλονίκη, ο κος Αντώνης κάνει το παν για να σου βρει ότι βιβλία του ζητήσεις.
    Σουμέλα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Σουμέλα,

      απλά υπέροχος ο Τρέηβεν, δεν μετανιώνεις για κανένα βιβλίο του. Εξαιρετικότατος ο Μεγαλοβιομήχανος! Και το Πλοίο των νεκρών, επίσης. Αυτό κυκλοφορεί σχετικά εύκολα, αναζήτησέ το. Εγώ ψάχνω τον Θησαυρό της Σιέρα Μάδρε, κάπου θα το εντοπίσω, είμαι σίγουρος.

      Ο κος Αντώνης που λες, είναι ένας τύπος με φουντωτό μαλλί που δούλευε στο Κεντρί; Τώρα πήγε στο Σαιξπηρικόν, αν λέμε τον ίδιο. Πριν ένα μήνα που πήγα Θεσσαλονίκη, το Κεντρί είχε μια κοπέλα, προφανώς υπάλληλος.

      Καλή συνέχεια!

      Διαγραφή
  2. Καλημέρα,
    Ο κύριος Αντώνης δεν έχει πια φουντωτό μαλί σου στέλνω ένα λινκ για να τον δεις.
    http://parallaximag.gr/thessaloniki/to-mikrotero-vivliopolio-tis-polis

    Καλό φθινόπωρο
    Σουμέλα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαχαχα, όντως ο κύριος Αντώνης δεν έχει πια (φουντωτό) μαλλί!! Εγώ, εννοούσα τον Φράνκι που εμφανίζεται στην δεύτερη φωτογραφία. Ήταν το "δεξί χέρι" του κύριου Αντώνη (όπως λέει το άρθρο) αλλά όσες φορές περνούσα από κει πάντα αυτόν συναντούσα, έτσι που νόμιζα ότι είναι αυτός ο ιδιοκτήτης.

      Όπως και να'χει, σ' ευχαριστώ για το ωραίο άρθρο που μοιράστηκες. Αξίζει το βιβλιοπωλείο αυτό.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .