Όταν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ρωτήθηκε κάποτε ποιο βιβλίο θα έπαιρνε μαζί του σ'ένα έρημο νησί, απάντησε: «Δεν έχει σημασία ποιο, αρκεί να είναι του Τρέηβεν». Καταλαβαίνω απόλυτα αυτή την θέση του Αϊνστάιν – και είναι σπανιότατες οι φορές που μπορώ να πω ότι καταλαβαίνω απόλυτα τον Αϊνστάιν, οπότε αφήστε με να το χαρώ λίγο!
Με τον Τρέηβεν (B. Traven) συμβαίνει ό,τι ακριβώς συμβαίνει και με τον Μπολάνιο για τον οποίο μιλούσα πριν μερικές αναρτήσεις – με γοητεύει από τις πρώτες φράσεις. Όχι για τους ίδιους λόγους, αλλά σίγουρα με την ίδια ένταση. Ο Τρέηβεν λοιπόν υπήρξε ένας συγγραφέας-μυστήριο. Κράτησε μυστική την πραγματική του ταυτότητα ως το τέλος της ζωής του και έζησε έτσι όπως του υπαγόρευαν οι στέρεες ιδέες του. Ένας συγγραφέας, αν όχι επαναστατικός (στην γραφή του) σίγουρα επαναστάτης (στις ιδέες του). Όπως μας πληροφορεί το συντομότατο βιογραφικό, πρόκειται, σχεδόν σίγουρα πλέον, για τον επαναστάτη Ρετ Μαρούτ που πήρε μέρος στην βραχύβια Δημοκρατία των Συμβουλίων στην Βαυαρία το 1919. Πολωνικής καταγωγής Γερμανός συγγραφέας, καταδικάστηκε σε θάνατο για την δράση του και κατέφυγε στο Μεξικό όπου και πέθανε το 1969. Στις αναγνωστικές συνειδήσεις ο Τρέηβεν παραμένει τουλάχιστον ένας μεξικανός συγγραφέας (κυρίως λόγω της θεματολογίας των βιβλιων του) αν και στην ουσία, πρόκειται για μια παγκόσμια φωνή πέρα από γλωσσικά και ιδεολογικά σύνορα!
Στον κύκλο των “Μυθιστορημάτων της Ζούγκλας” αλλά και σε όσα βιβλία του κινούνται εκτός κύκλου, ο συγγραφέας κυριαρχείται από την επιθυμία του να αποτινάξει μέσω της γραφής την ταπεινωτική καταπίεση που υφίστανται οι άνθρωποι στα χέρια των εκάστοτε εξουσιαστών. Τα μυθιστορήματά του είναι εξόχως πολιτικά χωρίς όμως να σε χειραγωγούν με οποιονδήποτε τρόπο – στο τέλος τους, κατά έναν μαγικό τρόπο, θα στέκεσαι στην σωστή πλευρά και θα την έχεις επιλέξει εσύ. Το μυθιστόρημα τοποθετείται χρονικά λίγο πριν την έκρηξη της Μεξικανικής Επανάστασης όπου η κυριαρχία του Πορφύριο Ντίας αρχίζει να κλονίζεται και οι εργάτες γης αρχίζουν να συνειδητοποιούν την δεινή κατάσταση που υπέμεναν αγόγγυστα τόσα χρόνια. Ο Κάντιδο ένας καλοκάγαθος ινδιάνος που είναι ευχαριστημένος με το μικρό του χωράφι και τη θαλπερή του οικογενειακή εστία, στην προσπάθεια να σώσει την γυναίκα του έπειτα από μια κρίση οξείας σκωληκοειδητιδας, χρεώνεται ένα υπέρογκο ποσό που τον “σκλαβώνει” σε διετή απάνθρωπη εργασία στους καταυλισμούς υλοτομίας στα βάθη της ζούγκλας. Η γυναίκα του τελικά πεθαίνει και ο Κάντιδο μαζί με τα δυο μικρά παιδιά του, την αδερφή του Μοδέστα και δύο γουρουνάκια ξεκινάει για τα βάθη της Κόλασης, εκεί όπου τα ουρλιαχτά των κρεμασμένων είναι η μόνη μουσική!
Το μόνο που ζητούσαν από έναν πεόν ήταν τυφλή υπακοή, ακόμα και αν τον διέταζαν να πέσει στο νερό με μια πέτρα στο λαιμό. Ο δούλος έχει μόνο μια αρετή κι ένα μόνο δικαίωμα: να θεωρεί σαν ευαγγέλιο τα λόγια του αφεντικού του. Ο δούλος που δεν ασκεί αυτή την αρετή ούτε αυτό το δικαίωμα παραβαίνει τους κανόνες, και, σε αυτή την περίπτωση, ο φόνος ή ο βασανισμός του αποτελεί μια αξιέπαινη πράξη που ποτέ δεν ανταμείβεται όσο της αξίζει.
Στους καταυλισμούς υλοτομίας, νόμος είναι οι ιδιοκτήτες (τρία αδέρφια) και οι επιστάτες. Οι εργάτες χωρίζονται μόνο σε υπάκουους και κρεμασμένους (το αποτέλεσμα της ανυπακοής δηλαδή, η δικαιολογημένη αδυναμία των εργατών να ικανοποιήσουν τις παράλογες απαιτήσεις των ιδιοκτητών). Η τιμωρία είναι να κρεμιούνται ανάποδα στα δέντρα της ζούγκλας σε επίπονες στάσεις, με τα κόκκινα μυρμήγκια να γαζώνουν τα σώματά τους και τα σμήνη των κουνουπιών να μεταγγίζουν το αίμα τους! Ο Τρέηβεν γράφει ένα σκληρό βιβλίο για τις ζωές αυτών των ανθρώπων χωρίς να ωραιοποιεί τίποτα. Μια περιπετειώδης αφήγηση, κρεμασμένη και μπλεγμένη ωστόσο στα κλαδιά μιας σαρκοβόρας πραγματικότητας! Σιγά σιγά ευδοκιμεί ο ισχνός σπόρος της εξέγερσης και χάρη σε έναν εργάτη, πρώην δάσκαλο, που παλιότερα υπήρξε υποκινητής επαναστατικών ιδεών, θα ξεσπάσει ορμητική και θα συνθλίψει κυριολεκτικά... τα μεγάλα κεφάλια!
Το μόνο που ζητούσαν από έναν πεόν ήταν τυφλή υπακοή, ακόμα και αν τον διέταζαν να πέσει στο νερό με μια πέτρα στο λαιμό. Ο δούλος έχει μόνο μια αρετή κι ένα μόνο δικαίωμα: να θεωρεί σαν ευαγγέλιο τα λόγια του αφεντικού του. Ο δούλος που δεν ασκεί αυτή την αρετή ούτε αυτό το δικαίωμα παραβαίνει τους κανόνες, και, σε αυτή την περίπτωση, ο φόνος ή ο βασανισμός του αποτελεί μια αξιέπαινη πράξη που ποτέ δεν ανταμείβεται όσο της αξίζει.
Στους καταυλισμούς υλοτομίας, νόμος είναι οι ιδιοκτήτες (τρία αδέρφια) και οι επιστάτες. Οι εργάτες χωρίζονται μόνο σε υπάκουους και κρεμασμένους (το αποτέλεσμα της ανυπακοής δηλαδή, η δικαιολογημένη αδυναμία των εργατών να ικανοποιήσουν τις παράλογες απαιτήσεις των ιδιοκτητών). Η τιμωρία είναι να κρεμιούνται ανάποδα στα δέντρα της ζούγκλας σε επίπονες στάσεις, με τα κόκκινα μυρμήγκια να γαζώνουν τα σώματά τους και τα σμήνη των κουνουπιών να μεταγγίζουν το αίμα τους! Ο Τρέηβεν γράφει ένα σκληρό βιβλίο για τις ζωές αυτών των ανθρώπων χωρίς να ωραιοποιεί τίποτα. Μια περιπετειώδης αφήγηση, κρεμασμένη και μπλεγμένη ωστόσο στα κλαδιά μιας σαρκοβόρας πραγματικότητας! Σιγά σιγά ευδοκιμεί ο ισχνός σπόρος της εξέγερσης και χάρη σε έναν εργάτη, πρώην δάσκαλο, που παλιότερα υπήρξε υποκινητής επαναστατικών ιδεών, θα ξεσπάσει ορμητική και θα συνθλίψει κυριολεκτικά... τα μεγάλα κεφάλια!
Κανείς δε φαινόταν να αναρωτιέται τι θα συνέβαινε μετά από αυτή την ολοκληρωτική καταστροφή. Ακόμα και ο Μαρτίν Τρινιδάδ δεν είχε παρά μόνο μια αόριστη εικόνα για τα επακόλουθα.
Το τέλος του βιβλίου βρίσκει το εξεγερμένο καραβάνι να διασχίζει την αφιλόξενη ζούγκλα κατά την περίοδο των βροχών, με σκοπό να φτάσει στις ιδιοκτησίες των γαιοκτημόνων και να σώσει όλους τους εργάτες εγκαθιδρύοντας την επανάσταση. Εδώ βρίσκεται όλη η μαγεία του βιβλίου – ο Τρέηβεν βάζει την τελευταία τελεία λίγο πριν οι επαναστάτες συναντήσουν αναπόφευκτα τις δυνάμεις του στρατού ή της αστυνομίας (ίσως να περιγράφεται σε κάποιο άλλο βιβλίο των Μυθιστορημάτων της Ζούγκλας) και έτσι δεν μαθαίνουμε την κατάληξη της επανάστασης. Μέσα από τον χαρακτήρα του Μαρτίν Τρινιδάδ, του πρώην δασκάλου που πλέον έχει το προσωνύμιο “Καθηγητής”, ο Τρέηβεν “φιλοσοφεί” πάνω στην επανάσταση, τα κίνητρά της και τα απότελέσματά της. Κάποια στιγμή που το καραβάνι στρατοπεδεύει δίπλα σε ένα ράντσο, προσπαθεί να πείσει τους εργάτες του ράντσου να αποτινάξουν τα δεσμά τους και να ενωθούν μαζί τους. Εκείνοι, όταν σκοτώνουν τους επιστάτες του ράντσου, αρνούνται να φύγουν, λέγοντας ότι πλέον βρήκαν το κομμάτι γης που τους αναλογεί και τόσο καιρό επιθυμούσαν.
Οι επαναστάτες που θέλουν εξηγήσεις για τα κίνητρα της επανάστασης είναι ψευτοεπαναστάτες. Η πραγματική επανάσταση, αυτή που είναι ικανή ν' αλλάξει το σύστημα, βρίσκεται ριζωμένη στη ψυχή των αληθινών επαναστατών. Ο ειλικρινής επαναστάτης ποτέ δεν σκέφτεται το προσωπικό όφελος που θ' αποκομίσει από την επανάσταση. Θέλει απλώς ν' ανατρέψει το κοινωνικό σύστημα κάτω απ' το οποίο υποφέρει και βλέπει κι άλλους να υποφέρουν. Και για να το γκρεμίσει και να δει τις ιδέες που θεωρεί δίκαιες να πραγματώνονται, θυσιάζει τον εαυτό του και πεθαίνει.
Τα βιβλία του Τρέηβεν είναι τροφή για σκέψη. Το συγκεκριμένο το απόλαυσα ιδιαίτερα γιατί μού έφερε στο μυαλό τις καταλήξεις των περισσότερων επαναστάσεων, πώς δηλαδή, καταλύεις έναν εξουσιαστικό μηχανισμό εγκαθιδρύοντας σχεδόν ασυνείδητα έναν δικό σου, ίσως και πιο σκληρό από τον πρώτο. Πώς, με το αίμα που γεννήθηκε η δική σου επανάσταση, θα φροντίσεις να καταπνίξεις τις επόμενες που θα σε αμφισβητήσουν. Αναπόφευκτα αναθυμήθηκα μία σχετική καλοκαιρινή συζήτηση που είχα με μια φίλη, ότι δεν μπορείς να έχεις ισότητα και ελευθερία ταυτόχρονα, αν έχεις ισότητα μοιραία δεν θα έχεις ελευθερία, αν έχεις ελευθερία δε θα έχεις ισότητα. Ίσως μια συζήτηση υπό το κράτος της ηλίασης και της καλοκαιρινής ραστώνης, που απηχεί από μακριά τις απόψεις του Μίλτον Φρίντμαν – μια συζήτηση ωστόσο, που μπλέχτηκε με την ανάγνωση του βιβλίου του Τρέηβεν και έφτιαξε ένα επαναστατικό μίγμα στο κεφάλι μου!
Οι εκδόσεις Άρδην έφτιαξαν μια υπέροχη έκδοση με μια εξαιρετική μετάφραση της Αθανασίας Κοντοχρήστου. Το εξώφυλλο αποτελεί μια εύγλωττη περίληψη του βιβλίου, λεπτομέρεια του πίνακα του Ντιέγκο Ριβέρα, Η υποδούλωση των Ινδιάνων. Κι όμως, αυτό που ξεχωρίζει αναπάντεχα στην έκδοση αυτή, είναι το αυτί του οπισθόφυλλου όπου αναγράφονται όλες οι ελληνικές εκδόσεις των βιβλίων του Τρέηβεν! Έχω βαρεθεί να αντικρίζω εκδόσεις που γράφουν “... στις εκδόσεις μας, κυκλοφορούν τα εξής βίβλια του τάδε συγγραφέα...”. Λες και αναφέρονται σε λοβοτομημένους αναγνώστες που δε θα μπορέσουν να ανακαλύψουν τα υπόλοιπα βιβλία που κυκλοφορούν από άλλες εκδόσεις! Θέλει θάρρος να διαφημίζεις “προιόντα” αντίπαλων “εταιρειών” και αυτό, είναι ιδιαιτέρως εκτιμητέο.
Επιμένοντας θεματικά, ξεκίνησα τον φετινό Αύγουστο με το ονειρικό Πέδρο Πάραμο και τον τελείωσα με την ρεαλιστική αφήγηση του Μπ. Τρέηβεν. Δύο υπέροχες εκδοχές ατόφιας λογοτεχνίας. Να διαβάζετε Μπ. Τρέηβεν, για τις υπέροχες ιδέες του. Για να συνεχίσει να ζει.
Επιμένοντας θεματικά, ξεκίνησα τον φετινό Αύγουστο με το ονειρικό Πέδρο Πάραμο και τον τελείωσα με την ρεαλιστική αφήγηση του Μπ. Τρέηβεν. Δύο υπέροχες εκδοχές ατόφιας λογοτεχνίας. Να διαβάζετε Μπ. Τρέηβεν, για τις υπέροχες ιδέες του. Για να συνεχίσει να ζει.
Βιβλίο που σε αρπάζει από την πρώτη στιγμή, πώς να το αφήσεις! Όπως πολύ σωστά περιγράφεις είναι τροφή για σκέψη, διάβασα και το Μεγαλοβιομήχανο επίσης εξαιρετικό και επίκαιρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα βρήκα δύσκολα τα βιβλία αλλά ευτυχώς που υπάρχει και το βιβλιοπωλείο "Το Κεντρί" στην Δ. Γούναρη στο Ναυαρίνο, στη Θεσσαλονίκη, ο κος Αντώνης κάνει το παν για να σου βρει ότι βιβλία του ζητήσεις.
Σουμέλα
Καλησπέρα Σουμέλα,
Διαγραφήαπλά υπέροχος ο Τρέηβεν, δεν μετανιώνεις για κανένα βιβλίο του. Εξαιρετικότατος ο Μεγαλοβιομήχανος! Και το Πλοίο των νεκρών, επίσης. Αυτό κυκλοφορεί σχετικά εύκολα, αναζήτησέ το. Εγώ ψάχνω τον Θησαυρό της Σιέρα Μάδρε, κάπου θα το εντοπίσω, είμαι σίγουρος.
Ο κος Αντώνης που λες, είναι ένας τύπος με φουντωτό μαλλί που δούλευε στο Κεντρί; Τώρα πήγε στο Σαιξπηρικόν, αν λέμε τον ίδιο. Πριν ένα μήνα που πήγα Θεσσαλονίκη, το Κεντρί είχε μια κοπέλα, προφανώς υπάλληλος.
Καλή συνέχεια!
Καλημέρα,
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ κύριος Αντώνης δεν έχει πια φουντωτό μαλί σου στέλνω ένα λινκ για να τον δεις.
http://parallaximag.gr/thessaloniki/to-mikrotero-vivliopolio-tis-polis
Καλό φθινόπωρο
Σουμέλα
Χαχαχα, όντως ο κύριος Αντώνης δεν έχει πια (φουντωτό) μαλλί!! Εγώ, εννοούσα τον Φράνκι που εμφανίζεται στην δεύτερη φωτογραφία. Ήταν το "δεξί χέρι" του κύριου Αντώνη (όπως λέει το άρθρο) αλλά όσες φορές περνούσα από κει πάντα αυτόν συναντούσα, έτσι που νόμιζα ότι είναι αυτός ο ιδιοκτήτης.
ΔιαγραφήΌπως και να'χει, σ' ευχαριστώ για το ωραίο άρθρο που μοιράστηκες. Αξίζει το βιβλιοπωλείο αυτό.