Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Μυστηριώδης Κριτική ενός Διάσημου Βιβλίου από έναν Τσαρλατάνο




Στα μαθηματικά είμαι σκράπας. Και η απόφασή μου να δώσω Πανελλήνιες στην τεχνολογική κατεύθυνση φανέρωσε την σύγχυση του μυαλού μου, που έκτοτε με συντροφεύει αδιάκοπα. Γενικά, μην με παίρνετε στα σοβαρά. Ωστόσο, ακόμα και εγώ, μπορώ να αντιληφθώ ότι τα μαθηματικά πέρα από όλες τις άλλες δραστηριότητες της ανθρώπινης διανόησης, μπορούν να γεννήσουν μία πραγματική μεγαλοφυΐα που ξεπερνά όλες τις άλλες – μια λογοτεχνική μεγαλοφυΐα, μια σκακιστική μεγαλοφυΐα, μια φυσική μεγαλοφυΐα, δεν πιάνει μία μπροστά σε μία μαθηματική. Είναι μια εικασία αυτό που ισχυρίζεσαι, θα πείτε. Μένει λοιπόν να αποδειχθεί.

 Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ είναι ένα βιβλίο που έκανε ντόρο στην εποχή του – από όσους λογοτεχνικούς ντόρους έχω συναντήσει στην αναγνωστική μου ζωή είναι από τους πλέον δικαιολογημένους. Ένα βιβλίο που δικαίως αξίζει τη διεθνή προβολή που έχει λάβει, πολύ μακριά από τα “διεθνή” μας βιβλία που ψευτοκαλύπτουν τον επαρχιωτισμό τους με μεταμοντέρνα ρετάλια. Απορώ γιατί δεν το είχα διαβάσει τόσο καιρό. Η εμπειρία μου με την τεχνολογική κατεύθυνση, είχε το τίμημά της, θαρρώ! Μία λογοτεχνία γραμμένη με μαθηματική ακρίβεια. Και ένας μαθηματικός χαρακτήρας από τους πιο ενδιαφέροντες της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Ο θείος Πέτρος είναι το μαύρο πρόβατο (συνήθως τα “μαύρα πρόβατα” έχουν τόσο πιο θετική επίδραση για μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας όσο πιο αρνητική έχουν για τα υπόλοιπα μέλη της “αγέλης” τους) της οικογένειας Παπαχρήστου. Ο θείος Πέτρος λοιπόν είναι ένας αποτυχημένος της ζωής, αν και υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους μαθηματικούς. Ο έφηβος αφηγητής της ιστορίας ακούει συνεχώς να λοιδορούν, ο πατέρας του και ο αδερφός του, τον μεγαλύτερο αδερφό τους Πέτρο. Εκείνος ζει απομονωμένος σε ένα εξοχικό στην Εκάλη, παίζοντας αδιάκοπα σκάκι και φροντίζοντας τον κήπο του, και μόνο ανήμερα στην γιορτή του καταδέχεται να ανεχθεί την οικογένειά του. Ο μυστηριώδης αυτός θείος γίνεται το αντικείμενο μελέτης του έφηβου αφηγητή. Γιατί ο πατέρας του τον θεωρεί έναν αποτυχημένο της ζωής; Μια τυχαία περίσταση τού φανερώνει ότι ο κλειστός και απόμακρος θείος του, υπήρξε κάποτε ένας σπουδαίος μαθηματικός και έτσι, γοητευμένος και αυτός, αποφασίζει να σπουδάσει μαθηματικά κρυφά από τους γονείς του.



[...] «Οι μαθηματικοί», συνέχισε, «τέρπονται από τις μελέτες τους όπως οι σκακιστές από το παιχνίδι τους. Για την ακρίβεια, η ψυχολογία του μαθηματικού ερευνητή είναι πολύ κοντύτερα σε αυτήν του ποιητή ή του μουσικοσυνθέτη, του ανθρώπου που τον απασχολεί η δημιουργία του Ωραίου και η αναζήτηση της Αρμονίας και της Τελειότητας».

Ο θείος Πέτρος συνάπτει μία συμφωνία με τον νεαρό ανιψιό του. Θα του βάλει ένα πρόβλημα να το λύσει στις καλοκαιρινές διακοπές του για να καταλάβει αν έχει την στόφα του μαθηματικού. Αν δεν τα καταφέρει, ο αφηγητής θα ορκιστεί εγγράφως ότι δεν θα σπουδάσει ποτέ του μαθηματικά. Η άγνοια και η ορμητικότητα του νεαρού δεν του αφήνουν περιθώρια να αρνηθεί την προσφορά. Ο θείος Πέτρος του αναθέτει να λύσει την Εικασία του Γκόλντμπαχ, μια απλή διατύπωση ενός πανδύσκολου μαθηματικού προβλήματος που παραμένει ως και σήμερα (τουλάχιστον μέχρι την χρονολογία έκδοσης του βιβλίου) αναπόδεικτο! Ο αφηγητής δεν καταφέρνει να το λύσει και ορκίζεται ότι δε θα ασχοληθεί με τα μαθηματικά. Ωστόσο, στο πανεπιστήμιο μαθαίνει το σκληρό παιχνίδι που του έπαιξε ο θείος του και αποφασίζει για να τον εκδικηθεί να σπουδάσει μαθηματικά. Παράλληλα, προσπαθεί να μάθει τα μαθηματικά επιτεύγματα του Πέτρου για τα οποία γνωρίζει ελάχιστα.



Έτσι μαθαίνουμε την ιστορία του Πέτρου ο οποίος είχε όλες τις περγαμηνές να γίνει ένας διακεκριμένος μαθηματικός αλλά επέλεξε να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην επίλυση της Εικασίας του Γκόλντμπαχ, μια παρακινδυνευμένη κίνηση που είτε θα του χάριζε δια παντός την αθανασία είτε θα του κατέστρεφε την ζωή. Ένα δίλημμα που αντιμετωπίζουν όλες οι μεγαλοφυΐες.

[...] «Κατά την γνώμη μου, στα Μαθηματικά, όπως και στις τέχνες ή στον αθλητισμό, αν δεν είσαι ο καλύτερος, είσαι ένα τίποτε. (...) Όμως, ένας μέτριος μαθηματικός – μιλάω για τον ερευνητή, φυσικά, όχι για τον δάσκαλο – είναι μια ζωντανή, περιφερόμενη τραγωδία...»


Αυτή την “ζωντανή, περιφερόμενη τραγωδία” περιγράφει εκπληκτικά στο βιβλίο του ο Απόστολος Δοξιάδης. Η εμμονική τρέλα μιας διάνοιας που επικεντρώνεται ολοκληρωτικά στο αντικείμενο του πάθους της, εις βάρος της ίδιας της ζωής. Το μυστικό της καλλιτεχνικής δημιουργίας για το οποίο μιλούσε ο Τσβάιχ, ενσαρκώνεται στον χαρακτήρα του θείου Πέτρου. Η έξαψη που τον κρατά ζωντανό μια ολόκληρη ζωή στο κυνήγι της απόδειξης της Εικασίας, ξαφνικά σβήνει από την απόδειξη ενός άλλου θεωρήματος, του Θεωρήματος της Μη Πληρότητος  του Γκαίντελ, που λέει ότι όλα τα θεωρήματα δεν είναι κατ' ουσίαν αποδείξιμα (κάτι που ισχυριζόταν μέχρι τότε, το Θεώρημα της Πληρότητος), χωρίς ωστόσο να ξέρουμε ποιο θεώρημα είναι αποδείξιμο και ποιο όχι. Έτσι, η Εικασία του Γκόλντμπαχ, μπορεί να είναι είτε πολύ δύσκολο πρόβλημα είτε αδύνατο! Μία αλληγορική σκέψη για το μυστήριο της ίδιας της ζωής μας (αν και το βιβλίο συνεχώς μιλάει για μαθηματικά, τελικά ελάχιστη σχέση με αυτά!), για την άγνοιά μας αν τελικά πασχίζουμε για κάτι (έστω και μερικώς, αποδείξιμο) ή για κάτι παντελώς ανώφελο.

[...] από την πρώτη στιγμή που το πληροφορήθηκα, το Θεώρημα της Μη Πληρότητος κατέστρεψε τη βεβαιότητα που στήριζε τις προσπάθειές μου. Μου έδειξε ότι υπήρχε μία μεγάλη πιθανότητα να περιπλανιέμαι μέσα σε έναν λαβύρινθο του οποίου την έξοδο δεν θα βρω ποτέ, ακόμη κι αν ψάχνω εκατό ζωές. Κι αυτό για έναν πολύ απλό λόγο: Γιατί είναι πιθανόν η έξοδος να μην υπάρχει, ο λαβύρινθος να είναι ένα ατελείωτο αδιέξοδο!


Η έκδοση του Καστανιώτη είναι πολύ όμορφη, με ένα ανάλογο εξώφυλλο που βασίζεται σε μια ιδέα του ίδιου του συγγραφέα. Ωστόσο, έχω μια μικρή ένσταση. Τα εξωτερικά περιθώρια της σελίδας έχουν ένα μεγαλύτερο κενό (από το σύνηθες) σε σχέση με τα εσωτερικά περιθώρια. Όσες φορές το έχω συναντήσει σε εκδόσεις, συνήθως αφορά συγγραφείς ήσσονος σημασίας που με διάφορα τεχνάσματα (μεγαλύτερα περιθώρια, αραιογραμμένες σελίδες, θεόρατα γράμματα που λες και ξεπήδησαν από το ιατρείο ενός οφθαλμίατρου) προσπαθούν να καλύψουν κάποια δική τους λογοτεχνική ανεπάρκεια, και να πείσουν (ανεπιτυχώς) τους αναγνώστες ότι έγραψαν ένα χορταστικό πολυσέλιδο μυθιστόρημα ή δε ξέρω και γω, τι άλλες ανώμαλες φαντασιοκοπίες τρέφει το μυαλό τους.  Κάτι τέτοιο, επ' ουδενί δεν χρειάζεται η συγγραφική τέχνη του Δοξιάδη. Τα περιθώρια αν ήταν στο συνηθισμένο τους μήκος, απλώς θα μείωναν την έκταση του βιβλίου κατά 30 σελίδες περίπου (στα μαθηματικά είμαι σκράπας, το ξανάπαμε!), κάτι όμως που δε θα μείωνε καθόλου την μεγάλη αξία του βιβλίου. Ας δεχθούμε λοιπόν, ότι αυτή η πρακτική του Καστανιώτη, απλώς βοηθάει στην πιο γρήγορη ανάγνωση, κάτι που έτσι και αλλιώς συμβαίνει από την ίδια την ιστορία, που θα σας ξενυχτήσει με την μαγεία της.

Το βιβλίο του Δοξιάδη είναι εκπληκτικό, εκπληκτικό. Αν θέλω να χρησιμοποιήσω μια μαθηματική μεταφορά (για να μην παν στράφι και οι λυκειακές γνώσεις), θα έλεγα ότι η αναγνωστική απόλαυση τείνει στο άπειρο (κατάλαβα, δεν εντυπωσιαστήκατε! Αυτή η μεταφορά είναι επιπέδου γυμνασίου και αν). Τέλος πάντων, τα λόγια μου είναι περιττά. Διαβάστε το για καλό δικό σας. “Πρέπει να ξέρετε και άρα θα ξέρετε! Στα μαθηματικά δεν υπάρχει ignorabimus!”

Σχόλια

  1. Λοιπόόόόν...
    Διάβασα το βιβλίο στην πρώτη του έκδοση του 1992. Δεν τρελάθηκα. Θυμάμαι ότι αναρωτιόμουνα αν αυτό είναι λογοτεχνία. Όταν μετά από καμιά δεκαριά χρόνια κυκλοφόρησε σε αναθεωρημένη έκδοση, όλοι ήθελαν να το διαβάσουν. Λένε πως είναι σκάλες καλύτερη από την πρώτη. Δεν είμαι καθόλου σίγουρη ότι θέλω να τη διαβάσω. Σ' αυτήν την περίπτωση, θα έπρεπε να μπω στη διαδικασία της σύγκρισης ξαναδιαβάζοντας ΚΑΙ το δικό μου αντίτυπο που πλέον είναι συλλεκτικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Στο τέλος του βιβλίου ο συγγραφέας δηλώνει ότι ντρέπεται για εκείνη την πρώτη έκδοση. Δε ξέρω πόσο διαφέρει από την δεύτερη, σίγουρα όμως αυτή που διάβασα είναι λογοτεχνία και μάλιστα καλής ποιότητας (τουλάχιστον με τα δικά μου κριτήρια).

    Μ'αυτά και μ'αυτά, εγώ έχω περιέργεια να ρίξω μια ματιά σε εκείνη την "ατελή" πρώτη εκδοχή, έχει μια κάποια γοητεία να βλέπεις την πορεία ενός συγγραφέα. Μπορεί εν τέλει να μην σας ταιριάζει η λογοτεχνία με μαθηματικό υπόβαθρο, ωστόσο εγώ το βρήκα αξιοζήλευτο βιβλίο.

    Κρατήστε σαν κόρη οφθαλμού την πρώτη έκδοση, κάποια στιγμή θα γίνετε πλούσια :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Σας το δανείζω επί πληρωμή!

    {Ιιιιιιι...
    Οοοοοοο...
    Ααααα...
    Εεεεε...
    Ουουουουου...)

    ΥΓ. 1934 (Αλμπέρτο Μοράβια):
    Εννοείται [και φαντάζομαι το εννοείτε προσωπικά -χωρίς διευκρίνιση-] ότι αστειεύομαι.
    Τελευταία έχω την αίσθηση ότι ο κόσμος έχει χάσει το χιούμορ του. Εντελώς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι όταν ο κόσμος χάνει το χιούμορ του, γιατί το βρίσκω εγώ και εμπλουτίζω το δικό μου! Και το μεταπωλώ πανάκριβα :p

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!