Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους


Καημένε Καβάφη! Πολύπαθοι οι στίχοι σου, έχουν τραβήξει τα πάνδεινα, κατακερματισμένοι έξω από τα ποιήματά σου, να πηγαινοέρχονται από δω και από κει χωρίς σταματημό και συνείδηση – μπορούν να προλογίσουν μια ταινία βίας ή μια κομεντί, να κοσμήσουν τα πλαϊνά ενός λεωφορείου ή ενός ταξί, να δώσουν επίφαση θάρρους σε δειλές πολιτικές αποφάσεις ή ακόμα, ποιος ξέρει, ίσως και να φωλιάζουν μέσα στο τραγανό κουκούλι ενός fortune cookie! Εγώ είμαι ο τελευταίος θύτης (ταυτόχρονα με εκατοντάδες άλλους ανά τον κόσμο) που χρησιμοποιώ άκριτα τους στίχους σου, χωρίς περίσκεψη χωρίς αιδώ, μόνο και μόνο για να παρουσιάσω ένα βιβλίο που τυγχάνει να φέρει στον τίτλο του την λέξη βάρβαρος. Τι βαρβαρότητα, αλήθεια!



Η κίνηση της ανάγνωσης είναι σπειροειδής, μοιάζει με κύκλο αλλά δεν τελειώνει ποτέ, απλώς κινείται αενάως προς ένα κέντρο που συνεχώς απομακρύνεται. Μπορείς να φανταστείς την σπείρα είτε κινούμενη προς ένα απύθμενο βάθος σαν θαλάσσια δίνη είτε προς ένα απροσμέτρητο ύψος σαν επίκληση στα θεία. Προτιμώ την δίνη. Λίγες μέρες πριν βυθιστώ στο σημείο που βρίσκομαι τώρα, διάβασα το βιβλίο του Εμίλ Σιοράν “Ο Σιοράν μιλάει για τον Σιοράν” όπου μεταξύ άλλων ανέφερε μερικά ανέκδοτα από την γνωριμία του με τον Ανρί Μισώ και σκέφτηκα ότι θα με ενδιέφερε να διαβάσω κάτι του Μισώ, αδικαιολόγητα τον είχα παραγκωνίσει, σύμφωνα και με την κρίση του Σιοράν. Έτσι, όταν λίγες μέρες αργότερα ανακάλυψα ένα βιβλίο του στο βιβλιοπωλείο, το αγόρασα χωρίς πολλά πολλά και όταν παρατήρησα στο σπίτι πια, ότι το επίμετρο ήταν γραμμένο από τον Εμίλ Σιοράν, ένιωσα μια ανακουφιστική ολοκλήρωση. Αν η σπείρα ήταν κύκλος, σε εκείνο το σημείο θα έκλεινε οριστικά. 
 
Το όνομα προδίδει στοιχεία του χαρακτήρα, ισχυρίζονται εκείνοι που προβαίνουν σε τέτοιου είδους παρεπιστημονικές εικασίες. Ο Ανρί Μισώ (απαντάται συχνά και ως Ανρί Μισό) τούς επιβεβαιώνει περίτρανα (έστω και μέσω της μετάφρασης!). Οι έννοιες της άρνησης και του ανολοκλήρωτου συνυπάρχουν μέσα του – (...)επιχειρώντας κατ' αρχάς να αρνηθεί την πραγματικότητα για να καταφύγει στο φανταστικό, τελικά θα αποπειραθεί να εξερευνήσει όσο γίνεται πιο αποτελεσματικά τον ανθρώπινο χώρο του μυαλού, των νοητικών δυνατοτήτων... μίζερος με τον εαυτό του, με τους άλλους, με τα άλλα, με το όλον... “Δεν μπορώ να ξεκουραστώ, η ζωή μου είναι μια αϋπνία, δεν είναι η προσοχή που με κρατάει ξύπνιο, γιατί, ψάχνοντας και ψάχνοντας, είναι πολύ αδιάφορο και αν ακόμη βρω αυτό που γυρεύω, γιατί αυτό που γυρεύω δεν το γνωρίζω.

Το βιβλίο του “Ένας βάρβαρος στην Ασία” περιέχει τις εντυπώσεις του από τα ταξίδια στην Ανατολή και Άπω Ανατολή. Είναι χαρακτηριστική η λέξη “βάρβαρος” στον τίτλο που υποδηλώνει σκωπτικά τον δυτικό “πολιτισμένο” άνθρωπο που περιδιαβαίνει την μαγευτική και αισθαντική Ανατολή. Με τα μάτια ενός δυτικού, λοιπόν, ο Μισώ περιγράφει τα πρόσωπα, τις συνήθειες, τις θρησκείες, τα σπίτια, το θέατρο, την γλώσσα, την μουσική ξένων τόπων και ανθρώπων. Δεν βοηθάει έναν επίδοξο ταξιδιώτη που ίσως περιμένει συγκεκριμένες οδηγίες για μέρη και μνημεία, παρά μάλλον, προσφέρει ένα συνονθύλευμα εικόνων και αισθήσεων ενός άγνωστου εξωτερικού κόσμου που αναμίχθηκε και γονιμοποιήθηκε από έναν εξίσου άγνωστο εσωτερικό. Γραμμένο το 1931, χρονολογείται από τον καιρό της απλοϊκότητάς μου, της άγνοιάς μου, της απομυθοποιητικής ψευδαίσθησής μου, παραδέχεται ο Μισώ στο πρόλογο του 1967. Mea culpa, δηλώνει. Όχι τόσο γιατί δεν είδα αρκετά καλά, όσο γιατί δεν αισθάνθηκα αυτό που κυοφορούσε η εποχή και το οποίο επρόκειτο να ξεκάνει το φαινομενικά μόνιμο. Τα πράγματα άλλαξαν, ναι, όμως οι μνήμες εντυπώθηκαν και σαν να μην έφτανε αυτό, αποτυπώθηκαν και σε βιβλίο.

Διαβάζοντας ταξιδιωτικές εντυπώσεις, πολλές φορές αισθάνεσαι σαν να κλείνεις εισιτήριο χωρίς επιστροφή στον τόπο της πλήξης! Αυτό όμως δεν συμβαίνει στο βιβλίο του Μισώ. Οι παρατηρήσεις του είναι οξυδερκείς, εναργείς, σαρκαστικές, ποιητικές. Στις Ινδίες, αν δεν προσευχηθείτε, τζάμπα κάνατε το ταξίδι σας. Είναι χρόνος πεταμένος απ' το παράθυρο. Ο συγγραφέας περνάει πολύ χρόνο του βιβλίου στις Ινδίες, τόσο που το αίσθημα του ωραίου που τον συντηρεί, αρχίζει να λιμοκτονεί. Στις Ινδίες μπορεί να συνηθίσει κανείς να μην τρώει παρά μόνο ρύζι, να μην καπνίζει, να μην πίνει αλκοόλ ή κρασί, να τρώει λίγο. Αλλά το να σε περιτριγυρίζει η ασχήμια, είναι η χειρότερη στέρηση. Η πιο σκληρή. Γιατί τόση ασχήμια; Σ' αυτό τον γέρικο λαό, που έχει τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορία, ο πλούσιος διατηρεί το γούστο ενός νεόπλουτου. Παρατηρεί τις συνήθειες των ανθρώπων, αν ο Ινδός σας μιλήσει θα το κάνει μύτη με μύτη. Σας κλέβει την ανάσα από το στόμα. Δε θεωρεί ποτέ ότι είναι αρκετά κοντά. Το κατακτητικό του κεφάλι και τα ανάρμοστα μάτια του μπαίνουν ανάμεσα σ' εσάς και τον ορίζοντα


Στην Κίνα, βρίσκεται στον αντίποδα. Αυτό που ο Κινέζος κατέχει καλύτερα, είναι η τέχνη τού να ξεφεύγει. Ζητάτε μια πληροφορία στον δρόμο από έναν Κινέζο κι αμέσως γίνεται καπνός. Λαός που τα πάντα τον τρέπουν σε φυγή, τα μικρά του μάτια τρέχουν δεξιά κι αριστερά όταν τον κοιτάτε καταπρόσωπο. Παρόλα αυτά του φαίνονται ευγενικοί και χαμογελούν συνεχώς. Ο φόβος της ταπείνωσης είναι τόσο κινέζικος, που κυριαρχεί στον πολιτισμό τους. Γι' αυτό είναι ευγενικοί. Για να μην ταπεινώσουν τον άλλον. Αυτοταπεινώνονται για να μην τους ταπεινώσουν. Η ευγένεια είναι μια τακτική ενάντια στην ταπείνωση. Χαμογελούν. Δε φοβούνται τόσο να ντροπιαστούν οι ίδιοι, όσο να ντροπιαστούν ενώπιον των άλλων. Η ευαισθησία αυτή, πραγματικά αρρωστημένη στα μάτια του Ευρωπαίου, προσδίδει μια ιδιαίτερη όψη σ' ολόκληρο τον πολιτισμό τους.

Όταν ο βάρβαρος φτάνει στην Ιαπωνία, τους βρίσκει όλους (και όλα) κακούς – σοβαροφανείς, φιλοπόλεμοι, πειθαρχημένοι και ωραιοπαθείς μέχρι εμμονής. Ο Μισώ νιώθει την ανάγκη να προσθέσει ένα σημείωμα (1984) στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, για να αποδεσμευτεί από εκείνες τις απογοητευτικές εντυπώσεις που είχαν αφήσει σε εκείνον τον αλλοτινό ταξιδιώτη. Τώρα πλέον, αποτελούν απλώς ένα ντοκουμέντο για όσους επιθυμούν να μελετήσουν εκείνη την ιδιάζουσα προπολεμική περίοδο της Ιαπωνίας. Αυτή η Ιαπωνία με τη στενόκαρδη, δύσπιστη και απειλητική όψη αποτελεί παρελθόν. Οι πολλαπλές της έρευνες, η επικαιρότητα των έργων της, η χωρίς όρια περιέργειά της σε τόσους τομείς της επιστήμης και της τέχνης – και από τους πιο καινοφανείς – όπου αλληλοκοιταζόμαστε, ανταγωνιστές ή θαυμαστές, προκαλούν μια παράξενη συνενοχή που διευρύνεται.


Το βιβλίο περιέχει μερικά σκίτσα του ζωγράφου Ανρί Μισώ, υπερρεαλιστικού ύφους αλλά με ένα έντονο προσωπικό στίγμα που τα αποτρέπει (όπως άλλωστε και τα γραπτά του) να φωλιάσουν στην θαλπωρή μιας ταμπέλας. Η πραμάτεια του Μισώ είναι τόσο τονωτική, ακριβώς γιατί δεν καταδέχτηκε καμιά συνταγή σωτηρίας, καμιά επιφοίτηση. Δεν σας προτείνει τίποτα, είναι αυτό που είναι, δεν διαθέτει ουδεμία συνταγή γαλήνης, συνεχίζει, ψηλαφεί, σαν να βρίσκεται ακόμα στην αρχή. Και σας αποδέχεται, υπό τον όρο να μην του προτείνετε ούτε εσείς οτιδήποτε.

Υ.Γ. 2666  Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ Διαβάζοντας. Τώρα πλέον, οι "βάρβαροι" ταξιδεύουν προς την Δύση και θα είχε τρομερό ενδιαφέρον να μαθαίναμε, με τι σκέψεις και αισθήματα αντιλαμβάνονται την Ευρώπη. 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .