Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σταματήστε να κατέβω
























Όχι πως ο δικός μας Δάντης έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλους προγενέστερους συνονόματους, η πρώιμη αλλά και ύστερη ποιητική του δημιουργία, τον καθιστά άτρωτο σε φτηνιάρικες επιθέσεις συγκρίσεων, αλλά για να μην κατηγορηθούμε για καλλιτεχνικό σοβινισμό, ας ρίξουμε μια ματιά και στο περιβόλι του γείτονα, αυτάρεσκα σίγουροι, ότι οι μαϊντανοί εκεί δεν έχουν τόσο μεγάλη ανάπτυξη όσο στο δικό μας μπαξέ.
 

Ο Ιταλός Αλιγκιέρι, που έγινε και αυτός γνωστός με το καλλιτεχνικό του, έγραψε τρία ομοούσια και αδιαίρετα βιβλία, από τα οποία όμως μνημονεύεται μόνο το ένα προς μεγάλη απογοήτευση των άλλων δύο, και τους έδωσε τον (θεϊκό!) τίτλο, Θεία Κωμωδία. Όλοι μιλούν για την Κόλαση του Δάντη, σημάδι ότι τόσο στη ζωή όσο και στην λογοτεχνία (όσοι ζητάτε σχετικές αποδείξεις, η Κόλαση βρίσκεται ήδη στην Γ΄ανατύπωση ενώ τα άλλα δύο, μόλις στην Α΄), ουδείς ενδιαφέρεται για τον Παράδεισο. Εννοείται ότι κανείς δεν αναφέρει ούτε για αστείο το Καθαρτήριο του Δάντη, το οποίο φέρνει αμηχανία στο μυαλό και εκτός των άλλων, αναπάντεχους συνειρμούς σχετικούς με τουαλέτες και καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης!


Το ποίημα ξαφνιάζει με την εντυπωσιακή συμμετρία του. Αποτελείται από τρεις Ωδές που περιέχουν σχεδόν ισάριθμα άσματα (Κόλαση 34, Καθαρτήριο 33, Παράδεισος 33) και καθένα απ' αυτά δεν ξεπερνά τους 160 στίχους αλλά ούτε και πέφτει κάτω από τους 110 (με την πλειονότητα των ασμάτων ωστόσο, σχεδόν να ταυτίζεται όσον αφορά το πλήθος των στίχων). Ήδη καταλαβαίνεις από αυτό ότι ο λόγος που κρύβεται μέσα τους είναι φροντισμένος στην εντέλεια και ανυπομονείς να πιαστείς στη σαγήνη του. Στην Κόλαση, ο ζωντανός Δάντης κατεβαίνει στον κόσμο των νεκρών καθοδηγούμενος από τον ποιητή Βιργίλιο. Νιώθουμε έντονα την απορία που νιώθει ο “παρείσακτος” Δάντης καθώς και τον τρόμο που του προκαλούν τα αποτροπιαστικά μαρτύρια αλλά και την συμπόνοια που του γεννά ο διάσπαρτος πόνος των ψυχών. Στο Καθαρτήριο, ο Δάντης, παρέα με τον Βιργίλιο που συνεχίζει να τον συντροφεύει, ανεβαίνει το βουνό του εξαγνισμού στο οποίο τιμωρούνται οι μετανοημένες ψυχές πριν μπορέσουν να γίνουν δεκτές στον ουράνιο Παράδεισο. Οι προσευχές που κάνουν οι ζωντανοί γι' αυτές τις μετανοημένες ψυχές, επισπεύδουν την άνοδό τους στο Καθαρτήριο και στον ολικό εξαγνισμό τους. Ο ζωντανός Δάντης ευχαρίστως δέχεται να μεταφέρει τις ιστορίες τους πίσω στη ζωή για να αποκατασταθεί έτσι η τραυματισμένη φήμη τους. Ο Βιργίλιος, το σύμβολο της διανόησης και της λογικής, εξαφανίζεται μόλις κάνει την εμφάνισή της η Βεατρίκη, η προσωποποίηση της Θεολογίας μέσα στο ποίημα, η οποία πλέον κατέχει όλες τις απαντήσεις. Στον Παράδεισο, ο Δάντης καθοδηγείται από την όμορφη κυρά, η οποία του φανερώνει όλα τα θεολογικά μυστικά και τον προετοιμάζει να αντικρίσει μόνος του τη Θεία Ουσία, μια μετάβαση που φανερώνεται στο ποίημα μέσω της ολοένα αυξανόμενης και δυνατότερης όρασης που αντιμάχεται το ολοένα εντονότερο και λαμπρότερο φως. Το ταξίδι του Δάντη είναι από τα πιο ενδιαφέροντα ταξίδια στην παγκόσμια λογοτεχνία, όσοι όμως ετοιμάζεστε να το αντιμετωπίσετε ως μεσαιωνικές ταξιδιωτικές εντυπώσεις θα απογοητευτείτε ολοκληρωτικά, οι υπόλοιποι, απλώς μην λησμονήσετε να συμπεριλάβετε φαντασία και συναίσθημα στις αποσκευές σας, θα χρειαστούν.


Είναι σαν να θαυμάζεις έναν καθεδρικό ναό. Εξαιρετική αρχιτεκτονική, επιβλητικότητα και μια αίσθηση ότι δεν θα δείξει ποτέ παράταιρος μέσα σε ένα σύγχρονο αστικό τοπίο. Τα θεμέλια της σύγχρονης δυτικής λογοτεχνίας φέρουν την υπογραφή ενός ικανότατου μάστορα, τόσο στέρεα, που πάνω τους οικοδομήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες παράτολμες δημιουργίες και ισορρόπησαν εντυπωσιακά. Χωρίς να ρίξεις ματιά στις σημειώσεις, χωρίς να γνωρίζεις το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής, χωρίς να εντρυφήσεις σε κριτικά δοκίμια για το έργο του Δάντη, μόνο μία απλή ανάγνωση, και θα ενορχηστρώσει μια παλιγγενεσία αναγνωστικών αναμνήσεων που θα αφιερώσουν ολότελα συγκινημένες ευχαριστήριες ψαλμωδίες στον Δημιουργό τους!

Η πρωτοτυπία του Δάντη έγκειται (και) στο γεγονός ότι ήταν από τους πρώτους (αν όχι ο πρώτος) που έβαλε τον εαυτό του ανόθευτο, δίχως συγκαλύψεις, μέσα σε ένα λογοτεχνικό κείμενο – ανάλογης πρωτοτυπίας ήταν και η πράξη του Μονταίνιου, ο οποίος αποφάσισε να συσκεφτεί με τον εαυτό του πολύ προσεκτικά, δημιουργώντας συνειδητά την πρώιμη μορφή του σύγχρονου δοκιμίου. Τα διάφορα ποιοτικά ποιητικά χαρακτηριστικά του αφορούν περισσότερο τους μελετητές και τους λάτρεις της ποίησης. Εγώ αντιμετώπισα το βιβλίο, κάλλιστα, και ως μια μυθιστορηματική περιπέτεια γεμάτη βαθείς συμβολισμούς για τη ζωή και τον τρόπο που την αντιμετωπίζουμε, εξαιρετικά πρωτότυπη, άχρονη και διαχρονική. Συχνά σκέφτομαι πόσο αδημονούν οι αναγνώστες να διαβάσουν το τελευταίο βιβλίο που κέρδισε το βραβείο Μπούκερ και παράλληλα φανερώνουν μια παγερή αδιαφορία προς τα βιβλία που σέρνουν μια αιωνιότητα ξοπίσω τους – τα οποία όμως τους εκδικούνται παραμένοντας αιωνίως επίκαιρα. Ακούς σε συζητήσεις, “Θέλω να μάθω τι ήταν αυτό που έγραψε ο συγγραφέας και κέρδισε το βραβείο Μπούκερ ή Νόμπελ”, αλλά σπανίως λένε, “Θέλω να μάθω τι ήταν αυτό που έγραψε ο συγγραφέας και διήρκεσε 700 χρόνια”! Στα βιβλία, όπως αυτό του Δάντη, αναμετριέσαι με τη ζωή που πέρασε, ξανάρθε και ξαναπέρασε, ομόκεντροι κύκλοι των οποίων το κέντρο παραμένει ο άνθρωπος, έτσι καταλαβαίνεις ποια βιβλία είναι όντως επίκαιρα και ποια απλώς επικαιροποιημένα.

Η συγκεκριμένη έκδοση της Θείας Κωμωδίας είναι αναμφίβολα από τις πιο εντυπωσιακές που έχω ξεφυλλίσει και θαυμάσει. Η μισή απόλαυση κρύβεται στην έκδοση. Καθόλου πρωτόγνωρο όταν μιλάμε για τον Gutenberg (οι εκδόσεις είναι Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδανός, όμως στην ουσία, νομίζω ότι, αποτελούν τον προπομπό του Gutenberg). Κατ' αρχήν, είναι πρακτικά και αισθητικά θετικό το γεγονός ότι οι Ωδές έχουν τυπωθεί ξεχωριστά. Έτσι προσδίδεται αυτονομία και αυθυπαρξία στην κάθε μια μέσω και της όμορφης επιλογής των εξωφύλλων και των χρωμάτων που ντύνουν τις εκδόσεις. Βαθύ κόκκινο για την Κόλαση, ουράνιο μπλε για Παράδεισο και ένα πιο μουντό, αμφίσημο, μεταβατικό χρώμα για το Καθαρτήριο. Όμορφα είναι και τα διακοσμητικά στοιχεία πέριξ των εξωφύλλων, που φέρνουν τον Μεσαίωνα λίγο πιο κοντά μας, πριν αναλάβει ο ίδιος ο Δάντης να μας τον φέρει με τον λόγο του. Ιδιαίτερη μνεία θέλω να κάνω και στις εικόνες των εξωφύλλων – για την Κόλαση και το Καθαρτήριο, οι πίνακες είναι του Heinrich Fussli (1774) και για τον Παράδεισο, του Salvator Dali (1960). Οι εικόνες αυτές περιγράφουν τα τεκταινόμενα συγκεκριμένων ασμάτων, όμως, αν και εφ' όσον, υπάρχουν και άλλοι πίνακές τους που περιγράφουν άλλα άσματα, θα μου άρεσε να μπορούσα να τους απολαύσω εμβόλιμους μέσα στην έκδοση, ακόμα και αν ανέβαινε λίγο η τιμή της. Σε κάθε οπισθόφυλλο υπάρχει η γνωστή γκραβούρα του Gustave Dore (1868) που απεικονίζει τον Δάντη. Το μέγεθος των βιβλίων είναι το ιδανικό για να απολαύσεις αυτήν την σπουδαία δίγλωσση έκδοση, με αρκετό περιθώριο γύρω από τους στίχους, για σημειώσεις και σχολιασμό. Όσοι πάλι, δεν αρέσκονται σε σημειώσεις, τους προσφέρει μια διεύρυνση του ορίζοντα του ματιού, αντίστοιχη με εκείνη του μυαλού. Μοναδικό αρνητικό σημείο της έκδοσης, είναι η απουσία παραπομπών προς τις σημειώσεις, αδιανόητο, ειδικά όταν οι σημειώσεις δεν είναι τόσο επουσιώδεις για την κατανόηση και απόλαυση του ποιήματος. Για τα μόνα βιβλία που δείχνω σχετική ανοχή για την απουσία παραπομπών, είναι της ιδιαίτερης σειράς “Orbis Literae” του Gutenberg, και αυτό λόγω της μοναδικότητάς τους και μόνο. Για όλα τα υπόλοιπα, ισχύει απαρεγκλίτως, η ακόλουθη οργισμένη σημείωση.

Μια σημείωση* για τις σημειώσεις. Όταν δεν υπάρχει παραπομπή προς τις σημειώσεις ενός βιβλίου εξοργίζομαι τόσο πολύ που θέλω να κοπανήσω το βιβλίο στον απέναντι τοίχο! Είναι το ίδιο σαν να βάζεις τους υπότιτλους μιας ταινίας να περάσουν κατεβατοί λίγο πριν τους τίτλους τέλους! Αν επιλέξεις να βάλεις σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου πρέπει να σιγουρευτείς ότι ο αναγνώστης θα τις συναντά εγκαίρως αλλιώς μη βάζεις καθόλου σημειώσεις. Η δικαιολογία ότι οι παραπομπές στο κυρίως σώμα του βιβλίου αναχαιτίζουν την απόλαυση της ανάγνωσης, δεν αποκλείει καθόλου και το ενδεχόμενο, εξαιτίας μιας τόσο αφελούς κίνησης, να καταστρέψει ολοσχερώς μια ανάγνωση εν τη γενέσει της. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα. Για το βιβλίο του Σταντάλ, “Αναμνήσεις εγωτισμού”, όπου ουσιαστικά το κείμενο του Σταντάλ δεν ξεπερνά τις 150 σελίδες, υπάρχουν 80(!) σελίδες με σημειώσεις (συγκεκριμένα 373 σημειώσεις). Πώς θα νιώθατε αν δεν υπήρχε παραπομπή προς αυτές αλλά σας τις κοπανούσαν κατακέφαλα χωρίς προειδοποίηση; Είναι θεμιτό να αγνοείς τις σημειώσεις αλλά ανεπίτρεπτο να σε αγνοούν εκείνες. Μακάρι να μην ξαναχρειαστεί να σημειώσω ιδιοχείρως τις παραπομπές, δεν είναι δουλειά μου και επιπλέον δε με ευχαριστεί!

Η μετάφραση του Ανδρέα Ριζιώτη είναι αρκετά καλή, χρησιμοποιεί την ομοιοκαταληξία όπου αυτό είναι εφικτό για να προσφέρει περισσότερο ρυθμό στην αφήγηση και κάπου κάπου προχωρά σε αντιμεταθέσεις των λέξεων (π.χ. “Και λέει μου ο δάσκαλος” αντί “Και μου λέει ο δάσκαλος”) με σκοπό να κάνει την γλώσσα να δείχνει πιο ποιητική. Αυτό το τελευταίο ίσως θα μπορούσε να αποφευχθεί αλλά παρόλα αυτά δεν ενοχλεί διόλου κατά την ανάγνωση. Η γλώσσα του Δάντη έτσι και αλλιώς είναι απλή στην χρήση της, χωρίς συντακτικές περικοκλάδες, αλλά ταυτόχρονα βαθυστόχαστη και συνταρακτική. Εξάλλου, υπάρχει το αντικαθρέφτισμα του πρωτοτύπου στην αριστερή σελίδα, για όποιον θέλει να “επιπλήξει” ή να “συγχαρεί” τον μεταφραστή. Η έκδοση εμπλουτίζεται με έναν σπουδαίο πρόλογο του Στέφανου Ροζάνη που καταλαμβάνει επάξια τη θέση του κριτικού δοκιμίου και ολοκληρώνει θεαματικά αυτή την θαυμάσια έκδοση.

Προς θεού, μην επιχειρήσετε να διαβάσετε την Θεία Κωμωδία σε μετάφραση Καζαντζάκη! Ο Καζαντζάκης φαίνεται πως μεταφράζει ένα, δικής του επινόησης, ποίημα που το μόνο που καταφέρνει είναι να σας κάνει να βγάζετε σπυράκια στο άκουσμα και μόνο, του ονόματος, Δάντης! Η ιδιαίτερη γλώσσα του και το χαρακτηριστικό ύφος του οικειοποιούνται το ποίημα και το μετατρέπουν σε κάτι αλλότριο και ανοίκειο. Η λέξη “μετάφραση” καταντά ένας σαρκαστικός ευφημισμός, σχεδόν αισθάνεσαι ότι πιο πολλά θα καταλάβαινες στο πρωτότυπο. Στην σελίδα τίτλου της Θείας Κωμωδίας υπάρχει η φράση “Γραμμένη και στη γλώσσα που μιλάμε με το χέρι του Ανδρέα Ριζιώτη”. Αυτό το “στη γλώσσα που μιλάμε”, ύστερα και από την βραχύβια εμπειρία μου με την μετάφραση του Καζαντζάκη, μου προκάλεσε αισθήματα ανακούφισης και έντονης θυμηδίας. Πάνω κάτω, τα ίδια ισχύουν και με τον Νίτσε. Αν ο Νίτσε διάβαζε την μετάφραση του Καζαντζάκη θα πετούσε το βιβλίο στο τζάκι, φωνάζοντας οργισμένος “Τάδε έφη Καζαντζάκης”! Στα κείμενά του μπορεί να είναι ο εαυτός του όσο θέλει, στις μεταφράσεις όμως, θα ήταν πολύ καλύτερα αν ήταν λιγότερο ο εαυτός του. Να με συγχωρείτε, αλλά κάθε φορά που διαβάζω Καζαντζάκη, νιώθω ότι ο Υπεράνθρωπος που ενοικεί μέσα μου ροχαλίζει του καλού καιρού, όταν όμως διαβάζω μεταφράσεις του, ο Υπεράνθρωπος ξυπνάει έντρομος από εφιάλτη, και αυτό, όπως και να το κάνουμε, δεν είναι καθόλου καλό για την φήμη του Υπερανθρώπου!

Η Θεία Κωμωδία έχει προκαλέσει μια σωρεία επιρροών σε όλες τις μορφές της τέχνης. Όπου και αν κοιτάξεις θα ανακαλύψεις μικροσυνδέσεις με τον Δαντικό κόσμο. Αποτελεί ένα λογοτεχνικό μεταίχμιο, ένα ορόσημο μεταξύ ενός παλιού και ενός νέου κόσμου. Η Ανθρώπινη Κωμωδία του Μπαλζάκ είναι ένας φόρος τιμής προς την Θεία, το άλμπουμ “Η ζωή μετά” του Άρκά, μια χιουμοριστική και σπιρτόζα εκδοχή της και το Seven, μια κολασμένη αναπαράστασή της που μεταφέρει τον θεατή μέσω της κάθαρσης, στον παράδεισο της κινηματογραφικής μαγείας.

Η καλή λογοτεχνία σού προσφέρει ένα ανεκτίμητο δώρο – φιλτράρει τις δύσοσμες και βλαβερές ουσίες του ανθρώπου και σου δίνει μια πρόγευση του μέλλοντος, αφήνοντας παράλληλα και μια ξεχωριστή επίγευση παρελθόντος στο μυαλό. Ο Δάντης, ένας άνθρωπος βουτηγμένος στις πολιτικές και θρησκευτικές αναταραχές της εποχής του, συντηρητικός και οπισθοδρομικός, γράφει ένα βιβλίο εξευγενισμένο (παρ' όλη την σκληρότητά του) και έντιμο, δείγμα λογοτεχνικού πολιτισμού εν μέσω άγριων εποχών. Φτιάχνει με τους στίχους του, μια εικόνα του Θείου (πατώντας στην στερεότυπη θρησκευτική ρητορική, Κόλαση, Καθαρτήριο, Παράδεισος) που δε θα αφήσει ασυγκίνητο κανέναν πιστό της λογοτεχνίας. Ο Θεός (ό, τι και αν σημαίνει αυτό για τον καθένα) μέσα στο έργο του παίρνει μορφή, χωρίς να παίζει ρόλο, πόσο πιστός ή όχι υπήρξε ο συγγραφέας του, πόσο πιστός ή όχι υπήρξε ο κάθε αναγνώστης του!

Είτε διαβάζεις...
 
Αν όσα μέχρι εδώ γι' αυτήν σας έχω γράψει
μπορούσαν όλα σ' έναν μοναχά έπαινο να' χανε κλειστεί
δε θα' ταν αρκετός την τωρινή της όψη για να περιγράψει.
Η ομορφιά που αντίκρισα δε θα μπορούσε
μ' ανθρώπινες εκφράσεις να ζωγραφιστεί:
θαρρώ μονάχα ο δημιουργός της ολότελα μπορεί να τη χαρεί.
Γι' αυτό και στο σημείο ετούτο πιότερο νιώθω νικημένος
απ' όσο ο κωμικός ή τραγικός ο συγγραφέας
στο θέμα του ξεπερασμένος:
όπως στον ήλιο τ' αδύνατο το μάτι τρέμει,
έτσι σκοτίζεται κι ο νους μου
τ' ολόγλυκο το γέλιο σαν αναθυμάμαι.
Από την πρώτη μέρα που είδα τη μορφή της,
σε τούτη τη ζωή, μέχρι την όψη της την τωρινή,
ποτέ δεν εσταμάτησα, ακολουθώντας την, να την υμνώ˙
τώρα όμως να σταματήσω πρέπει
στην ομορφιά της στίχους να κεντώ,
όπως σα φτάνει ο καλλιτέχνης στο σημείο το πιο ψηλό.

είτε...

Μπαίνω
Μπαίνω σε δρόμους
σε διαδρόμους γεμάτους φωτιά
κι ατέλειωτους νόμους
Μπαίνω
στη γη που γυρίζει
και φέρνει βόλτες με χίλιες στροφές
κι ανθρώπους φοβίζει

Με σώζει μονάχα που ζεις και υπάρχεις
φωνάζω να 'ρθω να σε βρω

Σταματήστε να κατέβω
την αγάπη μου μόνο γυρεύω
Σταματήστε να κατέβω
δεν αντέχω άλλο σας ικετεύω
Σταματήστε

Θέλω
θέλω να αντέξω
και να παλέψω με χίλιες φωτιές
κοντά σου να τρέξω
Θέλω
να περιμένεις
δεν θέλω τίποτα μόνο αυτό
κοντά μου να μένεις

Με σώζει μονάχα που ζεις και υπάρχεις
φωνάζω να 'ρθω να σε βρω


... νιώθεις ότι η καλή λογοτεχνία ποτέ δεν πεθαίνει (αλλά αυτό το τελευταίο, είναι θέμα κάποιου άλλου, αιρετικού ποιήματος που δεν έχει ακόμη γραφτεί).

Τελικά, κάθε Δάντης και η Κόλασή του, ή πιο ορθά, κάθε Κόλαση και ο Δάντης της;;

*Να σημειωθεί ότι η σημείωσή μου για τις σημειώσεις, αποτελεί καίριο σημείο για να απολαύσει ένας αναγνώστης ολοκληρωτικά ένα βιβλίο και παρακαλώ θερμώς να μην αντιμετωπίζεται ως σημείο των (λογοτεχνικών) καιρών. 

Υ.Γ. 666 (του απάλειψα το 2 για να συμβαδίζει με το θέμα της Κόλασης. Σατανικό;) Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ Διαβάζοντας.

Σχόλια

  1. Αγαπητότατέ μου Μαραμπού

    προσυπογράφω με χαρά και ανακούφιση και για τα αίσχη του Καζαντζάκη (και πολλών άλλων Δημοτικιστών της εποχής του που αυθαίρετα προσπάθησαν να μας κληροδοτήσουν ως Δημοτική τη ντοπιολαλιά του χωριού και της γιαγιούλας τους)
    και για τις Σημειώσεις
    που σπάει και τα δικά μου νεύρα η άθλια τεμπελιά όσων εκδοτών ισχυρίζονται ότι τάχα για να μην ενοχλήσουν δεν κάνουν τον κόπο να διευκολύνουν τον αναγνώστη.
    Τόσο μάλιστα συμφωνώ που πολύ θα ήθελα να έκανες petition το κείμενό σου και να το υπογράφαμε 'Προς το Σύλλογο Εκδοτών' ως άποψη, έκκληση και μανιφέστο του αναγνώστη.

    Τη συγκεκριμένη έκδοση δεν την ξέρω, η παρουσίασή σου την κάνει ελκυστικότατη και, έχοντας διαβάσει το Ντάντε σε αγγλική μετάφραση μόνο, θα συστήσω να εφοδιαστεί ο αναγνώστης με μολύβια και σημειωματάρια διότι είναι πάμπολλες οι αναφορές σε ανθρώπους που από χιούμορ ή προσωπική κακία βαλθηκε να τους τοποθετήσει όπου τους τοποθέτησε και σχεδόν κανείς δε γίνεται να γνωρίζει και να θυμάται τόσα ιστορικά περιστατικά και γεγονότα.

    Τη ζήλεψα την παρουσίασή σου παρά την ένσταση.
    Τόσο επιθυμητό το κάνεις που αν ήμουν ο εκδότης ή ο μεταφραστής θα σου έστελνα κιβώτιο με κρασιά για ευχαριστίες.


    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Να' σαι καλά Δάφνη, μου έφτιαξες τη μέρα!

      Με ενοχλεί αφάνταστα ο Καζαντζάκης ως μεταφραστής (έχει μεταφράσει και σπουδαία βιβλία, ρε γαμώτο!) οικειοποιείται το κείμενο και αλλοιώνει το ύφος του κάθε συγγραφέα. Γενικά, σιγά σιγά έχω απομυθοποιήσει τις μεταφράσεις των μεγάλων συγγραφέων (Σεφέρης, Πολίτης, Αλεξάνδρου), πρέπει να αποτινάξεις τον εγωισμό σου για να κάνεις μια ωραία μετάφραση και όσο να πεις αυτό είναι κάπως δύσκολο για συγγραφείς, πόσο μάλλον όταν διαθέτουν και μία μεγάλη αξία. Ειρήσθω εν παρόδω, ο Κοσμάς Πολίτης καλός και χρυσός μεταφραστής αλλά νομίζω ότι ο Χένρι Τζέημς δεν του πέτυχε καθόλου! Δεν μπορώ να διαβάσω ούτε 30 σελίδες και γι' αυτό σίγουρα δεν φταίει ο Αμερικανός συγγραφέας.

      Είναι μερικά βιβλία που τις χρειάζονται τις σημειώσεις, δεν μπορώ εγώ ας πούμε διαβάζοντας Δάντη να γκουγκλάρω συνεχώς για τις αναφορές που διαβάζω στο βιβλίο - πρέπει να είμαι κάτι παραπάνω από αναγνώστης (π.χ φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας, ιστορίκος) για να μπω σε τέτοιον κόπο. Αν ένα βιβλίο έχει μόνο σύγχρονες ποπ αναφορές τότε ναι να γκουγκλάρω ό,τι με ενδιαφέρει, όμως όχι να διαβάζω Δάντη, Τζόυς ή Προυστ χωρίς σημειώσεις! Αυτό πάει πολύ!!

      Το αστείο είναι ότι η συγκεκριμένη έκδοση του Γκουτενμπεργκ έχει στο τέλος εξαιρετικές σημειώσεις αλλά δεν μπήκε στον κόπο (τεμπελιά; λάθος;) να βάλει τους αριθμούς παραπομπής στο κυρίως σώμα του βιβλίου. Αυτό είναι και το μοναδικό ψεγάδι του βιβλίου (μεγάλο σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, μικρό αυτή τη φορά καθότι η έκδοση είναι χάρμα οφθαλμών).

      Έχεις το ελεύθερο να κάνεις εσύ το petition ή ό,τι άλλο νομίζεις για να αναδειχθεί το μείζον πρόβλημα των σημειώσεων! Καλή συνέχεια. Σε ευχαριστώ για το σχόλιο.

      Υ.Γ. Τα κρασία είναι σαν να τα έστειλες ήδη :-)

      Διαγραφή
  2. Εξαιρετική η ανάλυση/κείμενο σου. Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο για τις μεταφράσεις του Καζαντζάκη, μη σου πω και γενικότερα... Ακόμη να βρω το βιβλίο του Καλβίνο... Όπως βλέπεις, επιστρέφω, όπως και όποτε μπορώ, έστω και με τις βαλίτσες άδειες... Καλημέρες!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ' ευχαριστώ aRTistokratissa!

      Του Σαβίνιο το βιβλίο έψαχνες, αν θυμάμαι καλά! Αλλά και του Καλβίνο να βρεις θα είσαι μια χαρά :-)

      Καλή συνέχεια.

      Υ.Γ. Όποιο βιβλίο και αν βρεις, τουλάχιστον γράψε γι' αυτό!

      Διαγραφή
  3. ... ευτυχώς εσύ με προσέχεις περισσότερο απ' ότι εγώ, το πληκτρολόγιο! Τώρα τί "τράμπα" τους έκανα αυτούς τους δυο μές το μυαλό μου... Νομίζω ότι θα γράψω ΚΑΙ γι αυτό! Καλό βράδυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .