Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο θάνατος σου πάει πολύ



Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο «Βλέπω τον θάνατό σου» όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”».
 
Ο παιγνιώδης τίτλος «R.I.F (Rest in Facebook)» με υπότιτλο «Ο θάνατος στο φέισμπουκ» φέρνει αρχικά στο μυαλό (τουλάχιστον στο δικό μου) τους θανάτους διάσημων και την επιμνημόσυνη φρενίτιδα που ακολουθεί κάθε φορά – ίσως γιατί οι λιγοστές μου απώλειες δεν είχαν ψηφιακό αποτύπωμα, αλλά θα μιλήσουμε αργότερα για αυτό («Όσοι δεν “ασχολούνται” με το Facebook, ας μη λοιδορούν τους users. Όλοι επηρεάζονται, η συλλογική συνείδηση αλλάζει. Συν τοις άλλοις, από τους users εξαρτώνται για να τους μνημονεύσουν αργότερα!»). Αν είσαι διάσημος και δη καλλιτέχνης, αλίμονο σε όλους μας. Κινούμαστε διαρκώς ανάμεσα σε γκριφ και μπιφ. Δεν κάνουμε πλάκα με αυτά. Μόνο οι κάφροι δεν νιώθουν! «Εκτός από το τραγικό, την κοινή γνώμη μπορεί να κερδίσει και το κωμικό, φτάνει όμως να έχει προηγηθεί εκ μέρους του αναρτούντος ένα κάποιο δείγμα ενσυναίσθησης του συλλογικού πόνου, ένα έστω απειροελάχιστο πένθος που θα διασώσει το ηθικό του άβαταρ από τον λιθοβολισμό». Αλλά ας αφήσουμε κατά μέρος τους διάσημους, εξάλλου όλοι διάσημοι είμαστε δυνητικά στο facebook, τρομάρα μας, και ας βουτήξουμε στα βαθιά. «Δεν θέλεις να επιπλέει το συναίσθημα κι όμως κάθε μέρα του μαθαίνεις κολύμπι στον αφρό».
 
Με «γνώσεις που έχω ενσωματώσει κατά την τριβή μου με τη φιλοσοφία των μέσων και της αισθητικής στα πανεπιστήμια της πρώτης μου νεότητας» αλλά και με όψιμες παρατηρήσεις πάνω σε έναν κόσμο που νομίζουμε ότι τον διαμορφώνουμε παραπάνω από όσο μας διαμορφώνει εκείνος, και που είμαστε μέρος του ή κτήμα του, η συγγραφέας παραδίδει ένα καταπληκτικό βιβλίο που παρά την εύθρυπτη και αποσπασματική μορφή του – «Είναι τυχαίο ότι το παρόν κείμενο είναι γραμμένο έτσι ακριβώς, δηλαδή σε κομματάκια; (Εγώ θα πω ότι είναι στυλ, εσείς όμως, μετά απ’ όλα αυτά, το πιστεύετε;)» – κινείται πολύ συχνά και εντυπωσιακά στο Επέκεινα της σκέψης και στη Δευτέρα Παρουσία ενός αναζωογονητικού χιούμορ που είχαμε συνηθίσει να πιστεύουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει πια. 
 
{Κι όμως η μοναξιά αυτή είναι ψηφιακό σύμπτωμα. Αν πεις κάτι ωραίο σε μια πραγματική παρέα πέντε ατόμων και αναγνωρίσουν την αξία του, θα έχεις λάβει επαρκή ψυχική ικανοποίηση. Από την άλλη, αν πάρεις πέντε ολόκληρα λάικ στο Facebook θα γίνεις ράκος. Στο πλαίσιο αυτό είσαι άπληστος κι αν δεν έχεις να μετρήσεις, νιώθεις ότι δεν μετράς.}
 
 
Το εξώφυλλο κάτω χαμηλά γράφει «Ελληνική πεζογραφία» και ίσως σε ξενίζει αυτό μόλις το παρατηρήσεις, όπως και ο χαρακτηρισμός της Γιαγιάννου ότι «η σύνθεση που ακολουθεί έχει υβριδική μορφή – κυκλοφορεί με κεφάλι δοκιμίου, σώμα μυθοπλασίας και ποιητικά φτερά» αλλά μόλις μπεις στην ανάγνωση κανένας χαρακτηρισμός δε θα έχει σημασία. Το σίγουρο είναι ότι θα βγεις εντελώς διαφορετικός, όπως ακριβώς συμβαίνει και κάθε φορά που βγαίνεις από το Facebook!
 
«Για τον παραπάνω λόγο, όταν πεθαίνει κάποιος δικός σου, μια φηψιακή αντίδραση συμπαράστασης ίσως να είναι καλοδεχούμενη από μακρινούς γνωστούς αλλά όχι από πραγματικούς φίλους. Κάποιοι πραγματικοί φίλοι θα επιλέξουν να αντιδράσουν ψηφιακά και θα αντικαταστήσουν ένα θερμό τηλεφώνημα ή έναν δια ζώσης συλλυπητήριο λόγο με μια απλή ψηφιακή αντίδραση. Από αυτούς δεν σε ικανοποιεί μια τέτοια αντίδραση. Γιατί όμως ο χρήστης που κοινοποίησε τον θάνατο, δηλαδή που επέλεξε να το κάνει ψηφιακά, δεν αισθάνεται καλά όταν ένας κοντινός του φίλος αντιδρά ψηφιακά; Διότι η δράση του απευθύνεται μεν μαζικά, αλλά η αντίδραση επιστρέφει προς ένα άτομο κι έτσι αναμένεται από αυτή μια κάποια θέρμη. Η φιλία εξακολουθεί να νοείται (όχι μόνο ως ψυχική κατάργηση των σωματικών αποστάσεων αλλά και) ως ενσώματη κατάργηση των ψυχικών αποστάσεων. Η αγκαλιά ζεσταίνει και θα ζεσταίνει.»
 
Το βιβλίο συμπληρώνεται όμορφα με 13 αλλόκοτες επιτύμβιες επιγραφές – αλά «Σπουν Ρίβερ». Ζει και βασιλεύει μέσα από τις εκδόσεις «Στερέωμα», αξίζει όσα βραβεία κέρδισε και πρόκειται να κερδίσει, και περιμένει να το βάλετε στην καρδιά και στο timeline σας. Δεν έχω να πω περισσότερα, γιατί ο χρόνος μου εδώ έχει τελειώσει, πρέπει να μπω να το ποστάρω και στο Facebook, χάνω λάικς, εξάλλου το blogging έχει πια πεθάνει!!  
 
«Ο παραδοσιακός θάνατος τότε θα γίνει ακόμα πιο τερματικός. Όταν θα υπάρχει η δυνατότητα της μετουσίωσής του σε bits και bytes και παρ’ όλα αυτά κάποιος επιλέξει να μην μετουσιωθεί, τότε αυτός ο κάποιος θα πεθάνει ακόμα πιο πολύ απ’ ό,τι θα πέθαινε σε οποιαδήποτε άλλη φάση της ιστορίας.»
 
 

 


Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !