Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τελειωμένοι

 

 
Είμαστε γεννημένοι ο ένας για τον άλλον. Τέλος. Αυτά στην αρχή, βέβαια. Γιατί μετά, ανάθεμα την ώρα που βρέθηκες μπροστά μου. Αυτή η σχέση των σχέσεων όμως, μπορεί κάλλιστα να επεκταθεί και στα βιβλία. Μόνο που σε μένα λειτούργησε αντίστροφα· ανάθεμα την ώρα που βρέθηκε μπροστά μου, είπα για αυτό το βιβλίο, μου το δάνεισαν επειδή δεν άρεσε (ωραίο προμόσιον), ήθελα από την άλλη να δω και την ταινία του Κάουφμαν, ας πάει στα κομμάτια, θα το ξεκινήσω, με την σκέψη ήδη από την αρχή να βάλω ένα τέλος όταν δω ότι δεν τραβάει το πράγμα. Αλλά, γαμώτο, τραβούσε. Για ελάχιστους αναγνώστες αυτό θα είναι το βιβλίο της ζωής τους, σύμφωνοι. Κι όμως. «Είναι εντυπωσιακό. Όταν βλέπεις κάποιον με τους γονείς του, αποδεικνύεται απτά ότι όλοι είμαστε αποτέλεσμα σύνθεσης». Όπως ακριβώς και τα αξιανάγνωστα βιβλία, τα συγγραφικά παιδιά των δημιουργών τους – ξεράστε με την ησυχία σας και ελάτε πίσω. Μείνετέ μου πιστοί! Σας αγαπώ!
 
[…] «Υπάρχει ένα γνωστό παράδειγμα που το χρησιμοποιούν στο πρώτο έτος των σπουδών ψυχολογίας. Σχετικά με το πλαίσιο. Έχει ως εξής: ο Τοντ έχει στο δωμάτιό του ένα μικρό φυτό, με κόκκινα φύλλα. Αποφασίζει ότι δεν του αρέσει εμφανισιακά και θέλει το φυτό του να δείχνει όπως και τα υπόλοιπα στο σπίτι. Πολύ προσεκτικά λοιπόν, βάφει πράσινα όλα τα φύλλα. Όταν στεγνώνει η μπογιά, δεν μπορείς να καταλάβεις ότι το φυτό είναι βαμμένο. Δείχνει πράσινο. Με παρακολουθείς;»

«Ναι».
«Την επομένη του τηλεφωνεί μια φίλη. Είναι φυτοβιολόγος και τον ρωτάει αν έχει κάποιο πράσινο φυτό που θα μπορούσε να δανειστεί, για μερικά πειράματα. Της λέει όχι. Την επομένη, μια άλλη φίλη, αυτή τη φορά καλλιτέχνιδα, τηλεφωνεί και τον ρωτάει αν έχει ένα πράσινο φυτό, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως μοντέλο για έναν πίνακα. Της λέει ναι. Δύο φορές τον ρωτάνε το ίδιο πράγμα και δίνει αντίθετες απαντήσεις, και κάθε φορά είναι ειλικρινής».

 

Βέβαια αν ήθελε να είναι πιο ειλικρινής με τον εαυτό του, και εγώ λιγότερο σπασικλάκι, θα μπορούσε να δώσει κάποιο από τα υπόλοιπα φυτά του σπιτιού, ένα αληθινό δηλαδή, στη φυτοβιολόγο φίλη του, εκτός δηλαδή και αν δεν τα ξεχωρίζει πια ούτε και ο ίδιος, τι να πω – πού είμαστε, στο Blade Runner;; Τέλος πάντων, καταλάβατε ελπίζω το νόημα του αποσπάσματος, σας θέλω συγκεντρωμένους… μείνετε εντός πλαισίου. Για μένα το βιβλίο του Ίαν Ριντ κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με την «Χορτοφάγο» της Χαν Γκανγκ – ξέρω τι σκέφτεστε, ότι είχα θάψει το βιβλίο της και περιμένετε να γίνει κάτι ανάλογο και τώρα. Δυστυχώς θα σας απογοητεύσω αυτή την φορά, γιατί ελάχιστη σχέση έχει ετούτο το βιβλίο με την μη λογοτεχνική παπαρίτσα της Γκανγκ. Και αν θέλετε να χρησιμοποιήσω την παραπάνω μεταφορά, η Χαν Γκανγκ λέει ναι στη φυτοβιολόγο (υπονομεύοντας η ίδια την όποια αξία του βιβλίου της) ενώ ο Ίαν Ριντ λέει ναι στην καλλιτέχνιδα (γνωρίζοντας τον τρόπο να καμουφλάρει τα όποια μειονεκτήματα του βιβλίου πίσω από το άρτιο αισθητικά σύνολο). 

Οι ομοιότητες με την «Χορτοφάγο» εντοπίζονται και εξαντλούνται στο παράδοξο της ατμόσφαιρας που ενυπάρχει εντός τους, με μια γοητευτικότατη κλιμακούμενη αγωνία (που στην περίπτωση της Γκανγκ όμως κατακρημνίζεται πολύ σύντομα, σαν μετοχή του Facebook μετά από 6ωρο μπλακ άουτ!) και μια ανατριχίλα να διατρέχει την ραχοκοκαλιά σου για το πόσο ωραία καταφέρνει να συμπλέκει (μόνο ο Ριντ αυτό) το κοινότοπα ανθρώπινο με το τρομακτικά ανθρώπινο, εκείνη τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την αγωνία από τον πανικό, και διαρκεί όσο μια σκέψη, μια στιγμή και μια ζωή. Το ζουμί του βιβλίου το αποκαλύπτει ήδη ο τίτλος του, η μαγική λέξη είναι «σκέφτομαι», μόνο αυτή, τέλος, αρχή, ζωή, θάνατος, ευτυχία, δυστυχία, δεν έχουν σημασία, όλα ενυπάρχουν μέσα της, και ζουν (αρμονικά) ή και πεθαίνουν (βάναυσα) μαζί της, χιλιάδες φορές κάθε λεπτό. Ειλικρινά ενθουσιάστηκα όταν βρήκα μερικές σκέψεις του συγγραφέα που μου θύμισαν ένα πολύ αγαπημένο μου βιβλίο του Τζορτζ Στάινερ: […] «Δεν μπορούμε να ξέρουμε και δεν ξέρουμε τι σκέφτονται οι άλλοι. Δεν μπορούμε να ξέρουμε και δεν ξέρουμε τα κίνητρα των άλλων για τις ενέργειές τους. Ποτέ. Όχι ακριβώς. Αυτή ήταν η τρομακτική, νεανική επιφοίτησή μου. Ουσιαστικά δεν γνωρίζουμε ποτέ πραγματικά κάποιον άλλον. Εγώ πάντως όχι. Ούτε κι εσείς. (…) Ο καθένας μπορεί να σκέφτεται το οτιδήποτε. Οι σκέψεις είναι η μόνη πραγματικότητα. Αλήθεια. Τώρα πια είμαι σίγουρη. Δεν μπορείς να πλαστογραφήσεις ή να προσποιηθείς μια σκέψη. Αυτή η απλή συνειδητοποίηση με συνοδεύει διαρκώς. Με απασχολούσε για πολλά χρόνια. Και εξακολουθεί».

Ο Ίαν Ριντ κατέχει διάφορες φιλοσοφικές γνώσεις που δένει αρμονικά με την τετριμμένη πλοκή του πριν εκείνη οδηγηθεί σε ένα αγωνιώδες φινάλε. Δεν είναι να απορεί κανείς που ο Κάουφμαν θέλησε να το γυρίσει ταινία – σίγουρα όμως πολλοί απορείτε με την ίδια την ταινία του Κάουφμαν! Δεν την είδα ακόμα, δεν προλαβαίνω, αλλά ξέρω ότι θα μου αρέσει. Το βιβλίο ξεκαθαρίζει καλύτερα τα πράγματα και σίγουρα γίνεται πιο ομαλά η μετάβαση από το αλλόκοτο στο παράδοξο, αλλά ρε παιδιά, η κινηματογραφική γλώσσα έχει άλλες συμβάσεις και θα πρέπει να τις αποδεχτείτε, αλλιώς δείτε το Squid Game να ηρεμήσουμε, μην παίζετε δύσκολα παιχνίδια! Επιτέλους, ενθουσιάστηκα και με ένα βιβλίο της σειράς, που η λογοτεχνική αξία του καταφέρνει να υπερπηδήσει το ανελέητο μάρκετινγκ – πόσο σπάνιο πια. Εύγε στις εκδόσεις «Πατάκη» και στην όμορφη μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη. Πολλά είπα. Σκέφτομαι να βάλω ένα τέλος στην ανάρτηση (αστειάκι, χαχα).

[…] «Το μόνο βιβλίο που μου έδωσε ο Τζέικ, και μάλιστα περίπου μία εβδομάδα αφότου γνωριστήκαμε, έχει τίτλο Ο αποτυχημένος. Ενός Γερμανού συγγραφέα, κάποιου Μπέρνχαρντ. Έχει πεθάνει και δεν ήξερα κάτι για το βιβλίο μέχρι που μου το έδωσε ο Τζέικ. Ο Τζέικ έγραψε στο εσώφυλλο “άλλη μια θλιβερή ιστορία”.
Το βιβλίο είναι ένας μονόλογος. Ο Τζέικ υπογράμμισε ένα απόσπασμα. “΄Υπάρχουμε΄ δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά απελπιζόμαστε… γιατί, δεν υπάρχουμε, πραγματωνόμαστε”. Αφότου το διάβασα, δεν έχω σταματήσει στιγμή να σκέφτομαι τι σημαίνει. Άλλη μια θλιβερή ιστορία».

Ναι, θλιβερή, αλλά και πόσο συναρπαστική. 

 


 


Σχόλια

  1. ΤΕΛΕΙΩΜΕΝΑ

    Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,
    με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
    λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
    για ν' αποφύγουμε τον βέβαιο
    τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.

    Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν' αυτός στον δρόμο·
    ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
    (ή δεν τ' ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
    Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν,
    εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
    και ανέτοιμους -πού πιά καιρός- μας συνεπαίρνει.

    Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, Τελειωμένα, 1911

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΟΥΑΡΤΕΤΑ (Απόσπασμα)
    LITTLE GIDDING
    V
    Ό,τι ονομάζουμε αρχή συχνά είναι το τέλος
    και το να δίνεις ένα τέλος είναι να κάνεις μια αρχή.

    Από το τέλος ξεκινάμε. Και κάθε φράση
    και πρόταση που είναι σωστή
    (όπου κάθε λέξη είναι εκεί που αρμόζει,
    παίρνοντας τη θέση της για να στηρίξει τις άλλες,

    η λέξη ούτε διστακτική ούτε επιδεικτική,
    μια εύκολη συναλλαγή ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο,
    η κοινή ορθή χωρίς να ΄ναι χυδαία,
    η συμβατική λέξη ακριβής αλλά όχι σχολαστική,
    το τέλειο ταίρι χορεύοντας μαζί)

    κάθε φράση και κάθε πρόταση είναι ένα τέλος και μια αρχή,
    κάθε ποίημα ένας επιτάφιος. Και οποιαδήποτε πράξη
    είναι ένα βήμα προς το ικρίωμα, τη φωτιά,
    βαθιά στο λαρύγγι της θάλασσας
    ή προς μια πέτρα δυσανάγνωστη:
    κι από κει είναι που ξεκινάμε.

    Πεθαίνουμε μ΄ εκείνους που πεθαίνουν:
    δες, αναχωρούν ,κι εμείς πηγαίνουμε μαζί τους.
    Γεννιόμαστε με τους νεκρούς:
    δες, επιστρέφουν,και μας φέρνουν μαζί τους.
    [...]
    Τ.Σ.ΕΛΙΟΤ/ [Δίγλωσση έκδοση], Πατάκη, ΜΕΤ: ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τέλειος ο Καβάφης! Δεν το θυμόμουν αλλιώς θα χρησιμοποιούσα το «Τελειωμένα» για τίτλο της ανάρτησης.
    Ο Έλιοτ, καλούτσικος και αυτός :p

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!