«Όοοολαα, θέλω να τα ξέρω όλα, όχι επειδή είμαι κουτσομπόλα» τραγουδούσε η Παναγιωτοπούλου και μας θυμίζει ότι το κουτσομπολιό δεν είναι προνόμιο του χωριού πια, δεν έχει καν την πρωτοκαθεδρία εδώ που τα λέμε – εξάλλου ποιο χωριό έχει έξι πατώματα, ζήτημα να έχει έξι κατοίκους. Εμάς όμως δεν μας ενδιαφέρει τόσο η ζωή μέσα στα κτήρια – για αυτό, υπάρχει το facebook και τα τοιαύτα, ξεκατινιαζόσαστε μια χαρά και μόνοι σας, χωρίς εξωτερική υποστήριξη – αλλά περισσότερο η ζωή ανάμεσα στα κτήρια. Η εθνική μας κουτσομπόλα Τατιάνα, επι-μένοντας στα προάστια, αυτές τις άνευρες και κατά περιπτώσεις νεκρές ζώνες κατοικιών, χάνει πολύ υλικό το οποίο αναλαμβάνουν απρόθυμα να αναπληρώσουν διάφοροι παρατρεχάμενοι υφιστάμενοι που ζουν για τρεις και εξήντα σε κάτι χαμόσπιτα πολυσύχναστων συνοικιών. «Οι ζωντανές πόλεις, επομένως, δηλαδή εκείνες στις οποίες οι άνθρωποι μπορούν να αλληλεπιδρούν ο ένας με τον άλλο, είναι πάντα πιο ενδιαφέρουσες επειδή είναι πλούσιες σε εμπειρίες, σε αντίθεση με τις πόλεις χωρίς ζωή, οι οποίες προσφέρουν πολύ φτωχές εμπειρίες και είναι πληκτικές, ανεξάρτητα από το αν τα κτήριά τους έχουν πολλά χρώματα ή παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία μορφών». Ακούστε που σας λέω, κάτι ξέρω παραπάνω. Βρε μπας και είμαι κατά βάθος μια κυράτσα;
[…] «Ο Gehl έχει συνδεθεί ο ίδιος με τη μεταμόρφωση της Κοπεγχάγης σε μια από τις πιο ευχάριστες, φιλικές για τον άνθρωπο πρωτεύουσες του κόσμου, μια μεταμόρφωση που έγινε σταδιακά, ξεκινώντας με την πεζοδρόμηση του κεντρικού εμπορικού δρόμου της περιοχής Stroget το 1962. Σήμερα, ένα εκτεταμένο δίκτυο ελεύθερων χώρων στο κέντρο της πόλης, συνολικής επιφάνειας 100.000 τετραγωνικών μέτρων, είναι κλειστό στα οχήματα και το καλοκαίρι συγκεντρώνει περισσότερους από 250.000 πεζούς τη μέρα. Το επιτυχημένο πείραμα της Κοπεγχάγης είναι αποτέλεσμα επίμονης, πολύχρονης παρατήρησης και καταγραφής της ανθρώπινης συμπεριφοράς στην πόλη από τον Gehl και τους συνεργάτες του. Στο παρόν βιβλίο παρατίθενται στοιχεία από τις συνεχείς αυτές μελέτες, που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χρονικές στιγμές, και αφορούν τα δεδομένα πάνω στα οποία στηρίχθηκαν όλες οι παρεμβάσεις που γίνονται σταδιακά, πενήντα χρόνια τώρα, στην πόλη. Η συνεχής τεκμηρίωση και η αργή σταδιακή αλλαγή αποτέλεσαν τα καθοριστικότερα στοιχεία για την επιτυχία του πειράματος: όπως λέει ο Gehl σε πρόσφατη συνέντευξη του, “αν πριν από σαράντα χρόνια πήγαινε κάποιος με την ιδέα να πεζοδρομηθεί όλο το κέντρο της πόλης, θα τον πετούσαν έξω από το Δημαρχείο”(!)».
Μέσα σε αυτή την σημείωση των μεταφραστών κρύβεται όλο το ζουμί αυτού του εκπληκτικού βιβλίου. Η ομορφιά του από την άλλη κρύβεται στις εμπνευσμένες παρατηρήσεις του συγγραφέα του, γιατί ως γνωστόν η ζωή κάθε κειμένου κρύβεται ανάμεσα στις γραμμές του. Απέκτησα όψιμο ενδιαφέρον για την (χρηστική) αρχιτεκτονική και ψάχνοντας έπεσα σε αυτό το βιβλίο με τον ποιητικό τίτλο. Ευχόμουν να μην πέσω σε κάτι με βαρύ θεωρητικό υπόβαθρο και πολυεπίπεδη πλήξη και ευτυχώς το απέφυγα αυτό. Ο συγγραφέας πετυχαίνει ό, τι δεν καταφέρνουν οι περισσότεροι που γράφουν δοκίμια· μετουσιώνει τις πολύπλοκες παρατηρήσεις του σε απλές, χωρίς ο αναγνώστης να χρειάζεται λυσάρι για να καταλάβει τι εννοεί – αν είναι να θέλουμε λυσσάρι ας διαβάσουμε τον Τζόυς καλύτερα! «Εάν οι χώροι αξίζουν, χρησιμοποιούνται». Όπως και τα βιβλία, ρε κανάγιες. Και εδώ η μεταφορά δεν είναι διόλου τυχαία. Γιατί τι κάνει έναν δημόσιο χώρο – και κατ’ επέκταση, ένα βιβλίο – που φαινομενικά είναι άρτιο, άνετο και πολύχρωμο να μην χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους; Η απάντηση είναι κοινή και στα δύο, η δομή και η ελλιπής γνώση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
«Ο άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση» (θεωρούμε ότι) είπε ο Αντρέ Μπρετόν, αλλά ο Jan Gehl έχει άλλη γνώμη. Οι πόλεις γίνονται ανθρώπινες όταν είναι στην κλίμακα των ανθρώπων. Μπορεί τους ανθρώπους να μας πιάνουν κάθε τόσο ματαιόδοξες φαντασιοκοπίες αλλά η ανθρώπινη κλίμακα είναι συγκεκριμένων προδιαγραφών – τουλάχιστον μέχρι να ενεργοποιηθεί το 5G – και γύρω από αυτήν πρέπει να οργανώνουμε την ζωή μας. Πόσοι από εσάς κοιτάτε ψηλά καθώς περπατάτε στην πόλη; Σχεδόν κανείς· τουλάχιστον, κοιτάτε χαμηλά μπας και βρείτε κανένα 5ευρο. Πόσοι θα καθόσασταν πρόθυμα σε παγκάκι στο κέντρο μιας πλατείας όταν υπάρχουν ελεύθερα καθίσματα στα όριά της; Πόσοι θα βγαίνατε ξανά με χαμόγελο και νταούλια στα χέρια όπως τότε με την νίκη του Σύριζα, σε όμορφες πλατείες να πιείτε στη χαρά του και γενικά να τον πιείτε και να περάσετε καλά; Αυτές είναι ανθρώπινες καταστάσεις και απαιτούν ανθρώπινες λύσεις. «Σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρώπινης κατοίκησης, οι δρόμοι και οι πλατείες έχουν αποτελέσει τα βασικά στοιχεία γύρω από τα οποία οργανώθηκαν όλες οι πόλεις. Η ιστορία έχει αποδείξει τις αρετές αυτών των στοιχείων σε τέτοιο βαθμό που, για τους περισσότερους ανθρώπους, οι δρόμοι και οι πλατείες αποτελούν την ίδια την ουσία του φαινομένου “πόλη”. Αυτή η απλή σχέση και η λογική χρήση των δρόμων και των πλατειών – δρόμοι βασισμένοι στο γραμμικό τρόπο της ανθρώπινης κίνησης και πλατείες βασισμένες στη δυνατότητα του ματιού να εξερευνά μια περιοχή – έχουν, τα τελευταία χρόνια, επανέλθει στο προσκήνιο».
Ο Jan Gehl μέγιστος παρατηρητής της ανθρώπινης εμπειρίας, ξεκίνησε ως αναμορφωτής του κόσμου του, της Δανίας δηλαδή, και επεκτείνοντας τους συλλογισμούς του κατέδειξε ότι ο άνθρωπος για να μπορέσει να αρθεί, πρέπει πρώτα κατεβεί στα όριά του – σαν τσιτσάτο του Ξενάκη ακούστηκε αυτό, θα το κάψουμε απόψε κυρ Στέφανε! Μπορεί το βιβλίο να είναι πλέον 40 ετών και ο ανθρώπινος πληθυσμός να έχει αυξηθεί – αν και ως προς αυτό κάνει δουλίτσα η πανδημία, σύμφωνα πάντα με την σιωνιστική πολιτική που έχει ενορχηστρωθεί – αλλά οι παρατηρήσεις του παραμένουν αναλλοίωτες. Η αρχή είναι απλή: η ζωή σε μια πόλη βρίσκεται ανάμεσα στα κτήρια, στις ευκαιρίες που δίνονται στους ανθρώπους να βγουν μπροστά στα σπίτια τους και να ξεκινήσουν υπαίθριες δραστηριότητες. Μην βγάλετε τις ψησταριές ακόμα, δεν εννοούσε αυτό! Έχοντας ως πρότυπο την Βενετία (την πιο ανθρώπινη πόλη, χωρίς ίχνος αυτοκινήτων) και άλλες μεσαιωνικές πόλεις που χτίστηκαν με γνώμονα τις ανάγκες του ανθρώπου, συν κάποια πετυχημένα οικοδομικά πειράματα στις Σκανδιναβικές χώρες, δείχνει πόσο σημαντικό είναι οι πόλεις να αναδιαμορφωθούν με μικρές αλλά καίριες επεμβάσεις προς όφελος των ανθρώπων. Το βιβλίο περιέχει εκατοντάδες φωτογραφίες που ενισχύουν τους ήδη στιβαρούς συλλογισμούς του, χωρισμένο σε μικρά κεφάλαια και υποκεφάλαια που κάνει την ανάγνωση ελκυστική – ακόμα και στη δομή του βιβλίου αποδείχθηκε επαγγελματίας. Αν σας αρέσει η ζωή στην πόλη αυτό το βιβλίο είναι ένα καλό πρώτο βήμα, διαφωτιστικό και ευχάριστο. Θα εκτιμήσετε τα θετικά της και θα αναγνωρίσετε τις ελλείψεις της, αυτό το ηλίθιο κλισέ που λένε συχνά ότι οι πόλεις θεωρούνται απάνθρωπες, αναρωτηθήκατε όμως ποτέ σας γιατί; Υπάρχουν και ανθρώπινες πόλεις. Και θα τις αγοράσω.
[…] «Η ζωή ανάμεσα στα κτήρια είναι δυνητικά μια αυτό-ενισχυόμενη διεργασία. Υπάρχει μια ισχυρή τάση, όταν κάποιοι άνθρωποι ξεκινάνε μια δραστηριότητα στον υπαίθριο χώρο, οι άλλοι άνθρωποι να δείχνουν ενδιαφέρον, για να συμμετάσχουν κι αυτοί ή απλώς για να βιώσουν αυτό που συμβαίνει. Με αυτόν τον τρόπο τα άτομα και τα συμβάντα μπορούν να επηρεάσουν και να προκαλέσουν το ένα το άλλο. Από τη στιγμή που αυτή η διεργασία ξεκινήσει, η συνολική δραστηριότητα είναι πάντοτε σχεδόν μεγαλύτερη και πιο περίπλοκη από το άθροισμα των δραστηριοτήτων που αποτελούσαν αρχικά τα συστατικά της.
Στο σπίτι, τα συμβάντα και τα μέλη της οικογένειας μετακινούνται από δωμάτιο σε δωμάτιο, καθώς το κέντρο της δράσης μετατοπίζεται. Όταν οι ενήλικοι απασχολούνται στην κουζίνα, τα παιδιά παίζουν στο πάτωμα της κουζίνας και ούτω καθεξής.
Στις παιδικές χαρές μπορεί κανείς να παρατηρήσει πώς οι δραστηριότητες παιχνιδιού είναι παρόμοια αυτό-ενισχυόμενες. Αν μερικά παιδιά ξεκινήσουν να παίζουν, κι άλλα παιδιά θα παρακινηθούν να βγουν έξω και να μπουν κι αυτά στο παιχνίδι και η μικρή ομάδα γρήγορα μεγαλώνει. Μια διεργασία έχει ξεκινήσει.
Στο δημόσιο χώρο μπορούν να παρατηρηθούν παρόμοια μοτίβα. Αν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι ή αν κάτι συμβαίνει, ακόμη περισσότεροι άνθρωποι και περισσότερα συμβάντα τείνουν να συγκεντρώνονται και οι δραστηριότητες αποκτούν μεγαλύτερο εύρος και διάρκεια».
Η καλαίσθητη έκδοση έρχεται από τις «Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας» και οι μεταφράστριες από τα αγγλικά Γαρυφαλλιά Κατσαβουνίδου και Παρασκευή Ταράνη τα πήγαν αρκετά καλά με τις μη πολύπλοκες έννοιες του Gehl, υπό την επίβλεψη της μετάφρασης από το δανικό πρωτότυπο και από το μάτι του Κωνσταντίνου Thorvald Μπάρλα. Υπήρξε και μια δανική χορηγία μετάφρασης από το Υπουργείο Πολιτισμού της Δανίας – τώρα αν ήταν και δανεική, δεν ξέρω, δεν μας νοιάζουν τα οικονομικά τους, ρε κουτσομπόληδες. Το εξώφυλλο θαυμάσιο. Για το συγκεκριμένο βιβλίο μην έχετε καμία αμφιβολία, θα δείτε την πόλη που ζείτε με εντελώς άλλο μάτι – εκτός και αν ζείτε σε χωριό που τότε θα πρέπει να επαναπροσδιορίσετε και να δείτε την ζωή σας με άλλο μάτι! Για όλα τα υπόλοιπα, «όποτε έχετε αμφιβολία, αφαιρέστε λίγο χώρο».
Υ.Γ. 2666 Τα πνευματικά δικαιώματα για το «κανάγιες» ανήκουν στον Αλέξανδρο Ζωγραφάκη. Δεν κρατάω ψιλά πάνω μου, πέρνα μετά από το λογιστήριο να σε βολέψω.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.