Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σημεία και τέρατα


 
Στη λογοτεχνία συμβαίνουν απ’ όλα. Συνήθως σημεία, μικροσκοπικά και αδιάφορα, που το λιγότερο βαρετό στα έργα τους είναι τα σημεία στίξης. Ενίοτε συμβαίνουν και τέρατα, που σχίζουν τον ουρανό στα δύο και τον καθιστούν επισφαλή να πέσει στο ψιλοάδειο κεφάλι σου και να μεταστοιχειώσει το μυαλό σου οριστικά. «Ήμουνα τώρα υποχρεωμένος ν’ ανταλλάξω χίμαιρες τεράστιας μεγαλοπρέπειας με γεγονότα μικρής αξίας». Μη φοβού, δεν είσαι υποχρεωμένος, τουλάχιστον μέχρι ο Κούλης να περάσει το αντίστοιχο τερατώδες νομοσχέδιο στη Βουλή. Μέχρι λοιπόν η λογοτεχνία να ομογενοποιηθεί έχεις λίγο χρόνο ακόμα, εκμεταλλεύσου τον σωστά. Διαβάζοντας ας πούμε τον «Φρανκενστάιν» της Μαίρης Σέλλεϋ, το πρώτο σύγχρονο φάνταζι κατά την Λε Γκεν. Τι; Το έχεις διαβάσει ήδη – στα οκτώ σου; Έχεις δει και την ταινία στο παλιό καλό Mega; Και σειρές; Ε εντάξει τότε, σόρι, εσύ είσαι τέρας μορφώσεως!
 
Διστάζω να το χαρακτηρίσω αριστούργημα από φόβο μην το υποτιμήσω! Αν θέλετε να το δούμε από την πιο «πεζή» του πλευρά, το βιβλίο της Σέλλεϋ είναι ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα υπαρξιακού τρόμου που έχουν γραφτεί ποτέ. Και αυτό αρκεί. Αλλά και όχι, γιατί είναι πολλά περισσότερα. Φτιαγμένο θαρρείς από τα ετερόκλητα μέρη μιας σπάνιας ανθρώπινης διανοίας, αυτό το εξαίσιο λογοτεχνικό πλάσμα επιζητεί την αποδοχή και την αγάπη σου. «Η βαθιά θλίψη, διαρκώς αισθητή στο μυθιστόρημα της Mary Shelley, είναι θεμελιώδης για τη ρομαντική μυθολογία του εαυτού, διότι κάθε ρομαντικός τρόμος δεν είναι παρά νόσος υπερβολικής συνείδησης, νόσος κατά την οποία ο εαυτός δεν μπορεί να υποφέρει τον εαυτό του». (Και) εκεί καταλήγει το επίμετρο του Χάρολντ Μπλουμ ο οποίος μέσα από τις κριτικές οδούς του, για την ποίηση και την ρομαντική μυθολογία, με Λόρδο Βύρωνα, Πέρσι Σέλλεϋ, Μπλέικ και Μίλτον, αγωνία της επίδρασης και αγωνία του αναγνώστη πριν από την εκτέλεση της ανάγνωσης, δημιουργεί ένα κριτικό πλάσμα που είναι κάπως δύσκολο να το παρακολουθήσεις αν δεν έχεις κάποια θεωρητική βάση, χωρίς όμως να σημαίνει ότι το επίμετρο παραμένει ακατανόητο – είναι από αυτά τα μυστήρια φαινόμενα που συμβαίνουν στον κόσμο της διανόησης. Εκεί που διαφωνώ μαζί του – φάε την σκόνη μου Μπλουμ! – είναι όταν χαρακτηρίζει το βιβλίο, πέρα από τις αδιαμφισβήτητες αρετές του, «…ελαττωματικό μυθιστόρημα, συχνά αδέξιο κατά την αφήγηση ή τη συγκρότηση των χαρακτήρων». Αν μπορούσα να το δω αντικειμενικά, ίσως και να είναι, αλλά η συγγραφέας του ούτε μια στιγμή δεν με άφησε να το δω έτσι. «Τα γεγονότα στη ζωή ενός ανθρώπου δεν έχουν τόσες εναλλαγές όσες τα συναισθήματά του»
 


Η Μαίρη Σέλλεϋ το έγραψε στα 19 της – σχεδόν στα μισά χρόνια ενός κάγκουρα ημιπιτσιρικά, δηλαδή – και έβαλε ταφόπλακα σε χιλιάδες βιβλία που βγήκαν μετά από αυτό. Εδώ θέλω να κάνω μια σύνδεση με τα δοκίμια της Ούρσουλα Λε Γκεν που διάβασα πρόσφατα – Σας είπα ότι πρέπει να τα διαβάσετε οπωσδήποτε; Αν όχι, σας το ξαναλέω! – και φανερώνουν ότι η Σέλλεϋ αποτέλεσε επιρροή της. Κάπου λέει η Λε Γκεν ότι η έμπνευσή της είναι αποτέλεσμα κομποστοποιημένων εμπειριών και ότι όσο και αν έχει το βιβλίο μέσα στο κεφάλι της ποτέ δεν θα καταφέρει να το γράψει αν δεν έρθει από μόνος του ο χαρακτήρας, να συστηθεί με το όνομά του και να πει την ιστορία του. Αυτές οι σκέψεις φέρνουν στο μυαλό το εισαγωγικό σημείωμα της Σέλλεϋ («Έμπνευση, ας το παραδεχθούμε αυτό, σημαίνει να δημιουργείς, όχι από το τίποτα, αλλά από το χάος») όπου περιγράφει την δυσκολία να σκεφτεί μια αξιόλογη τρομακτική ιστορία για εκείνο το περιώνυμο στοίχημα στον πύργο της Γενεύης, μέχρι που σε ένα όνειρό της βλέπει έντονα όσα θα περιγράψει με περισσότερα λόγια στο βιβλίο της· ο ήρωάς της έφτασε επιτέλους για να πει την ιστορία του αφού πρώτα μας συστηθεί: Βίκτορ Φρανκενστάιν.
 
Πέσατε από τα σύννεφα, ε; Είχε μικρό όνομα το τέρας; Ηρεμήστε, συνήθης πλάνη. Το τέρας ποτέ δεν κατονομάζεται, ο ήρωας του βιβλίου είναι ο δημιουργός του, ο Βίκτορ Φρανκενστάιν, αν και «το μέγιστο παράδοξο και το εκπληκτικότερο επίτευγμα στο μυθιστόρημα της Mary Shelley είναι ότι το τέρας είναι περισσότερο ανθρώπινο από τον δημιουργό του». Πώς φτάσαμε να θεωρούμε ότι ο Φρανκενστάιν είναι το τέρας, είναι απορίας άξιο. Καταλαβαίνω ότι θα μπορούσε να αποτελεί ένα ταυτόσημο δίπολο, οι δύο όψεις ενός νομίσματος, η δισυποστασία της ρομαντικής μυθολογίας που αναλύεται και στο επίμετρο, κλπ, κπλ, αλλά νισάφι, μην το παίζετε νονοί γιατί θα πρέπει να του πάρετε και δώρο στο τέλος, εκεί να σας δω! Αλλά οι τόσες τερατώδεις διασκευές του μέσα στα χρόνια, καθώς και ο Κάμπερμπατς στην πρώτη καραντίνα, μια να παίζει το τέρας μια τον δημιουργό, σας έχει κάπως μπερδέψει, λογικό. 
 
Αυτή η δισυποστασία και η αμφισημία όλου του έργου, αναδεικνύεται (μεταξύ άλλων) με φοβερό κλείσιμο του ματιού εκ μέρους της Σέλλεϋ όταν βάζει τον ετοιμοθάνατο Βίκτορ Φρανκενστάιν να ξορκίζει τον σωτήρα του ότι αν συναντήσει το τέρας να προσέξει να μην το πιστέψει γιατί «είναι παραμυθάς και πειστικός, κάποτε μάλιστα τα λόγια του είχαν συγκινήσει ως και τη δική μου καρδιά· αλλά μην τον εμπιστευθείς. Η ψυχή του είναι τόσο κολασμένη όσο και η όψη του, γεμάτη δολιότητα και δαιμονική μοχθηρία», για να ακολουθήσει λίγο πιο μετά η πλευρά του τέρατος, «Εσύ, που ονομάζεις φίλο σου τον Φρανκενστάιν, φαίνεται ότι γνωρίζεις και τα εγκλήματα και τα δεινά μου. Αλλά όσο λεπτομερώς και να σου τα διηγήθηκε, σίγουρα δεν θα σου μίλησε αρκετά για τις φριχτές ώρες – μήνες ολόκληρους – που πέρασα σπαταλώντας τον εαυτό μου σε πάθη που δεν είχανε καμιά προοπτική να πραγματοποιηθούν. Διότι κατέστρεφα μεν τις δικές του ελπίδες, όμως τις δικές μου επιθυμίες δεν τις ικανοποιούσα. Πάντα ποθούσα την αγάπη και την συμπαράσταση των άλλων, αλλά όλοι εξακολουθούσανε να με περιφρονούν. Δεν ήταν αδικία αυτό»;
 
Believe it or not, το βιβλίο είναι σούπερ γαμάτο! Όταν κάποιοι θεωρούν προφητικό ή επίκαιρο το 1984, και διάφορα άλλα τέτοια, απλώς γελάω όταν ξέρω ότι γράφτηκε ο Φρανκενστάιν. Ή όταν ακούω ότι συναισθηματικές σούπες τύπου Λίγη ζωή ή Πριν χαθούν οι καραβίδες, θεωρούνται σοβαρά βιβλία την στιγμή που αυτογελοιοποιούνται ταχύτατα συγκρινόμενα με 3 το πολύ παραγράφους της ιδιοφυούς Σέλλεϋ. Και αυτό είναι ένα ακόμα στοιχείο που με γοήτευσε στην γραφή της Σέλλεϋ, ότι εμμένει στην ουσία της λογοτεχνίας (ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι υπολείπεται σε κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες, κατά Μπλουμ), δεν αναλώνεται δηλαδή να μας πει πώς φτιάχνεται πειστικά το τέρας – η περιώνυμη έρευνα των… συγγραφέων – αλλά εστιάζει με την μία στα βασικά, που είναι να σε αρπάξει από τον λαιμό με την ιστορία, όπως κάνει το τέρας στα θύματά του! Αν περιγράφει υπέρμετρα κάποια τοπία της πατρίδας της το κάνει μόνο και μόνο για να συμπορεύεται με το καλλιτεχνικό ρεύμα της εποχής της· γιατί σε όλα τα υπόλοιπα προπορεύεται κατά πολύ. «Η ζωή έχει μεγάλο πείσμα και κολλάει σαν βδέλλα εκεί όπου την απεχθάνονται» – ορίστε, γιατί είναι περιττές 450 σελίδες από το βιβλίο της Γιαναγκιχάρα! 
 
https://www.deviantart.com/disezno/art/Mary-Shelley-783706011

Προτιμήστε την προσεγμένη έκδοση της «Εστίας» με το σούπερ εξώφυλλο και την πολύ καλή μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ. Αν και το βιβλίο της Μαίρης Σέλλεϋ αξίζει να το πάρετε σε πολλαπλές εκδόσεις για να κάνετε πολλαπλές αναγνώσεις. Φτιάξε το δικό σας… τέρας αναγνώσεων. Το αριστούργημα της δεν έχει να φοβάται τίποτα, μόνο να σας φοβίσει. Μπείτε με την μία στον κόσμο του.
 
«Άνοιξα απότομα την πόρτα, όπως τα παιδιά όταν νομίζουν ότι κάποιο φάντασμα τα περιμένει στο δωμάτιό τους».

Σχόλια

  1. Αγαπητέ κ. Μαραμπού,

    Θα το διαβάσω αυτό το βιβλίο. Αν και με απωθεί και μόνο ο τίτλος.
    Θα το διαβάσω και μπορεί να συμφωνήσω απόλυτα με την άποψή σας, μπορεί όμως και καθόλου.
    Για μένα θα είναι το κρας τεστ για να εμπιστευτώ τη γνώμη σας και για άλλα βιβλία που παρουσιάζετε.

    Όμως θέλω να πω το εξής : το "Λίγη ζωή" δεν είναι "συναισθηματική σούπα" όπως το χαρακτηρίζετε.
    Ή και να ήταν μη το λέτε τόσο βιαστικά και ανενδοίαστα. Υποβαθμίζοντας κάτι δεν προσδίδετε κύρος στην κριτική σας, τουναντίον θα έλεγα.

    Εν πάση περιπτώσει, με στεναχωρέσατε κ. Μαραμπού.
    Ένας κύριος από σόι, όπως εσείς...
    Τς τς τς
    😊

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Για να δούμε θα περάσω το κρας τεστ ή θα σπάσω σε χίλια κομμάτια; :p

      Οι κριτικές μου δεν έχουν κανένα ουσιαστικό κύρος, υποκινούνται από το ένστικτο και τρέφονται με αυταπάτες. Επιμένω στην άποψή μου για το Λίγη ζωή. Συγγνώμη που σας στεναχωρώ, τι να κάνουμε, συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες!

      Καλό απόγευμα ΑΚ, ευχαριστώ για το σχόλιό σας.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !