Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναφορά περιπτώσεων



Υπάρχουν κάποιες σπάνιες και όμορφες βιβλιοφιλικές περιπτώσεις που σίγουρα αξίζουν μία αναφορά. Πριν από μερικούς μήνες είχα δει ένα ποστ στο facebook του Αχιλλέα ΙΙΙ που μιλούσε για την λογοτεχνική περίπτωση του Αλέξανδρου Σχινά (εκεί άκουσα το όνομά του πρώτη φορά). Πριν λίγο καιρό η βιβλιοπώλισσά μου που γνωρίζει την αγάπη μου για το σκάκι, προσφέρθηκε να μου δανείσει ένα σχετικό βιβλίο που είναι χρόνια εξαντλημένο. Κάποτε κάποιος πελάτης της το αναζητούσε παντού και ρώτησε για αυτό και στο βιβλιοπωλείο της. Εκείνη όσο και αν έψαξε δεν κατάφερε να το βρει. Καιρό μετά, ο αναγνώστης πέρασε και της άφησε ένα αντίτυπο για την προσπάθειά της γιατί εντελώς αναπάντεχα είχε καταφέρει να βρει δύο αντίτυπα του βιβλίου. Αυτό το όμορφο δικό της δώρο, προσφέρθηκε να μου το δανείσει να το διαβάσω και για μια στιγμή ένιωσα σαν βασιλιάς. «Είμαι η εμού μεγαλειότης ο βασιλεύς των λευκών».
 
Αφού όμως είναι μέρα απονομής δικαιοσύνης, ευπειθώς να αναφέρω και να ομολογήσω ότι ουδέποτε υπέπεσα στο έγκλημα της λογοκλοπής το οποίο εκκολάπτεται συστηματικά και γεννά κάτι φιδάκια της εγχώριας διανόησης (φίδι στον στρατό ονομάζαμε τους στρατιώτες που λουφάζαν διαρκώς και μετέθεταν τις ευθύνες τους σε άλλους πιο υπεύθυνους ανθρώπους, τους οποίους εύχονταν να συναντήσουν εξίσου πρόθυμους και έξω στην πραγματική ζωή για να συνεχίσουν να τους απομυζούν). Το σκάκι ανέκαθεν ήταν ευεπίφορο στις μεταφορές του λόγου και στις συνεκδοχές της πραγματικότητας, δεν λέω δα κάτι καινούριο. Ο καθένας μπορεί να το χρησιμοποιήσει με τους πιο ευφάνταστους και μη τρόπους, και όπως ακριβώς και στο ίδιο το παιχνίδι, κάποιες παραλλαγές και μοτίβα γίνονται αμέσως διακριτά επειδή επαναλαμβάνονται συχνά ή ακόμα καλύτερα επειδή αποδεικνύονται αποτελεσματικά. Έτσι, λοιπόν, πρόσφατα έγραψα ένα καραντινάτο διήγημα που είναι προς αξιολόγηση σε γνωστό εκδοτικό οίκο και φέρει αναπάντεχες ομοιότητες με το κείμενο του Σχινά. Αν τύχει και το διαβάσετε – οίκου επιτρέποντος – να θυμάστε ότι δεν γνώριζα. Είμαι αθώος, σεβαστό λαϊκό δικαστήριο! 
 
[…] Πιάνω σφιχτά το χέρι της, πλησιάζω τα χείλη μου στα δικά της. «Σ’ αγαπώ», της λέω. «Και σε ποθώ». «Κι εγώ εσένα», μου ψιθυρίζει και τα μισάνοιχτα χείλη της τρέμουν από προσμονή. Ξαφνικά η έκφρασή της αλλάζει: «Περίμενε λίγο, θα μ’ έχεις ολόκληρη δική σου μόλις αρχίσει να πηγαίνει καλά η παρτίδα μας». Αυτά τα τελευταία λόγια της με ανησυχούν κάπως. Γυρίζω προς την άλλη μεριά. Λυγερός μες στην κομψή του στολή, στέκεται πλάι μου ο υπασπιστής μου. «Πρόκειται για παρτίδα;» τον ρωτάω. Μου γνέφει καταφατικά με το βλέμμα στυλωμένο στον ορίζοντα. «Και πότε άρχισε;» Μου ρίχνει μια γρήγορη εξεταστική ματιά και ξαναφέρνει το βλέμμα του προς την ίδια κατεύθυνση: «Μα από την στιγμή που στηθήκαμε εδώ».
 
Μην σας απασχολεί αν δεν ξέρετε τους κανονισμούς του σκακιού. Ούτε ο λευκός Βασιλιάς τους γνωρίζει – μόνο πώς θα κουτουπώσει το γκομενάκι τον ενδιαφέρει. Και αφού λοιπόν πρέπει πρώτα να παιχτεί η παρτίδα, δεν έχει άλλη επιλογή από το να μάθει να την παίζει (την παρτίδα, συγκεντρωθείτε). Ο Αλέξανδρος Σχινάς δημιουργεί μία όμορφη αλληγορία της ζωής από τα πρώτα πρώτα βήματα («Εν αρχή δεν υπήρχε σκακιέρα. Δεν υπήρχε απολύτως τίποτα». Το βλέμμα του είναι στυλωμένο στο κενό και δεν βλέπει την απορία μου. «Από το μηδέν δημιουργήθηκε ένα πρωταρχικό σημείο που περιείχε υπερσυμπυκνωμένη ολόκληρη την ξυλεία») μέχρι τα έσχατα. Ο κατ’ επίφαση παντοδύναμος Βασιλιάς εκφράζει τις αδυναμίες του σε κάθε βήμα της σκέψης του και απευθύνεται στον ολίγον τρελό υπασπιστή του για τις απαντήσεις. Ο Σχινάς πρωτοτυπεί βάζοντας σχεδόν σε κάθε σελίδα του βιβλίου του μία μικρή σκακιέρα σαν αυτές που έχουν τα εγχειρίδια σκακιού – έχω και εγώ μία κάτω κάτω στο μπλογκ· λύνετε κανέναν γρίφο ωρέ ή τσάμπα την έβαλα; – δείχνοντας τις κινήσεις που ενορχηστρώνει ο Βασιλιάς παίζοντας το παιχνίδι της ζωής του, τις σωστές και τις λανθασμένες κινήσεις, τις αναθεωρημένες παρελθοντικές, τις βασανιστικές του παρόντος, και λιγότερο τις ευχάριστα προσδοκώμενες του μέλλοντος.
 
Δεν υπάρχει λόγος να γράψω περισσότερα από την στιγμή που δεν πρόκειται να βρείτε αυτό το σπανιότατο βιβλίο. Σίγουρα όμως δεν αξίζει την λήθη στην οποία έχει περιπέσει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους εκάστοτε πεσσούς μιας εκάστοτε παρτίδας ενός εκάστοτε σκακιού.  
 
[…] «Βοήθησέ με! Τώρα μου είναι πιο απαραίτητο από κάθε άλλη φορά να μαντέψω το βαθύτερο νόημα και την απώτερη σκοπιμότητα του σκακιού». Και όπως εξακολουθεί να σιωπά, προσθέτω: «Θα γίνονταν έτσι πιο υποφερτή η αποχώρησή μου από τη σκακιέρα». 
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .  

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

The Elephant Man

Υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – όχι ρε, δεν εννοώ εσάς, φάτε ελεύθερα όσο θέλετε! – και αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον άνθρωπο. Οξύμωρο, καταλαβαίνω, αλλά στο περίκλειστο δωμάτιο που είναι ο κόσμος ολάκερος, αν θες να παραμένεις ανθρώπινος πρέπει να έχεις καρφωμένα τα μάτια σου στον ελέφαντα. «–Είναι επειδή, με τον τρόπο που ο κερατάς σου παρουσιάζει τα πράγματα, παραέδινε την εντύπωση ότι έφτυνε κατάμουτρα το είδος για το οποίο πέθανε ο Κύριός μας. Δεν είχες την αίσθηση ότι υπέγραφες υπέρ των ελεφάντων αλλά εναντίον των ανθρώπων» . Διαβάζω το βιβλίο του Ρομαίν Γκαρύ περίπου από τον Ιούλιο, κυρίως επειδή τα μεγάλα βιβλία τα διαβάζω τραπεζίως , δηλαδή ανάμεσα σε άλλα μικρότερα αναγνωστικά γεύματα (και τις τελευταίες μέρες και κυριολεκτικά)∙ αλλά αυτό δεν με ενοχλεί καθόλου γιατί υπήρξε ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα τα πολλά τελευταία χρόνια, και αν δεν ανανέωσε την πίστη μου στον άνθρωπο, τουλάχιστον ανανέωσε εκείνη στο μυθιστόρημα: «ο καθείς και οι ελέφαντές του, ...

100% cotton

Μπορεί τον τελευταίο χρόνο να δουλεύω στον τριτογενή τομέα παραγωγής και συγκεκριμένα σε στεγνοκαθαριστήριο – φροντίζοντας να μην τα κάνω μούσκεμα με τα ρούχα… ενώ τα κάνω μούσκεμα! – και να χαζεύω στα ταμπελάκια τι ποσοστό επί τοις εκατό βαμβάκι περιέχουν – πολυεστέρα, κερδάμε! – αλλά υπήρξαν σκληρές εποχές που δεν βελτιώθηκαν και ιδιαίτερα για πολλούς ανθρώπους, που για 100% βαμβάκι πληρωνόσουν ένα υποπολλαπλάσιό του και θα έπρεπε να λες και ευχαριστώ από πάνω. «Η αχαριστία αποτελεί συστατικό στοιχείο του χαρακτήρα των ανθρώπων σε τέτοιο βαθμό, που είναι προτιμότερο να τη θεωρεί κανείς προκαταβολικά δεδομένη και να μη στενοχωριέται» . Εδώ το ίδιο σου το πλυντήριο δεν είναι αξιόπιστο (στους χρόνους) και δεν λέει την αλήθεια, γιατί περιμένεις να το κάνουν οι άνθρωποι;

Σαν ναυαγοί, σαν ροβινσώνες

Ο βιασμός ενός βιβλίου και ενός συγγραφέα γίνεται με τις διασκευές . Συγγραφείς μεγάλου βεληνεκούς και εξαιρετικού κύρους όπως ο Ντάνιελ Ντιφόου, ο Ρόμπερτ Στήβενσον, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόναθαν Σουίφτ (με την ευκαιρία, να ξαναπώ ότι «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία. Δεν είναι απλώς ένα από τα καλύτερα βιβλία του είδους· ή του 18ου αιώνα· ή της αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας. Πέρα από κάθε είδους περιορισμό, τροπικό, χρονικό ή χωρικό, το βιβλίο του Σουίφτ είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί επί γης) αντιμετωπίζονται από το αναγνωστικό συγγραφικό φαντασιακό σαν μικρομέγαλοι συγγγραφίσκοι που είχαν κόλλημα με την παιδική ηλικία και ανακλύκλωναν απλοϊκές ιστορίες που δεν πρέπει να διαβάζονται μετά τα δώδεκα – λες και το να είσαι παιδί είναι ιδιότητα μόνο ενός παιδιού. Κούνια που σας κούναγε! 

Το κτίσμα

  Τώρα που έφτασε αισίως 46 Αυγούστου και χειμώνιασε για τα καλά, ποιος δε θα ήθελε να διαβάσει μία καλή ιστορία δίπλα στο τζάκι! Τι γίνεται όμως αν το τζάκι, και συγκεκριμένα η καμινάδα, είναι το θέμα της ίδιας της ιστορίας; Μην σας παγώνει αυτό, γιατί την ιστορία την έγραψε ο Χέρμαν Μέλβιλ και τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά όταν συμβαίνει αυτό. Η λογοτεχνία του είναι πάντα πρόσφορη σε αναλύσεις που θεωρητικά θα βελτίωναν την κατανόηση που κρύβεται βαθιά στα θεμέλια κάθε έργου του, αλλά ταυτόχρονα ίσως θα κατέστρεφε τα οφέλη που υπάρχουν στα υψηλότερα διανοητικά πατώματα, απόρροια της μαγευτικής του αρχιτεκτονικής γραφής – «Ή, μάλλον, αυτή η ίδια δίνει απαντήσεις ασταμάτητα, ασταμάτητα ταλανίζοντάς με μ’ αυτή την τρομερή της ζέση για βελτίωση, η οποία δεν είναι παρά μια ελαφρότερη απόδοση της λέξης καταστροφή».