Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The others



Είστε με μένα ή με τους άλλους; Πάρτε θέση ή πάρτε πούλο! Ωχ ωχ ωχ, για τον πούτσο κριτική θα κάνω πάλι – επιτέλους, μπαίνω στους χώρους της διανόησης! Δεν μου αρέσει να βρίζω, πρόκειται για φτηνή εντυπωσιοθηρία και εγώ σχεδόν πάντα χρησιμοποιώ ακριβή εντυπωσιοθηρία αλλά αυτή την φορά θέλω να δοκιμάσω τις αντοχές του συστήματος μιας και πρόσφατα το facebook κατέβασε μία ανάρτηση μου από το γκρουπ «Διαβάζοντας» επειδή παραβίαζε τους όρους χρήσης του μέσου και εκείνους της ευθιξίας των αναγνωστών του. Ή οι εκφράσεις μου περιέχουν μίση ή κάποιος (απ)άνθρωπος μισεί τις εκφράσεις μου. «Άμα συμφωνούμε δε γίνεται καβγάς, αλλά άμα δε συμφωνούμε αρχίζει καβγάς». Κυνηγώντας τα φαντάσματα της γλώσσας έχει καταντήσει η φάση· και να καλείς συνεχώς την αστυνομία της σκέψης, αντιμετωπίζεις το κίνδυνο κάποτε να κάνει παράβαση καθηκόντων και να στραγγαλίσει τη φωνή σου. Και τότε, who you gonna call?

[…] «Φαίνεται πως το μεγάλο νέο δεν τον γέμισε χαρά και σε λίγο θα άρχιζε το ψάλσιμο. Όχι όπως στην εκκλησία. Ο μπαμπάς έψελνε με το δικό του τρόπο. Και δεν έπεσα έξω. Άρχισε να λέει για το θείο Αριστείδη. Έλεγε, έλεγε, έλεγε. Τόσο που δεν μπορούσα να τα κρατήσω. Πήγαινε κι ερχόταν. Έλεγε πως ήταν ένας ανεπρόκοβος, ένας τεμπέλης, ένας κηφήνας, ένας τυχοδιώκτης, ένας άνθρωπος που μας έβαζε σε μπελάδες. Δεν μπορώ να καταλάβω πάντα τους μεγάλους που μιλάνε λατινικά. Κι όλες αυτές τις λατινικές λέξεις του μπαμπά μου ήταν δύσκολο να τις καταλάβω. Μόνο όταν είπε πως δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας βλάκας και μισός, ευχαριστήθηκα. Όχι μόνο γιατί η λέξη βλάκας είναι ελληνική, αλλά και γιατί ήταν και μισός. Περισσότερο δηλαδή από τη θεία Γαζία που ο μπαμπάς έλεγε πως ήταν ένας βλάκας και τίποτε άλλο. Μισός βλάκας παραπάνω είναι μεγάλη δουλειά».

Εντάξει μιλάμε για σωρεία στερεοτύπων το βιβλίο του Ντελόπουλου. Θα κινηθώ νομικά προς πάσα κατεύθυνση! Μου σηκώθηκαν οι τρίχες των μαλλιών (όχι, αυτό δεν είναι ευγενικό προς τους επαγγελματίες της κομμωτικής)… Έμεινα μαλάκας! (ούτε αυτό, δεν είναι ευγενικό προς τους μαλάκες)… τέλος πάντων, βρείτε μια ταιριαστή ηλιθιότητα για να χαρακτηρίσετε τα αχαρακτήριστα, ξέρετε εσείς από αυτά. Ενθουσιάστηκα με το φρέσκο βιβλίο του Κυριάκου Ντελόπουλου που προβαίνει σε μία διασκεδαστική υπονόμευση των στερεοτύπων (που επιβιώνουν παραλλαγμένα αλλά σθεναρά έως και σήμερα) της αγίας ελληνικής οικογένειας, θρησκείας, πατρίδας. Μέσω του μικρού Άκη, μαθητή της τέταρτης τάξης, ο ενήλικας Κυριάκος, ξαναβλέπει τα πράγματα και τους άλλους, αλλιώς. Ένα λεπτό συγγραφικό εγχείρημα που μπορεί πολύ εύκολα να παρωδήσει τον ίδιο του τον εαυτό αλλά που ο Κυριάκος Ντελόπουλος το χειρίζεται θαυμάσια, προσφέροντάς μας ένα εξαιρετικό και κατά τόπους σπαρταριστό βιβλίο. «Θα νικήσουμε, της είπε, μόνο αν κάνουνε οι δικοί μας οι στρατιώτες τους στρατιώτες του εχθρού να πέσουνε εκείνοι μέχρι ενός για τη δική τους την πατρίδα».

Ο μικρός Άκης αγαπά τους φίλους του. Και τη Μαρία. Και χαίρεται να περνάει χρόνο μαζί τους. Παράλληλα, παρατηρεί όλες τις παραξενιές των μεγάλων και καταλαβαίνει περισσότερα από όσα ηλιθιωδώς πιστεύουν εκείνοι – εντούτοις τα 18χρονα του 2020 δεν μπορούν να αναγνωρίσουν την αξία της ανάγνωσης, μεγάλο θέμα αυτό! Όλα τα ήθη και έθιμα εκείνης της εποχής έχουν μεταφερθεί ελαφρώς αλλοιωμένα καίτοι παγιωμένα και στις δικές μας γενιές, και τα κοροϊδεύουμε κάθε Πάσχα ας πούμε, ή τα επιβάλλουμε στα παιδιά μας τα οποία είναι μικρά για να καταλάβουν αλλά έτσι πρέπει, τέλος. Πέρα από το διασκεδαστικό των όλων καταστάσεων που παρουσιάζονται στο βιβλίο, ο Ντελόπουλος μέσα από το εύρημα του μικρού αφηγητή πετυχαίνει κάτι λογοτεχνικά ελκυστικό. Η χρήση της γλώσσας από ένα 8χρονο αγόρι, με τις συντακτικές του παλινδρομήσεις (μια γλώσσα που την πετυχαίνει εύστοχα ο συγγραφέας), προσφέρει κάτι πολύ μοντέρνο που θα μπορούσε να συναρπάσει έναν αναγνώστη λογοτεχνίας… άνω των 18, εννοείται! Ακόμα πιο πέρα, ο Ντελόπουλος βάζοντας τον μικρό Άκη για ύπνο, ο οποίος όμως ακούει τις συζητήσεις των μεγάλων στην κουζίνα και ξεχωρίζει ποιος μιλάει, ενώ λίγο αργότερα δεν ξεχωρίζει πια τους ομιλητές και οι φράσεις χάνουν λέξεις αλλά βγάζουν ακόμα νόημα, και όσο τον παίρνει ο ύπνος εκείνες χάνουν πια και συλλαβές, συνθέτοντας μια γλώσσα ύπνου-ξύπνου… αγγίζει λογοτεχνία υψηλότατου επιπέδου!



Υπάρχουν μερικές ακόμα τέτοιες υψηλού επιπέδου εμπνεύσεις, αποτέλεσμα βαθιάς ενασχόλησης με την ουσία της γλώσσας, καθότι ο Κυριάκος Ντελόπουλος διετέλεσε για χρόνια βιβλιοθηκονόμος και έχει αξία αυτή η αναφορά, ειδικά σήμερα που ξεκίνησαν οι Πανελλήνιες με το μάθημα της Έκθεσης και θέμα την αξία της ανάγνωσης και τον ελεύθερο χρόνο, ένα εξαιρετικό θέμα υποκρισίας από ένα κράτος (ανεξαρτήτως κυβερνήσεων) που απαξιώνει για χρόνια τις βιβλιοθήκες του και τους χιλιάδες άνεργους βιβλιοθηκονόμους που βγαίνουν από τις άχρηστες σχολές τους. Αυτό που μας αρέσει κυρίως σαν χώρα να διαβάζουμε είναι… το βιβλίο του γέλιου και της λήθης! «Κι από σήμερα, τελειώσανε τ’ αβγά και τα πασχάλια. Ούτε βανίλιες διπλές, ούτε μεζεδάκια, ούτε κεράσι, ούτε λουκούμι, ούτε γκαζόζες, ούτε περγαμότο κερατό σας!»

Ο Κυριάκος Ντελόπουλος πέθανε πρόσφατα και έμαθα για το συγκεκριμένο βιβλίο από ποσταρίσματα φίλων έτσι ώστε όταν το είδα σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο το αγόρασα αμέσως. Δεν ήξερα πολλά για τον Ντελόπουλο αν και πάντα έψαχνα εκείνο το βιβλίο του για τις αφιερώσεις – και ίσως ένα δυο βιβλιοθηκονομικού ενδιαφέροντος. Τώρα ίσως πάρω τον Άκη… σε νέες περιπέτειες αν και ξέρω ότι τα επόμενα μέρη σπάνια πιάνουν την αξία του πρωτοτύπου. Σίγουρα όμως το βιβλίο του «Ο Άκης και οι άλλοι» είναι ένα υπέροχο βιβλίο και γέλασα πολύ. Είναι ωραίο να γελάς και μόνος σου και παρέα με άλλους, αλλά θέλει προσοχή για να δεις αν και οι άλλοι γελάνε μαζί με σένα ή με σένα.

«Μετά, περίμενα να δω πότε θα ξαναγελάσουν τα άλλα παιδιά και με τι θα γελάσουν, για να καταλάβω αν θα είναι καλοί φίλοι, αλλά μου φαίνεται πως δε θα είναι».

Σχόλια

  1. Ακόμα θυμάμαι το κεφάλαιο που περιγράφει σπαρταριστα τις επισκέψεις στη γιορτή του μπαμπά, καθώς και το Τρώω.
    Πολύ έξυπνο βιβλίο, με ύφος Μικρού Νικόλα.
    Για ανοιχτόμυαλους μεγάλους αν και κυκλοφόρησε σαν παιδικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι πράγματι, εξαιρετικά τα συγκεκριμένα κεφάλαια. Εγώ όμως ταυτίστηκα απόλυτα και με τους Μουσαφιραίους ;)

      Δεν είχα σκεφτεί την σύνδεση με τον Μικρό Νικόλα αλλά μάλλον έχετε δίκιο. Παρόλο που δεν έχω διαβάσει τις ιστορίες του, έχω δει πριν από λίγα χρόνια το παιδικό (αρκετά καλοφτιαγμένο και διασκεδαστικό κατά την γνώμη μου) στην τηλεόραση, και το ύφος και τα πεπραγμένα μού θύμιζαν εκείνα του ήρωα του Ντελόπουλου. Η ειρωνεία του Ντελόπουλου όμως προς τους μεγάλους μέσα από τα μάτια του Άκη δίνει άλλον τόνο, πιο βαθύ, στο όλο εγχείρημα. Απολαυστικό βιβλίο. Ίσως διαβάσω και τα άλλα... του Άκη!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!