Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

La Casa de Papel


Σας αρέσει η ισπανική σειρά και θέλετε να διαβάσετε κάτι αντίστοιχο; Ο προφεσόρ Ρεϊμόν Κενώ σας δίνει την λύση. Παρόλο που και η πλοκή ομοιάζει κάπως στην σειρά – ένα τσούρμο κατσαπλιάδες επαναστάτες που ταμπουρώνονται σε ένα μέρος πολεμώντας την εξουσία, το έχουμε δει το έργο με μικρές παραλλαγές και με την παρέα του Τσίπρα – η κύρια ομοιότητα είναι η γκροτέσκα διάθεση με την οποία αντιμετωπίζει τους χαρακτήρες του ο συγγραφέας. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την σειρά (ακόμα και αν θέλει να περνιέται για πολύ σοβαρή) και γι’ αυτό μου αρέσει να την παρακολουθώ. Καταστρατηγεί τις συμβάσεις του είδους με μια ανατρεπτική επιβεβαίωσή τους – μοιάζει αντιφατικό και μάλλον έτσι είναι. Κάπως έτσι λειτουργεί και το βιβλίο του Κενώ· αν το πάρεις στα σοβαρά βγήκες χαμένος· αν δεν το πάρεις στα σοβαρά πάλι βγήκες χαμένος! Ακόμα και ο τίτλος του λειτουργεί ειρωνικά, ακριβώς όπως θα λειτουργούσε ένας τέτοιος τίτλος και στην σημερινή εποχή, όπου τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας – στην πλειονότητά τους γυναίκες – εν μέσω καραντίνας έχουν αυξηθεί δραματικά. Αποφασίστε τι θέλετε επιτέλους από την τέχνη και τους art workers ετούτου του κόσμου: τέχνη εν Κενώ ή εν κενώ; «Όλο καινούριες λέξεις μαθαίνουμε σήμερα» είπε ο Κάφρυ. «Πώς φαίνεται πως είμαστε στη χώρα του Τζέημς Τζόυς!»
 
Πριν προχωρήσω στην αφηγηματική περιπλάνηση θέλω να σταθώ λίγο σε μια μεγάλη παραπλάνηση. Όλο το παρακείμενο είναι μια τεράστια πλάνη – το οπισθόφυλλο περιέχει απλώς ένα ψιλοαδιάφορο απόσπασμα, ο τίτλος είναι ό,τι να’ ναι (παραπλανητικός εκ μέρους του συγγραφέα, αυτός), η μικρή εισαγωγή του μεταφραστή κρύβει περισσότερα από όσα φανερώνει και το εξώφυλλο… δεν περιγράφω άλλο. Έτσι ο επίδοξος αναγνώστης θα διαβάσει ένα εντελώς διαφορετικό βιβλίο από αυτό που υποψιάζεται και περιμένει. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί μια ειδοποιός διαφορά. Εδώ, το άσχετο παρακείμενο κρύβει ένα αξιανάγνωστο κείμενο, σε σύγκριση με κάτι άλλα «ουσιώδη» παρακείμενα που κρύβουν τρελές μούφες! Ο λόγος που τα αναφέρω όλα αυτά είναι γιατί εκείνος ο αναγνώστης που γνωρίζει έστω και ελάχιστα τον Ρεϊμόν Κενώ και το κίνημα που έφτιαξε με την συμμορία του, γνωρίζει επίσης ότι δεν πρέπει να περιμένει αυτό που το μυαλό τού λέει ότι πρέπει να περιμένει. Οι υπόλοιποι θα πέσετε στο κενό. 
 
Το βιβλίο του Κενώ θυμίζει έντονα εκείνα τα βιβλία του Μπορίς Βιαν, τα γραμμένα με ψευδώνυμο (όπως και ετούτο του Κενώ, που αρχικώς ήταν υπογεγραμμένο από τη Sally Mara, μπορείτε να αναζητήσετε και το απόκρυφο ημερολόγιό της/του), που στόχο είχαν να προκαλέσουν με την όποια φρίκη τους και δευτερευόντως να παίξουν φρικωδώς με την ίδια την γλώσσα. Η πρόζα και το χιούμορ του Κενώ όμως είναι πιο φινετσάτα, κάνοντας τα συγκεκριμένα βιβλία να διαβάζονται άνετα ακόμα και σήμερα, σε αντίθεση με του Βιαν που νομίζω ότι πλέον φανερώνουν την κόπωσή τους. Η ιστορία τοποθετείται το 1916 στο επαναστατημένο Δουβλίνο όπου Ιρλανδοί αντάρτες καταλαμβάνουν δημόσια κτήρια της πόλης, στη περίπτωσή μας ένα ταχυδρομείο. Μέσα σε αυτό τον συρφετό κωμικών ηρώων, και περιμένοντας τις βρετανικές δυνάμεις να αντιταχθούν, ανακαλύπτουν μια γυναίκα στις τουαλέτες, Αγγλίδα υπάλληλο του ταχυδρομείου, η οποία με συντονισμένες κινήσεις, θα λέγαμε ότι βάλθηκε να… τελειώσει την επανάστασή τους πρόωρα!
 
[…] «Κατάλαβες και παρακατάλαβες. Αν δεν ήσουν εσύ, θα ’χαμε πεθάνει χωρίς παρατράγουδα. Επειδή όμως εσένα σου ήρθε να πας να κατουρήσεις ακριβώς την στιγμή που ξέσπασε η επανάστασή μας, η δόξα μας μπορεί να κηλιδωθεί από βρομερά κουρκουσουριά κι αηδιαστηκές συκοφαντίες.»
(…)
«Μ’ ακούς; Δεν έγινε τίποτα. Τίποτα. Μ’ ακούς; Δεν έγινε τίποτα.»
«Αυτό μπορεί να το λέει ένας άντρας» απάντησε η Γκέρτι μ’ ένα αυθάδικο χαμόγελο. «Για μια γυναίκα, αλλάζει.» 
 
Δεν ξέρω πόσο ενοχλητικό μπορεί να φανεί στα μάτια κάποιων αναγνωστών (αν και θεωρώ ότι ο Κενώ ισορροπεί εξαιρετικά ανάμεσα σε όλους τους παράδοξους και αλλόκοτους ήρωές του) αλλά σε τέτοιου είδους συγγραφικά εγχειρήματα πρώτιστο ρόλο παίζει η γλώσσα, που μαζί με το κωμικό στοιχείο και την ειρωνεία, προσπαθεί να μετασχηματίσει την φρίκη ή την απέχθεια σε διανοητική κάθαρση. Αν σας φαίνεται πολιτικά μη ορθό, τι να κάνουμε, ξυδάκι – εξάλλου, όποιος θίγεται εκτός του χιούμορ, θίγεται εξίσου καλά και εντός του! «Ο Ντίλλον και ο Κάλλιναν, σοβαροί σοβαροί, μα δίκαιοι, δεν εξέφραζαν άποψη μέχρις ότου τη σχηματίσουν».
 
Περιέχει πολλές κωμικές στιγμές, με προεξέχουσα στιγμή κάθε φορά που αναφερόταν το επαναστατικό συνθηματικό της ομάδας που ήταν το «Finnegans Wake» (κάτι σαν το Bella Ciao του «Casa de Papel»)· σε κάθε εμφάνιση ξεκαρδιζόμουν. Σίγουρα πρόκειται για διακειμενική αναφορά στον Τζόυς, αν και κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι προέρχεται από την ομώνυμη ιρλανδική μπαλάντα από την οποία εμπνεύστηκε και ο ίδιος ο Τζόυς. Ωστόσο και η ίδια η αναφορά του Κενώ στον Τζόυς, βάζοντας έναν ήρωά του να μιλάει για δύσκολες τζοϋσικές λέξεις το έτος 1916 όταν ο «Οδυσσέας» εκδόθηκε χρόνια μετά, φανερώνει ότι πρόκειται για έναν εκούσιο αναχρονισμό (σύμφωνα και με τον μεταφραστή) που ενισχύει την άποψη περί διακειμενικότητας, και την εν γένει συνομιλία με σύμπασα την λογοτεχνία, χαρακτηριστικό τέτοιων παιχνιδιάρικων συγγραφέων.
 
Αλλά τι να σου κάνει και ο συγγραφέας αν εκείνος παίζει και ο μεταφραστής εμπαίζει; Το έχουμε δει το έργο πολλές φορές! Ευτυχώς ο Αχιλλέας Κυριακίδης αγαπάει και ο ίδιος αυτά τα λεκτικά παιχνίδια και βρίσκει τις καλύτερες λύσεις. Και το θάρρος του φαίνεται περισσότερο στα πιο απλά. Ας πούμε τον θαύμασα όταν μετέφρασε μια φράση, «Κολοκύθια τούμπανα!», διατηρώντας έτσι την κωμική της διάσταση που εμφανώς είχε σύμφωνα με τα συμφραζόμενα της σκηνής, αποφεύγοντας έτσι μία πολιτικά πιο ορθή φράση που θα κατέστρεφε ολοσχερώς την κωμικότητα. Εντούτοις, σε ακραίες λεκτικές ακροβασίες και διαρκώς εξελισσόμενες γλώσσες, κάποια λογοπαίγνια επιζούν και κάποια φυτοζωούν. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι σε ανάλογες διανοητικές κατασκευές, ίσως θα ήταν καλύτερα να έλειπε η πρόζα, ως πρώτη γνωριμία των αναγνωστών μαζί τους. Με δυο λόγια, καλό είναι να κάνεις πρώτα μερικές «Ασκήσεις ύφους» για να μην πιαστείς, και μετά πιάνεις το κυρίως πρόγραμμα. Με μια ντουζίνα Β6 κανείς δεν έγινε αθλητής της λογοτεχνίας! Αυτά τα ολίγα είχα να πω σύντροφοι, κανείς δεν μπορεί να μας φιμώσει… τα καλυμμένα στόματα έχουν φωνή! Viva la revolution!
 
«Είμαστε αντάρτες!» ούρλιαξε ο Μακ Κόρμακ. «Αλλά καθωσπρέπει αντάρτες. Καθωσπρέπει, ιδίως με τις κυρίες! Finnegans Wake, σύντροφοι! Finnegans Wake!»
 

 
Υ.Γ. 2666 Παρότι είμεθα βιβλιοθηκονόμοι (άνεργοι #support_library_workers φυσικά, γιατί ποιος ασχολείται σοβαρά με τις βιβλιοθήκες στην Ελλάδα) και παρότι το όνομα του Γάλλου συγγραφέα, σε έναν λεκτικό παροξυσμό που θα άρεσε και στον ίδιο, έχει μεταφερθεί στα ελληνικά, ακόμα και από το χέρι του ίδιου του μεταφραστή του σε διάφορες εκδόσεις, με πάμπολλα ονόματα μεταξύ των οποίων «Ρεϊμόν Κενώ», «Ρεϊμόν Κενό», «Ραιμόν Κενώ», «Ραιμόν Κενό», κλπ, επέλεξα να «καθιερώσω» στις ετικέτες το όνομα «Ρεμόν Κενό» όπως εμφανίστηκε στο βιβλίο «Παίζουμε λογοτεχνία;» όταν και του πρωτοκόλλησα την ταμπέλα.
 
Στις ετικέτες βάζω τον τύπο του ονόματος που μου αρέσει εμένα προσωπικά λόγω εμφάνισης (τελείως ρηχός τύπος!) καθώς επίσης και εκείνο που συνήθως εμφανίζεται πρώτο ανάλογα με το βιβλίο που διαβάζω. Στο συγκεκριμένο βιβλίο εμφανίζεται ως «Ρεϊμόν Κενό» αλλά εγώ επέλεξα τον τύπο «Κενώ» μέσα στην ανάρτηση για να έχουν και μια ουσία τα λογοπαίγνια… εν κενώ που έκανα!

Σχόλια

  1. Ανώνυμος8.5.20

    Θαρρώ το "Κενώ" που επιλέξατε είναι η πιο σωστή γραφή, κατά το "Φουκώ" για παράδειγμα και αφού μιλάμε για Γάλλο!
    Κατά τα λοιπά μια αμηχανία τη νιώθω, που αφήνω ένα σχόλιο, μιας και είναι πολύ πρόσφατη η ενασχόλησή μου με τα ιστολόγια,χώρια που έχω κι ένα άγχος μη τυχόν και είμαι τίποτα "ψεκασμένη" και με απομακρύνετε διακριτικά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Συνήθως χρησιμοποιούν την πιο απλή μορφή των ονομάτων πλέον. Ε και ο... οπότε ο Φουκώ μάλλον θα γινόταν Φουκό (σίγουρα θα το έχετε δει και έτσι). Εγώ προτιμώ να χρησιμοποιώ εκείνο που μου φαίνεται πιο ωραίο στο μάτι. Αλλά γενικά όλες οι μορφές θεωρούνται «σωστές».

      Χαχα μην φοβάστε Αλλουέλα (ωραίο όνομα), οι περισσότεροι ψεκασμένοι ασχολούνται τώρα περισσότερο με τον κορονοϊό (ή κορωνοϊό... ποιο είναι το σωστό;!)και λιγότερο με την λογοτεχνία. Δεν νομίζω ότι εσείς θα είστε η εξαίρεση της δεύτερης περίπτωσης. Καλή αρχή και στο μπλογκ σας :)

      Διαγραφή
    2. Ανώνυμος10.5.20

      Με το "ω" είναι ωραιότερο!

      Σας ευχαριστώ πολύ για την απάντηση, για τη φιλοφρόνηση (ναι, για το ωραίον του ονόματός μου λέω) και για την ευχή σας!
      Καλημέρα σας!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .