Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αστραπή να σε βαρέσει

 
Τι μετράει τελικά στη λογοτεχνία; Να έχεις συνεχές ή εναλλασσόμενο ρεύμα; Μένοντας κάπου κοντά σε κάποιο «κεντρικό εργοστάσιο» (βλ. μεγάλη λογοτεχνία) αλλά εξασθενίζοντας την τάση μόλις κάνεις να απομακρυνθείς κάπως από αυτό ή μετασχηματίζοντας διαρκώς την ενέργειά σου και μεταφέροντάς την δυνατή και διαυγή πολύ μακρύτερα από την πρωτότυπη πηγή; Ο Ζαν Εσνόζ ανήκει στην δεύτερη κατηγορία, δεν είναι δα και κεντρικό εργοστάσιο, αλλά ξέρει να μετασχηματίζει την γλώσσα, αρκετά καλά ώστε να ηλεκτρίζει τους αναγνώστες του. Στην ελληνική λογοτεχνία δε, έχουμε μόνιμα… πρόβλημα ηλεκτροδότησης, μην το ψάχνετε περισσότερο. Μας έφαγε ο συνδικαλισμός, αδέρφια. Δώσαμε όλα τα φώτα έξω και δεν κρατήσαμε τίποτα. Και μην με κατηγορήσετε για σκοταδισμό, απλώς δεν βλέπουμε την τύφλα μας λογοτεχνικά, ηλίου φαεινότερον!
 
Στις «Αστραπές» ο συγγραφέας γράφει την μυθιστορηματική βιογραφία (καλώς ή κακώς, έτσι αναγράφεται στο οπισθόφυλλο, βέβαια αν παίρναμε τοις μετρητοίς όσα γράφονται στα οπισθόφυλλα θα τρώγαμε τα χρόνια μας στα δικαστήρια αξιώνοντας αποζημιώσεις ψυχικής υγείας) του Νίκολα Τέσλα, του διάσημου εφευρέτη. Κατά την γνώμη μου, είναι περισσότερο μυθιστόρημα παρά βιογραφία, αφ΄ης στιγμής κιόλας που δεν τον κατονομάζει με το όνομά του αλλά χρησιμοποιεί το μεταμορφωμένο, Γκρέγκορ. Αναμένω με μεγάλο ενδιαφέρον την επίσης μυθιστορηματική βιογραφία του Τέσλα από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», για να κάνω την σύγκριση. Ο Εσνόζ τον αντιμετωπίζει περισσότερο ως μυθιστορηματικό ήρωα, πότε επιτυχώς και πότε ανεπιτυχώς, και του αλλοιώνει κάπως κατά τα γούστα του, την έτσι και αλλιώς, μυθιστορηματική ζωή του. Κάπως αλλιώς το περίμενα αυτό το βιβλίο. Δεν ξέρω, ωστόσο, αν όλα αυτά είναι ανόητες προβολές του νου μου.
 
[…] «κυρίως, όμως, ο Γκρέγκορ επιδεικνύει το χάρισμα να φαντάζεται τα αντικείμενα όπως αυτά υπήρχαν πριν από την ύπαρξή τους, να τα βλέπει με τόση, τρισδιάστατη ακρίβεια, ώστε, τη στιγμή της επινόησής τους, να μη χρειάζεται το παραμικρό πείραμα, σκαρίφημα, σχέδιο ή μακέτα. Έτσι, αφού αυτό που φαντάζεται θεωρείται αυτομάτως πραγματικό, ο μόνος κίνδυνος τον οποίο διατρέχει, και τον οποίο δεν αποκλείεται να διατρέχει πάντα, είναι να συγχέει το πραγματικό με οτιδήποτε προβάλλει ο νους του».
 
Ο Τέσλα είχε πάντα στο μυαλό μου τη θέση του αρχετυπικού καλλιτέχνη μεγάλου εκτοπίσματος (θέση που μοιράζεται με τον Τζέημς Τζόυς και τον Μπόμπι Φίσερ), ενός ανθρώπου που ζει για την τέχνη του, δεν την εγκαταλείπει ποτέ ακόμα και όταν όλοι οι άλλοι τον εγκαταλείπουν, μια τέχνη που περι-φέρει ως κοινωνική ταφόπλακα ακόμα και όταν είναι ζωντανός, και την εναποθέτει ως διαθήκη στις μελλοντικές γενιές. 
 
[…] «Ιδού ποιο ήταν ανέκαθεν το πρόβλημα μ’ αυτόν τον άνθρωπο: δεν ξέρεις ποτέ με ακρίβεια αν όλα αυτά είναι εφικτά ή μήπως έχουν να κάνουν πιο πολύ με όνειρο ή, έστω, με μπλόφα. Και καθώς η απαράβατη αρχή του είναι να μην αποκαλύπτει τις μεθόδους του πριν τις δοκιμάσει σε πραγματικό περιβάλλον, συμβαίνει να μην πολυκαταλαβαίνουν οι άλλοι αν όντως θέλει να τα αναπτύξει όλα αυτά, ή αν απλώς κάνει τον έξυπνο». 

Φυσικά, το βιβλίο δεν στερείται πλοκής, συμπυκνώνει θαυμάσια την ζωή του Τέσλα και διαβάζεται απολύτως ευχάριστα. Απλώς, ας πούμε ότι το βρήκα περισσότερο λογοτεχνικό απ’ ό, τι θα ήθελα – ποιος να το περίμενε ότι θα έγραφα αυτά τώρα, όταν πριν από μερικές βδομάδες τα έβαζα με τα πολυδιαφημισμένα memoir που δεν είναι αρκετά λογοτεχνικά· τι να κάνουμε, συμβαίνουν και αυτά! Επίσης, συνέβη και κάτι άλλο που δε θα μπορούσα με τίποτα να το προβλέψω. Ο Εσνόζ γράφει ακριβώς όπως εγώ!! Όχι, σταθείτε, δεν το είπα καλά. Εννοώ ότι χρησιμοποιεί συχνά το πρώτο ενικό και πληθυντικό πρόσωπο, έχει προφορικότητα, συγχέει ετερόκλιτα πράγματα, προκρίνει την ειρωνεία και την λοξή ματιά, επιδίδεται σε πετυχημένα ή μη λογοπαίγνια, κλπ, και έτσι καθώς το διάβαζα ένιωθα ότι η γραφή του μοιάζει με την δική μου – αυτή την μπλογκική τέλος πάντων, στην λογοτεχνική (θα) είμαι πολύ καλύτερος. Θα σας το δώσω με ένα παράδειγμα: φανταστείτε ότι μπαίνετε στο λεωφορείο και πέφτετε πάνω σε κάποιον που (νομίζετε) ότι σας μοιάζει πολύ· δε θα σαστίζατε ελαφρώς; Δεν θα νιώθατε μια αμηχανία; Πώς να «συνομιλήσεις» με τον σωσία σου; Κάπως έτσι ένιωθα, σε μερικά σημεία του βιβλίου. Βέβαια, στην πορεία το εκλογίκευσα το πράγμα, μιας και εγώ συγγραφικά θέλω να μοιάσω στον Τζόυς, και έτσι γλύτωσα από αυτή την προσωρινή τρέλα!
 
Η έκδοση των «Πόλις» ικανοποιεί τα γνωστά ποιοτικά στάνταρ, αν και πρέπει να ομολογήσω εδώ χωρίς συγκεκριμένο λόγο, ότι από τις εν λόγω εκδόσεις έχω τα λιγότερα βιβλία στη συλλογή μου – παραείναι εστέτ για τα γούστα μου. Με έναν παράξενο τρόπο, όμως, ένας κάπως μετριοπαθής εστετισμός στην επιλογή των τίτλων, που δεν μπορεί να κάνει την υπέρβαση, και γι’ αυτό επαναπαύεται σε μια αδιάφορη φιλαυτία, με λίγες αξιόλογες εξαιρέσεις – τουλάχιστον για μένα, το ξαναλέω, μην στέκεστε κεραυνοβολημένοι! Η μετάφραση ανήκει στον Αχιλλέα Κυριακίδη και είναι πολύ καλή. Εντύπωση μου έκανε όμως μία υποσημείωσή του όπου ο Τέσλα αναφέρεται ως Κροάτης ενώ θεωρείται πλέον ευρέως γνωστός ως Σέρβος. Θα περιμένω και την προσεχή έκδοση του «Καστανιώτη» για να κάνω συγκριτική εθνολογία, αν και εμένα προσωπικά, ο Μέγας Αλέξανδρος με νοιάζει να είναι Έλληνας, όλοι οι άλλοι να πάνε να διχαστούν! 
 
Λίγο πολύ, κάποιοι ζούνε εις βάρος κάποιων άλλων, όμως δεν θα ήταν υπερβολή αν πούμε ότι όλοι μας ζούμε (ακόμα και τώρα) εις βάρος (της μνήμης) του Τέσλα. Δεν μπορώ να συμφωνήσω για τη ζωή αλλά, σίγουρα θα είμαι πάντα με τους Tesla της τέχνης! 
 

[…] «Ξέρω καλά πως ο Γκρέγκορ είναι αντιπαθής και δυσάρεστος μέχρι σημείου να σου περνάει απ’ το μυαλό καλά να πάθει, αλλά όχι, βρε παιδί μου. Τον βρίσκουμε αδέκαρο και στα πρόθυρα της φυλακής, τη στιγμή που ο Έντισον, ο Ουέστινγκχάους, ο Μαρκόνι και οι άλλοι που έχουν εκμεταλλευτεί τις ιδέες του με πενιχρό αντίτιμο, αν δεν τις έκλεψαν κιόλας, έχουν δουλειές με φούντες και κερδίζουν πακτωλούς χρημάτων. Όχι απλώς ξεπαραδιασμένος, βλέπει με πίκρα ένα σωρό επιχειρήσεις, που ζουν αποκλειστικά χάρη στις δικές του εφευρέσεις, από το εναλλασσόμενο ρεύμα ως την ασύρματη τηλεγραφία και τις ακτίνες Χ, να αναπτύσσονται κερδοφόρες, χωρίς αυτός να εισπράττει ούτε δεκάρα».
 
Υ.Γ. 220 Όσοι ακούγατε αυτό το συγκρότημα έχετε ζήσει γαμάτα παιδικά χρόνια! Θα σας πεθάνω στην νοσταλγία, πουλάει πολύ τελευταία – στη λογοτεχνία και γενικότερα. 
 
 

Σχόλια

  1. Ώστε φιλοδοξείτε να γίνετε ο νέος Εσ(ε)νόζ, αν όχι ο Τζόυς...  
    Κι όρθια η Πράξη (σας) σαν αλεξικέραυνο. M. ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

    Ας ξαναβρούμε την κανονικότητά μας μέσω της ποίησης λοιπόν.

    Τούτο μόνο να ξέρεις:
    "Ό,τι σώσεις μες στην αστραπή
    καθαρό στον αιώνα θα διαρκέσει"
    .......
    Πιάσε την αστραπή στο δρόμο σου,
    άνθρωπε·
    δώσε της διάρκεια· μπορείς!

    [...]όλα μία στιγμή,
    όλα η μόνη σου αστραπή
    για πάντα.
    ΟΔΥΣΣΕΑΣ  ΕΛΥΤΗΣ


    Πάρτε κι έναν Σαχτούρη δώρο:


    Η ΑΣΤΡΑΠΗ
    Θριαμβικοί θάνατοι επέρχονται
    ραγδαίως
    και μες στον μαύρο ουρανό
    ανάμεσα σε πύραυλους μέσου βεληνεκούς
    η λαμπερή αστραπή
    θα ’ναι η ψυχή μου.
    ΜΙΛΤΟΣ  ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, Καταβύθιση

    Της κεραυνοβολημένης ινστρουμένταλ βερσιόν:
    2CELLOS - Thunderstruck
    https://www.youtube.com/watch?v=uT3SBzmDxGk

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εξαρχής Τζόυς θέλω να γίνω αλλά αν δεν τα καταφέρω βολεύομαι και με τον νέο Εσνόζ που θα γράψει την μυθιστορηματική βιογραφία του Τζόυς!

      Το ποιήματα τα είδα να έρχονται πριν ακούσω την ηχώ τους ;) Ευχαριστώ και πάλι που διαταράσσετε δημιουργικά την πεζότητα του μπλογκ μου.

      Χαχα, φοβερό βίντεο!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!