Η αυτού ελαφρότης ο Περελά είναι ένα από τα πιο ιδιόμορφα έργα της ιταλικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα-παλίμψηστο, μια ιστορία που διαβάζεται σε πάρα πολλά επίπεδα. Αυτό το πρωιμότατο δείγμα αντιμυθιστορήματος, με τις υφολογικές καινοτομίες του και την παράδοξη αφηγηματική κατασκευή του, εξακολουθεί να αποτελεί μια “πρόκληση” για τους λογοτεχνικούς κριτικούς, γράφει το οπισθόφυλλο. Πώς μου ξέφυγε εμένα, του λογοτεχνικού κριτικού; Ας επανορθώσω.
Πάντοτε με ξένιζε η φράση “Θέλω να διαβάσω κάτι ανάλαφρο” (όπως και άλλες αντίστοιχες, “Θέλω να δω κάτι ανάλαφρο”, “Θέλω ν' ακούσω κάτι ανάλαφρο” κτλ) – κυρίως γιατί δεν μπορούσα να συλλάβω την έννοια της ελαφρότητας σε τόσο σοβαρά θέματα όπως η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος και η μουσική. Για να είμαι ακριβής δεν μπορούσα να συλλάβω την ελαφρή προσέγγιση των αναγνωστών/θεατών/ακροατών απέναντί τους. Αν κάποιος με ρωτήσει να του προτείνω κάποιο ανάλαφρο βιβλίο για την παραλία, δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι πιο ανάλαφρο από τα βιβλία του Ζορζ Περέκ, του Καλβίνο, ή ακόμα τον Τρίστραμ Σάντι! Είτε βαριά είτε ελαφρή, η λογοτεχνία για μένα είναι μόνο ύφος, και έτσι η έννοια της ελαφρότητας μπορεί να φτάσει ως εμένα μόνο μέσω σοβαρών υφολογικών πειραματισμών, γιατί όπως συνεχίζει και ο καβαφικός στίχος, στα σοβαρά πράγματα ήμουν πάντοτε επιμελέστατος. Ας το θυμόμαστε αυτό, πομποί και δέκτες της τέχνης. Όσο και αν επιχειρηματολογήσω όμως περί ελαφρότητας, δε θα βρω ούτε έναν άνθρωπο να συμφωνήσει μαζί μου και αυτό είναι σοβαρό θέμα!!
Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζω με την λογοτεχνία, είναι όταν κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν είναι σοβαρή μια λογοτεχνία που είναι δομημένη σε ένα αφαιρετικό δομικό μοντέλο, δίχως να ονοματίζονται οι χαρακτήρες ή να ονοματίζονται ανεπαρκώς και διφορούμενα, στηριζόμενη σε παραπαίουσες ή και ασύνδετες λεκτικές κατασκεύες. Αυτή η λογοτεχνία (ας την πούμε, “πειραματική”) πολλοί πιστεύουν, ανήκει πια σε παρελθούσες εποχές, έκανε τον κύκλο της και πέθανε μέσα στα απόνερα της σνομπίστικης ακατανοησίας της. Εγώ λέω μόνο τούτο, μην σκοτώνετε την φαντασία στην λογοτεχνία! Πάντα θα αναζητώ τέτοια “πειραματικά” κείμενα, τα θεωρώ άκρως αναζωογονητικά για το μυαλό και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να εκτοπίζονται από έναν νέο “πειραματικό” αιώνα. Όταν κάποιος μου λέει ότι ένας σύγχρονος αναγνώστης δεν μπορεί πλέον να ταυτιστεί με τέτοιες αφαιρετικές δομές, γκρεμίζεται με πάταγο μες στο μυαλό μου ένα ακόμα προπύργιο της αφαιρετικής μου σκέψης!
Πάντοτε με ξένιζε η φράση “Θέλω να διαβάσω κάτι ανάλαφρο” (όπως και άλλες αντίστοιχες, “Θέλω να δω κάτι ανάλαφρο”, “Θέλω ν' ακούσω κάτι ανάλαφρο” κτλ) – κυρίως γιατί δεν μπορούσα να συλλάβω την έννοια της ελαφρότητας σε τόσο σοβαρά θέματα όπως η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος και η μουσική. Για να είμαι ακριβής δεν μπορούσα να συλλάβω την ελαφρή προσέγγιση των αναγνωστών/θεατών/ακροατών απέναντί τους. Αν κάποιος με ρωτήσει να του προτείνω κάποιο ανάλαφρο βιβλίο για την παραλία, δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι πιο ανάλαφρο από τα βιβλία του Ζορζ Περέκ, του Καλβίνο, ή ακόμα τον Τρίστραμ Σάντι! Είτε βαριά είτε ελαφρή, η λογοτεχνία για μένα είναι μόνο ύφος, και έτσι η έννοια της ελαφρότητας μπορεί να φτάσει ως εμένα μόνο μέσω σοβαρών υφολογικών πειραματισμών, γιατί όπως συνεχίζει και ο καβαφικός στίχος, στα σοβαρά πράγματα ήμουν πάντοτε επιμελέστατος. Ας το θυμόμαστε αυτό, πομποί και δέκτες της τέχνης. Όσο και αν επιχειρηματολογήσω όμως περί ελαφρότητας, δε θα βρω ούτε έναν άνθρωπο να συμφωνήσει μαζί μου και αυτό είναι σοβαρό θέμα!!
Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζω με την λογοτεχνία, είναι όταν κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν είναι σοβαρή μια λογοτεχνία που είναι δομημένη σε ένα αφαιρετικό δομικό μοντέλο, δίχως να ονοματίζονται οι χαρακτήρες ή να ονοματίζονται ανεπαρκώς και διφορούμενα, στηριζόμενη σε παραπαίουσες ή και ασύνδετες λεκτικές κατασκεύες. Αυτή η λογοτεχνία (ας την πούμε, “πειραματική”) πολλοί πιστεύουν, ανήκει πια σε παρελθούσες εποχές, έκανε τον κύκλο της και πέθανε μέσα στα απόνερα της σνομπίστικης ακατανοησίας της. Εγώ λέω μόνο τούτο, μην σκοτώνετε την φαντασία στην λογοτεχνία! Πάντα θα αναζητώ τέτοια “πειραματικά” κείμενα, τα θεωρώ άκρως αναζωογονητικά για το μυαλό και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να εκτοπίζονται από έναν νέο “πειραματικό” αιώνα. Όταν κάποιος μου λέει ότι ένας σύγχρονος αναγνώστης δεν μπορεί πλέον να ταυτιστεί με τέτοιες αφαιρετικές δομές, γκρεμίζεται με πάταγο μες στο μυαλό μου ένα ακόμα προπύργιο της αφαιρετικής μου σκέψης!
http://www.romanischestudien.de/index.php/rst/article/view/69/243 |
Φυσικά, η “πειραματική” γραφή απαιτεί (όπως και όλες οι γραφές) πεπειραμένους συγγραφείς. Αυτό είναι ευκόλως εννοούμενο και κανονικά θα έπρεπε να το παραλείψω. Αλλά επειδή ενδεχομένως να με διαβάζουν ορθολογολάγνοι αναγνώστες, θα μπορούσαν να μου το χρεώσουν ως συγγραφική αβλεψία! Ας δούμε λίγο το “πειραματικό” στόρι: ένας άνθρωπος 33 ετών γεννιέται σφηνωμένος στη κορυφή μιας καμινάδας από την φωτιά που σιγοκαίει από κάτω του και θερμαίνει τρεις ζαβές γριές που κάθονται μπροστά της και λένε ασταμάτητα ιστορίες. Είναι οι μητέρες του, Πένα! Ρέτε! Λάμα!... και εκείνος όταν επιτέλους κατεβαίνει στη γη, είναι ο Περελά! Είναι ένας άνθρωπος από καπνό, φοράει μόνο δύο βαριές όμορφες μπότες και εμφανίζεται στους ξετρελαμένους υπηκόους ενός βασιλείου που δεν κατονομάζεται. Είμαι ένας άνθρωπος ελαφρύς... λέει συνεχώς ο Περελά, και αυτή η ιδιότητα που στην αρχή είναι η αρετή του και εκθειάζεται από όλους, στο τέλος καταλήγει να γίνει η καταδίκη του και η διαπόμπευσή του!
[...] Είστε αναμφιβόλως αξιέπαινος, αλλά πώς γίνεται να μην ολοκληρώσετε το θαύμα σας; Αφού ήσασταν στη φωτιά, έπρεπε να καείτε μέχρι το τέλος. Τι το όφελος που γυρίσατε πίσω μισοψημένος; Είστε ακριβώς στην ίδια κατάσταση μ' εμένα· και είναι η χειρότερη που μπορεί να τύχει σε άνθρωπο.
Η ευφυία του Παλατσέσκι κρύβεται στο ότι ενώ ο Περελά είναι ο βασικός χαρακτήρας του βιβλίου, για τα 3/4 και πλέον αυτού, αντιμετωπίζεται σαν ένας τριτοτέταρτος χαρακτήρας που μετά βίας αρθρώνει πέντε λέξεις. Η φωνή του Περελά γίνονται οι υπήκοοι του βασιλείου, ενθουσιασμεοι στην αρχή και εξαγριωμένοι στο τέλος – υπάρχουν πάμπολλες θαυμάσιες σελίδες όπου υπάρχει μόνο ένας διαρκής μονόλογος-διάλογος του όχλου, μονολεκτικές φράσεις και αποσπασματικές σκέψεις. Ο όχλος, η μάζα που καταλήγει συχνά να σκέφτεται με ένα μυαλό και με λειψές σκέψεις! Ο Περελά άμα τη εμφανίσει γίνεται ο λυτρωτής του βασιλείου, ο άνθρωπος πάνω στον οποίο βασίζονται όλοι, εκείνος που μπορεί να ξαναγράψει τον (ηθικό) Κώδικα του βασιλείου. Ο συγγράφεας πλάθει την δική του εκδοχή του Χριστού – 33 ετών, λυτρωτής ενός ξεπεσμένου βασιλείου, κοινωνός μιας νέας “θρησκείας” (της ελαφρότητας), προδομένος από τους πιστούς του, καταδικασμένος σε φυλάκιση στον λόφο Γολγοδά(!) και με μόνη υποστηρίκτρια μια μαρκησία που στο τέλος του χαρίζει την αγάπη της. Μην σας πτοούν οι θρησκευτικές αναφορές, είναι λίγες και ανεπαίσθητες, σε καμία περίπτωση δεν στερούν τίποτα από την αίγλη αυτού του μαγευτικού βιβλίου.
http://nole.biz/portfolio/1994/1994-perela-2/ |
Το βιβλίο διαβάζεται όντως σε πάρα πολλά επίπεδα – κάθε σελίδα του κρύβει έναν συμβολισμό, μια αλληγορία, μια μεταφορά που σε ξαφνιάζει με την εμπνευσμένη παρουσία της. Ο συγγραφέας σατιρίζει την ματαιοδοξία των καλλιτεχνών, την απληστία των ανθρώπων, την ευπιστία τους, την κακία τους· επαινεί την λογική των τρελών (καθώς μας περιγράφει τους τροφίμους ενός τρελοκομείου, βάζει ανάμεσά τους και έναν ευτυχισμένο εθελοντή τρελό!)· λοιδωρεί την κατήχηση των θρησκειών (σε ένα υπέροχο κεφάλαιο όπου ο Περελά έχει την τιμή να επισκεφτεί την Βασίλισσα, ακούγεται συνεχώς η λέξη “Θεός” και μόνο στο τέλος μάς αποκαλύπτεται ότι την «παπαγαλίζει» ο παπαγάλος της κυρίας ο οποίος δεν κατάφερε να μάθει άλλη λέξη στη ζωή του!).
[...] Όλους όσοι μας επισκέπτονται τους βλέπουμε να περνούν με βλέμμα θλιμμένο και ξέχειλο από αδελφικό οίκτο, τους καημένους, είναι για λύπηση, και στο τέλος της επίσκεψης τους ακούμε να λένε με την μεγαλύτερη σπουδαιότητα, καρπό πολλής περίσκεψης, κάποια χοντρομαλακία. Να είστε σίγουρος ότι, έαν λένε χοντρομαλακίες, φταίει που είναι χοντρομαλάκες. Συμπονώντας τα μυαλά ετούτα που τα θεωρούν ασυζητητί άρρωστα, θα χρησιμοποιήσουν λόγια που αποκαλύπτουν ξεκάθαρα την ανεπανόρθωτη αθλιότητα που έχουν οι ίδιοι. Ας ζουν ήσυχα· αυτοί δεν πρόκειται να τρελαθούν ποτέ. Για να γίνει κανείς τρελός, κύριε Περελά, χρειάζεται μονάχα ένα πράγμα: ένα μεγάλο, στιβαρό, απίθανο μυαλό, ενώ αυτοί είναι κοκορόμυαλοι, ακόμα και αν τρελαίνονταν, η τρέλα τους θα ήταν ελάχιστη, εντελώς ανυπόστατη, ανεπαίσθητη, κανείς δε θα την αντιλαμβανόταν, και δε θα μπορούσαν με κανέναν τρόπο να επιδιώξουν την τιμή και τη χαρά να μπουν εδώ μέσα.
http://storiaeletteratura.it/anche-la-morte-ama-la-vita-aldo-palazzeschi/ |
Η μετάφραση του Παναγιώτη Σκόνδρα είναι πάρα πολύ καλή, ειδικά αν λάβουμε υπ'όψιν ότι ο Παλατσέσκι κάνει πολλά λογοπαίγνια και παρομοιώσεις με την νεφελώδη ιδιότητα του ήρωά του, που μεταφέρονται με επάρκεια στα ελληνικά. Επίσης, δείχνουν εξαιρετικά δουλεμένα τα κομμάτια που μιλάει “η φωνή του όχλου” με τις αποσπασματικές και μονολεκτικές φράσεις, εκεί όπου μέσα στη γενική σύγχυση δεν ξέρεις ποιος μιλάει, αν απαντάει ο Περελά σε μερικές ερωτήσεις, πότε απαντάει κτλ. Ένιωσα να μου μιλάει η ίδια η φωνή του συγγραφέα και αυτό με ικανοποίησε. Επιπλέον σκέφτηκα πώς θα μπορούσαν να μεταφραστούν αυτά τα κομμάτια από άλλους λιγότερο έμπειρους μεταφραστές και αυτό με ικανοποίησε διπλά – που δεν χρειάστηκε να το υποστώ. Για να παίξω και εγώ λίγο με τις λέξεις και τα πάμπολλα νοήματά τους, θα σας πω μόνο ότι πρόκειται για ένα αλαφροίσκιωτο βιβλίο που το προτείνω ελαφρά τη καρδία σε ελαφρόμυαλους αναγνώστες σαν και του λόγου σας! Το' πα και ξελάφρωσα.
Ελαφροκυνηγέ αναγνώστα, αλαφροΐσκιωτε,
ΑπάντησηΔιαγραφήπώς αντέχετε την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι μας/σας
χωρίς να την κάνετε με ελαφρά πηδηματάκια;
[Το πόδι ελαφροπάτητο σαν τρυφερούλι ελάφι,
πάταγε το κατώφλι μας κι έλαμπε σα χρυσάφι.]
Ελαφρά αναγνώσματα και ελαφρό τραγούδι δεν πάνε μαζί ελαφρά τη καρδία.
Απευθυνόμενος σε ελαφρόμυαλους αναγνώστες καλά κάνατε και τα 'πατε, προκειμένου να ξαλαφρώσετε.
Αν και δεν έχετε ελαφρυντικά ούτε φορολογικές ελαφρύνσεις, αναρωτιέμαι με ποια δικαιολογία θα ελαφρύνετε τη θέση σας.
Μήπως με ...ελαφρόπετρα;
ΥΓ. Ξέρετε ότι ο Άλντο Παλατσέσκι ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Ιταλούς ποιητές του 20ου αιώνα;
Δωράκι:
Ποιος είμαι;
Είμαι άραγε κάποιος ποιητής;
Όχι, βέβαια.
Δεν γράφει παρά μια λέξη, εντελώς παράξενη,
η πένα της ψυχής μου:
«τρέλα».
Είμαι επομένως κάποιος ζωγράφος;
Ούτε κι αυτό.
Δεν έχει παρά ένα χρώμα
η παλέτα της ψυχής μου:
«μελαγχολία».
Κάποιος μουσικός, επομένως;
Επ’ ουδενί.
Δεν υπάρχει παρά μια νότα
στην ταστιέρα της ψυχής μου:
«νοσταλγία».
Είμαι επομένως…τι;
Βάζω έναν μεγεθυντικό φακό
μπροστά απ’ την καρδιά μου
για να τη βλέπει ο κόσμος.
Ποιος είμαι;
Ο σαλτιμπάγκος της ψυχής μου.
Άλντο Παλατσέσκι [Aldo Palazzeschi], μτφρ. Αρχοντία Κυπριώτου
Ελαφρότης ελαφροτήτων τα πάντα ελαφρότης!
ΔιαγραφήΌχι, δεν ήξερα τίποτα για τον Παλατσέσκι και έπεσα από τα (πανάλαφρα) σύννεφα όταν τον διάβασα! Γαμώτο, δεν έχει εκδοθεί τίποτα άλλο στα ελληνικά. Φοβερό ποίημα. Είναι από κάποια ανθολογία, να υποθέσω; Πείτε ποια, μπας και έχει και άλλα ενδιαφέροντα μέσα.
Just this, my dear.
ΑπάντησηΔιαγραφήEναλλακτική μετάφραση:
ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ;
Μήπως είμαι ποιητής
Ασφαλώς όχι.
Μακάρι να 'μουν. Ελα
όμως που η πένα της ψυχής μου το 'χει
να μην μπορεί
να γράψει παρά μόνο την πολύ
περίεργη λέξη: «τρέλα»
Είμαι λοιπόν ζωγράφος;
Ούτε αυτό. Στην παλέτα της ψυχής μου
υπάρχει μία
μονάχα απόχρωση:
«μελαγχολία».
Μουσικός επομένως;
ούτε λόγος.
Η μόνη μελωδία
που βγάζουνε τα πλήκτρα της ψυχής μου
λέγεται: «νοσταλγία».
Είμαι, λοιπόν... Τι πράγμα;
Εναν φακό βάζω μπροστά
στην καρδιά μου, ώστε ο κόσμος να τη βλέπει.
Ποιος είμαι, τελικά;
Ο σαλτιμπάγκος της ψυχής μου.
ΑΛΝΤΟ ΠΑΛΑΤΣΕΣΚΙ (Από τη συλλογή Νεανικά έργα, Μιλάνο, 1958)
μτφρ. Κάρολος Τσίζεκ - Μαρία Καραγιάννη
http://www.politeianet.gr/books/sullogiko-mpilieto-o-salntimpagkos-tis-psuchis-mou-dekapente-italoi-poiites-tou-eikostou-aiona-155744