Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οι ελαφροί ας με λέγουν ελαφρόν


Η αυτού ελαφρότης ο Περελά είναι ένα από τα πιο ιδιόμορφα έργα της ιταλικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα-παλίμψηστο, μια ιστορία που διαβάζεται σε πάρα πολλά επίπεδα. Αυτό το πρωιμότατο δείγμα αντιμυθιστορήματος, με τις υφολογικές καινοτομίες του και την παράδοξη αφηγηματική κατασκευή του, εξακολουθεί να αποτελεί μια “πρόκληση” για τους λογοτεχνικούς κριτικούς, γράφει το οπισθόφυλλο. Πώς μου ξέφυγε εμένα, του λογοτεχνικού κριτικού; Ας επανορθώσω.


Πάντοτε με ξένιζε η φράση “Θέλω να διαβάσω κάτι ανάλαφρο” (όπως και άλλες αντίστοιχες, “Θέλω να δω κάτι ανάλαφρο”, “Θέλω ν' ακούσω κάτι ανάλαφρο” κτλ) – κυρίως γιατί δεν μπορούσα να συλλάβω την έννοια της ελαφρότητας σε τόσο σοβαρά θέματα όπως η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος και η μουσική. Για να είμαι ακριβής δεν μπορούσα να συλλάβω την ελαφρή προσέγγιση των αναγνωστών/θεατών/ακροατών απέναντί τους. Αν κάποιος με ρωτήσει να του προτείνω κάποιο ανάλαφρο βιβλίο για την παραλία, δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι πιο ανάλαφρο από τα βιβλία του Ζορζ Περέκ, του Καλβίνο, ή ακόμα τον Τρίστραμ Σάντι! Είτε βαριά είτε ελαφρή, η λογοτεχνία για μένα είναι μόνο ύφος, και έτσι η έννοια της ελαφρότητας μπορεί να φτάσει ως εμένα μόνο μέσω σοβαρών υφολογικών πειραματισμών, γιατί όπως συνεχίζει και ο καβαφικός στίχος, στα σοβαρά πράγματα ήμουν πάντοτε επιμελέστατος. Ας το θυμόμαστε αυτό, πομποί και δέκτες της τέχνης. Όσο και αν επιχειρηματολογήσω όμως περί ελαφρότητας, δε θα βρω ούτε έναν άνθρωπο να συμφωνήσει μαζί μου και αυτό είναι σοβαρό θέμα!!

Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζω με την λογοτεχνία, είναι όταν κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν είναι σοβαρή μια λογοτεχνία που είναι δομημένη σε ένα αφαιρετικό δομικό μοντέλο, δίχως να ονοματίζονται οι χαρακτήρες ή να ονοματίζονται ανεπαρκώς και διφορούμενα, στηριζόμενη σε παραπαίουσες ή και ασύνδετες λεκτικές κατασκεύες. Αυτή η λογοτεχνία (ας την πούμε, “πειραματική”) πολλοί πιστεύουν, ανήκει πια σε παρελθούσες εποχές, έκανε τον κύκλο της και πέθανε μέσα στα απόνερα της σνομπίστικης ακατανοησίας της. Εγώ λέω μόνο τούτο, μην σκοτώνετε την φαντασία στην λογοτεχνία! Πάντα θα αναζητώ τέτοια “πειραματικά” κείμενα, τα θεωρώ άκρως αναζωογονητικά για το μυαλό και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να εκτοπίζονται από έναν νέο “πειραματικό” αιώνα. Όταν κάποιος μου λέει ότι ένας σύγχρονος αναγνώστης δεν μπορεί πλέον να ταυτιστεί με τέτοιες αφαιρετικές δομές, γκρεμίζεται με πάταγο μες στο μυαλό μου ένα ακόμα προπύργιο της αφαιρετικής μου σκέψης! 
http://www.romanischestudien.de/index.php/rst/article/view/69/243


Φυσικά, η “πειραματική” γραφή απαιτεί (όπως και όλες οι γραφές) πεπειραμένους συγγραφείς. Αυτό είναι ευκόλως εννοούμενο και κανονικά θα έπρεπε να το παραλείψω. Αλλά επειδή ενδεχομένως να με διαβάζουν ορθολογολάγνοι αναγνώστες, θα μπορούσαν να μου το χρεώσουν ως συγγραφική αβλεψία! Ας δούμε λίγο το “πειραματικό” στόρι: ένας άνθρωπος 33 ετών γεννιέται σφηνωμένος στη κορυφή μιας καμινάδας από την φωτιά που σιγοκαίει από κάτω του και θερμαίνει τρεις ζαβές γριές που κάθονται μπροστά της και λένε ασταμάτητα ιστορίες. Είναι οι μητέρες του, Πένα! Ρέτε! Λάμα!... και εκείνος όταν επιτέλους κατεβαίνει στη γη, είναι ο Περελά! Είναι ένας άνθρωπος από καπνό, φοράει μόνο δύο βαριές όμορφες μπότες και εμφανίζεται στους ξετρελαμένους υπηκόους ενός βασιλείου που δεν κατονομάζεται. Είμαι ένας άνθρωπος ελαφρύς... λέει συνεχώς ο Περελά, και αυτή η ιδιότητα που στην αρχή είναι η αρετή του και εκθειάζεται από όλους, στο τέλος καταλήγει να γίνει η καταδίκη του και η διαπόμπευσή του!

[...] Είστε αναμφιβόλως αξιέπαινος, αλλά πώς γίνεται να μην ολοκληρώσετε το θαύμα σας; Αφού ήσασταν στη φωτιά, έπρεπε να καείτε μέχρι το τέλος. Τι το όφελος που γυρίσατε πίσω μισοψημένος; Είστε ακριβώς στην ίδια κατάσταση μ' εμένα· και είναι η χειρότερη που μπορεί να τύχει σε άνθρωπο.

Η ευφυία του Παλατσέσκι κρύβεται στο ότι ενώ ο Περελά είναι ο βασικός χαρακτήρας του βιβλίου, για τα 3/4 και πλέον αυτού, αντιμετωπίζεται σαν ένας τριτοτέταρτος χαρακτήρας που μετά βίας αρθρώνει πέντε λέξεις. Η φωνή του Περελά γίνονται οι υπήκοοι του βασιλείου, ενθουσιασμεοι στην αρχή και εξαγριωμένοι στο τέλος – υπάρχουν πάμπολλες θαυμάσιες σελίδες όπου υπάρχει μόνο ένας διαρκής μονόλογος-διάλογος του όχλου, μονολεκτικές φράσεις και αποσπασματικές σκέψεις. Ο όχλος, η μάζα που καταλήγει συχνά να σκέφτεται με ένα μυαλό και με λειψές σκέψεις! Ο Περελά άμα τη εμφανίσει γίνεται ο λυτρωτής του βασιλείου, ο άνθρωπος πάνω στον οποίο βασίζονται όλοι, εκείνος που μπορεί να ξαναγράψει τον (ηθικό) Κώδικα του βασιλείου. Ο συγγράφεας πλάθει την δική του εκδοχή του Χριστού – 33 ετών, λυτρωτής ενός ξεπεσμένου βασιλείου, κοινωνός μιας νέας “θρησκείας” (της ελαφρότητας), προδομένος από τους πιστούς του, καταδικασμένος σε φυλάκιση στον λόφο Γολγοδά(!) και με μόνη υποστηρίκτρια μια μαρκησία που στο τέλος του χαρίζει την αγάπη της. Μην σας πτοούν οι θρησκευτικές αναφορές, είναι λίγες και ανεπαίσθητες, σε καμία περίπτωση δεν στερούν τίποτα από την αίγλη αυτού του μαγευτικού βιβλίου.
http://nole.biz/portfolio/1994/1994-perela-2/


Το βιβλίο διαβάζεται όντως σε πάρα πολλά επίπεδα – κάθε σελίδα του κρύβει έναν συμβολισμό, μια αλληγορία, μια μεταφορά που σε ξαφνιάζει με την εμπνευσμένη παρουσία της. Ο συγγραφέας σατιρίζει την ματαιοδοξία των καλλιτεχνών, την απληστία των ανθρώπων, την ευπιστία τους, την κακία τους· επαινεί την λογική των τρελών (καθώς μας περιγράφει τους τροφίμους ενός τρελοκομείου, βάζει ανάμεσά τους και έναν ευτυχισμένο εθελοντή τρελό!)· λοιδωρεί την κατήχηση των θρησκειών (σε ένα υπέροχο κεφάλαιο όπου ο Περελά έχει την τιμή να επισκεφτεί την Βασίλισσα, ακούγεται συνεχώς η λέξη “Θεός” και μόνο στο τέλος μάς αποκαλύπτεται ότι την «παπαγαλίζει» ο παπαγάλος της κυρίας ο οποίος δεν κατάφερε να μάθει άλλη λέξη στη ζωή του!).

[...] Όλους όσοι μας επισκέπτονται τους βλέπουμε να περνούν με βλέμμα θλιμμένο και ξέχειλο από αδελφικό οίκτο, τους καημένους, είναι για λύπηση, και στο τέλος της επίσκεψης τους ακούμε να λένε με την μεγαλύτερη σπουδαιότητα, καρπό πολλής περίσκεψης, κάποια χοντρομαλακία. Να είστε σίγουρος ότι, έαν λένε χοντρομαλακίες, φταίει που είναι χοντρομαλάκες. Συμπονώντας τα μυαλά ετούτα που τα θεωρούν ασυζητητί άρρωστα, θα χρησιμοποιήσουν λόγια που αποκαλύπτουν ξεκάθαρα την ανεπανόρθωτη αθλιότητα που έχουν οι ίδιοι. Ας ζουν ήσυχα· αυτοί δεν πρόκειται να τρελαθούν ποτέ. Για να γίνει κανείς τρελός, κύριε Περελά, χρειάζεται μονάχα ένα πράγμα: ένα μεγάλο, στιβαρό, απίθανο μυαλό, ενώ αυτοί είναι κοκορόμυαλοι, ακόμα και αν τρελαίνονταν, η τρέλα τους θα ήταν ελάχιστη, εντελώς ανυπόστατη, ανεπαίσθητη, κανείς δε θα την αντιλαμβανόταν, και δε θα μπορούσαν με κανέναν τρόπο να επιδιώξουν την τιμή και τη χαρά να μπουν εδώ μέσα.
http://storiaeletteratura.it/anche-la-morte-ama-la-vita-aldo-palazzeschi/


Η μετάφραση του Παναγιώτη Σκόνδρα είναι πάρα πολύ καλή, ειδικά αν λάβουμε υπ'όψιν ότι ο Παλατσέσκι κάνει πολλά λογοπαίγνια και παρομοιώσεις με την νεφελώδη ιδιότητα του ήρωά του, που μεταφέρονται με επάρκεια στα ελληνικά. Επίσης, δείχνουν εξαιρετικά δουλεμένα τα κομμάτια που μιλάει “η φωνή του όχλου” με τις αποσπασματικές και μονολεκτικές φράσεις, εκεί όπου μέσα στη γενική σύγχυση δεν ξέρεις ποιος μιλάει, αν απαντάει ο Περελά σε μερικές ερωτήσεις, πότε απαντάει κτλ. Ένιωσα να μου μιλάει η ίδια η φωνή του συγγραφέα και αυτό με ικανοποίησε. Επιπλέον σκέφτηκα πώς θα μπορούσαν να μεταφραστούν αυτά τα κομμάτια από άλλους λιγότερο έμπειρους μεταφραστές και αυτό με ικανοποίησε διπλά – που δεν χρειάστηκε να το υποστώ. Για να παίξω και εγώ λίγο με τις λέξεις και τα πάμπολλα νοήματά τους, θα σας πω μόνο ότι πρόκειται για ένα αλαφροίσκιωτο βιβλίο που το προτείνω ελαφρά τη καρδία σε ελαφρόμυαλους αναγνώστες σαν και του λόγου σας! Το' πα και ξελάφρωσα.

Σχόλια

  1. Ελαφροκυνηγέ αναγνώστα, αλαφροΐσκιωτε,
    πώς αντέχετε την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι μας/σας
    χωρίς να την κάνετε με ελαφρά πηδηματάκια;
    [Το πόδι ελαφροπάτητο σαν τρυφερούλι ελάφι,
    πάταγε το κατώφλι μας κι έλαμπε σα χρυσάφι.]
    Ελαφρά αναγνώσματα και ελαφρό τραγούδι δεν πάνε μαζί ελαφρά τη καρδία.
    Απευθυνόμενος σε ελαφρόμυαλους αναγνώστες καλά κάνατε και τα 'πατε, προκειμένου να ξαλαφρώσετε.
    Αν και δεν έχετε ελαφρυντικά ούτε φορολογικές ελαφρύνσεις, αναρωτιέμαι με ποια δικαιολογία θα ελαφρύνετε τη θέση σας.
    Μήπως με ...ελαφρόπετρα;


    ΥΓ. Ξέρετε ότι ο Άλντο Παλατσέσκι ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Ιταλούς ποιητές του 20ου αιώνα;
    Δωράκι:


    Ποιος είμαι;

    Είμαι άραγε κάποιος ποιητής;
    Όχι, βέβαια.
    Δεν γράφει παρά μια λέξη, εντελώς παράξενη,
    η πένα της ψυχής μου:
    «τρέλα».
    Είμαι επομένως κάποιος ζωγράφος;
    Ούτε κι αυτό.
    Δεν έχει παρά ένα χρώμα
    η παλέτα της ψυχής μου:
    «μελαγχολία».
    Κάποιος μουσικός, επομένως;
    Επ’ ουδενί.
    Δεν υπάρχει παρά μια νότα
    στην ταστιέρα της ψυχής μου:
    «νοσταλγία».
    Είμαι επομένως…τι;
    Βάζω έναν μεγεθυντικό φακό
    μπροστά απ’ την καρδιά μου
    για να τη βλέπει ο κόσμος.
    Ποιος είμαι;
    Ο σαλτιμπάγκος της ψυχής μου.

    Άλντο Παλατσέσκι [Aldo Palazzeschi], μτφρ. Αρχοντία Κυπριώτου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ελαφρότης ελαφροτήτων τα πάντα ελαφρότης!

      Όχι, δεν ήξερα τίποτα για τον Παλατσέσκι και έπεσα από τα (πανάλαφρα) σύννεφα όταν τον διάβασα! Γαμώτο, δεν έχει εκδοθεί τίποτα άλλο στα ελληνικά. Φοβερό ποίημα. Είναι από κάποια ανθολογία, να υποθέσω; Πείτε ποια, μπας και έχει και άλλα ενδιαφέροντα μέσα.

      Διαγραφή
  2. Just this, my dear.
    Eναλλακτική μετάφραση:


    ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ;

    Μήπως είμαι ποιητής
    Ασφαλώς όχι.
    Μακάρι να 'μουν. Ελα
    όμως που η πένα της ψυχής μου το 'χει
    να μην μπορεί
    να γράψει παρά μόνο την πολύ
    περίεργη λέξη: «τρέλα»
    Είμαι λοιπόν ζωγράφος;
    Ούτε αυτό. Στην παλέτα της ψυχής μου
    υπάρχει μία
    μονάχα απόχρωση:
    «μελαγχολία».
    Μουσικός επομένως;
    ούτε λόγος.
    Η μόνη μελωδία
    που βγάζουνε τα πλήκτρα της ψυχής μου
    λέγεται: «νοσταλγία».
    Είμαι, λοιπόν... Τι πράγμα;
    Εναν φακό βάζω μπροστά
    στην καρδιά μου, ώστε ο κόσμος να τη βλέπει.
    Ποιος είμαι, τελικά;
    Ο σαλτιμπάγκος της ψυχής μου.

    ΑΛΝΤΟ ΠΑΛΑΤΣΕΣΚΙ (Από τη συλλογή Νεανικά έργα, Μιλάνο, 1958)
    μτφρ. Κάρολος Τσίζεκ - Μαρία Καραγιάννη


    http://www.politeianet.gr/books/sullogiko-mpilieto-o-salntimpagkos-tis-psuchis-mou-dekapente-italoi-poiites-tou-eikostou-aiona-155744

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !