Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σκέφτομαι άρα μελαγχολώ



Απέναντι στην απλοϊκή και διόλου βαθυστόχαστη βιβλική ρήση, “μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι” (που πέρα από την όποια αρχική της πρόθεση, έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει εκείνους που δεν χρησιμοποιούν και πολύ ικανοποιητικά το μυαλό τους παρά αφήνονται σε μια χαυνωτική και ευχάριστη άγνοια), ο θεωρητικός της λογοτεχνίας Τζορτζ Στάινερ έχει να αντιτάξει Δέκα (πιθανούς) λόγους για τη μελαγχολία της σκέψης.

Παίρνοντας ως δεδομένο τον ισχυρισμό του Σέλλινγκ ότι η θλίψη είναι αδιαχώριστη από την ανθρώπινη ύπαρξη, αποτελεί το σκοτεινό θεμέλιο στο οποίο βασίζεται η ανθρώπινη γνώση και πως η σκέψη είναι φορέας μιας “βαθιάς, ακατάλυτης μελαγχολίας”, ο Στάινερ σκαρφίζεται δέκα, πιθανούς όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον τίτλο, λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό.

Οι σκέψεις που παρουσιάζονται σε αυτό το μικρό δοκίμιο, είναι απολαυστικά εναργείς και τρομακτικά βάσιμες. Ποιοι από εμάς σκέφτονται την σκέψη και πόσο χρόνο ημερησίως, αφιερώνουν σε αυτή τη διαδικασία; Αυτή η πρόταση μού φαίνεται αδιανόητη και ποτέ πριν την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, δεν προσπάθησα να βρω απάντηση μέσω μιας συνειδητοποιημένης πράξης στοχασμού. Έκτοτε, διαβάζω αυτό το βιβλιαράκι τουλάχιστον μια φορά το χρόνο και μελαγχολώ ακαταπαύστως, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της ανάγνωσης!


Από τους δέκα πιθανούς λόγους, ο κάθε αναγνώστης θα διαλέξει εκείνους που ανταποκρίνονται στην ιδιοσυγκρασία του. Εγώ, θα αναφέρω ενδεικτικά τρεις που με συγκλόνισαν. Αφού ο συγγραφέας φρόντισε από νωρίς να μας προειδοποιήσει ότι δύο είναι οι διαδικασίες που αδυνατούν να σταματήσουν οι άνθρωποι όσο είναι ζωντανοί: η αναπνοή (και αυτή ακόμα μπορείς να την περιορίσεις για ένα δυο λεπτά!!) και η σκέψη.



Ο πρώτος λόγος είναι η ασύδοτη σπατάλη της σκέψης. Σκεφτόμαστε όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα, με μόνη ενσυναίσθηση της διαδικασίας της σκέψης για μερικές φευγαλέες στιγμές. Είναι η επιδεικτική κατανάλωση στη χειρότερη μορφή της. Εκατομμύρια σκέψεις περνούν και χάνονται, λίγες μονάχα αξίζουν την προσοχή μας. Θα αρκούσε ίσως ένα “δελτίο σκέψης” για καθορισμένες σκέψεις στην διάρκεια της ημέρας, προσφιλές σενάριο στα έργα επιστημονικής φαντασίας. Ωστόσο, ο συγγραφέας βρίσκει ένα θετικό μέσα σε όλη αυτή την σπατάλη. Η αναρχική, η παιγνιώδης, η σπάταλη σκέψη είναι αυτό που φοβούνται περισσότερο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Η ουτοπία της λογοκρισίας είναι να διαβάζει όχι μόνο το κείμενο αλλά και τις σκέψεις που το διαπερνούν ή που κρύβονται πίσω του. Εξού και η Οργουελική μεταφορά της “αστυνομίας της σκέψης".



Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την μοναδικότητα της σκέψης. Με την σκέψη δίνουμε το παρών στον εαυτό μας. Ο καθένας αντιλαμβάνεται τον εαυτό του μέσω της σκέψης και κανένας δεν μπορεί να διαβάσει τις σκέψεις αυτές, παρά τα όσα ισχυρίζονται διάφοροι τσαρλατάνοι. Συγγενείς, φίλοι, σύζυγοι δεν μπορούν να διαβάσουν τις σκέψεις μας. Είμαστε ικανοί να τις καμουφλάρουμε ή να τις αποκρύψουμε ολότελα. Παραμένουν απροσπέλαστες και μοναδικές, ίδιον του εαυτού μας! Όμως, τι παράξενο! Παράλληλα, είναι και τόσες κοινές. Δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν κάνει τις ίδιες σκέψεις, αποτελούν κοινό αγαθό. Η σκέψη είναι κάτι υπέρτατα δικό μας· θαμμένο στα απώτατα μύχια του είναι μας. Επιπλέον, είναι και η πιο κοινή, η πιο φθαρμένη και η πιο επαναλαμβανόμενη πράξη μας. Αυτός και αν είναι λόγος για “βαθιά, ακατάλυτη θλίψη"!




Και τώρα, για να τριτώσουμε το κακό, ας υποθέσουμε ότι αυτές τις μοναδικές/κοινές σκέψεις μας επιθυμούμε να τις γνωστοποιήσουμε στους γύρω μας. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι προσκρούουμε σε ακαθόριστα αλλά ανυποχώρητα γλωσσικά τείχη. Ο ποιητής, ο διανοούμενος, οι δάσκαλοι της μεταφοράς γρατζουνούν αυτά τα τείχη. Ο κόσμος όμως, ο μέσα μας όσο και ο έξω, μουρμουρίζει λέξεις που δεν μπορούμε να τις καταλάβουμε. Με θλίψη παραδεχόμαστε ότι η σκέψη συγκαλύπτει τόσα όσα αποκαλύπτει, ίσως και πολύ περισσότερα.



Το βιβλίο φαίνεται να αποδεικνύει ότι και αυτοί οι “πτωχοί τω πνεύματι” της πρώτης παραγράφου δείχνουν να σκέφτονται όπως όλοι μας και ίσως γι' αυτό δε θα έπρεπε να βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση μακαριότητας, στην οποία τους τοποθετεί η βιβλική ρήση. Όλοι ζούμε τη ζωή μας σε μια ακατάπαυστη παλίρροια της σκέψης και σ' ένα μάγμα πράξεων της σκέψης, αλλά μόνο μια πολύ περιορισμένη μερίδα του ανθρώπινου είδους προσφέρει την απόδειξη ότι σκέφτεται (...) η ικανότητα να τρέφει κανείς σκέψεις ή ίχνη σκέψεων είναι καθολική... η ικανότητα όμως να κάνει κάποιος σκέψεις που αξίζει τον κόπο να γίνονται, πόσο μάλλον να διατυπώνονται και να διατηρούνται, είναι συγκριτικά σπάνια (...) λίγοι ξέρουμε πώς να σκεφτόμαστε για κάποιον απαιτητικό, πόσο μάλλον πρωτότυπο, σκοπό... ακόμα λιγότεροι μπορούμε να επιστρατεύσουμε όλη την ενέργεια και το δυναμικό της σκέψης και να τα κατευθύνουμε στη λεγόμενη αυτοσυγκέντρωση ή εμπρόθετη διαίσθηση (...) δεν υπάρχει δημοκρατία για την ιδιοφυΐα, μόνο μια τρομερή αδικία και ένα θανάσιμο βάρος. 
 


Αυτή η ανισορροπία, μαζί με τις συνέπειές της, η έλλειψη προσαρμογής της μεγάλης σκέψης και της δημιουργικότητας στα ιδανικά της κοινωνικής δικαιοσύνης, παρουσιάζεται στο βιβλίο ως η “ένατη πηγή μελαγχολίας”. Νομίζω ότι, η ιστορία έχει δείξει, μαζί και με τα πρόσφατα θλιβερά περιστατικά (Σημ.: πάντα θα υπάρχουν, πρόσφατα θλιβερά περιστατικά, και έτσι δεν χρειάζεται καν να απαλείψω αυτή την φράση ως ανεπίκαιρη!), ότι αυτή η ανισορροπία είναι μόνιμη πηγή μελαγχολίας. 


Υ.Γ. 2666  Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε, μετά από πολλή σκέψη, στο μπλογκ Διαβάζοντας

Σχόλια

  1. Ανώνυμος11.4.16

    συμπληρώνω, παιγνιωδώς σκεπτόμενος, ότι ο φίλος μου (και λιγότερο δικός σου απ ότι θυμάμαι) A.K. αντιτείνει στον G.O. ότι η αστυνομία της σκέψης έχει ήδη προσεγγίσει την ουτοπία της. η ανεξάρτητη σκέψη καθιστά κάποιον μειονότητα και εν δυνάμει νευρωτικό (ας το διασκευάσουμε επί το μελαγχολικότερο). ακόμα και σε περιπτώσεις που το δίκιο είναι με το μέρος του καταφανέστατα, απέναντι είναι μια κοινώς παραδεδεγμένη και άρα αξεπέραστη παράλογη "αλήθεια". "ένα μόνο σκαλοπάτι χωρίζει τον ασυμβίβαστο απ τον μανιακό. και η εχθρική πίεση της κοινωνίας δίνει τη σπρωξιά"

    Ν

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αγαπητέ Ν.,

      λυπάμαι αλλά δεν νομίζω ότι κατάλαβα ευκρινώς τα κρυπτογραφημένα όνοματα, άρα μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω για την πηγή τους. Αν θες, μπορείς να με διαφωτίσεις περισσότερο, αν όχι, δεν πειράζει.

      Ο παραπάνω συλλογισμός δεν έρχεται σε αντίθεση με την σκέψη του Τζόρτζ Στάινερ ούτε με του Όργουελ - κυρίως, την συμπληρώνει θαυμάσια. Η παράλογη αλήθεια της κοινωνίας πάντα (θα) είναι πιο δυνατή από ένα λογικό ανεξάρτητο μυαλό! Η ωραία φράση που περικλείεις σε εισαγωγικά στο τέλος, σε ποιον ανήκει; Στον Όργουελ;

      Διαγραφή
  2. Ανώνυμος14.4.16

    είναι από το "ο κομισάριος και ο γιόγκι" του Koestler, το οποίο συστήνεται ανεπιφύλακτα..

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!