Καθίστε γιατί δεν κάθεστε. Όχι, δεν αναφέρομαι στον αποψινό ευρωπαϊκό τελικό στο μπάσκετ όπου ο Παναθηναϊκός θα σκοτώσει την Ρεάλ Μαδρίτης και θα κατακτήσει το έβδομο τρόπαιό του, αλλά στον πειραματικά μυθιστορηματικό θάνατο του Ιρλανδού ζωγράφου Φράνσις Μπέικον που έλαβε χώρα σε μια κλινική της Μαδρίτης το 1992 και παρουσιάζεται μέσα από την γραφή του Μαξ Πόρτερ σε μια πολύ πρόσφατη έκδοση – δεν έχει κλείσει ούτε τα εννιάμερα – που κυκλοφόρησε από το «Σαιξπηρικόν». Μου αρέσει η ζωγραφική του Μπέικον, ζωγραφίζει ιδιαιτέρως παράξενα για να τον αγνοήσω. Επίσης κάποτε είχα σκεφτεί να αγοράσω την βιογραφία του, τώρα ίσως το κάνω, παρόλο που γενικά είμαι πολύ εκλεκτικός με τις συγγένειες των άλλων! Τέλος πάντων, ας μπούμε στο ψητό. «Απομακρύνετε κάθε παλιά κλανιά από τη μέση, είμαι ένας γαμημένος καλλιτέχνης και προσπαθώ να πω μια ιστορία».
Ο Πόρτερ ανασυνθέτει δημιουργικά τις έξι τελευταίες μέρες του Φράνσις Μπέικον φιλοτεχνώντας 6 πίνακες συν ένα προσχέδιο. Κάτι αντίστοιχο θεματικά θυμάμαι ότι είχε κάνει ο Αντόνιο Ταμπούκι με τις τρεις τελευταίες μέρες του Φερνάντο Πεσσόα – βιβλίο που δεν είχα καταφέρει να βρω αλλά είχα ακούσει εκτεταμένα κομμάτια στο ραδιόφωνο και μου είχε κεντρίσει τότε το ενδιαφέρον. Βέβαια ο τρόπος του Πόρτερ δεν έχει καμία σχέση με εκείνον του Ταμπούκι, απλώς το θυμήθηκα και το αναφέρω γιατί ίσως κάποιοι αναγνώστες που θα αρκεστούν σε μια γενική περιγραφή της υπόθεσης, θα απογοητευτούν με το αποτέλεσμα που θα συναντήσουν – κυρίως γιατί δε θα το περιμένουν. «Πώς κάνω αυτές τις εικόνες να λειτουργούν». Φταίει που το ένα τιμώμενο πρόσωπο είναι ζωγράφος και το άλλο συγγραφέας; Δε ξέρω. Πάντως ο Μαξ Πόρτερ πρέπει να επανεφεύρει την γλώσσα με όρους ζωγραφικούς και εδώ κρύβεται το μεγαλύτερο διακύβευμα: για συγγραφέα και αναγνώστες. Ευτυχώς ο μεταφραστής του βιβλίου, Θωμάς Συμεωνίδης, που είναι και το αντικείμενό του η Φιλοσοφία και Αισθητική γράφει μια εισαγωγή – αμφιταλαντεύτηκα αν θα λειτουργούσε καλύτερα ως επίμετρο – που ξεκαθαρίζει αρκετά τα πράγματα που θα συναντήσει ο αναγνώστης στο κυρίως κείμενο.
https://www.irishtimes.com/culture/art-and-design/visual-art/birth-sex-death-francis-bacon-s-tragic-vision-of-mankind-1.4024857 |
[…] «Από αυτή την άποψη, οι ενέργειες του γράφω, του περιγράφω και του ζωγραφίζω αποκτούν μια πρώτη ολοκληρωμένη έκφραση, και ίσως την πιο σημαντική, όταν τείνουν να ζωντανέψουν αυτό που περιγράφουν, όταν καταφέρνουν να του δώσουν μια ορισμένη μορφή ζωής. Ένας ήρωας μπορεί να φωνάζει δυνατά, μια σκηνή μπορεί να είναι αποτρόπαια, ένα χρώμα μπορεί να είναι έντονο και, ωστόσο, το όλο σκηνικό να στερείται ζωντάνιας, δηλαδή πειστικότητας, να στερείται αυτής της βαθύτερης αίσθησης ότι κάτι έχει συλληφθεί και αποδοθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να σταθεί αυτόνομα, να έχει τη δική του ζωή, όποια και αν είναι η φαινομενικότητά του. Ζωντανό από αυτή την άποψη είναι ακόμα και αυτό που είναι ψυχρό γιατί είναι φτιαγμένο ώστε να είναι ψυχρό, γιατί έχει επιτευχθεί μια ορισμένη αισθητική ιδέα του ψυχρού.»
Συγχωρήστε μου την εμμονή με τον Τζέημς Τζόυς αλλά η παραπάνω παράγραφος μού τον έφερε στο μυαλό γιατί είναι ο μόνος συγγραφέας που έχω διαβάσει και μπορεί να αναδιαμορφώνει με τόση ευκολία την γλώσσα του και στα πιο έσχατα όριά της ώστε πάντα να μοιάζει ότι έχει δική της ζωή, ό,τι σκατά και αν περιγράφει. Το εγχείρημα του Πόρτερ προσπαθεί να πετύχει κάτι παρόμοιο και σε μεγάλο βαθμό το καταφέρνει. Δε θα έλεγα ότι διάβασα κάτι σούπερ καινοτόμο γιατί αυτό το τζοϋσικό déjà vu το κουβαλώ συχνά μαζί μου και το βγάζω στην επιφάνεια με κάθε ευκαιρία, από την άλλη όμως καθόλου δεν υποτιμώ την προσπάθειά του να μιλήσει με όρους ζωγραφικής πάνω σε μια εκκεντρική μορφή όπως ήταν ο Φράνσις Μπέικον. «Αντιμετωπίζει τους ήρωές του όπως αντιμετωπίζει ένα επιστημονικό περιοδικό ή ένα πορνό ή έναν φοιτητικό οδηγό για τη Δυτική Τέχνη, μόνο μια ματιά, ένα κόψιμο, ένα σκίσιμο, ένα δάνειο, στη συνέχεια στα σκουπίδια, απόρριψη, αμφισβήτηση χωρίς να υπάρχει αντίλογος, και είναι κουραστικό, χρόνο με τον χρόνο, το μωρό του Μπέικον να παλεύει με τους δικούς του περιορισμούς, είναι εξουθενωτικό να αντικρίζεις τόσο τεράστιες ποσότητες μπογιάς να χάνονται.»
Η εισαγωγή του Θωμά Συμεωνίδη είναι απαιτητική κατά διαστήματα, το κείμενο του Μαξ Πόρτερ το ίδιο, όμως και τα δύο σηκώνουν πολλαπλές αναγνώσεις χωρίς να χάνουν το ενδιαφέρον τους∙ θα λέγαμε, ζωγραφίζουν με τις λέξεις. «Πρόκειται για μια παράδοξη ταυτολογία: η αισθητική ως τρόπος σκέψης καλείται να ανιχνεύσει, να έρθει σε επαφή με τη δημιουργική σκέψη που οδήγησε σε ένα ορισμένο αισθητικό αποτέλεσμα. Την ίδια στιγμή όμως η αισθητική είναι και ένας λόγος περί τέχνης, είναι ακριβώς ο πειραματισμός με τις λέξεις προκειμένου να υπάρξει μια απόδοση της σκέψης και της διαδικασίας που οδήγησε σε ένα αισθητικό γεγονός μιας ορισμένης τάξης, στο καλλιτεχνικό, και στην προκειμένη περίπτωση, ζωγραφικό γεγονός». Είτε είστε της τέχνης είτε όχι, μπέικον δε θα λείπει από το μενού – μην κοροϊδευόμαστε και μεταξύ μας. Καλή χώνεψη.
Study for Portrait VII, 1953 (https://www.kalligone.com/study-for-portrait-vii-by-francis-bacon/) |
[…] «Μπορείς να διαβάσεις την αρχή, το τέλος ή ένα τυχαίο απόσπασμα αλλά δεν μπορείς να δεις όλο το κείμενο ταυτόχρονα όπως μπορείς, για παράδειγμα, να κάνεις με μια ζωγραφική εικόνα.»
Υ.Γ. 2666 Ρίξτε και μια δεύτερη ματιά σε αυτή την μουχλιασμένη ανάρτηση. Με κάποιον τρόπο συνομιλεί με το βιβλίο του Πόρτερ – και με όσα γράφω εγώ χρόνια μετά, ανακύκλωση, σκουπίδια, απόρριψη, αμφισβήτηση χωρίς να υπάρχει αντίλογος, και είναι κουραστικό, χρόνο με τον χρόνο…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.