Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Αλίκη στις πόλεις


 
Καλύτερα Αλίκη στις πόλεις των θαυμάτων παρά Ωραία Κοιμωμένη στο χωριό. Αυτή είναι η τελεσίδικη γνώμη μου. Αλλά τώρα που καλοκαίριασε δύσκολα να σας πείσω, το ξέρω. Τα ξαναλέμε when September ends. «Οι πόλεις δεν προσφέρουν μόνο υλικά οφέλη αλλά και ενθουσιασμό και την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει κάποιος τον εαυτό του. Για πολλούς πολίτες του Μάντσεστερ και του Σικάγου, η πόλη σήμαινε μια μορφή ελευθερίας. Αυτό ήταν κάτι που οι επικριτές της βικτοριανής πόλης δεν μπόρεσαν ποτέ να συλλάβουν: με τόσο σκότος και βρομιά δεν μπόρεσαν ποτέ να διακρίνουν τους τρόπους με τους οποίους η κοινότητα επαναπροσδιοριζόταν μέσα στη σύγχρονη βιομηχανική μητρόπολη». Όσοι πάλι επι-μένετε στις πόλεις πρέπει να προμηθευτείτε αμέσως το καταπληκτικό βιβλίο του Ben Wilson – γιατί αν εξαντληθεί θα το ψάχνετε στα επαρχιακά βιβλιοπωλεία!

Οι πόλεις – και συνεκδοχικά ο πολιτισμός∙ see what I did there – είναι μια μακρά και ατέρμονη ιστορία ακμής και παρακμής. Σεισμοί, λοιμοί, καταποντισμοί, πόλεμοι, χάραξη νέων εμπορικών δρόμων, αποικιοκρατία, τραπ μουσική, κλπ, κάνουν τις πόλεις να γεννιούνται και να πεθαίνουν συνεχώς αλλά η έννοια πόλη παραμένει πάντα το πιο ισχυρό γονίδιο και δημιουργεί νέα παιδιά. Συχνά μοιάζουν με κτήνη που θέλουν να σας δαγκώσουν στην καρωτίδα αλλά μην φοβάστε, να σας μυρίσουν θέλουν μόνο – καλέ, τι κουκλί ζωγραφιστό είσαι εσύ, αχ, πατουσίτσες μωρέ. «Οι μεταφορές ως σχήματα λόγου είναι σημαντικές όχι μόνο για το πώς βλέπουμε την πόλη αλλά και για το πώς τη σχεδιάζουμε, τη διαχειριζόμαστε και ζούμε σε αυτή». Ο Μπεν Γουίλσον σαν ένας ενθουσιώδης περιηγητής και ο ίδιος, προσπαθεί να ανακαλύψει αν όντως η πόλη είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη του ανθρώπου. Η απάντηση είναι σίγουρα σύνθετη αλλά στο τέλος αρκετά ξεκάθαρη. «Η πόλη γίνεται εξίσου κατασκευαστής της φαντασίας και της εμπειρίας μας αλλά και μια φυσική παρουσία που μας καταπίνει».
 
Εκκινώντας από την Ουρούκ το 4000 π. Χ., την πρώτη πόλη του κόσμου που με έκανε να πάω – μου σφηνώθηκε η ιδέα, για να είμαι ακριβής – και να αγοράσω επιτέλους το «Έπος του Γκιλγκαμές» (το πρώτο βιβλίο που το γέννησε η δημιουργικότητα των ανθρώπων που ζουν στην πόλη – και πάψτε, κυρίως Έλληνες αλλά και ξένοι συγγραφείς να γράφετε όλη την ώρα για τα χωριά σας, δε θα γίνετε Φώκνερ ποτέ, δεν σας το έχει πει κανείς;) και διατρέχοντας έκτοτε κάμποσες πόλεις μέχρι να φτάσει στο σήμερα, καταδεικνύει με συναρπαστικό τρόπο ότι η ιστορία τους μπορεί κατά διαστήματα να μοιάζει με μια σειρά παλινδρομήσεων και ανακολουθιών αλλά στο τέλος δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια διαρκής εξέλιξη που δε θα πάψει ποτέ όσο και αν κάποιοι το ευαγγελίζονται – γυρίστε στα χωριά σας μωρέ, μας φάγατε τα σκώτια. «Αυτό που μοιάζει με χάος είναι συχνά κάτι αυτοοργανωμένο με σύνθετο και αόρατο τρόπο».
 

 
Οι πόλεις είναι αφύσικες ισχυρίζονται οι επικριτές τους που συνήθως θεωρούν πολύ φυσικό να έχουν καταναλώσει δύο καραφάκια τσίπουρο πριν τις 10:30, δεν είναι ας πούμε κατάλληλες για να μεγαλώσει ένα παιδί. Τι λέτε ρε; Στο κεφάλαιο όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει παραδείγματα του ζωικού βασιλείου που έχουν προσαρμοστεί απόλυτα στις συνθήκες των πόλεων, με τον πετρίτη να την έχει καταβρεί με τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης εκεί από οπού μπορεί να εντοπίσει απαρατήρητος τα θύματά του και να τα κατατροπώσει με άνεση αυξάνοντας έτσι καθοριστικά τον πληθυσμό του είδους του και τις συνθήκες διαβίωσής του, δεν μπορεί ένα παιδί να μετρήσει ήσυχο τα άστρα, επειδή έχει πολλά φώτα η πόλη ξέρω γω, χάνοντας έτσι την μαγεία της παιδικής και ανέφελης ηλικίας! «Μια λύση στην παρούσα κρίση που βιώνουμε είναι προφανώς η επαναφορά της φύσης στην πόλη. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, είναι επίσης επιτακτική ανάγκη να γίνει ο κόσμος μας πιο αστικός».
 
Η ιστορία των πόλεων είναι μια συνεχής κατάσταση προσαρμοστικότητας, η οποία κυρίως μέσα από παρεκβάσεις και λιγότερο παρεμβάσεις (ακριβώς όπως και ο καθηλωτικός λόγος του συγγραφέα) τις κάνει να ανθίζουν και να μην φυτοζωούν. Οι γοητευτικές παρεκβάσεις των ανθρώπων που ζουν στις πόλεις και αυτορυθμίζουν, σχεδόν ασυνείδητα, την συνύπαρξή τους μεγεθύνοντας την δημιουργικότητα τους και αμβλύνοντας τις όποιες διαφορές, σε συνδυασμό με την μετρημένη παρέμβαση από την κορυφή του κράτους προς τη βάση (η οποία χωρίς σωστή μελέτη συνηθέστερα καταστρέφει τους ιστούς που φτιάχνουν οι άνθρωποι παρά τους ενισχύει), τις καθιστούν απαράμιλλες. Ο συγγραφέας μέσα από μια σειρά καταπληκτικών ιστοριών γύρω από τις πόλεις, φαίνεται να καταλήγει σε αυτό που είχε καταδείξει και ο Jan Gehl με πιο «εργαστηριακό» τρόπο: ο δημόσιος χώρος και οι τρόποι που οι άνθρωποι μαθαίνουν να τον χρησιμοποιούν, είτε με την βοήθεια ενός κράτους-δασκάλου είτε αυτοδίδακτα, είναι το κλειδί που ξεκλειδώνει έναν μαγικό κόσμο – το μόνο που έχεις να κάνεις∙ γίνε η Αλίκη! 
 

 
Ο Μπεν Γουίλσον έγραψε ένα βιβλίο που ευτυχώς για μένα είχα την (επίκτητη) προδιάθεση να το αγαπήσω παράφορα. Όπως και συνέβη δηλαδή, χωριό που φαίνεται! Σίγουρα πάντως αν μεταφραστεί κάποιο από τα άλλα βιβλία του θα το αγοράσω οπωσδήποτε μιας και η αφηγηματική του δεινότητα είναι το κάτι άλλο. Οι παρεκβάσεις του, οι μεταπηδήσεις από το ένα θέμα στο εντελώς διαφορετικό, χωρίς να αλλοιώνει την ευχαρίστηση που λαμβάνεις είναι κάτι που το ζηλεύω πολύ και θα ήθελα να το κάνω και εγώ με σχετική επιτυχία. Έρχεται από τις εκδόσεις «Διόπτρα» σε μία σύγχρονη έκδοση που σηκώνει αλλεπάλληλες αναγνώσεις. Η μετάφραση είναι της Βιολέττας Ζεύκη και δείχνει τόσο συναρπαστική όσο και η ζωή στην πόλη. Αξίζει και μια μνεία στην επιμέλεια και στο γενικό σχεδιασμό του βιβλίου τα οποία φαίνονται με μια γρήγορη ματιά και είναι σημαντικό αυτό. Θέλω επίσης να αναφερθώ και στο ευρετήριο του βιβλίου. Κάθε ευρετήριο στα βιβλία είναι χρήσιμο (εκτός από κάποια που είναι άχρηστα) αλλά σπανίως θεωρώ ότι νιώθει ένας αναγνώστης την επιθυμία να τα χρησιμοποιήσει – είναι εκεί στην περίπτωση που αν, σαν το καλό σερβίτσιο που έχει αποκτήσει πλέον την αυτογνωσία ότι δεν έχει να περιμένει τίποτα καλό. Στο συγκεκριμένο βιβλίο όμως το ευρετήριο θα χρησιμοποιηθεί ευρέως, να μου το θυμηθείτε αυτό. Θα είναι για σας ο καλύτερος οδηγός πόλης – κινηθείτε βορειοδυτικά και ξεκινήστε αυτό το απίστευτο από κάθε άποψη βιβλίο, αξίζει όλα τα αστέρια μιας έναστρης νύχτας στο χωριό! 
 
[…] «Οι μεγάλες μητροπόλεις θεμελιώνονται πάνω σε στρώματα ιστορίας και σε μυριάδες εσωτερικές αντιθέσεις. Κανείς δεν γνωρίζει πώς λειτουργούν στ’ αλήθεια, παρά τις θεωρίες που διατυπώνονται γι’ αυτές εδώ και κάποιες χιλιετίες. Μοιάζουν τόσο ευάλωτες και ανεξέλεγκτες, αψηφώντας τη λογική και στο χείλος της αναρχίας και της κατάρρευσης. Τροφοδοτούνται από τους πόθους, τις αμαρτίες και τον εγωισμό μας όσο και από τους έλλογους εγκεφάλους και τις καλές προθέσεις μας. Είναι τρομακτικές και ακατάληπτες όσο και αναζωογονητικές και εμψυχωτικές. Είναι τόποι μεγάλοι, κακοί και αδυσώπητοι∙ αλλά είναι παράλληλα επιτυχείς και πανίσχυροι. Έχουν καταστήματα ερωτικών βοηθημάτων αλλά και όπερες, καθεδρικούς ναούς αλλά και καζίνα, στριπτιζάδικα αλλά και πινακοθήκες. Φυσικά, θέλουμε καλούς υπονόμους και λιγότερες πόρνες∙ αλλά μια καθαρμένη πόλη χάνει τον ηλεκτρικό της σπινθήρα. Η τραχύτητα, οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις μιας πόλης είναι εκείνες που της προσδίδουν έντονο ενθουσιασμό και παλλόμενη ενέργεια. Χρειάζεται τη βρομιά όσο και την καθαριότητα. Ως τόποι χαμηλής ηθικής και ακόμα χαμηλότερων καταγωγίων, αλλά και ως τόποι αίγλης και πλούτου, ο παράφωνος και ανησυχητικός χαρακτήρας των μεγάλων πόλεων είναι οι τροφοδότες της ενέργειάς της. Η πόλη είναι ουτοπία και δυστοπία μαζί».
 
Υ.Γ. 2666 Όλες οι φωτογραφίες προέρχονται από την ταινία του Βιμ Βέντερς «Η Αλίκη στις πόλεις», μια ταινία που όταν την είχα πρωτοδεί δεν με είχε ενθουσιάσει αλλά έκτοτε μιλά ύπουλα μέσα μου και την σκέφτομαι συχνά. Τότε βέβαια ζούσα και στο χωριό, τι άλλο να περίμενα. 
 



Σχόλια

  1. Πολύ σας ευχαριστώ για αυτή την παρουσίαση και για την τόσο τιμητική αναφορά στη μετάφραση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ σας ευχαριστώ που αναδείξατε με χάρη την μαγεία αυτού του βιβλίου. Περιμένουμε και άλλα :)

      Διαγραφή
  2. Το διαβάζω τώρα και μου αρέσει πολύ. Η ιστορία του κόσμου μεσα απο έναν άλλο φακό, αυτόν της πόλης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι που το απολαμβάνεις. Είναι ένα βιβλίο που γίνεται πολύ συναρπαστικό χωρίς να χάνει την ιστορική/ακαδημαϊκή του ματιά αλλά ούτε και εκείνη να καπελώνει την διασκέδαση. Και αυτό είναι μεγάλο πλεονέκτημα.

      Διαγραφή
  3. Ανώνυμος28.8.22

    Τι υπέροχο βιβλίο, ευχαριστώ για την σύσταση. Έξοχος αφηγητής ο Μπεν Γουίλσον σε παίρνει από το χέρι και σε ταξιδεύει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πολύ χαίρομαι που βοήθησα :) Είναι καταπληκτικός, περιμένω και άλλα βιβλία του να κυκλοφορήσουν, και ας μην είναι το θέμα τους τόσο ελκυστικό για μένα όσο είναι οι πόλεις.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!