Με ξέρετε αρκετά καλά πια, ποτέ δε θα προσπαθούσα να καταλάβω την περιοχή της ποίησης με την βία. Δεν χρειάζεται κάποιον να την «σώσει» – ακόμα και όταν αρκετές φορές στραγγαλίζεται από την ασφυκτική οίησή της – και είναι πάντα καλύτερα να ζει ανεξάρτητη και να διαβιεί όπως νομίζει. Σε άλλους ειρηνικότερους καιρούς είχα ξεχωρίσει αυτή την ποιητική συλλογή για τον υπέροχο τίτλο της και διαβάζοντας ένα δυο ποιήματα στα πεταχτά είχα πειστεί για την αφοπλιστική της απλότητα («Χαμηλόφωνα και απλά, τα ποιήματά του αποφεύγουν τόσο την υστερία όσο και την μεγαληγορία, υπενθυμίζοντας πως αν απαντήσουμε στο χάος με χάος, απλώς υποκύπτουμε στις δυνάμεις εκείνες στις οποίες πρέπει να αντισταθούμε»), σε σύγκριση με άλλους ποιητές εκείνης της ευρύτερης και πολύπαθης περιοχής της Ευρώπης, όπως φερ’ ειπείν είναι ο Μίλος ή ο Τσέλαν, κάπως ακατανόητοι για τα περιορισμένα γούστα και αντιληπτικά σύνορά μου. Την αγόρασα και δεν μετάνιωσα καθόλου. Αφήστε τον Ζμπίγκνιεβ Χέρμπερτ να γίνει ο πρεσβευτής που αξίζουμε μπας και ξεθωριάσει την ντροπή που αισθανόμαστε για αλλότρι(ωμεν)ες πρεσβείες. «Όπου υπάρχει καλύτερη τέχνη, υπάρχει και καλύτερη κυβέρνηση – αυτό είναι σαφές».
[…] Στόχος του ήταν, σε μια εποχή αλληλοσυγκρουόμενων βεβαιοτήτων, «να παρατηρήσει από κοντά και επίμονα τον κόσμο, τα κοινά αισθήματα απογυμνωμένα από κάθε προκατάληψη», όπως έγραψε ο ίδιος. Η προσπάθεια να «δει καθαρά την πραγματικότητα» τον οδήγησε στο ζήτημα της γλώσσας. Πώς θα μπορούσε να αποδοθεί η εμπειρία μέσω των λέξεων; «Καταλαβαίνετε, είχα αφθονία λέξεων για να εκφράσω την εξέγερση και τη διαμαρτυρία μου», εξήγησε σε κάποια συνέντευξή του. «Θα μπορούσα να είχα γράψει κάτι όπως “Ω εσείς, καταραμένοι κλπ. κλπ., που σκοτώνετε αθώους ανθρώπους, περιμένετε και θα δείτε∙ η δίκαιη τιμωρία θα σας κατακεραυνώσει”. Ήθελα όμως να διευρύνω τη συγκεκριμένη, ατομική, βιωμένη κατάσταση, ή μάλλον, να δείξω τις βαθύτερες, γενικές, ανθρώπινες διαστάσεις της». Η εισαγωγή και η μετάφραση (αν είναι ωραία, το διαλευκάνει το ποίημα «Μεταφραστής ποίησης») είναι του Χάρη Βλαβιανού και το βιβλίο έρχεται από τις εκδόσεις «Πατάκη». Σε μια τιμή (αν και αυτό που πρόκειται να γράψω δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία) πολύ πολύ χαμηλή, αδιανόητα χαμηλή – όλες οι υπόλοιπες τιμές ανήκουν δικαιωματικά στον σπουδαίο ποιητή!
Ο Χέρμπερτ σε μία συγκινητικά παράλληλη πορεία με τον αγαπημένο Καβάφη γράφει ποίηση υψηλότατης ποιότητας. Θα ήθελα να αποδελτιώσω περισσότερα αλλά προσπάθησα με κόπο να επιλέξω εφτά (η σειρά εμφάνισης, δική μου), κάπως ενδηκτικά της περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Συγχωρήστε με για τις παράπλευρες ποιητικές απώλειες∙ δεν λογίζονται καν μπροστά στις ανθρώπινες ζωές.
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ
Μια ρωγμή! φωνάζει ο Αυτοκράτορας στον ύπνο του και ο ουρανός του κρεβατιού που είναι στολισμένος με φτερά στρουθοκαμήλου αρχίζει να τρέμει. Οι στρατιώτες που βηματίζουν πάνω-κάτω στους διαδρόμους με τα σπαθιά έξω από τα θηκάρια πιστεύουν πως ο Αυτοκράτορας ονειρεύεται μια πολιορκία. Μόλις τώρα είδε μια ρωγμή στα τείχη και θέλει να εισβάλουν στο φρούριο.
Στην πραγματικότητα ο Αυτοκράτορας είναι τώρα μια ψείρα που ψάχνει στο πάτωμα για αποφάγια. Ξαφνικά βλέπει από πάνω του μια πελώρια μπότα έτοιμη να τον συνθλίψει. Ο Αυτοκράτορας ψάχνει μια ρωγμή για να κρυφτεί. Το πάτωμα είναι λείο και καθαρό.
Ναι. Τίποτα δεν είναι πιο συνηθισμένο από τα όνειρα των Αυτοκρατόρων.
Ο κ. COGITO. Η ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Εδώ και καιρό
ο κ. Cogito
φοράει τη ψυχή του
στο μπράτσο
αυτό φανερώνει
μια κατάσταση ετοιμότητας
η τοποθέτηση
της ψυχής στο μπράτσο
είναι μια λεπτή υπόθεση
πρέπει να γίνει
χωρίς μεγάλη σπουδή
ή γνωστές σκηνές
από πολέμους
εκκενώσεις
πολιορκημένες πόλεις
στην ψυχή αρέσει
να παίρνει διάφορες μορφές
τώρα είναι πέτρα
έχει βυθίσει τις δαγκάνες της
στο αριστερό χέρι του κ. Cogito
και περιμένει
μπορεί να εγκαταλείψει
το σώμα του κ. Cogito
όταν κοιμάται
ή η αναχώρηση
να συμβεί με το φως της ημέρας
όταν έχει πλήρη συνείδηση
αστραπιαία όπως το σφύργιμα
θρυμματισμένου καθρέφτη
προς το παρόν κάθεται
στο μπράτσο του
έτοιμη να πετάξει
ΑΠΟ ΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
Στην αρχή υπήρχε ο θεός της νύχτας και της τρικυμίας, μαύρο είδωλο χωρίς μάτια και μπροστά του χοροπηδούσαν γυμνοί και πασαλειμμένοι με αίμα. Αργότερα, στα χρόνια της δημοκρατίας, υπήρχαν πολλοί θεοί, με συζύγους, παιδιά, κρεβάτια που έτριζαν και ακίνδυνα αστροπελέκια που έσκαγαν στον αέρα. Στο τέλος μόνο κάτι δεισιδαίμονες νευρωτικοί κουβαλούσαν στις τσέπες τους αγαλματίδια από αλάτι, που παρίσταναν τον θεό της ειρωνείας. Δεν υπήρχε τρανότερος θεός τα χρόνια εκείνα.
Ύστερα κατέφθασαν οι βάρβαροι.
Και αυτοί επίσης απέδιδαν τιμές στον μικρό θεό της ειρωνείας. Τον έλιωναν με τη
φτέρνα τους και τον πρόσθεταν στα φαγητά τους.
Η ΝΙΚΗ ΠΟΥ ΔΙΣΤΑΖΕΙ
Η Νίκη είναι πιο όμορφη τη στιγμή
που διστάζει
το δεξί χέρι της όμορφο σαν διαταγή
ακουμπάει στον άνεμο
τα φτερά της όμως τρέμουν
Γιατί βλέπει
έναν μοναχικό νέο
ακολουθεί τα μακρόσυρτα χνάρια
ενός άρματος
πάνω σε γκρίζο δρόμο σε γκρίζο τοπίο
από βράχια και σκόρπια χαμόδεντρα
αυτός ο νέος σε λίγο θα χαθεί
τούτη κιόλας τη στιγμή η ζυγαριά της μοίρας του
γέρνει απότομα
προς τη γη
η Νίκη θα ήθελε πολύ
να τον πλησιάσει
και να τον φιλήσει στο μέτωπο
άλλα φοβάται πως αυτός
που ποτέ δεν γνώρισε τη γλύκα των χαδιών
σαν τη γευτεί
μπορεί πάνω στη μάχη
να τραπεί σε φυγή σαν τους άλλους
Κι έτσι η Νίκη διστάζει
και τελικά αποφασίζει
να παραμείνει στη στάση
που της δίδαξαν οι γλύπτες
γεμάτη ντροπή για το αναπάντεχο αίσθημα
αντιλαμβάνεται
πως αύριο με το χάραμα
το αγόρι αυτό πρέπει να βρεθεί
με το στήθος ανοιγμένο
μάτια κλειστά
και τον ξινό οβολό της πατρίδας του
κάτω από τη μουδιασμένη του γλώσσα
ΕΔΩΣΑ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΜΟΥ
Ήμουν πολύ νέος
και η κοινή λογική μού έλεγε
να μη δώσω τον λόγο μου
θα μπορούσα εύκολα να πω
ότι θα το σκεφτώ λίγο
προς τι η βιασύνη
δεν πρόκειται να φύγει κανένα τρένο
θα δώσω τον λόγο μου
μετά την αποφοίτησή μου
μετά τον στρατό
μετά τον γάμο
αλλά ο χρόνος εξερράγη
δεν υπήρχε το πριν
δεν υπήρχε το μετά
στο εκτυφλωτικό παρόν
έπρεπε να επιλέξεις
έτσι έδωσα τον λόγο μου
ο λόγος –
μια θηλιά γύρω από τον λαιμό μου
ο έσχατος λόγος
στις σπάνιες στιγμές
όταν τα πάντα είναι φως
και γίνονται διαφανή
σκέφτομαι:
«ο λόγος μου
πώς θα ήθελα
να έπαιρνα πίσω
τον λόγο μου»
δεν διαρκούν πολύ
ο άξονας του κόσμου στριγγλίζει
άνθρωποι σβήνουν
όπως και τόποι
και οι χρωματιστοί κύκλοι του χρόνου
όμως ο λόγος που έδωσα
έχει σφηνώσει στον λαιμό μου
ΠΡΟΣ ΤΙ ΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ
Ι
στο τέταρτο βιβλίο του Πελοποννησιακού πολέμου
ο Θουκυδίδης μάς αφηγείται μεταξύ άλλων
την ιστορία της αποτυχημένης εκστρατείας του
ανάμεσα σε μακρόσυρτες αγορεύσεις αρχηγών
μάχες πολιορκίες λιμούς
πυκνά δίκτυα μηχανορραφιών και διπλωματικών προσπαθειών
το επεισόδιο είναι σαν καρφίτσα
σε αχυρώνα
η ελληνική αποικία Αμφίπολη
έπεσε στα χέρια του Βρασίδα
επειδή ο Θουκυδίδης δεν έφτασε εγκαίρως
το τίμημα που πλήρωσε η γενέθλια πόλη του
ήταν ισόβια εξορία
οι εξόριστοι όλων των εποχών
γνωρίζουν τι σημαίνει το τίμημα
ΙΙ
οι στρατηγοί των πιο πρόσφατων πολέμων
αν κάτι ανάλογο συνέβαινε σε αυτούς
θα κλαψουρίζανε γονυπετείς μπροστά στην υστεροφημία
επικαλούμενοι την ανδρεία και την αθωότητά τους
θα κατηγορούσανε τους αξιωματικούς τους
ζηλόφθονους συνεργάτες
ενάντιους ανέμους
ο Θουκυδίδης αναφέρει μόνο
πως είχε επτά πλοία
πως ήταν χειμώνας
και πως σήκωσε αμέσως πανιά
ΙΙΙ
αν η τέχνη μπορεί να έχει ως θέμα της
ένα ραγισμένο βάζο
μία μικρή ραγισμένη ψυχή
σε βαθύ αυτοοικτιρμό
τότε ό,τι θ΄αφήσουμε πίσω μας
θα μοιάζει με τον λυγμό των εραστών
στο μικρό βρόμικο ξενοδοχείο
όταν η ταπετσαρία τοίχου ανατέλλει
ΡΩΣΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Ο τσάρος, ο πατερούλης μας, γέρασε, γέρασε πολύ. Δεν θα μπορούσε τώρα ούτε ένα περιστέρι να πνίξει με τα χέρια του. Καθισμένος στον θρόνο του έμοιαζε χρυσός και παγερός. Το γένι του μόνο μάκραινε και έφθανε στο πάτωμα και ακόμη παραπέρα.
Ύστερα κάποιος άλλος κυβερνούσε, δεν έγινε γνωστό ποιος. Κάποιοι περίεργοι έριχναν κλεφτές ματιές στο παλάτι από τα παράθυρα αλλά ο Κριβονόσοφ τα κάλυψε με αγχόνες. Έτσι μόνο οι κρεμασμένοι είχαν θέα.
Στο τέλος ο τσάρος, ο πατερούλης μας, πέθανε για τα καλά. Οι καμπάνες σήμαιναν και σήμαιναν, όμως δεν έβγαζαν έξω το σώμα. Ο τσάρος μας είχε γίνει ένα με τον θρόνο. Τα πόδια του θρόνου είχαν μπλεχτεί με τα πόδια του τσάρου. Το μπράτσο το δικό του και του θρόνου δεν ξεχώριζαν. Ήταν αδύνατον να τον ξεκολλήσεις. Και να θάψεις τον τσάρο μαζί με τον χρυσό θρόνο – τι ντροπή!
Υ.Γ. 2666 Αν μετά από όλα αυτά συνεχίζετε να αναρωτιέστε γιατί να αγοράσετε αυτή την ποιητική συλλογή ∙ «εκ πρώτης όψεως τα απλά ερωτήματα απαιτούν περίπλοκες απαντήσεις».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.