Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ReJoyce


 
 
Ακόμα δεν έχω απομυθοποιήσει τον Τζέημς Τζόυς, κάποια στιγμή θα γίνει και αυτό, όλοι απομυθοποιούνται στο τέλος, και ο εαυτός μας μαζί – απλώς η σειρά απομυθοποίησης καθορίζει και την επιτυχή ή μη έκβαση του μυστήριου ετούτου πειράματος για το οποίο ελάχιστες οδηγίες χρήσεως έχουν γραφτεί· φρόντισε τουλάχιστον να απομυθοποιηθείς πρώτος, δες το και λίγο εγωιστικά! Έτσι, συνεχίζω να διαβάζω με ευχαρίστηση και θαυμασμό πράγματα για τον Τζόυς, συν τοις άλλοις επιμένω να αγαπώ την ιρλανδική και την ιταλική λογοτεχνία, μην με ρωτάτε τι και πώς, απλώς συμβαίνει· εξάλλου, Έλληνας είμαι, υπήρχε περίπτωση να μου αρέσει η ελληνική λογοτεχνία; «Οι Ιρλανδοί, καταδικασμένοι να εκφράζονται σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική τους, τη σφράγισαν με το πνεύμα τους και ανταγωνίστηκαν άλλες πολιτισμένες χώρες για τη δόξα. Αυτό ονομάστηκε τελικά αγγλική λογοτεχνία. Ο Σάμιουελ Μπέκετ, χρόνια αργότερα, υπήρξε ακόμη πιο εύγλωττος. Είπε ότι η Καθολική Εκκλησία και η αγγλική κυριαρχία “γαμήσανε τους Ιρλανδούς συγγραφείς, αλλά τους οδήγησαν στη δόξα”».  
 
Η Έντνα Ο’ Μπράϊεν είναι μια σπουδαία Ιρλανδή συγγραφέας όπου στην Ελλάδα ατύχησε εντελώς γιατί χρόνια τώρα μας παρουσιάζεται ως μια γκρινιάρα και φλύαρη γυναίκα όπως συνηθίζεται εξάλλου να παρουσιάζονται οι γυναίκες εντός και εκτός βιβλίων. Αν δεν είχε γράψει την μελέτη για τον Τζόυς δε θα της έδινα καμία σημασία, αφού η πλειονότητα των βιβλίων της στην Ελλάδα παρουσιάζονται σαν απίθανες καρικατούρες που θα έκαναν ακόμα και την Δημουλίδου σε μια άτυπη σύγκριση μαζί της να πιστέψει ότι είναι τουλάχιστον εφάμιλλη του Ντοστογιέφσκι – που έτσι και αλλιώς το πιστεύει, τρομάρα της! Πρόσφατα αγόρασα τις «Μικρές κόκκινες καρέκλες» και θα βάλω στο πρόγραμμα και άλλα δικά της, προσπαθώντας να επανορθώσω την αδικία. Μια ακόμα βιογραφία για τον Τζόυς λοιπόν τι έχει προσθέσει; Σίγουρα έχει να αφαιρέσει… την φλυαρία! Όση ώρα ο Ρίτσαρντ Έλμαν θα μας πληροφορούσε για την ζωή του Τζόυς όταν πήγαινε Ε’ Δημοτικού, η Έντνα Ο’ Μπράϊεν κατάφερε σε μόλις 200 σελίδες να φτιάξει ένα εκπληκτικό πορτραίτο, ενός νεαρού στις καρδιές μας καλλιτέχνη. Ακόμα και αν δεν είναι φλύαρη όμως, είναι συναισθηματικιά (άλλο παγιωμένο γυναικείο χαρακτηριστικό) και έτσι με μια φράση συνοψίζει και επεξηγεί(!) αρκετό μέρος του «Οδυσσέα». «Είναι σχεδόν αδύνατο να συλλάβει κανείς την άνοδο και την πτώση της ερωτικής ορμής σε κάποιον· και στην περίπτωση του Τζόυς είναι όχι μόνον αδύνατο, αλλά προξενεί πλήρη σύγχυση». 
 
Όσοι δεν διαβάζουν τον «Οδυσσέα» (δε) το κάνουν γιατί φοβούνται ότι δε θα καταλάβουν πολλά και θέλουν να είναι προετοιμασμένοι με πλήθος πληροφοριών, τις οποίες με την σειρά τους βαριούνται να επεξεργαστούν, γιατί αν είναι να μελετήσεις διεξοδικά για να διαβάσεις ένα βιβλίο, καλύτερα να μην το ξεκινήσεις καθόλου! Η Ο’ Μπράϊεν σε αντίθεση με τον Έλμαν που σου μετέφερε κυρίως πληροφορίες, σου μεταφέρει και το πάθος για να τον διαβάσεις. Και αυτό είναι το μόνο που χρειάζεσαι πραγματικά για να διαβάσεις τα βιβλία του. Αν θες εξαντλητικές πληροφορίες γύρω από τη ζωή ενός συγγραφέα για να απολαύσεις ένα λογοτεχνικό κείμενο, καλύτερα στήριξε τον Αγώνα του Νορβηγού Προυστ, ξέρω εγώ, και άσε τα προύστικα κατά μέρος. «Οι πειραματισμοί του Μαρσέλ Προυστ δεν του έφταναν. Είχε πει γι’ αυτόν: “Αναλυτικές νεκρές φύσεις. Ο αναγνώστης ξέρει πώς θα τελειώσει μια φράση πριν από κείνον”».
 
Η Έντνα Ο’ Μπράϊεν μέσα από σύντομα κεφάλαια διατρέχει όλα τα σημαντικά κεφάλαια της ζωής του Τζόυς, χωρίς να ξεχνάει ότι γράφει και η ίδια ένα γοητευτικό και αξιόλογο κείμενο. Έτσι λοιπόν δεν αναλώνεται μες στες πολλές κινήσεις και ομιλίες της ζωής του Τζόυς, αλλά εστιάζει και σε εκείνη την τζοϋσική ζωή που ανθίζει μέσα στα έργα του, προσπαθώντας να την μετατρέψει από μια ξένη φορτική για τους περισσότερους αναγνώστες σε κάτι που αξίζει να βιώσεις ολοκληρωτικά μέσω του γραπτού λόγου.
 
[…] «Ήρωας και ηρωίδα είναι η γλώσσα σε συνεχή ροή, με μια εκτυφλωτική δεξιοτεχνία βιρτουόζου. Όλες οι γνωστές θεωρίες περί υπόθεσης, χαρακτήρων, πλοκής, πόλωσης στην σκιαγραφία των ηρώων αναποδογυρίζονται. Συγκριτικά, τα περισσότερα άλλα έργα του πεζού λόγου που στηρίζονται στη μυθοπλασία είναι λιπόψυχα. Ο Φώκνερ πίστευε ότι είναι κληρονόμος του Τζόυς. Και ενώ αυτή η εναγώνια αναζήτηση ανάσας στη γλώσσα του Φώκνερ είναι συγκρίσιμο μέγεθος με τον Τζόυς, οι χαρακτήρες του Τζόυς έχουν μια ανθρωπιά που γραπώνει την ψυχή με μεγαλύτερη δύναμη, και το Δουβλίνο του δεν είναι απλώς ένα παραπέτασμα στο βάθος πάνω στο οποίο προβάλλεται η γεμάτη μικροατασθαλίες ζωή τους, αλλά έχει πλούτο και μουσικότητα, όπως και οι ίδιοι. Κανένας συγγραφέας δεν αναδημιούργησε μια πολιτεία με τέτοια εκτυφλωτική λάμψη και τέτοια βουλιμική διάθεση».
 


Ό, τι και να πει στους ανυπόμονους αναγνώστες όμως εκείνοι θα συνεχίσουν να κάνουν τα ίδια τραγικά λάθη, λες και πρόκειται για σκουριασμένο κρατικό μηχανισμό. «Άλλο ένα κραυγαλέο παράδειγμα που διαιωνίζει το λάθος να προσπαθεί να ερμηνεύσει ή να αναλύσει κανείς τεμαχίζοντας, έστω και μια γραμμή του Τζαίημς Τζόυς». Κόψτε τις αναλύσεις και τις μαλακίες, και διαβάστε αυτόν τον σπουδαίο συγγραφέα. Ή έστω δώστε μια ευκαιρία, μαζί και εμένα, στην Έντνα Ο’ Μπράϊεν, φαίνεται να διαθέτει την ιρλανδική στόφα και αυτό από μόνο του αρκεί. Το βιβλίο δεν κυκλοφορεί πια από τις εκδόσεις «Νεφέλη», σε ωραία μετάφραση της Μαρίας Τσάτσου. Και ξέρω πόσο θα θέλατε να διαβάσετε ένα ακόμα βιβλίο για τον Τζόυς – μη μου στεναχωριέστε βρε κουτά, κυκλοφορεί ο ίδιος ο Τζόυς!
 
[…] Ένας συγγραφέας, και μάλιστα ένας μεγάλος συγγραφέας, νιώθει και περισσότερο, αλλά και λιγότερο, τον ανθρώπινο πόνο, γιατί γι’ αυτόν γράφει, ενώ ταυτόχρονα είναι μέσα σ’ αυτόν». 
 

 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!