Τι, μόνο η Ελλάδα θα ζει τον μύθο της; Ναύλωσε τώρα το ταξίδι σου για μέσα Μαΐου που τα κρούσματα θα είναι μόλις 1000 ημερησίως και κάνε την επανάστασή σου τρώγοντας κιμά γαρίδας αντί για χοιρινό σουβλάκι – Υγεία, Ναύλα, Επανάσταση! «Όλα εδώ είναι περασμένα, αλλά την ίδια στιγμή παρόντα. Η Ιστορία εδώ έχει τη μορφή μιας τριπλής άρνησης. Μιας αμεριμνησίας την οποία η πόλη η ίδια μοιάζει να επαναλαμβάνει ξανά και ξανά: δεν το θυμάμαι – δεν με αφορά – δεν το γνωρίζω». Τα κρυφά σχολειά τελούν χρόνια υπό καταληψία και είναι κάπως αναμενόμενο να μπερδεύεις τον Γέρο του Μοριά με τον Νέγρο του Μοριά. Το να ζεις μόνο με τους μύθους είναι το ίδιο σκληρό όπως το να ζεις μόνο με την πραγματικότητα. Και δεν είναι σώνει και ντε απαραίτητο να διαλέξεις μια από τις δυο πλευρές. Μπούκωνε το μπισκότο σουπιάς και κάνε την πάπια. Διάβασα το συγκεκριμένο βιβλίο στον απόηχο των εορταστικών εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από το 1821 και πολύ χάρηκα με την χρονική συγκυρία. Επίσης, ταυτίστηκα με μια σύντομη κριτική στο Goodreads που έλεγε «Fans of Bolano would love this»· βέβαια, λίγο πιο κάτω είδα έναν Έλληνα αναγνώστη να λέει ότι «…είναι αρκετά επηρεασμένο από Κάφκα» – και μετά μου λέτε ότι κάποιοι Έλληνες δεν ζουν ολότελα στον μύθο τους!
Ο Χρήστος Χρυσόπουλος σε αυτή την μικρή νουβέλα του επιδίδεται σε κάποιες αξιοπρόσεκτες ασκήσεις ύφους που όντως φέρνουν αμυδρά στο μυαλό κάποια έργα του Μπολάνιο, όπως το «Μακρινό αστέρι» συνδυαστικά με την (διασκεδαστικότατη, για μένα) «Ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική». Ένας νεαρός, που δεν είχε δώσει δικαιώματα στην γειτονιά, λίγο μονήρης και νευρωτικός, μα έξυπνος και ευαίσθητος αποφασίζει να καταστρέψει τον Παρθενώνα πριν τον τσιμεντώσει ολότελα η Υπουργός Πολιτισμού και ξέρει ότι αυτή θα είναι η μόνη πράξη που θα είναι πραγματικά δική του, γιατί όπως λέει οι επιτυχίες καρπώνονται μονίμως από άλλους και οι αποτυχίες δεν επιτρέπονται πια σε κανέναν.
[…] «Συμβαίνει με αυτόν ό,τι συμβαίνει πολλές φορές με τις προσφιλείς μας εξιδανικεύσεις. Ακούς συνέχεια γύρω σου πόσο τέλειος είναι, όλοι τονίζουν πως δεν υπάρχει ψεγάδι επάνω του, όλοι τον λατρεύουν. Εσύ δεν καταλαβαίνεις. Ζητάς να σου εξηγήσουν και εκείνοι επαναλαμβάνουν τα ίδια βαρύγδουπα επίθετα. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Στο τέλος το πιστεύεις και εσύ. Ακόμα κι αν έχεις ενδοιασμούς, αργά ή γρήγορα θα συναινέσεις. Γιατί είναι δύσκολο να διαφωνείς εκεί όπου όλοι συμφωνούν, και αν όλοι υποδεικνύουν εμφατικά πως είναι άριστος, στο τέλος συμφωνείς, γιατί δεν αντέχεις να σε κατατάσσουν στους αδαείς, στους ανόητους ή στους αντιδραστικούς. Έτσι λοιπόν αρχίζεις κι εσύ το παραμύθι, και τελικά όχι μόνο το πιστεύεις, μα γίνεσαι υπερασπιστής του μύθου του. Σαν εμάς όλους». Σε καταλαβαίνω απόλυτα Χρήστο μου, είμαι και εγώ μέλος στην μεγαλύτερη, δημοφιλέστερη, αγαπησιάρικη και πιο σημαντική βιβλιοφιλική ομάδα του facebook και ξέρω καλά πόσο χρήσιμο είναι το γλείψιμο για να γίνεις αρεστός, αλλά σου ορκίζομαι τούτο, ποτέ μου δε θα υποταχθώ σε αυτή την σκλαβιά, θα κάνω την επανάστασή μου!
Αν και η νουβέλα γράφτηκε μετά την κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων στην Αμερική και αναπόφευκτα το έχεις αυτό στο πίσω μέρος του μυαλού σου, η στόχευση του Χρυσόπουλου σαφώς φτάνει πολύ πιο πέρα από την τρομοκρατική ενέργεια εναντίον ενός συμβόλου – χωρίς να είναι συγκρίσιμα τα μεγέθη, ούτε σε συμβολικό επίπεδο ούτε σε πραγματικό, μιας και στην μία περίπτωση χάθηκαν χιλιάδες ζωές παρότι η πραγματική καταστροφή του ενός συμβόλου υπολείπεται κατά πολύ μπροστά στην υποτιθέμενη του άλλου συμβόλου – εδώ έγκειται και η μεγάλη διαφορά μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Τέλος πάντων, η ενέργεια του βομβιστή εκκινεί από μια παρότρυνση του ποιητή Γιώργου Β. Μακρή, ο οποίος όταν ήταν 21 ετών (όσο και ο βομβιστής όταν πραγματοποιεί το εγχείρημά του) γράφει μια Προκήρυξη στην οποία παροτρύνει όποιον άνθρωπο θέλει και μπορεί να ανατινάξει τις αρχαιότητες και να αποτινάξει την Αρχαιότητα από πάνω του – μην σας μπαίνουν ιδέες τώρα που άνοιξαν οι αρχαιολογικοί χώροι, αν και δεν νομίζω να συμβεί κάτι, γιατί ελάχιστοι τους επισκέπτεστε, εξάλλου αυτό σημαίνει να είσαι Έλληνας. Αυτό είναι και το ενδιαφέρον του βιβλίου, ένας καίριος αναστοχασμός πάνω στην κληρονομιά μας και στις δυσεπίλυτες συνδηλώσεις της. Ο Χρήστος Χρυσόπουλος μπλέκει τα μυθοπλαστικά στοιχεία με τα πραγματολογικά της βασανισμένης ζωής του Γιώργου Μακρή, τις αφηγήσεις των φίλων του (του Λεωνίδα Χρηστάκη και άλλων), τα ντοκουμενταρίστικα στοιχεία που έπονται της βομβιστικής ενέργειας, κλπ, φτιάχνοντας ένα υβριδικό βιβλίο που έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Και τι κατάφερε τελικά με όλα αυτά; Να με κάνει να θέλω ακόμα πιο πολύ τα Γραπτά του Γιώργου Μακρή. Όποιος μου τα βρει, κατεδαφίζω τον Λευκό Πύργο για χάρη του!
[…] «Στο τέλος του Γενάρη του 1968 έρχεται σπίτι μου το μεσημέρι. Είναι χλομός και αδυνατισμένος. Τρώμε και μετά μου λέει: “Είναι ντροπή να μην μπορώ να δώσω ένα αποφασιστικό τέλος στη ζωή μου”. Και φεύγει. Του τηλεφωνώ συνεχώς. Δεν απαντά. Αργά στις 31 του ίδιου μήνα μού τηλεφωνούν ότι έπεσε από την ταράτσα του σπιτιού του. Στην ερώτηση του θυρωρού είχε απαντήσει: “Κατεβαίνω αμέσως”».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.