Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

My name is Alice


Είτε είσαι ο Alice Cooper είτε ο Big Alice είτε η εκπληπτική Milla Jovovich κάτω από την ομπρέλα των ταινιών φρανσάιζ «Resident Evil», το όνομα Alice δεν μπορεί πια να έχει παρά μόνο μία πηγή. Δεν μπορούμε πλέον να είμαστε σίγουροι αν ο Λιούις Κάρολ υπήρξε διαφθορέας αθώων κορασίδων που τις δελέαζε με λεκτικές καραμελίτσες κάτω από τα παραλίμνια δέντρα, αλλά αυτό που ξέρουμε είναι ότι έχει διαφθείρει την φαντασία εκατομμυρίων ανθρώπων ανεξαρτήτως φύλου. Και η φαντασία, όπως και το καλοκαίρι στην Ελλάδα, είναι ένα state of mind. «Μη με ζαλίζεις», είπε η Αλίκη κοιτώντας γύρω της και προσπαθώντας χωρίς επιτυχία να δει από πού ερχότανε η φωνή· «αφού σ' αρέσουνε τόσο πολύ τα λογοπαίγνια, γιατί δεν κάνεις κανένα εσύ;»

Πριν από όλα, θα ξαναμιλήσω παντού και πάντα, γι' αυτές τις ηλίθιες διασκευές που αποστεγνώνουν κάθε δημιουργική φαντασία για χάρη του χρήματος και της ματαιοδοξίας ατάλαντων ή μισοταλαντεύομενων διασκευαστών/διασκεδαστών. Όταν ήμουν μικρός κυκλοφορούσαν κάτι τσίχλες σε σχήμα και όψη τσιγάρου, αυτό ακριβώς μου θυμίζουν ΟΛΕΣ οι διασκευές σε αυτά τα εμβληματικότατα έργα – σου δίνουν την ψευδαίσθηση της προσποίσης του καπνίσματος χωρίς να υπάρχει ίχνος εθισμού από την χρήση του. Κι όμως, η δημιουργική φαντασία είναι πρωτίστως εθισμός· αν είναι να το κάνεις, να το κάνεις σωστά. Έχω μια προβοκατόρικη απορία όμως και όποιος άνθρωπος μπορεί παρακαλώ να με διαφωτίσει. Γιατί δεν υπάρχουν διασκευές των βιβλίων του Χάρι Πότερ; Από όσο ξέρω στα ελληνικά δεν υπάρχουν, δεν ξέρω τι παίζει εκτός συνόρων. Γιατί το κακόμοιρο 5χρονο να μην απολαύσει την μαγεία του μικρού μάγου; Δεν το λαχταρά η αθώα ψυχούλα του; Γιατι λοιπόν να κατακρεουργούνται συστηματικά εμβληματικά έργα όπως ο Γκιούλιβερ, η Αλίκη και ο Μόμπι Ντικ και άλλα εξίσου δημοφιλή (αλλά όχι τόσο αριστουργηματικά) βιβλία να παραμένουν αρτιμελή; Πότε θα σταματήσει αυτή η μαλακία;; Ήρεμα ρωτάω! «Παραέχει πιπέρι αυτή η σούπα», μονολόγησε η Αλίκη, όσο καλύτερα μπορούσε ανάμεσα απ' τα φτερνίσματά της. 
 

Το πιο όμορφο παιχνίδι που έχουν τα παιδιά και μπορούν να το απολαμβάνουν ακόμα και χαλασμένο – ίσως ακόμα περισσότερο, τότε – είναι η γλώσσα, και αυτό πολλοί λίγοι άνθρωποι, και ακόμα λιγότεροι γονείς, το αντιλαμβάνονται. Όσες συζητήσεις και αν γίνουν γιατί τα παιδιά ως ενήλικες πλέον δεν διαβάζουν λογοτεχνία, κρύβεται εκεί· ό,τι σπουδαίο μπορεί να χτίσει κάποτε μια ανθρώπινη γλώσσα, πρέπει να θυμούνται παιδιά και ενήλικες, ότι φτιάχτηκε από το παιχνίδι με τα σπασμένα και ελαττωματικά κομμάτια της.

[...] «Όταν εγώ χρησιμοποιώ μια λέξη», είπε ο Χάμπτυ Ντάμπτυ με υπεροπτικό τόνο, «σημαίνει ακριβώς ό,τι διαλέγω να σημαίνει – τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο».
«Το ερώτημα είναι», είπε η Αλίκη, «αν μπορείς να κάνεις τις λέξεις να σημαίνουν τόσο διαφορετικά πράγματα».
«Το ερώτημα είναι», είπε ο Χάμπτυ Ντάμπτυ, «ποιος είναι ικανός να το κάνει, αυτό είναι».


Η ικανότητα του Κάρολ να μιλάει στις καρδιές των παιδιών και στις παιδικές καρδιές μας είναι το κάτι άλλο. Πάνω απ' όλα, τα βιβλία του είναι αφιερωμένα στην γλώσσα που την διέπει ταυτόχρονα η λογική και η ευαισθησία, το nonsense και τα μαθηματικά – που για μένα στο σχολείο αλλά ακόμα και σήμερα, αυτά τα δύο τελεύταια συνυπάρχουν αρμονικά! Αυτό που με στεναχωρεί είναι η πικρή διαπίστωση ότι δε θα μπορέσει να αναπτύξει τον χαρακτήρα του Χάμπτυ Ντάμπτυ, ενός φοβερού τύπου που θα μας έδινε κάτι ακόμα πιο αριστουργηματικό, αν είναι ποτέ δυνατόν κάτι τέτοιο.

[...] «Φαίνεται πως για κείνον η κυριολεκτική σημασία, λ.χ., των παρομοιώσεων και των μεταφορών έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και η εικόνα της κυριαρχεί. Έτσι, στην Αλίκη ο Carroll, μετατρέποντας τις παρομοιώσεις και τις μεταφορές σε κυριολεξίες, στην ουσία αφαιρεί τη μεταφορικότητα απο τη μεταφορά. Δίνει την εντύπωση πως παρατηρεί την γλώσσα, σαν ξένος ή σαν παιδί, λες κι αδυνατεί να καταλάβει τη μεταφορικότητα ως λειτουργία, ξαφνιάζεται και παίρνει τις λέξεις «τοις μετρητοίς». Το αποτέλεσμα είναι ότι γράφει όπως τον διαβάζουν τα παιδιά».

Όταν πιάνεις να μεταφράσεις τέτοια βιβλία δεν αρκεί να είσαι απλώς μεταφραστής, όλοι το ξέρουμε αυτό. Ευτυχώς δεν πέσαμε σε φόλες, άγιο είχαμε. Τις «Περιπέτειες της Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» μετέφρασε η σπουδαία Έφη Καλλιφατίδη ενώ την «Αλίκη μες στον καθρέφτη» ο Σωτήρης Κακίσης που είχε μεταφράσει πολύ όμορφα και τον «Μάγο του Οζ». Κυκλοφορεί και μια διπλή έκδοση/μετάφραση της Παυλίνας Παμπούδη από εκδόσεις «Printa», η οποία έχει ήδη δώσει τα διαπιστευτήριά της από το «Εγχειρίδιο γατικής πρακτικής» και φυσικά θα τη τιμήσουμε δεόντως στο μέλλον. Η έκδοση του «Ιδεογράμματος» είναι καταπληκτική, με ένα χάρτινο εξώφυλλο να κρύβει αναπάντεχα εντός του ιλουστρασιόν σελίδες, και ένα σπουδαίο επίμετρο στο τέλος του, της Έλενας Αναστασάκη. Ολοκληρώνεται με την εικονογράφηση του Arthur Rackham, εξίσου δημοφιλή και άρτια με εκείνη του Τζον Τένιελ που κοσμεί την πρωτότυπη έκδοση· και δίνει τα χρώματα και τους τόνους στην έκδοση της «Ερατώς», εκδόσεις που μας χαρίζουν πάντα μια σταθερή ποιότητα εξωτερικά, παρά τα όποια λάθη γίνονται σποραδικά στις επιμέλειες και τις μεταφράσεις.

Όταν διαβάζω τόσο όμορφα βιβλία, έχω μια χαρά που αποκεφαλίζει.

«Αν χαμογελούσε παραπάνω, ίσως οι άκρες των χειλιών του να συναντιόντουσαν από πίσω», σκέφτηκε, «και τότε δεν ξέρω τι θα πάθαινε το κεφάλι του! Φοβάμαι πως θα κοβότανε!»

Η Αλίκη και τα βιβλία της είναι ένα όνειρο.- 
 

Υ.Γ. 2666 Όσοι δεν έχετε διαβάσει καθόλου... Τα ταξίδια της Αλίκης και του Γκιούλιβερ στις Χώρες των Θαυμάτων ή τα έχετε διαβάσει σε γελοίες διασκευές, παρακαλώ να με κάνετε unfriend και unfollow από τα μέσα κοινωνικής δικτυώσης, για να μην κουράζομαι. Με ανώμαλους δεν μιλάω!

Υ.Γ. 49 Το επίμετρο του «Ιδεογράμματος» έχει για μότο μια εκπληκτική φράση από τον «Απάνθρωπο» του Γιώργου Βέλτσου και καλό είναι να υπάρχει και εδώ γιατί εν ολίγοις εξηγεί το έργο του Κάρολ και εν πολλοίς εξηγεί πολλά περισσότερα! «Η μεταφορά ενδείκνυται όταν η κυριολεξία είναι τόσο επεξηγηματική ώστε να ενέχεται ακόμη και για παρανοήσεις· πράγμα που η μεταφορά το επιδιώκει».

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !