Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Θείο δράμα

 
Ο Θε(ατρ)άνθρωπος των ημερών, για μένα, είναι αναμφίβολα ο Πιραντέλλο. Βαριέμαι θανάσιμα την παρακολούθηση θεάτρου, ενώ την ανάγνωση θεατρικών κειμένων την βαριέμαι οριακά πριν αρχίσουν να νεκρώνονται τα εγκεφαλικά μου κύτταρα· δηλαδή την ανέχομαι κάπως πιο εύκολα. Έτσι λοιπόν, εγκλωβισμένος στο λεωφορείο που με έφερνε ολοένα πιο κοντά στο ετήσιο θέατρο με τα καψαλισμένα αρνιά, τα 12 Ευαγγέλια και τα 120 καγκέλια με συνοδεία παράφωνου κλαρίνου, αναζήτησα σε έναν συγγραφέα μερικά θεατρικά πρόσωπα που θα μου πρόσφεραν σύντομη ευδαιμονία, όμως ο αποτρεπτικός τίτλος του βιβλίου έλεγε ότι τα πρόσωπα ήταν εκείνα που αναζητούσαν συγγραφέα, holy shit, την κάτσαμε την βάρκα!
 
Εντούτοις, τα θαύματα, ναι, υπάρχουν, και δεν χρειάζεται να ακολουθούν ηλίθιες τυπολατρίες, σκάνε σαν τα πυροτεχνήματα πριν καν ο παπάς προλάβει να ψελλίσει ότι ο Χριστός αναστήθηκε – αν και το γεγονός ότι δεν αφήνουν τον παπά να ολοκληρώσει τον θείο λόγο του έγινε πλέον, επίσης, μια ηλίθια τυπολατρία. Θαύμα των θαυμάτων! Τι αριστουργηματάρα είναι αυτή! Αριστουργηματάρα! Και όσοι επιμένετε να μην (με) πιστεύετε, θα το ξαναπώ: αριστουργηματάρα! Γίνεται τρελή κατάχρηση της λέξης «αριστούργημα», σχεδόν τόση κατάχρηση όση γίνεται και με την λέξη «κατάνυξη» κατά την περίοδο του Πάσχα. Όσοι την επικαλούμαστε έχουμε στο μυαλό μας διαφορετικά πράγματα, αν και οι περισσότεροι θεωρούμε αριστουργήματα εκείνα με μια πρωτοτυπία που συνηθέστερα εκπηγάζει από συγγραφικές καινοτομίες «εργαλειακής» υφής, από ένταξη σε σκληροπυρηνικά και δημοφιλή λογοτεχνικά ρεύματα, από λαβυρινθώδεις και ακατανόητες δομές, κλπ. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια τείνω να πιστεύω ότι θεωρούμε αριστούργημα κάθε τι πολυσέλιδο , βλέπε π.χ. Όστερ... 4 3 2 1... μπλοκ! 
 

 
Εκείνο που με εντυπωσιάζει είναι το αριστούργημα που σε κερδίζει με ένα καταφρονημένο στοιχείο: την απλότητα. Διαυγής, ανεπιτήδευτη απλότητα. Ο Πιραντέλλο παρότι έχει γράψει ένα σωρό «ετερόκλητα» αριστουργήματα, εδώ το πετυχαίνει με θαυμαστή ικανότητα. Γεγονός! Όμως, όπως λέει και ένας ήρωας του βιβλίου, «τα γεγονότα είναι όπως τα σακιά, δεν στέκονται άδεια. Για να σταθεί ένα γεγονός πρέπει να το γεμίσουμε πρώτα με τις σκέψεις και τα αισθήματα που το προκάλεσαν». Ο Πιραντέλλο λοιπόν γράφει ένα διασκεδαστικό φιλοσοφικό δοκίμιο για όσους αγαπούν το θέατρο και τις συμβάσεις του, αλλά και για όσους δεν το αγαπούν· ακόμα, για τις συμβάσεις που διέπουν την σχέση πραγματικότητας-φαντασίας· για τις πολλαπλές ταυτότητες των ανθρώπων· για την ίδια την σκέψη και τις θεότρελες λειτουργίες της· για την Ανάσταση Κυρίου, όμως, δεν λέτε τίποτα κυρ Λουίτζι μας! 
 
 
Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα – κυριολεκτικά. Πέρα από τα άλλα θετικά του βιβλίου, συμπεριλαμβανομένου του παράξενου τίτλου που βλέπεις σταδιακά και έκπληκτος να πραγματώνεται θαυμαστά κατά την πορεία της ανάγνωσης, το συγκεκριμένο βιβλίο θα καταγοητεύσει κάθε βιβλιόφιλο που σκέφτηκε κάποτε τι να γίνονται άραγε οι ήρωες που τόσο αγάπησε, καθώς και κάθε συγγραφέα ο οποίος καταλαμβανόμενος ενίοτε από writer's block παράτησε σύξυλους, χαρακτήρες που είχε ήδη προλάβει να διαμορφώσει μερικώς.
 
[...] Άρα γιατί απορείτε μαζί μας; Φανταστείτε τη δυστυχία ενός θεατρικού προσώπου που γεννήθηκε στη φαντασία ενός συγγραφέα, ο οποίος αρνήθηκε να του χαρίσει ζωή γράφοντας την ιστορία του. Πείτε μου αν ένα τέτοιο πρόσωπο, μετέωρο, δημιουργημένο μεν αλλά χωρίς ζωή, δεν έχει δικαίωμα να κάνει αυτό που κάνουμε εμείς τώρα εδώ, μπροστά σας! Σας λέω ότι πολλά χρόνια προσπαθήσαμε να κάνουμε το ίδιο στο συγγραφέα για να τον πιέσουμε, να τον πείσουμε, πρώτα εγώ, μετά αυτή (Δείχνει την Κόρη) και μετά η καημένη η μάνα... 
 
 
Κατά τη διάρκεια πρόβας έργου του Πιραντέλλο («Πάνε οι καλές εποχές που φέρναμε ωραία έργα από τη Γαλλία. Τώρα καταντήσαμε να παίζουμε μόνο Πιραντέλλο, που ανάθεμα και αν τον καταλαβαίνει κανένας! Λες και το κάνει επίτηδες, να μην αρέσει το έργο ούτε στους ηθοποιούς, ούτε στο κοινό, ούτε στους κριτικούς!»), έξι μυστηριώδη πρόσωπα εμφανίζονται ολοζώντανα στην σκηνή (παρόλο που είναι οι φανταστικοί απόκληροι ενός ταλαιπωρημένου συγγραφικού μυαλού) και ζητούν από τον θιασάρχη-σκηνοθέτη, έναν συγγραφέα που θα τους επιτρέψει να δώσουν ζωή στο δράμα τους. Μπορεί τα Πρόσωπα να βιώνουν το βαρύ προσωπικό τους δράμα αλλά δεν είναι ηθοποιοί, έτσι ο θιασάρχης-σκηνοθέτης αποφασίζει να το ενσαρκώσει με τους ηθοποιούς του θιάσου του, που δεν δείχνουν και ιδιαίτερα ενοχλημένοι στην προοπτική να παρατήσουν τον «ακατανόητο» Πιραντέλλο. Ο Πιραντέλλο (ο κανονικός, έξω από το κείμενό του!) βρίσκει μια θαυμάσια ευκαιρία να αναλύσει την θεατρική τέχνη και να την καταστήσει κατανοητή στον πλέον αδαή – και παράφρονα, που επιμένει να την αρνείται, ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δε θίγουμε. Διάκριση θεάτρου και αφήγησης («Φυσικά, θα ήταν πολύ πιο εύκολο κάθε πρόσωπο να κάνει έναν μονόλογο ή κάτι σαν διάλεξη και να ξεφουρνίζει στο κοινό όλα τα εσώψυχά του. Όμως δεν λειτουργεί έτσι το θέατρο»). Υπεροχή της ερμηνείας («Μα αφού εμείς είμαστε τα πρόσωπα του έργου... ΘΙΑΣΑΡΧΗΣ: Εντάξει, είσαστε τα πρόσωπα. Όμως στην σκηνή, αγαπητέ μου, δεν παίζουνε τα πρόσωπα. Παίζουνε οι ηθοποιοί και τα πρόσωπα μένουνε στο κείμενο. (Δείχνει τον Υποβολέα) Όταν βέβαια, υπάρχει κείμενο»). Έντονη αμφιθυμία και η πρόχειρη γεφύρωση που επιχειρείται μεταξύ δύο ισχυρών και εγωκεντρικών τεχνών («Φυσικά, ο Πατέρας και η Κόρη δεν αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους στον Πρωταγωνιστή και στην Πρωταγωνίστρια, τους ακούν να προφέρουν τα δικά τους λόγια διαφορετικά και αντιδρούν ποικιλοτρόπως με χειρονομίες, χαμόγελα ή και ανοιχτές διαμαρτυρίες, δείχνοντας την απορία, την κατάπληξη ή και την απογοήτευσή τους»). 
 
Η ωραία μετάφραση είναι του συνήθη υπόπτου στις θεατρικές σκηνές, Ερρίκου Μπελιέ ενώ η καλαίσθητη έκδοση που σηκώνει αυλαία είναι από τις εκδόσεις «Ηριδανός». Η πεμπτουσία του Πιραντελλισμού, όπως ίσως θα έλεγε μια άλλη θεατρική ψυχή, βρίσκεται συμπυκνωμένη σε αυτό το βιβλίο. Με όλη την ένταση του πηγαίου χιούμορ του και την έκλαμψη της γνώριμης διανοητικής τρέλας. Τι προτιμάτε, για πείτε; Να το δείτε σε θεατρικό ή να το διαβάσετε;; Εδώ σας θέλω φιλαράκια μου!
 
[...] Ένα θεατρικό πρόσωπο, κύριε, μπορεί πάντα να ρωτήσει έναν άνθρωπο ποιος είναι, γιατί ένα θεατρικό πρόσωπο έχει δική του ζωή, σημαδεμένη από δικά του χαρακτηριστικά, επομένως είναι πάντα «κάποιος». Ενώ, ένας άνθρωπος, όχι εσείς, γενικά μιλάω, μπορεί να είναι «κανένας»
 

 
Υ.Γ. 2666  Καλή ανάσταση – έτσι είναι αν έτσι νομίζετε!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!