Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Θείο δράμα

 
Ο Θε(ατρ)άνθρωπος των ημερών, για μένα, είναι αναμφίβολα ο Πιραντέλλο. Βαριέμαι θανάσιμα την παρακολούθηση θεάτρου, ενώ την ανάγνωση θεατρικών κειμένων την βαριέμαι οριακά πριν αρχίσουν να νεκρώνονται τα εγκεφαλικά μου κύτταρα· δηλαδή την ανέχομαι κάπως πιο εύκολα. Έτσι λοιπόν, εγκλωβισμένος στο λεωφορείο που με έφερνε ολοένα πιο κοντά στο ετήσιο θέατρο με τα καψαλισμένα αρνιά, τα 12 Ευαγγέλια και τα 120 καγκέλια με συνοδεία παράφωνου κλαρίνου, αναζήτησα σε έναν συγγραφέα μερικά θεατρικά πρόσωπα που θα μου πρόσφεραν σύντομη ευδαιμονία, όμως ο αποτρεπτικός τίτλος του βιβλίου έλεγε ότι τα πρόσωπα ήταν εκείνα που αναζητούσαν συγγραφέα, holy shit, την κάτσαμε την βάρκα!
 
Εντούτοις, τα θαύματα, ναι, υπάρχουν, και δεν χρειάζεται να ακολουθούν ηλίθιες τυπολατρίες, σκάνε σαν τα πυροτεχνήματα πριν καν ο παπάς προλάβει να ψελλίσει ότι ο Χριστός αναστήθηκε – αν και το γεγονός ότι δεν αφήνουν τον παπά να ολοκληρώσει τον θείο λόγο του έγινε πλέον, επίσης, μια ηλίθια τυπολατρία. Θαύμα των θαυμάτων! Τι αριστουργηματάρα είναι αυτή! Αριστουργηματάρα! Και όσοι επιμένετε να μην (με) πιστεύετε, θα το ξαναπώ: αριστουργηματάρα! Γίνεται τρελή κατάχρηση της λέξης «αριστούργημα», σχεδόν τόση κατάχρηση όση γίνεται και με την λέξη «κατάνυξη» κατά την περίοδο του Πάσχα. Όσοι την επικαλούμαστε έχουμε στο μυαλό μας διαφορετικά πράγματα, αν και οι περισσότεροι θεωρούμε αριστουργήματα εκείνα με μια πρωτοτυπία που συνηθέστερα εκπηγάζει από συγγραφικές καινοτομίες «εργαλειακής» υφής, από ένταξη σε σκληροπυρηνικά και δημοφιλή λογοτεχνικά ρεύματα, από λαβυρινθώδεις και ακατανόητες δομές, κλπ. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια τείνω να πιστεύω ότι θεωρούμε αριστούργημα κάθε τι πολυσέλιδο , βλέπε π.χ. Όστερ... 4 3 2 1... μπλοκ! 
 

 
Εκείνο που με εντυπωσιάζει είναι το αριστούργημα που σε κερδίζει με ένα καταφρονημένο στοιχείο: την απλότητα. Διαυγής, ανεπιτήδευτη απλότητα. Ο Πιραντέλλο παρότι έχει γράψει ένα σωρό «ετερόκλητα» αριστουργήματα, εδώ το πετυχαίνει με θαυμαστή ικανότητα. Γεγονός! Όμως, όπως λέει και ένας ήρωας του βιβλίου, «τα γεγονότα είναι όπως τα σακιά, δεν στέκονται άδεια. Για να σταθεί ένα γεγονός πρέπει να το γεμίσουμε πρώτα με τις σκέψεις και τα αισθήματα που το προκάλεσαν». Ο Πιραντέλλο λοιπόν γράφει ένα διασκεδαστικό φιλοσοφικό δοκίμιο για όσους αγαπούν το θέατρο και τις συμβάσεις του, αλλά και για όσους δεν το αγαπούν· ακόμα, για τις συμβάσεις που διέπουν την σχέση πραγματικότητας-φαντασίας· για τις πολλαπλές ταυτότητες των ανθρώπων· για την ίδια την σκέψη και τις θεότρελες λειτουργίες της· για την Ανάσταση Κυρίου, όμως, δεν λέτε τίποτα κυρ Λουίτζι μας! 
 
 
Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα – κυριολεκτικά. Πέρα από τα άλλα θετικά του βιβλίου, συμπεριλαμβανομένου του παράξενου τίτλου που βλέπεις σταδιακά και έκπληκτος να πραγματώνεται θαυμαστά κατά την πορεία της ανάγνωσης, το συγκεκριμένο βιβλίο θα καταγοητεύσει κάθε βιβλιόφιλο που σκέφτηκε κάποτε τι να γίνονται άραγε οι ήρωες που τόσο αγάπησε, καθώς και κάθε συγγραφέα ο οποίος καταλαμβανόμενος ενίοτε από writer's block παράτησε σύξυλους, χαρακτήρες που είχε ήδη προλάβει να διαμορφώσει μερικώς.
 
[...] Άρα γιατί απορείτε μαζί μας; Φανταστείτε τη δυστυχία ενός θεατρικού προσώπου που γεννήθηκε στη φαντασία ενός συγγραφέα, ο οποίος αρνήθηκε να του χαρίσει ζωή γράφοντας την ιστορία του. Πείτε μου αν ένα τέτοιο πρόσωπο, μετέωρο, δημιουργημένο μεν αλλά χωρίς ζωή, δεν έχει δικαίωμα να κάνει αυτό που κάνουμε εμείς τώρα εδώ, μπροστά σας! Σας λέω ότι πολλά χρόνια προσπαθήσαμε να κάνουμε το ίδιο στο συγγραφέα για να τον πιέσουμε, να τον πείσουμε, πρώτα εγώ, μετά αυτή (Δείχνει την Κόρη) και μετά η καημένη η μάνα... 
 
 
Κατά τη διάρκεια πρόβας έργου του Πιραντέλλο («Πάνε οι καλές εποχές που φέρναμε ωραία έργα από τη Γαλλία. Τώρα καταντήσαμε να παίζουμε μόνο Πιραντέλλο, που ανάθεμα και αν τον καταλαβαίνει κανένας! Λες και το κάνει επίτηδες, να μην αρέσει το έργο ούτε στους ηθοποιούς, ούτε στο κοινό, ούτε στους κριτικούς!»), έξι μυστηριώδη πρόσωπα εμφανίζονται ολοζώντανα στην σκηνή (παρόλο που είναι οι φανταστικοί απόκληροι ενός ταλαιπωρημένου συγγραφικού μυαλού) και ζητούν από τον θιασάρχη-σκηνοθέτη, έναν συγγραφέα που θα τους επιτρέψει να δώσουν ζωή στο δράμα τους. Μπορεί τα Πρόσωπα να βιώνουν το βαρύ προσωπικό τους δράμα αλλά δεν είναι ηθοποιοί, έτσι ο θιασάρχης-σκηνοθέτης αποφασίζει να το ενσαρκώσει με τους ηθοποιούς του θιάσου του, που δεν δείχνουν και ιδιαίτερα ενοχλημένοι στην προοπτική να παρατήσουν τον «ακατανόητο» Πιραντέλλο. Ο Πιραντέλλο (ο κανονικός, έξω από το κείμενό του!) βρίσκει μια θαυμάσια ευκαιρία να αναλύσει την θεατρική τέχνη και να την καταστήσει κατανοητή στον πλέον αδαή – και παράφρονα, που επιμένει να την αρνείται, ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δε θίγουμε. Διάκριση θεάτρου και αφήγησης («Φυσικά, θα ήταν πολύ πιο εύκολο κάθε πρόσωπο να κάνει έναν μονόλογο ή κάτι σαν διάλεξη και να ξεφουρνίζει στο κοινό όλα τα εσώψυχά του. Όμως δεν λειτουργεί έτσι το θέατρο»). Υπεροχή της ερμηνείας («Μα αφού εμείς είμαστε τα πρόσωπα του έργου... ΘΙΑΣΑΡΧΗΣ: Εντάξει, είσαστε τα πρόσωπα. Όμως στην σκηνή, αγαπητέ μου, δεν παίζουνε τα πρόσωπα. Παίζουνε οι ηθοποιοί και τα πρόσωπα μένουνε στο κείμενο. (Δείχνει τον Υποβολέα) Όταν βέβαια, υπάρχει κείμενο»). Έντονη αμφιθυμία και η πρόχειρη γεφύρωση που επιχειρείται μεταξύ δύο ισχυρών και εγωκεντρικών τεχνών («Φυσικά, ο Πατέρας και η Κόρη δεν αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους στον Πρωταγωνιστή και στην Πρωταγωνίστρια, τους ακούν να προφέρουν τα δικά τους λόγια διαφορετικά και αντιδρούν ποικιλοτρόπως με χειρονομίες, χαμόγελα ή και ανοιχτές διαμαρτυρίες, δείχνοντας την απορία, την κατάπληξη ή και την απογοήτευσή τους»). 
 
Η ωραία μετάφραση είναι του συνήθη υπόπτου στις θεατρικές σκηνές, Ερρίκου Μπελιέ ενώ η καλαίσθητη έκδοση που σηκώνει αυλαία είναι από τις εκδόσεις «Ηριδανός». Η πεμπτουσία του Πιραντελλισμού, όπως ίσως θα έλεγε μια άλλη θεατρική ψυχή, βρίσκεται συμπυκνωμένη σε αυτό το βιβλίο. Με όλη την ένταση του πηγαίου χιούμορ του και την έκλαμψη της γνώριμης διανοητικής τρέλας. Τι προτιμάτε, για πείτε; Να το δείτε σε θεατρικό ή να το διαβάσετε;; Εδώ σας θέλω φιλαράκια μου!
 
[...] Ένα θεατρικό πρόσωπο, κύριε, μπορεί πάντα να ρωτήσει έναν άνθρωπο ποιος είναι, γιατί ένα θεατρικό πρόσωπο έχει δική του ζωή, σημαδεμένη από δικά του χαρακτηριστικά, επομένως είναι πάντα «κάποιος». Ενώ, ένας άνθρωπος, όχι εσείς, γενικά μιλάω, μπορεί να είναι «κανένας»
 

 
Υ.Γ. 2666  Καλή ανάσταση – έτσι είναι αν έτσι νομίζετε!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !