Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Θα με πεθάνω


Ο Γκυ ντε Μωπασάν είναι μέγιστος διηγηματογράφος. Τον αγαπώ παράφορα, πεθαίνω για κείνον! Αλλά θα αρκούσε για αυτό, και μόνο η απάντηση που φέρεται ότι έδωσε όταν τον ρώτησαν γιατί γευματίζει καθημερινά στον Πύργο του Άιφελ. Η απάντηση (που θα ήθελα να είχε δώσει αυτολεξεί) ήταν περίπου η ακόλουθη: «Γιατί είναι το μόνο μέρος στο Παρίσι που δεν είμαι αναγκασμένος να αντικρίζω αυτό το έκτρωμα». Έκτοτε, και ο Πύργος του Άιφελ και ο Γκυ ντε Μωπασάν πήραν το μερίδιο της αθανασίας που τους αναλογούσε. Ενδεχομένως, πολλοί απελπισμένοι άνθρωποι αποπειράθηκαν ή και αυτοκτόνησαν πέφτοντας από τον Πύργο του Άιφελ. Τι θα γινόταν όμως αν και ο ίδιος ο Μωπασάν, αντί να δώσει αυτή την ευφυή απάντηση, αποφάσιζε να δώσει τέλος στη ζωή του πέφτοντας στο κενό, ως πράξη αντίδρασης και εκδίκησης απέναντι στον «δαιμονικό» και ακαλαίσθητο πύργο; Και αν ο Πύργος συμβόλιζε την ίδια τη ζωή;
 
Η αυτοκτονία είναι ένα θέμα που ανέκαθεν με γοήτευε – περισσότερο και από τον ίδιο τον θάνατο. Η σκέψη του θανάτου είναι στείρα διαλεκτική, ενώ η σκέψη της αυτοκτονίας είναι ζωοδότρα πηγή, ανακινεί τους στοχασμούς... τουλάχιστον μέχρι να τους εξαλείψει τελείως. Δεν αφήνεσαι να πεθάνεις αλλά επιλέγεις εσύ να δώσεις το τέλος σου. Ακόμα και αν είσαι σάψαλο, 105 χρονών, η επιλογή να αφαιρέσεις μόνος σου τη ζωή σου, εμπεριέχει τους ίδιους προβληματισμούς με όλες τις άλλες αυτοκτονίες. Οι προβληματισμοί γύρω από την αυτοκτονία με κέντριζαν από πολύ παλιά, την εποχή που διάβαζα τον «Μύθο του Σίσυφου» του Καμύ, ενός βιβλίου που με είχε εντυπωσιάσει (παρά την μερική άγνοια και μη κατανόηση από μέρους μου αρκετών από τους προβληματισμούς που εξέθετε) και ενός συγγραφέα που αγαπούσα παλιότερα αλλά πλέον αρνούμαι να ξαναδιαβάσω. Αυτοχειρία! Η δύναμη αυτών που έχουν χάσει κάθε δύναμη, η ελπίδα αυτών που δεν ελπίζουν πια, η ύψιστη πράξη θάρρους των ηττημένων! Μάλιστα, σ' αυτή τη ζωή υπάρχει τουλάχιστον μία πόρτα που μπορείς πάντα να την ανοίξεις και να βρεθείς στην άλλη πλευρά. Η φύση μας λυπήθηκε και δεν μας στέρησε αυτή τη δυνατότητα. Οι απελπισμένοι την ευχαριστούν!
 
Υπέροχος Μωπασάν. Τι μεγαλειώδης φράση, «ύψιστη πράξη θάρρους των ηττημένων» που έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με την ατολμία που επιδεικνύουν πολλοί «νικητές» της ζωής. Γιατί όσοι περιμένουν το τέλος του παιχνιδιού της ζωής δεν είναι σώνει και ντε νικητές, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Βέβαια, ο λόγος περί αυτοκτονίας δεν αποτελεί μόνο φιλοσοφική κατασκευή, ταυτόχρονα απορρέει και από ψυχοπαθολογικά αίτια, μια δυσλειτουργία του μυαλού, ένα εγκεφαλικό τιλτ. «Ο ανθρώπινος εγκέφαλος μοιάζει με στρογγυλό ιπποδρόμιο όπου ένα αλογάκι είναι καταδικασμένο να τρέχει αιωνίως γύρω γύρω». Ο Μωπασάν ως άξιος μαθητής του μέντορά του Φλωμπέρ, ψυχογραφεί εκπληκτικά διάφορες περιπτώσεις χαρακτήρων που επιλέγουν ως έσχατη λύση την αυτοκτονία ή την αναγκαστική καθοδήγηση προς αυτήν. 
 
Τα μόλις οκτώ διηγήματα της συλλογής είναι θαυμάσια και η ενιαία θεματική τους κάνει το βιβλίο πολύτιμο. Ο ίδιος ο συγγραφέας στην σύντομη και περιπετειώδη ζωή του και με δύο απόπειρες αυτοκτονίας στο ενεργητικό του (πείτε μας τώρα ότι και ο Μωπασάν υπήρξε «ηττημένος» να πηδήξουμε από το παράθυρο!), με κατάληξη την απώλεια της συνείδησής του και το θάνατό του σε ψυχιατρικό ίδρυμα, τοποθετεί την αυτοκτονία σε περίοπτη θέση, ως την απώλεια της ταυτότητας ενός ανθρώπου, μια εσωτερική εκμηδένιση που σπρώχνει τα εξωτερικά τοιχώματα προκαλώντας χαίνουσες πληγές, το μόνο εξάλλου που μπορούν να δουν οι θεατές, εκείνοι που μένουν πίσω, και από το οποίο θα προσπαθήσουν να βγάλουν τα, έτσι και αλλιώς επισφαλή, συμπεράσματά τους για τα αίτια της «ήττας».
 
[...] Κοίταξε την μικρή, βαθιά, σκοτεινή τρύπα της κάννης, που ξερνούσε θάνατο, σκέφτηκε την ατίμωση, τους ψιθύρους στον κοινωνικό του κύκλο, τα γέλια στα σαλόνια, την περιφρόνηση των γυναικών, τα καυστικά σχόλια των εφημερίδων, τις ύβρεις των δειλών
 
Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Ξενάριο. Μου άρεσε πολύ το εξώφυλλο και γενικά όλη η αισθητική της έκδοσης του «Κέδρου» (χαρτί ελαφρύ, αλλά εγώ είμαι με τις μέρες μου σε κάτι τέτοια, αυτή τη φορά δεν με πείραξε). Το βιβλίο ανήκει στη σειρά «Ex Libris» και ανυπομονώ να δω τι άλλο καλό θα βγει εκεί πέρα. Η μεγαλύτερη απογοήτευση του βιβλίου για μένα είναι το επίμετρο (δυο σελίδες) και το βιογραφικό του συγγραφέα (δυο σελίδες επίσης). Κυρίως το επίμετρο, γραμμένο από τον μεταφραστή, μοιάζει σαν ένα «πειραγμένο» βιογραφικό με λίγο πιο επεξεργασμένες πληροφορίες από αυτές που ακολουθούν στο κανονικό βιογραφικό. Με ένα θέμα ταμπού όπως είναι η αυτοκτονία θα περίμενε κανείς να βρει στο βιβλίο ένα εκτενές επίμετρο, ή και δύο ή τρία. Πολλοί αναγνώστες βαριούνται να διαβάζουν επίμετρα αλλά τι με νοιάζει εμένα, αν δεν θέλουν να διαβάζουν καλά βιβλία τότε ας αυτοκτονήσουν μια ώρα αρχύτερα! Αν δεν ήθελε ο μεταφραστής Γιώργος Ξενάριος να γράψει ένα σοβαρό επίμετρο, θα μπορούσε κάλλιστα να ζητηθεί από κάποιον που θα ήθελε ή να αντληθεί ένα έτοιμο από την διεθνή ή ελληνική βιβλιογραφία. Επιπλέον θα μπορούσε να εμπλουτιστεί και το βιογραφικό του Μωπασάν, μία τέτοια απίστευτη περίπτωση όπως του Μωπασάν δεν γίνεται να την ξεπετάς με δυο λόγια. Ναι, το έργο του τα λέει όλα, αλλά όταν η ζωή του είναι σαν μυθιστόρημα, κάνεις και λίγο τα στραβά μάτια. Το βιβλίο κοστίζει 12 ευρώ, όμως αυτή η βλακεία με το επίμετρο μού άφησε μια αίσθηση ανικανοποίητου, σαν να πλήρωσα για σελίδες που έλειπαν! Κρίμα, με δυο μικρές τροποποιήσεις το βιβλίο θα απογειωνόταν. Τι να σου κάνει και ο Μωπασάν, δυο χέρια έχει. 
 

 
Βαριέμαι απίστευτα τα μυθιστορήματά του· για έναν συγγραφέα που αγαπώ αυτό ακούγεται κάπως παράδοξο. Νομίζω όμως ότι όσον αφορά τα μυθιστορήματα συμπεριφέρεται περισσότερο σαν μάγειρας που παίζει επικίνδυνα με τις δοσολογίες στην προσπάθειά του να πετύχει την συνταγή που οραματίζεται, ενώ στα διηγήματα συμπεριφέρεται σαν ζαχαροπλάστης που ακολουθεί αυστηρά τις δοσολογίες και αποδίδει υφές και γλυκόπικρες γεύσεις με μαεστρία και αρμονία. Και τέλος πάντων, είμαι γλυκατζής, πού είναι το πρόβλημα!
 
[...] «Μα, κύριε, εδώ σκοτώνουμε όμορφα και παστρικά – δεν τολμώ να πω ευχάριστα – όσους επιθυμούν να πεθάνουν».

Δεν σοκαρίστηκα, το πράγμα μού φάνηκε φυσικό και δίκαιο. Αντίθετα, με παραξένεψε που σ' αυτό τον πλανήτη, που κατακλύζεται από χαμερπείς, ωφελιμιστικές, ανθρωποκεντρικές, εγωιστικές ιδέες, που καταδυναστεύουν τον άνθρωπο, κάποιοι είχαν αποτολμήσει ένα τέτοιο εγχείρημα, το οποίο προσιδιάζει μόνο σε μια χειραφετημένη ανθρωπότητα. 
 

 
Υ.Γ. 2666 Αυτοκτονία ή θάνατος!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !