Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Θα με πεθάνω


Ο Γκυ ντε Μωπασάν είναι μέγιστος διηγηματογράφος. Τον αγαπώ παράφορα, πεθαίνω για κείνον! Αλλά θα αρκούσε για αυτό, και μόνο η απάντηση που φέρεται ότι έδωσε όταν τον ρώτησαν γιατί γευματίζει καθημερινά στον Πύργο του Άιφελ. Η απάντηση (που θα ήθελα να είχε δώσει αυτολεξεί) ήταν περίπου η ακόλουθη: «Γιατί είναι το μόνο μέρος στο Παρίσι που δεν είμαι αναγκασμένος να αντικρίζω αυτό το έκτρωμα». Έκτοτε, και ο Πύργος του Άιφελ και ο Γκυ ντε Μωπασάν πήραν το μερίδιο της αθανασίας που τους αναλογούσε. Ενδεχομένως, πολλοί απελπισμένοι άνθρωποι αποπειράθηκαν ή και αυτοκτόνησαν πέφτοντας από τον Πύργο του Άιφελ. Τι θα γινόταν όμως αν και ο ίδιος ο Μωπασάν, αντί να δώσει αυτή την ευφυή απάντηση, αποφάσιζε να δώσει τέλος στη ζωή του πέφτοντας στο κενό, ως πράξη αντίδρασης και εκδίκησης απέναντι στον «δαιμονικό» και ακαλαίσθητο πύργο; Και αν ο Πύργος συμβόλιζε την ίδια τη ζωή;
 
Η αυτοκτονία είναι ένα θέμα που ανέκαθεν με γοήτευε – περισσότερο και από τον ίδιο τον θάνατο. Η σκέψη του θανάτου είναι στείρα διαλεκτική, ενώ η σκέψη της αυτοκτονίας είναι ζωοδότρα πηγή, ανακινεί τους στοχασμούς... τουλάχιστον μέχρι να τους εξαλείψει τελείως. Δεν αφήνεσαι να πεθάνεις αλλά επιλέγεις εσύ να δώσεις το τέλος σου. Ακόμα και αν είσαι σάψαλο, 105 χρονών, η επιλογή να αφαιρέσεις μόνος σου τη ζωή σου, εμπεριέχει τους ίδιους προβληματισμούς με όλες τις άλλες αυτοκτονίες. Οι προβληματισμοί γύρω από την αυτοκτονία με κέντριζαν από πολύ παλιά, την εποχή που διάβαζα τον «Μύθο του Σίσυφου» του Καμύ, ενός βιβλίου που με είχε εντυπωσιάσει (παρά την μερική άγνοια και μη κατανόηση από μέρους μου αρκετών από τους προβληματισμούς που εξέθετε) και ενός συγγραφέα που αγαπούσα παλιότερα αλλά πλέον αρνούμαι να ξαναδιαβάσω. Αυτοχειρία! Η δύναμη αυτών που έχουν χάσει κάθε δύναμη, η ελπίδα αυτών που δεν ελπίζουν πια, η ύψιστη πράξη θάρρους των ηττημένων! Μάλιστα, σ' αυτή τη ζωή υπάρχει τουλάχιστον μία πόρτα που μπορείς πάντα να την ανοίξεις και να βρεθείς στην άλλη πλευρά. Η φύση μας λυπήθηκε και δεν μας στέρησε αυτή τη δυνατότητα. Οι απελπισμένοι την ευχαριστούν!
 
Υπέροχος Μωπασάν. Τι μεγαλειώδης φράση, «ύψιστη πράξη θάρρους των ηττημένων» που έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με την ατολμία που επιδεικνύουν πολλοί «νικητές» της ζωής. Γιατί όσοι περιμένουν το τέλος του παιχνιδιού της ζωής δεν είναι σώνει και ντε νικητές, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Βέβαια, ο λόγος περί αυτοκτονίας δεν αποτελεί μόνο φιλοσοφική κατασκευή, ταυτόχρονα απορρέει και από ψυχοπαθολογικά αίτια, μια δυσλειτουργία του μυαλού, ένα εγκεφαλικό τιλτ. «Ο ανθρώπινος εγκέφαλος μοιάζει με στρογγυλό ιπποδρόμιο όπου ένα αλογάκι είναι καταδικασμένο να τρέχει αιωνίως γύρω γύρω». Ο Μωπασάν ως άξιος μαθητής του μέντορά του Φλωμπέρ, ψυχογραφεί εκπληκτικά διάφορες περιπτώσεις χαρακτήρων που επιλέγουν ως έσχατη λύση την αυτοκτονία ή την αναγκαστική καθοδήγηση προς αυτήν. 
 
Τα μόλις οκτώ διηγήματα της συλλογής είναι θαυμάσια και η ενιαία θεματική τους κάνει το βιβλίο πολύτιμο. Ο ίδιος ο συγγραφέας στην σύντομη και περιπετειώδη ζωή του και με δύο απόπειρες αυτοκτονίας στο ενεργητικό του (πείτε μας τώρα ότι και ο Μωπασάν υπήρξε «ηττημένος» να πηδήξουμε από το παράθυρο!), με κατάληξη την απώλεια της συνείδησής του και το θάνατό του σε ψυχιατρικό ίδρυμα, τοποθετεί την αυτοκτονία σε περίοπτη θέση, ως την απώλεια της ταυτότητας ενός ανθρώπου, μια εσωτερική εκμηδένιση που σπρώχνει τα εξωτερικά τοιχώματα προκαλώντας χαίνουσες πληγές, το μόνο εξάλλου που μπορούν να δουν οι θεατές, εκείνοι που μένουν πίσω, και από το οποίο θα προσπαθήσουν να βγάλουν τα, έτσι και αλλιώς επισφαλή, συμπεράσματά τους για τα αίτια της «ήττας».
 
[...] Κοίταξε την μικρή, βαθιά, σκοτεινή τρύπα της κάννης, που ξερνούσε θάνατο, σκέφτηκε την ατίμωση, τους ψιθύρους στον κοινωνικό του κύκλο, τα γέλια στα σαλόνια, την περιφρόνηση των γυναικών, τα καυστικά σχόλια των εφημερίδων, τις ύβρεις των δειλών
 
Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Ξενάριο. Μου άρεσε πολύ το εξώφυλλο και γενικά όλη η αισθητική της έκδοσης του «Κέδρου» (χαρτί ελαφρύ, αλλά εγώ είμαι με τις μέρες μου σε κάτι τέτοια, αυτή τη φορά δεν με πείραξε). Το βιβλίο ανήκει στη σειρά «Ex Libris» και ανυπομονώ να δω τι άλλο καλό θα βγει εκεί πέρα. Η μεγαλύτερη απογοήτευση του βιβλίου για μένα είναι το επίμετρο (δυο σελίδες) και το βιογραφικό του συγγραφέα (δυο σελίδες επίσης). Κυρίως το επίμετρο, γραμμένο από τον μεταφραστή, μοιάζει σαν ένα «πειραγμένο» βιογραφικό με λίγο πιο επεξεργασμένες πληροφορίες από αυτές που ακολουθούν στο κανονικό βιογραφικό. Με ένα θέμα ταμπού όπως είναι η αυτοκτονία θα περίμενε κανείς να βρει στο βιβλίο ένα εκτενές επίμετρο, ή και δύο ή τρία. Πολλοί αναγνώστες βαριούνται να διαβάζουν επίμετρα αλλά τι με νοιάζει εμένα, αν δεν θέλουν να διαβάζουν καλά βιβλία τότε ας αυτοκτονήσουν μια ώρα αρχύτερα! Αν δεν ήθελε ο μεταφραστής Γιώργος Ξενάριος να γράψει ένα σοβαρό επίμετρο, θα μπορούσε κάλλιστα να ζητηθεί από κάποιον που θα ήθελε ή να αντληθεί ένα έτοιμο από την διεθνή ή ελληνική βιβλιογραφία. Επιπλέον θα μπορούσε να εμπλουτιστεί και το βιογραφικό του Μωπασάν, μία τέτοια απίστευτη περίπτωση όπως του Μωπασάν δεν γίνεται να την ξεπετάς με δυο λόγια. Ναι, το έργο του τα λέει όλα, αλλά όταν η ζωή του είναι σαν μυθιστόρημα, κάνεις και λίγο τα στραβά μάτια. Το βιβλίο κοστίζει 12 ευρώ, όμως αυτή η βλακεία με το επίμετρο μού άφησε μια αίσθηση ανικανοποίητου, σαν να πλήρωσα για σελίδες που έλειπαν! Κρίμα, με δυο μικρές τροποποιήσεις το βιβλίο θα απογειωνόταν. Τι να σου κάνει και ο Μωπασάν, δυο χέρια έχει. 
 

 
Βαριέμαι απίστευτα τα μυθιστορήματά του· για έναν συγγραφέα που αγαπώ αυτό ακούγεται κάπως παράδοξο. Νομίζω όμως ότι όσον αφορά τα μυθιστορήματα συμπεριφέρεται περισσότερο σαν μάγειρας που παίζει επικίνδυνα με τις δοσολογίες στην προσπάθειά του να πετύχει την συνταγή που οραματίζεται, ενώ στα διηγήματα συμπεριφέρεται σαν ζαχαροπλάστης που ακολουθεί αυστηρά τις δοσολογίες και αποδίδει υφές και γλυκόπικρες γεύσεις με μαεστρία και αρμονία. Και τέλος πάντων, είμαι γλυκατζής, πού είναι το πρόβλημα!
 
[...] «Μα, κύριε, εδώ σκοτώνουμε όμορφα και παστρικά – δεν τολμώ να πω ευχάριστα – όσους επιθυμούν να πεθάνουν».

Δεν σοκαρίστηκα, το πράγμα μού φάνηκε φυσικό και δίκαιο. Αντίθετα, με παραξένεψε που σ' αυτό τον πλανήτη, που κατακλύζεται από χαμερπείς, ωφελιμιστικές, ανθρωποκεντρικές, εγωιστικές ιδέες, που καταδυναστεύουν τον άνθρωπο, κάποιοι είχαν αποτολμήσει ένα τέτοιο εγχείρημα, το οποίο προσιδιάζει μόνο σε μια χειραφετημένη ανθρωπότητα. 
 

 
Υ.Γ. 2666 Αυτοκτονία ή θάνατος!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!