Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τζούρες

 
Όλα τα βιβλία αυτοβοήθειας μαζί, δεν πιάνουν μία μπροστά σε 100-200 επιλεγμένες λέξεις του Τζόυς. Είναι μια αλήθεια πικρή που όμως πρέπει να λέγεται και να καταπίνεται από τους Μπουκάι όλου του κόσμου. Επίσης δεν πιάνουν μία μπροστά τους και αρκετά φιλοσοφικά συστήματα. Εντάξει, ίσως τα ψαγμένα άρθρα της Lifo να τον συναγωνίζονται κάπως, αλλά τι να γίνει, μην τα θέλουμε όλα δικά μας! Δεν πιάνουν μία λοιπόν, γιατί οι λέξεις του αναδίνουν την οσμή της ορμής, την ένταση του ονείρου και του καλλιτεχνικού οράματος που ΘΑ πραγματοποιηθεί ενάντια σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Το «να μείνεις πιστός στο όνειρό σου» που σου λένε ξέψυχα οι άλλες φιλοσοφίες, ο Τζόυς σε κάνει να το νιώσεις σε καρδιά και μυαλό. Είναι ο πιο πιστός σύντροφος του εαυτού σου όταν κατά καιρούς λιποψυχάει μπροστά σε θολές αδυναμίες. Και αυτή είναι η μεγαλύτερη συνεισφορά του για μένα, περισσότερο ακόμα και από την σπουδαιότατη καλλιτεχνική του αξία. Ο Τζόυς είναι το placebo μου. Και αρρώστια μαζί.

Κοιτάξτε, ό,τι του φανερωθεί του καθενός, δεν θέλετε τον Τζόυς, βρείτε κανέναν άλλον. Εμείς σήμερα θα μιλήσουμε για τις «Φανερώσεις» του και όποιος θέλει, διαβάζει – θα σας αρέσει στο τέλος μωρέ, μην κρύβεστε πίσω από το δάχτυλό σας!

[Δουβλίνο: στο σπίτι των Σίχυ,
Μπελβεντέρε Πλέις]

Χάννα Σίχυ – Α, σίγουρα θα μαζευτεί πολύς κόσμος.
Σκέφφινγκτον – Στην πραγματικότητα, όπως θα έλεγε κι ο φίλος μας ο Τζόκαξ, αυτή θα είναι η ημέρα του συρφετού.
Μάγκυ Σίχυ – (με στόμφο) – Ίσως και τώρα ο συρφετός να στέκεται έξω απ' την πόρτα!

Οι «Φανερώσεις» αντιμετωπίζονται κάπως σαν «πάρεργο» του Τζόυς, χωρίς να λαμβάνουν την αξία που θα έπρεπε. Όπως, ίσως, συμβαίνει και με τα κριτικά δοκίμιά του (τουλάχιστον στην Ελλάδα, που παραμένουν αδικαιολογήτως ανέκδοτα). Αργά ή γρήγορα όμως όλοι καταλαβαίνουν ότι τίποτα σχετικό με τον Τζόυς δεν είναι μικρής αξίας, και ακριβώς γι' αυτό, και δικαιολογημένης αφάνειας. Αυτό φανερώνει και η παραπάνω «φανέρωση» όπου ο Τζόυς (Τζόκαξ) περιμένει με την άνεση του νέου και την αυτοπεποίθηση του καλλιτέχνη, τον συρφετό που θα καταφτάσει εγκαίρως ύστερα από το πολεμικό άρθρο που δημοσίευσε για τον επαρχιωτισμό του ιρλανδικού θεάτρου με τίτλο «The Day of the Rabblement». 
 
 
Με δικά του λόγια, «με “φανερώσεις” εννοούσε [ο Stephen Daedalus] μια ξαφνική πνευματική εκδήλωση, είτε μέσα στην κοινοτοπία του λόγου ή της χειρονομίας είτε μέσα σε μια αξιομνημόνευτη φάση του ίδιου του νου [...]». Με την δύναμη όμως που έχουν όλες οι λέξεις του Τζόυς, να είναι δηλαδή κάτι πολύ παραπάνω από αυτό που θα περίμενε ένας κοινός αναγνώστης, «η λέξη “φανέρωση” (epiphany) χρησιμοποιήθηκε αργότερα κατά κόρο στην φιλολογία γύρω από το έργο του Τζόυς – αλλά και γενικά στην αγγλοσαξονική κριτική για να προσδιορίσει οτιδήποτε περικλείει ένα νόημα αποκαλυπτικό, είτε σχετικά μ' έναν ήρωα είτε σχετικά με την πλοκή του λογοτεχνικού έργου –, φεύγοντας έξω απ' τα όρια που είχε χαράξει γι' αυτήν ο ίδιος ο Τζόυς.
 
Οι 40 «φανερώσεις» του βιβλίου (από ένα αρχικό σύνολο 71) αποκαλύπτουν έναν Τζόυς που μετατοπίζεται διαρκώς από εκπληκτικές ποιητικές εικόνες γεμάτες δραματική ειρωνεία και λυρισμό, σε σκηνές της καθημερινότητας, αποτυπωμένες με όλη την ένταση της ωμής, στιγμιαίας αλήθειας τους. Οι περισσότερες φανερώσεις συνοδεύονται από ολιγόλογες επεξηγήσεις σχετικές με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που τις γέννησε. Παραδείγματος χάριν, περιγραφή ονείρου (...) όπου ο συγγραφέας «νιώθει να κατοικεί σε κορμί σκύλου»:
 
Βαριά σύννεφα έχουν σκεπάσει τον ουρανό. Εκεί που συναντιώνται τρεις δρόμοι και μπρος από μια βαλτερή αμμουδιά πλαγιάζει ένα μεγάλο σκυλί. Κάπου-κάπου σηκώνει το μουσούδι του στον αέρα κι αφήνει ένα μακρόσυρτο θλιμμένο ουρλιαχτό. Οι άνθρωποι σταματούν για να δουν και προσπερνούν· κάποιοι περιμένουν, σάμπως να τους έχει καθηλώσει αυτός ο θρήνος όπου φαίνεται να ακούν την έκφραση της δικής τους θλίψης που είχε κάποτε τη φωνή της μα τώρα είναι βουβή, ένας υπηρέτης κοπιαστικών ημερών. Βροχή αρχίζει να πέφτει.

Κάποιες από τις «φανερώσεις» έχουν ενσωματωθεί αυτούσιες σε κατοπινά έργα του συγγραφέα ή έχουν τροποποιηθεί και έγιναν κάτι άλλο από το αρχικό τους σχήμα. Πριν γίνουν όλα αυτά όμως έπρεπε να καταγραφούν και ο Τζόυς δίνει βαρύτητα σε αυτό το σημείο. Αξίζει να εντοπίζεις τις «φανερώσεις» και να τις καταγράφεις. Δεν ξέρω πόσοι από σας θεωρείτε ότι, εφ όσον έχουν μπει στον «Οδυσσέα» ή στο «Πορτραίτο» ποιος ο λόγος να διαβάσουμε την «ακατέργαστη» μορφή τους; Η γνώμη μου είναι ότι αξίζουν την ανάγνωση, καθώς αποτελούν αδιαμφισβήτητα τεκμήρια της νεανικής ορμής ενός αφυπνίζοντος καλλιτέχνη, και δίνουν όλη εκείνη την γλυκόπικρη γεύση της παρηγοριάς και της ώθησης σε «λιγόψυχους» αναγνώστες, προς απογοήτευση των απανταχού Μπουκάι και των χλιαρών προτροπών τους, που έλεγα και στην αρχή.

Η έκδοση από «Το Ροδακιό» είναι κομψότατη, με ένα λιτό και χρωματικά ταιριαστό εξώφυλλο, συνοδευόμενη από ένα ολιγοσέλιδο αλλά κατατοπιστικό σημείωμα του εκδότη. Η αξιόλογη μετάφραση ανήκει στον Δημήτρη Χουλιαράκη. Προς το τέλος του βιβλίου υπάρχει και το «Σύμβολο του Τζόυς» φιλοτεχνημένο από τον γλύπτη Constantin Brancusi, το οποίο μπήκε ως προμετωπίδα στο Finnegans Wake (υπάρχει και στην Βιογραφία του Τζόυς, από τον Έλμαν, αν θυμάμαι καλά). Υποτίθεται ότι απεικονίζει τον συγγραφέα – (...) όταν έδειξαν το σχέδιο στον πατέρα του συγγραφέα Τζων Τζόυς εκείνος σοβαρεύτηκε και είπε: «Το παιδί, φαίνεται, έχει αλλάξει πάρα πολύ»!
 

Μια μακριά στριφτή πινακοθήκη: από το δάπεδο υψώνονται κολόνες σκοτεινού ατμού. Είναι γεμάτη ομοιώματα μυθικών βασιλιάδων, δουλεμένα σε πέτρα. Τα χέρια τους σταυρωμένα πάνω στα γόνατά τους, σημάδι εξάντλησης, και τα μάτια τους σκοτεινιασμένα γιατί τα παραστρατήματα των ανθρώπων ανεβαίνουνε μπροστά τους σαν σκοτεινός ατμός παντοτινά.

Τζούρες Τζόυς ρε!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !