Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Tristie's

 
Η συλλογή των 49 στο σφυρί, ΈΝΑ... η συλλογή των 49 στο σφυρί, ΔΥΟ... η συλλογή των 49 στο σφυρί, ΤΡΙΑ... ΝΤΟΝΓΚ... κατοχυρώθηκε στον θλιμμένο κύριο με το ναυτικό σκουφί! Κάπως έτσι πρέπει να το φαντάζεται κάθε φανατικός αναγνώστης του Πύντσον, σαν μια φανταστική δημοπρασία που θα έχει αυτόν στο τέλος, ισχυρότερο διεκδικητή και μοναδικό δικαιούχο του πολύτιμου αντιτύπου. Αν υπάρχει μια λίστα με τα δέκα πιο καταζητούμενα βιβλία (γιατί όταν αναφέρεσαι σε κάποιο αγαπημένο σου βιβλίο, δεν αναζητείται απλώς αλλά καταζητείται), «Η συλλογή των 49 στο σφυρί» είναι σίγουρα μέσα σε αυτά. Μερικές φορές όμως, το καταζητούμενο βιβλίο έρχεται και παραδίνεται μονάχο του, και τότε η έκπληξη σε πλημμυρίζει. Η ανιδιοτελής πράξη ενός ανθρώπου που δεν γνωρίζεις (και αυτό το «δεν γνωρίζεις» όταν αναφέρεται σε άτομο με το οποίο έχεις κοινό άξονα την αγάπη για τα βιβλία και ειδικότερα τον ενθουσιασμό για τον Τόμας Πύντσον, τότε κρίνεται ιδιαίτερα αμφισβητήσιμο) έρχεται με την ορμή ενός σφυριού δημοπρασίας και συνθλίβει το υπολογιστικό μυαλό σου.
 
Η πρώτη παράγραφος είναι το μεγάλο μου ευχαριστώ στον δωροθέτη, που έκανε τα μαγικά του και μου εξασφάλισε ένα αντίτυπο των εκδόσεων Ύψιλον, την στιγμή που η αφάνεια του συγκεκριμένου βιβλίου είχε γίνει παροιμιώδης. Εντούτοις, νομίζω ότι θα συμφωνήσει και αυτός, εφόσον μόλις επανεκδόθηκε από την υπέροχη σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg, αξίζει να διαβαστεί από αυτές τις εκδόσεις – άσε που είναι γεμάτες επίμετρα, θα μάθουμε πολλά ενδιαφέροντα για τον συγγραφέα, ίσως περιέχει και άλμπουμ φωτογραφιών του.
  
Μην ψαρώνετε! Το μέγεθος, ούτε εδώ, δεν μετράει. Μικρό στο μάτι, μεγάλο στο γινάτι – δηλαδή στην δίκαιη αγανάκτηση που θα νιώσει ο ανυποψίαστος αναγνώστης, παραπλανημένος από το αισιόδοξο εξώφυλλο και την μικρή έκταση. Ο Τόμας Πύντσον δεν κάνει καμία έκπτωση τώρα που έφτασε τα ογδόντα, μην περιμένετε να βρείτε συγγραφικές ευκολίες στα νεανικά του κείμενα, ειδικά σε εκείνα που τον χαλύβδωσαν και τον έκαναν αυτό που είναι. Μην σας μπερδεύει το γεγονός ότι το διαβάζουμε τώρα, καθότι υπήρξε για χρόνια εξαντλημένο.
 
Συνήθως, πριν μάθεις ποιος/τι είναι αυτό το «pynchon» που σου λέει κάποιος, το πρώτο που αντικρίζεις ψάχνοντας πληροφορίες είναι αυτή η παράξενη καραμούζα. Είναι ένα σύμβολο που περισσότερο δένεσαι μαζί του, εκτός του βιβλίου όπου περιέχεται, παρά εντός. Δε ξέρεις τι είναι αλλά το δέχεσαι, σαν επικύρωση μιας σχέσης που η ουσιαστική της φάση, μπορεί να ξεκινήσει χρόνια μετά. Μασονικά σύμβολα του Σατανά που θέλουν το κακό μας! Ακούστε με που σας μιλάω... κάμερα σε μένα – μια φράση που ποτέ δε θα έλεγε ο Πύντσον!! Αυτή η καραμούζα, σωστότερα ταχυδρομική σάλπιγγα με σουρντίνα, έγινε παγκόσμιο σύμβολο, με εκείνον τον επεκτατισμό της ποπ κουλτούρας που ο Πύντσον αρέσκεται να χρησιμοποιεί στα βιβλία του. Γιατί καμιά φορά δεν είναι κακό να κάνεις αυτά που διαβάζεις στα βιβλία. Στο πίσω μέρος του αριστερού χεριού του διέκρινε την ταχυδρομική σάλπιγγα, σε τατουάζ από παλιά μελάνη που άρχιζε να ξεθωριάζει και ν' απλώνεται. Η λογοτεχνία μπορεί να ζει και κάτω από το δέρμα σου. Υποδόρια και παντοτινά. 
 
Έτσι λοιπόν έχουμε την ηρωίδα του Πύντσον, Οιδίπα(!) Μαας, μια εργαζόμενη... μια καλή νοικοκυρά, να τυραννιέται και να μας τυραννάει στην προσπάθειά της ν' ανακαλύψει και ν' ανακαλυφθεί, περνώντας μέσα από παγκόσμιες συνωμοσίες, πανίσχυρες εταιρείες, μυστηριώδεις τύπους, παράξενα σύμβολα, παράνοια, καρτούν και χιούμορ – αυτό που λέμε δείγμα τυπικό, του Πύντσον, δηλαδή! Είναι όμως πράγματι, τυπικό πυντσονικό δείγμα; Ανάμεσα στο εντυπωσιακό πρωτόλειο «V.» και στο αρχετυπικό αποκορύφωμα του «Ουράνιου τόξου της βαρύτητας», «Η συλλογή των 49 στο σφυρί» είναι μια υπέροχη μικρογραφία ενός εκ των περίπλοκων και ατέρμονων συμπάντων που εξερευνά ο Πύντσον μέσω της γραφής του. Σίγουρα, τα τέσσερα μεγάλα μυθιστορήματά του είναι τα αγαπημένα των φανατικών αναγνωστών του, γιατί εκεί συνωθούνται πολλαπλά παράλληλα σύμπαντα, που εντυπωσιάζουν με την συνεκτικότητά τους αλλά και τις γοητευτικές μεταβλητές τους. Εδώ, επίσης δεν λείπουν η συνεκτικότητα και οι γοητευτικές μεταβλητές, αλλά, αποδίδονται με έναν πιο χαμηλόφωνο τόνο που καθιστούν το συγκεκριμένο βιβλίο μία καλή αρχή για όποιον θέλει να μάθει τι παίζει με αυτόν τον συγγραφέα. Είναι ευχάριστο το γεγονός ότι επανεκδόθηκε (ασχέτως αν έχει ήδη εκδοθεί όλο το υπόλοιπο έργο του) γιατί μπορεί να επαναπροσδιορίσει την σχέση σας με τον Πύντσον, πάνω που πιστεύατε ότι είχε οριστικά παύσει. Ακόμα και οι συγγραφείς δικαιούνται μια δεύτερη ευκαιρία!
 
Θα προσπαθήσω να μην ανακυκλώσω παλιές σκέψεις για να εκφράσω την παγιωμένη πλέον άποψή μου για τον συγγραφέα και το πολύτιμο έργο του. Θα πω μόνο ότι απόλαυσα ξανά αυτή την εκπληκτική ικανότητά του να συνενώνει ετερόκλητα στοιχεία σε ένα τέλειο σύνολο, σαν να εμφανίζεται προς το τέλος της ιστορίας ένας ισχυρός μαγνήτης που έλκει τα ρινίσματα των σκέψεων και των στοιχείων με δύναμη αλλά και – εκεί που η εντροπία της πλοκής τείνει να μειώνεται – με απόλυτη τάξη. Τα λέει σαφώς καλύτερα, για το βιβλίο αλλά και για το φαινόμενο Τόμας Πύντσον, ο μεταφραστής Δημήτρης Δημηρούλης στην εξαιρετική εισαγωγή του – πρόκειται για «σύμμειξη» δυο/τρίων κριτικών άρθρων που ανθολογούνται και στην όμορφη συλλογή κριτικών δοκιμίων «Παραλλάξ: Σύμμεικτα για την λογοτεχνία και την γλώσσα» (μεταξύ των οποίων και ένα-δυο φοβερά άρθρα για τον Τζέημς Τζόυς). Όπως δηλώνει ο ίδιος, η εισαγωγή του βιβλίου «Η συλλογή των 49 στο σφυρί» είναι ελαφρώς τροποποιημένη σε σχέση με την παλιά από τις εκδόσεις Ύψιλον (ίσως, προσθέτω εγώ, και σε σχέση με τα κριτικά άρθρα που βρίσκονται στη συλλογή «Παραλλάξ», δεν προχώρησα σε αντιπαραβολή). Ωστόσο, όσα γράφονται στη εισαγωγή που κρατάτε στα χέρια σας είναι ενδιαφέροντα και θα σας ιντριγκάρουν ώστε να ασχοληθείτε περαιτέρω με τον μεγάλο Αμερικανό συγγραφέα. Πρέπει να επισημάνω όμως ότι, η εισαγωγή έχει πολλά σπόιλερ για την πλοκή του βιβλίου και έτσι, όσοι θέλετε να διαβάσετε το βιβλίο του Πύντσον ανεπηρέαστοι, καλό θα είναι να αφήσετε την εισαγωγή για το τέλος.
 

 
[...] Όσοι αναγνώστες προτιμούν να διαβάζουν κείμενα στα οποία δε συμβαίνει τίποτε θα το βάλουν έντρομοι στα πόδια. Γι' αυτούς η λογοτεχνία υποκαθιστά τον πασατέμπο. Όσοι όμως αναζητούν την απόλαυση σε κείμενα που απαιτούν συμμετοχή της φαντασίας και της σκέψης θα βυθιστούν στον γλυκό τρόμο που προκαλεί ο μυθιστορηματικός λαβύρινθος του Πίντσον. Γι' αυτούς η λογοτεχνία δίνει την υπόσχεση ότι κάτι θα συμβεί και στους ίδιους.
Στον κόσμο της σύγχρονης λογοτεχνίας ο Πίντσον είναι κατά κάποιον τρόπο ο τρελός του χωριού. Εμμονικά ιδιόρρυθμος και επινοηματικά δύσκολος στήνει πλεκτάντες γύρω από τον αναγνώστη, ζητώντας του κάθε φορά να εμπλακεί σε μια διαφορετική περιπέτεια που θα καταλήξει στο δημιουργικό αδιέξοδο της αυτοαποδόμησης. Η αναγκαία συνθήκη γι' αυτό το γεγονός είναι ένας αναγνώστης στον οποίο ήδη κάτι συμβαίνει.
 
Η μετάφραση του Δημήτρη Δημηρούλη είναι εξαιρετική (και σημαντική γιατί άνοιξε τον χορό των υπόλοιπων μεταφράσεων των έργων του Πύντσον), «περασμένη» εκ νέου, ουσιαστικά μια νέα μετάφραση με σκοπό να καλύψει ό,τι ενδεχομένως ξεθώριασε ο χρόνος, με προσθήκη αρκετών υποσημειώσεων σε σύγκριση με την πρώτη έκδοση, σαφώς χρήσιμων, ίσως όμως και όχι, αφού η αφήγηση αρκεί από μόνη της να συγκροτήσει τον κόσμο της ανάγνωσης, παρά τις ελλείψεις της γνώσης. Η έκδοση Gutenberg στη νέα σειρά Aldina είναι υπέροχη (θα ήταν αρκούντως πυντσονικό αν το συγκεκριμένο βιβλίο έφερε την αρίθμηση “49” και η λέξη «σειρά», μετονομαζόταν ειδικά γι' αυτό σε, «συλλογή»!!), μακάρι να μας γνωρίσει πολλούς σπουδαίους συγγραφείς και μεγάλα έργα, να τα εκατοστήσει. Ξέρω πως είναι δικό μου κόλλημα αλλά το πολυτονικό ενίοτε με ενοχλεί – νομίζω ότι στην γραφή του Πύντσον δεν ταιριάζει, ας το προσπεράσω όμως. Θετική μνεία και στο καλαίσθητο αισιόδοξο εξώφυλλο. 
 
Remedios Varo, «Bordando el Manto Terrestre»

 
Για το τέλος, επέλεξα μία μικρή φρασούλα από το βιβλίο, που μιλάει για τις μεταφορές (προσωπικά, ένα από τα πιο γοητευτικά στοιχεία της γραφής του) και συνδέεται φραστικά με μία παράξενη εφεύρεση που εμφανίζεται στο βιβλίο του, «Ο Δαίμων του Μάξγουελ». Ο Δαίμων κάνει τη μεταφορά όχι μόνο λεκτικά όμορφη αλλά και αντικειμενικά αληθινή. Χάρηκα που συνάντησα αυτή την φράση, γραμμένη από τον ίδιο, ύστερα και από την ανάγνωση σχεδόν ολόκληρου του έργου του – συνοψίζει με θαυμαστό τρόπο όλη την αναγνωστική ευγνωμοσύνη που νιώθω. Οι μετάφορές του, όσο αλλόκοτες και αν μοιάζουν, κατά βάθος είναι καλλονές και βασανιστικά αληθινές. Και αυτό, δεν μπορεί παρά να είναι, αποτέλεσμα ενός δαίμονα. 
 

Υ.Γ. 2666 Καλό Πάσχα σε όλους (ξεχάστηκα με τους δαίμονες)!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !