Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιμένουμε ιταλικά

 
Συνεχίζοντας ακάθεκτος την επέλαση στην ιταλική λογοτεχνία, μια όψιμη αναγνωστική αγάπη, πλην του πρώιμου και παντοτινού έρωτα που ακούει στο όνομα Καλβίνο, ήρθε η σειρά του Ίταλο Σβέβο. Καλός άνθρωπος και ακόμα καλύτερος συγγραφέας, καλλιτεχνικά αγνοημένος ωστόσο στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, έμπλεξε με κακές ιρλανδικές παρέες, και είδε ξαφνικά την συγγραφική του πορεία να τρέχει ιλιγγιωδώς προς την επιτυχία όταν ένα αυτοκινητικό δυστύχημα – μια φάρσα επιτυχημένη! – ανέκοψε και τερμάτισε την σύντομη ζωή του χωρίς όμως να καταφέρει το ίδιο και με την φήμη του. Κάντε ένα τελευταίο τσιγάρο, ν' αρχίσουμε!
 
Επιστήθιος φίλος του Τζέημς Τζόυς... και οι φίλοι των φίλων μου, δυο φορές φίλοι μου! Όμως και άσπονδος φίλος των Ελλήνων μεταφραστών του και εδώ τα πράγματα σοβαρεύουν. Θα χυθεί αίμα! Γνωστοί και φίλοι με είχαν προειδοποιήσει παντοιοτρόπως ότι ο Σβέβο δεν ευτύχησε στις ελληνικές μεταφράσεις του – σχεδόν κατ' αναλογία με τις συγγραφικές του προσπάθειες – και έπρεπε να ωριμάσει το πράμα για να δούμε οι αναγνώστες άσπρη μέρα. Πριν λίγες μέρες έγινε γνωστό ότι το αριστούργημα του Σβέβο, «Η συνείδηση του Ζήνωνα» επιτέλους βρήκε τη φωνή του μέσω της σπουδαίας μεταφράστριας Έφης Καλλιφατίδη και θα στεγαστεί από τους πλέον ανερχόμενους στον εκδοτικό κλάδο, Αντίποδες. [Τώρα θα πω τον καημό μου. Σχεδόν όλοι οι αναγνώστες έχουμε έναν μεταφραστή κατά νου που τον ακολουθούμε και τον εμπιστευόμαστε για διαφορετικούς λόγους. Για μένα αυτός ο μεταφραστής είναι η Έφη Καλλιφατίδη. Δε ξέρω πώς ξεκίνησε όλο αυτό, νομίζω με «Το σπίτι με τα εφτά αετώματα» του Χώθορν και συνεχίστηκε με τον «Τρίστραμ Σάντι» του Στερν. Πέρα από τις εξαιρετικές μεταφράσεις της, κάπως με τραβούσε και το ίδιο το όνομα γραμμένο στο εξώφυλλο. Από τότε, κάθε φορά που βλέπω το όνομά της στη θέση του μεταφραστή, επεξεργάζομαι σοβαρά και το ίδιο το βιβλίο ακόμα και αν η πρώτη μου εντύπωση ήταν να το προσπεράσω αδιάφορα. Εκτός όμως από εκείνα του Έκο. Η σχέση μου μαζί του τελείωσε στο «Όνομα του Ρόδου». Δεν ακούω τίποτα, σσστ! Δε θέλω ΟΥ-μπέρτο!]. Περιμένοντας λοιπόν τον συνειδητοποιημένο Ζήνωνα, έμαθα ότι ο μόνος μεταφραστής που σεβάστηκε τις ιδιομορφίες του Ίταλο Σβέβο είναι ο Γιάννης Παππάς και έτσι λοιπόν, ξεκινώ το σύντομο αισθηματικό ταξίδι με την λογοτεχνική του διάνοια από αυτή τη συλλογή διηγημάτων.
 
Προσόν ενός καλού συγγραφέα είναι η παρατηρητικότητα – και ενός μοντερνιστή συγγραφέα η παρατηρητικότητα των ψυχικών διακυμάνσεων. Ο Σβέβο έχει μια ασύλληπτη συλλογή τέτοιων παρατηρήσεων στο ενεργητικό του. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς γιατί γοητεύτηκε τόσο πολύ ο Τζόυς όταν τον πρωτοδιάβασε. Έχει όμως και μία απλή, σχεδόν «φτωχή» γλώσσα· πώς να ενωθούν αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία; Γίνεται; Κι όμως! Η συναρμογή των ψυχικών λεπτότατων παρατηρήσεων με την απλή γλώσσα πραγματοποιείται με έναν αλλόκοτα υποχθόνιο, μυστικιστικό τρόπο. Δύσκολα πιστεύεις ότι ο Ίταλο Σβέβο ανήκει στους μοντερνιστές συγγραφείς της εποχής του Τζόυς, κυρίως γιατί όπου ακούς «μοντερνισμός» περιμένεις με μαθηματική ακρίβεια, γλωσσικές καινοτομίες και ακροβασίες, διακριτές και εξαιρετικά ενοχλητικές κατά την ανάγνωση. Εδώ, απουσιάζει η γλωσσική εκζήτηση. 
 
[...] Η πιο χαρούμενη έκφραση της φύσης: στα πουλάκια ακόμα κι ο φόβος δεν είναι πράσινος και αποτροπιαστικός, όπως στον άνθρωπο, και αυτό όχι επειδή κρύβεται κάτω από τα φτερά τους – αφού άλλωστε γίνεται φανερός – αλλά επειδή δεν αλλοιώνει καθόλου την κομψή τους φύση. Αντίθετα, πρέπει να πιστέψουμε ότι το μυαλουδάκι τους δεν γνωρίζει καν το φόβο· το σήμα κινδύνου δίνεται από την όραση και την ακοή, και μέσα στη βιασύνη περνά κατευθείαν στα φτερά. Τι μεγαλείο: ένα άφοβο μυαλουδάκι μέσα σ' έναν οργανισμό σε κατάσταση πανικού!
 
Δεν πρέπει όμως να αφήσετε να σας μπερδέψει η απλότητα της γραφής γιατί τότε το βάθος και το πλέγμα των σκέψεων του συγγραφέα, θα σας αιχμαλωτίσει με ευκολία – και σε έναν μη πεπαιδευμένο αναγνώστη αυτό θα φανεί σαν μαρτύριο ενώ σε έναν πεπαιδευμένο σαν ένα ταξίδι με όλα τα έξοδα πληρωμένα! Τα διηγήματα του Σβέβο είναι γεμάτα λεπτή ειρωνεία, χιούμορ και (κυρίως) αυτοσαρκασμό. Ο συγγραφέας που αγνοήθηκε συγγραφικά σχεδόν εώς το τέλος της ζωής του (αλλά το αντιμετώπισε με μία στάση που εντυπωσιάζει και διδάσκει) αυτοσαρκάζει τα βάσανά του με κάθε ευκαιρία. Επίσης, ένα αγαπημένο θέμα του Σβέβο είναι τα γηρατειά, εννοούμενων όχι από βιολογική άποψη (ηλικία) αλλά ως κατάσταση, ως στάση θεωρητική απέναντι στην ύπαρξη και τα πολλαπλά της προβλήματα, όπως σημειώνει πολύ εύστοχα ο Ναυτίλος.
 
Ο Ίταλο Σβέβο είχε εντυπωσιαστεί και από τις ψυχαναλυτικές θεωρίες του Φρόυντ (εν αντιθέσει με τον Τζόυς που τις απεχθανόταν, κατά δήλωσή του, και τις απέφευγε για μεγάλο μέρος της ζωής του – παρά την επιμονή κάποιων κριτικών να συνδέουν τον εσωτερικό μονόλογο του Τζόυς με τις θεωρίες του Φρόυντ), κυρίως με εκείνες που είχαν σχέση με τα όνειρα, έτσι, βλέπουμε με κάθε πρόφαση μέσα στα διηγήματά του να περιγράφονται διάφορα όνειρα των ηρώων. Μια συγγραφική πρακτική που πλέον, κάθε σχολή δημιουργικής γραφής που σέβεται τον εαυτό της σου λέει να αποφεύγεις: «ΜΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΤΕ ΟΝΕΙΡΑ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΣΑΣ». Εντούτοις, όταν είσαι ο Σβέβο και το λιγότερο που μπορείς να κάνεις είναι να γράφεις... ονειρικά, πού είναι το κακό; 
 

 
[...] Πόσο εκφραστικά είναι τα κτίσματα των ονείρων! Ίσως πουν – και θα έχουν δίκιο – ότι είναι έτσι για να μπορεί εύκολα αυτός που τα σχεδίασε να καταλάβει ότι είναι δικά του. Το εκπληκτικό όμως είναι ότι ο αρχιτέκτονάς τους δεν ξέρει ότι τα έφτιαξε και δεν το θυμάται, ακόμα και ξύπνιος, και στρέφοντας τη σκέψη πίσω, στον κόσμο απ' όπου έρχεται, όπου οι κατασκευές ξεπηδούν με τόσην ευκολία, μπορεί να εκπλαγεί, γιατί εκεί όλα γίνονται κατανοητά χωρίς την ανάγκη ούτε μιας λέξης.
 
Η μετάφραση του Γιάννη Παππά είναι εξαιρετική. Πίσω από την απλότητα της γραφής του Σβέβο αντιλαμβάνομαι όλο το κρυφό δαιδαλώδες νοηματικό πλέγμα και αυτό αποτελεί αδιαμφισβήτητα επιτυχία της μετάφρασης. Ο Ίταλο Σβέβο δεν είναι επ' ουδενί απλός συγγραφέας και η συγκεκριμένη μετάφραση το επιβεβαιώνει με επιτυχία. Καμιά φορά, παρορμήσεις που έχουν αφετηρία τη συγκίνηση, στο άκουσμα μιας καθαρής, ανεπιτήδευτης φωνής, έχουν μια δικαίωση, έστω κι αν το αποτέλεσμα είναι ατελές, σημειώνει ο μεταφραστής στο πρόλογό του. Θα συμφωνήσω πως, όταν πας να μεταφράσεις έναν συγγραφέα κινούμενος από ατόφια αγάπη για το ταλέντο του και την ευαισθησία του, τότε σχεδόν πάντα, το αποτέλεσμα βγαίνει εξαιρετικό. Η επικοινωνία με τον άνθρωπο που γράφει, μέσα από ένα κείμενό του, σε κάνει ενίοτε να ξεχάσεις τον συγγραφέα. Αυτό είναι, όπως νομίζω, η επιτυχία και το χάρισμα του Ίταλο Σβέβο, χάρισμα που για μένα έχουν οι συγγραφείς που με συγκίνησαν και πάντοτε με συντροφεύουν.
 
Η έκδοση από τις εκδόσεις «Πορεία» είναι πολύ όμορφη, τόσο που σκέφτομαι, πόσοι εκδοτικοί οίκοι υπάρχουν γύρω μας που βγάζουν υπέροχες εκδόσεις και σπανίως φτάνουν στα χέρια μας; Η συγκεκριμένη έχει ένα εξώφυλλο με απαλό μωβ χρώμα και μία υφή που θυμίζει βελούδο ή τέλος πάντων, κάτι εξίσου απαλό, δε ξέρω τι ακριβώς είναι! Κάτι τέτοιο θα περίμενες, ας πούμε, από μια συλλεκτική έκδοση, που βεβαίως θα πλήρωνες και αναλόγως. Επίσης, το χαρτί είναι ποιοτικό και βαρύ και ταιριάζει απόλυτα με την γραφή του Σβέβο. Πολύ την χάρηκα αυτή την έκδοση! 
 
«Το ξέρεις ότι είσαι ένας παραγνωρισμένος συγγραφέας;» του είχε πει ο Τζόυς όταν διάβασε τα βιβλία του. Και επειδή στην λογοτεχνία υπάρχει, ενδεχομένως, περισσότερη δικαιοσύνη από οπουδήποτε αλλού... το μέλλον τον αναγνώρισε και τον κατέταξε μεταξύ των πιο γοητευτικών συγγραφέων του 20ου αιώνα. Ψέματα;
 
Υ.Γ. 2666    Η σπουδαία λογοτεχνία είναι – και ταυτόχρονα δεν είναι – μεγάλο ψέμα!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !