Πύντσον;; Έχω ξαναμιλήσει γι' αυτόν; ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ! Καλά, εντάξει, ίσως να μη θυμάμαι και καλά. Επιτρέψτε μου όμως μια ακόμα μειλίχια παρότρυνση. Τι στο ΔΙΑΟΛΟ να γράψω παραπάνω για να αρχίσετε να τον διαβάζετε; Και αφού σας χάρισα άθελά μου ένα πρότυπο δείγμα λογοτεχνικής κριτικής, επιτρέψτε μου (ξανά) να πω δυο λόγια ακόμα.
Το πρωτόκολλο της καλοκαιρινής και μετακαλοκαιρινής (κατά το «μεταμοντέρνας») ανάγνωσης επιβάλλει βιβλία με χιούμορ, χαλαρή διάθεση, γρήγορη εναλλαγή των εικόνων, πληθώρα χαρακτήρων που να μην παίρνουν πολύ σοβαρά τον εαυτό τους και μια ατέρμονη δράση που να συνεχίζεται αν αυτό είναι δυνατόν καθ' όλη τη διάρκεια του βιβλίου. Μετά από ανώριμη σκέψη, σας προτείνω να διαβάσετε Τόμας Πύντσον, το απόλυτο trend του φετινού (και όχι μόνο) καλοκαιριού. Να μην μπορείτε να ξεχωρίσετε αν η παράκρουση που αισθάνεστε οφείλεται στην ζέστη ή στην ανάγνωση!
Δεν θέλω να σας πείσω να διαβάσετε Τόμας Πύντσον γιατί ξέρω πως θα είναι σαν να σας προσφέρω την πέτρα που θα μου ανοίξει το κεφάλι στα δύο. Θέλω μόνο να σας εκθέσω λίγο ακόμα από τον ενθουσιασμό μου για τα βιβλία αυτού του σπουδαίου συγγραφέα. Τουλάχιστον να την γλυτώσω με καρούμπαλα! Προσπαθώντας να εντοπίσω περισσότερα προτερήματα στα βιβλία του από εκείνα που ανέπτυξα στις προηγούμενες αναρτήσεις μου, ανακάλυψα ότι διαθέτουν μία εκτεταμένη καρτουνίστικη δομή. Είναι σχετικά γνωστή η αγάπη του Πύντσον για τα καρτούν (έχει εμφανιστεί και σε επεισόδιο των Σίμπσονς. Το λες και πρόοδο!), πολλά βιβλία του έχουν αναφορές σε αυτά (όπως και σε πολλές άλλες μορφές ποπ κουλτούρας) και συγκεκριμένα ένα καθαρόαιμο καρτουνίστικο μοτίβο εμφανίζεται σε τουλάχιστον δύο βιβλία του: ένας σκύλος που μιλάει. Δεν είναι σπάνιο στην λογοτεχνία ένα ομιλούν ζώο, ωστόσο έχει διαφορετική χρήση. Συνήθως κατέχει θέση συμβόλου, της ψυχής, του τρόμου, του θανάτου, ενός alter ego του συγγραφέα, μιας αφηρημένης έννοιας που βρίσκει στο ζώο τη σαφήνειά της, οτιδήποτε. Στον Πύντσον από την άλλη, είναι απλώς ένας σκύλος που μιλάει. Έρχεται άνετος και τσίφτης και με περισσή κυνικότητα (αφού είναι σκύλος!) λέει τις ατάκες του και χάνεται από το προσκήνιο. That' s all, folks!
Όταν ήμασταν μικροί και παρακολουθούσαμε καρτούν, περνούσαμε τέλεια με έναν σκύλο που μιλούσε. Γελούσαμε με την καψαλισμένη γούνα ή με την ολική και αστραπιαία αποτέφρωση του χαρακτήρα που στην επόμενη σκηνή αναγεννιόταν από τις στάχτες του. Είναι λόγος επειδή μεγαλώσαμε να μην γελάμε πλέον με αυτά; Ο Τόμας Πύντσον σίγουρα διαφωνεί και γι' αυτό μας πετάει κατάμουτρα μια μηχανική πάπια που ερωτεύεται έναν Γάλλο μάγειρα! Πέρα από αυτά τα «αξιοπερίεργα» ο Πύντσον χρωματίζει με καρτουνίστικες αποχρώσεις και μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος, των διαλόγων, των χαρακτήρων. Προσφέρει ευθυμία μέσω των παραλογισμών αλλά ποτέ δεν γελοιοποιεί ανεπανόρθωτα τις καταστάσεις όσο γελοίες και αν δείχνουν στους απρόσεχτους αναγνώστες. Είναι γελοία τα καρτούν; Όσοι το πιστεύετε καλύτερα να μην διαβάσετε Πύντσον. Η επιστροφή στην παιδική ηλικία δεν πραγματοποιείται με την ανάκληση οδυνηρών ψυχικών τραυμάτων αλλά με την τρελή ανυπομονησία για ένα σαββατιάτικο πρωινό μπροστά στην τηλεόραση!
Καλά όλ' αυτά αλλά τελικά έχουν βάθος τα μυθιστορήματα του Πύντσον; Απύθμενο! Μπορεί οι περισσότεροι χαρακτήρες να επιπλέουν άχαρα αλλά η θάλασσα που τους φιλοξενεί είναι τόσο βαθιά και σκοτεινή που αναπόφευκτα χαρίζει λίγο περισσότερη τόλμη στα άτολμα πλατσουρίσματά τους. Πρέπει να οπλιστείς με περισσότερο θάρρος όταν ξέρεις ότι τα πόδια σου δεν φθάνουν τον βυθό. Και το αυτό ισχύει και για τους αναγνώστες. Δεν θα φθάσεις ποτέ το βάθος των βιβλίων του αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δε θα απολαύσεις το κολύμπι σε μια απύθμενη και επιβλητική θάλασσα. Και επίσης, δεν σημαίνει ότι στο τέλος θα πνίγεις κιόλας. Κάθε βιβλίο του Πύντσον διαθέτει ένα λυτρωτικό σωσίβιο που είναι φτιαγμένο από τις τρίχες της κεφαλής σου που ορθώνονται σαν θαλάσσια φύκια από την εξαιρετικά γοητευτική γραφή του. Θα σωθείς ρε!
Η δύναμη της πειθούς είναι τόσο σημαντική για έναν συγγραφέα όσο και για τον αναγνώστη του. Η πειθώ του Πύντσον μπορεί να χάνει κάπως στα επιμέρους σημεία (με τους μικροπαραλογισμούς, τα παράδοξα και τα αλλόφρονα στοιχεία) όμως αυτό μεταβάλλεται ολοκληρωτικά, όταν αντιληφθείς την τελειότητα του τελειωμένου βιβλίου. Το συγγραφικό εκτόπισμα είναι τόσο μεγάλο που δε σου αφήνει χώρο για αμφισβητήσεις. Το σύμπαν που χτίζεται για τα μάτια σου είναι αληθινό, πιεστικό και σαρωτικό. Συμπάσχεις με τους χαρακτήρες που παραπαίουν σαν μαριονέτες κινούμενες από ορατές και αόρατες δυνάμεις, νιώθεις την ασφυξία που σου προκαλείται από έναν κόσμο προκαθορισμένο και ανηλεή, ψάχνεις τους λόγους για ό,τι σε συνθλίβει. Η λογοτεχνία του Πύντσον είναι η πιο ελκυστική πολιτική λογοτεχνία που έχω διαβάσει, εκείνη με το πιο ενδιαφέρον περιεχόμενο.
Mason & Dixon. Χαράς ευαγγέλια, αναγνώστη! Μόλις βρήκες δυο εξαιρετικούς πυντσονικούς ήρωες που θα μπορέσεις να ακολουθήσεις αδιάκοπα ως το τέλος του βιβλίου. Σπουδαία βοήθεια αν τύχει να ξεκινήσεις τα βιβλία του από αυτό το συγκεκριμένο. Ο μελαγχολικός Μέισον και ο έξω καρδιά Ντίξον... δεν πρόκειται να βαρεθείς με τέτοιους τύπους! Γνωστοί για την ομώνυμη ευθεία γραμμή που τράβηξαν χωρίζοντας την Αμερική σε Βόρεια και Νότια – μέσα στο μυθιστόρημα όμως, οι περιπέτειές τους καθόλου δεν ακολουθούν την ευθεία γραμμή, εδώ πήξαμε στις τεθλασμένες! Στα βιβλία του Πύντσον μού κάνουν εντύπωση οι περιγραφές της πλοκής (όπου υπάρχουν) που μάλλον είναι γραμμένες από τον μεταφραστή. Όποιος και αν τις γράφει όμως, πρέπει να διαθέτει πολύ ταλέντο για να μπορεί να συμπυκνώνει τόσο εύστοχα αυτά τα πολυδαίδαλα μυθιστορήματα. Εγώ δεν έχω αυτό το ταλέντο γι' αυτό και αναλώνομαι σε γενικόλογες εντυπώσεις. Οι αναγνώσεις των βιβλίων του Πύντσον είναι κυρίως εντυπώσεις – αν οι αρχικές είναι θετικές, δεν πρόκειται να ξεκολλήσεις με τίποτα. Δείτε την κατάντια μου!
Για τον κάθε έναν από τους συγγραφείς που αγαπώ πολύ, μπορώ κάπως να φανταστώ πώς δούλευαν τα μυθιστορήματά τους, τις σημειώσεις που κρατούσαν στο περιθώριο, την κεντρική ιδέα γύρω από την οποία εμφανίζονταν οι ήρωες, τους δισταγμούς, τις επιτυχίες της γραφής – είναι και αυτό μια παράπλευρη ωφέλεια της λογοτεχνίας (άλλοι το λένε και χούι). Ο Τόμας Πύντσον όμως δεν μου επιτρέπει αυτήν την μικρή χαρά, το μόνο που μπορώ να φανταστώ γι' αυτόν, είναι να ξυπνάει πρωί (μπορεί και μεσημέρι) και να γράφει αυτούσιες έτσι όπως εμφανίζονται στην τελική έκδοση, δέκα, είκοσι, τριάντα, όσες σελίδες θέλει αυτός, χωρίς δισταγμούς και πισωγυρίσματα, συγγραφικές ανησυχίες και άλλα τέτοια. Η τελική δομή των βιβλίων διαθέτει τέτοια στιβαρότητα και επιβλητικότητα που σε κάνει να νιώθεις ότι δεν επιτρέπεται κανένας δισταγμός ούτε καν για τον συγγραφέα της. Αν αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο προτέρημα ενός λογοτεχνικού έργου τότε, τι στο διάολο είναι, αναρωτιέμαι!
Όλη αυτή η στιβαρή δομή όμως – το διακρίνω καθαρότερα τώρα – βασίζεται στο χιούμορ του Πύντσον και κυρίως στην εξαιρετική χρήση που του κάνει μέσα στα βιβλία του: το χιούμορ είναι το σημαντικότερο δομικό υλικό! Σχεδόν οι μισές σελίδες των μεγάλων μυθιστορημάτων του (Mason & Dixon, Ενάντια στη μέρα, Υπεραιχμή – αφήνοντας προσώρας ως λαμπρή εξαίρεση στο πυντσονικό σύμπαν, το εμβληματικό Ουράνιο τόξο της βαρύτητας) σου δίνουν μια αφορμή έστω και για ένα αχνό χαμόγελο αν δεν σε αναγκάζουν να ξεσπάς σε τρανταχτά γέλια. Το χιούμορ δεν επιλέγεται μόνο για να κρατά σε ευθυμία τους αναγνώστες αλλά γιατί εξυπηρετεί με θαυμάσιο τρόπο την λογοτεχνική φωνή με την οποία επιλέγει να σου μιλάει ο Τόμας Πύντσον. Υπάρχει ένα απόσπασμα στο βιβλίο που περιγράφει τους Ινδιάνους που περιβάλλουν έναν τύμβο. Αυτό το απόσπασμα, με την ίδια ακριβώς σύνταξη, χωρίς να μετακινήσεις λέξη, είναι το ιδανικότερο απόσπασμα για να περιγράψει με ακρίβεια τις λογοτεχνικές δημιουργίες του Πύντσον. [...] Γελάνε. Μοιάζουν αρκετά πομπώδεις, αλλά στην πραγματικότητα λατρεύουν το γέλιο σαν μια πολύ σοβαρή, σχεδόν ιερή, φυσική δύναμη, που δεν πρέπει ποτέ να την επικαλείσαι άσκοπα. Το χιούμορ είναι μυστήριο πράγμα – άλλοτε περνάει και χάνεται πριν το αντιληφθείς άλλοτε καθυστερεί απελπιστικά και όταν φθάνει είσαι πολύ ταλαιπωρημένος για να γελάσεις. Το χιούμορ του Πύντσον όμως είναι πάντα στην ώρα του! «Σκάναρε» προσεκτικά κάθε μία από τις σελίδες του και θα αντιληφθείς ότι βρίσκεται εκεί που πρέπει την ώρα που πρέπει ώστε να δώσει το καλύτερο αποτέλεσμα, το περισσότερο γέλιο. Αν θεωρείς ότι προπορεύεται ή βραδυπορεί τότε κάτι έχει το δικό σου χιούμορ αναγνώστη, να το κοιτάξεις, να συμβουλευτείς αστείατρο (ω ρε φίλε, κάτι έχει και το δικό μου χιούμορ!) Δεν μπορώ να το εξηγήσω καλύτερα, αλλά δεν έχω ξανασυναντήσει συγγραφέα που να κάνει τόσο εκτεταμένη και υποδειγματική χρήση του χιούμορ. Παράλληλα στην πλουραλιστική (μέχρι εντυπωσιασμού) γραφή του κινείται και μια πλουραλιστική χρήση του χιούμορ που σε συντροφεύει ως το τέλος των βιβλίων του.
Γιατί όμως τόσες πολλές σελίδες το κάθε του μυθιστόρημα; Η προφανής απάντηση είναι, γιατί όχι; αφού μπορεί! Αφού τα βιβλία του δεν κάνουν κοιλιά σε κανένα σημείο τους, τι σημασία έχει αν θα είναι 800, 1200 ή 2666 σελίδες; Απλώς κάπου πρέπει να σταματήσει για να μπορεί να λογίζεται ακόμα βιβλίο. Έχω καταλήξει ότι από ένα σημείο και μετά, οι σελίδες προσφέρονται δώρο στους φανατικούς αναγνώστες του. Μένει να διαβάσω την «Συλλογή των 49 στο σφυρί» για να κρίνω αν το σύμπαν του Πύντσον μπορεί να αναπτυχθεί γενναία μέσα σε 200 σελίδες. Όμως στο τέλος, σίγουρα θα αναφωνήσω, πού είναι οι υπόλοιπες; Η λογοτεχνική παραγωγή του Πύντσον διακρίνεται από αναγνωστική γενναιοδωρία και όχι από ματαιόδοξες επιδιώξεις! Τα βιβλία του προσφέρουν ατόφια παρηγοριά και απόλαυση. Ξεπερνώντας τα προσωπικά γούστα του καθενός, τις λογοτεχνικές σχολές, τις αναγνωστικές σχολές, ή ό,τι άλλο (και φέροντας ως «παράσημο» τουλάχιστον έναν σίγουρο προσηλυτισμό στο μαγικό σύμπαν του Αμερικανού), φανατικός και ο ίδιος, ειλικρινά απορώ πώς γίνεται να αγνοείς μια λογοτεχνική φωνή που φέρει πολλαπλάσια προτερήματα συγκριτικά με τα ελάχιστα και αμφιλεγόμενα αισθητικά κριτήρια που την κατηγοριοποιούν σε μια λογοτεχνία του παράδοξου και του γκροτέσκου. Αν ποτέ κερδίσει το Νόμπελ Λογοτεχνίας έχω να δηλώσω (με φανατισμένη υποκειμενικότητα ανάμεικτη με γενναίες δόσεις αντικειμενικότητας) ότι, θα είναι ιδιαίτερα ισχνό βραβείο για να προσδιορίσει με ακρίβεια την λογοτεχνική του αξία!
Για τον μεταφραστή Γιώργο Κυριαζή δε θα προσθέσω κάτι περισσότερο, γιατί θα ντραπεί και αυτός θα ντραπώ και εγώ. Όσο για την επιλογή εξωφύλλου ένα θα πω: πουλάς άνετα μούρη ότι διαβάζεις Πύντσον στο πρωτότυπο... και αυτό είναι τόσο cool! Ας τα συνοψίσω λοιπόν για να μην μπερδεύεσαι. Αν θες να με κάνεις ευτυχισμένο δώσ' μου να διαβάσω έναν Πύντσον, αν πάλι θες να με κάνεις δυστυχισμένο δώσ' μου να διαβάσω δύο. Η σκέψη ότι ένας Πύντσον με περιμένει, ακόμα και για χάρη ενός άλλου Πύντσον, μπορεί να με σκοτώσει! Με τον Τόμας Πύντσον έχω ακριβώς την ίδια αίσθηση που έχω και με τον Τόμας Μπέρνχαρντ. Τίποτα δεν μπορεί να με πείσει ότι το βιβλίο τους που διαβάζω μια δεδομένη στιγμή δεν είναι το καλύτερό τους. Με τις ταπεινές αναγνωστικές μου δυνάμεις νομίζω πως μπορώ να κάνω μια γρήγορη αξιολογική κρίση των έργων τους, όμως όταν βρίσκομαι στο μέσο μιας ανάγνωσής τους νιώθω κριτικά ανοχύρωτος, σαν να κατουράω σε κόντρα άνεμο. Το μόνο που περιμένω πια από τους δύο Τόμας είναι να τελειώσω την σειρά, να ανακατέψω τα βιβλία και να μοιράσω πάλι το παιχνίδι. Δεν υπάρχει καλύτερο αίσθημα από το να ξαναδιαβάζεις τα αγαπημένα σου βιβλία με την ίδια λαχτάρα και χειρότερο από το να μην μπορείς να σταθείς απέναντί τους το ίδιο γελοία ανυπεράσπιστος όπως όταν τα αντιμετώπισες την πρώτη φορά! Για μένα, κάνετε μεγάλο κακό στον εαυτό σας όσοι επιμένετε να μην διαβάζετε Πύντσον ένω διαθέτετε τις αναγνωστικές δυνάμεις για να τα καταφέρετε! Και σας το λέω χύμα, έτσι;
[...] Ονειρεύεται η Βρετανία όταν κοιμάται; Και είναι η Αμερική το όνειρό της; – ο τόπος όπου όλα αυτά που δεν είναι ανεκτά στην άγρυπνη μητρόπολη βρίσκουν έκφραση στον ταραγμένο ύπνο αυτών των επαρχιών και ακόμη πιο δυτικά, εκεί που τίποτε δεν έχει χαρτογραφηθεί, ούτε καταγραφεί, ούτε ειδωθεί καν από την πλειονότητα της ανθρωπότητας – ένας τόπος που χρησιμεύει σαν σκουπιδότοπος των ελπίδων της υποτακτικής έγκλισης, όλων των πραγμάτων του μπορεί, ενδεχομένως, να είναι ή να γίνουν αληθινά – ο Γήινος Παράδεισος, η Πηγή της Νεότητας, το Κράτος του Ιωάννη του Πρεσβύτερου, το Βασίλειο του Χριστού, που πάντα βρίσκονται λίγο πιο πέρα από το ηλιοβασίλεμα, ασφαλή ώσπου να ανακαλυφθεί η επόμενη περιοχή προς τη Δύση, να μετρηθεί και να συνδεθεί με το δίκτυο των ήδη γνωστών σημείων που επεκτείνεται αργά, τριγωνομετρικά, μέσα στην ήπειρο, βγάζοντας τα πάντα από την υποτακτική έγκλιση, κάνοντας τις πιθανότητες απλές βεβαιότητες που εξυπηρετούν τους σκοπούς των κυβερνήσεων – μεγαλώνοντας τα σύνορα λίγο-λίγο σε βάρος του ιερού και του άφθαρτου, και ενσωματώνοντας τις νέες περιοχές στον γυμνό θνητό κόσμο που είναι η πατρίδα μας και η απόγνωσή μας.
Literature is totally ON!
Υ.Γ. 49 Το Mason & Dixon έφθασε στα χέρια μου ως ευχαριστήρια ανταμοιβή για το «κοπιώδες» έργο μου να ψάξω και να (ξανα)βρω τον «Φρικτό κυκεώνα στην οδό Μερουλάνα» του Γκάντα. Παλιότερα, για τον ίδιο λόγο είχε φθάσει στα χέρια μου και «Ο αξιοπρεπής κύριος Πνιν» του Ναμπόκοφ (ο οποίος με περιμένει αξιοπρεπώς στο ράφι της βιβλιοθήκης). Δυο-τρεις Γκάντηδες να βρω ακόμα... ζητάω πολλά;
Υ.Γ 2666 Η ανάρτηση πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ Διαβάζοντας. Επίσης, πόσο πολλά θαυμαστικά χρησιμοποιούσα, γαμώτο μου; Αν με δείτε στο δρόμο, να μου μπήξετε μια ντουζίνα από δαύτα στην καρωτίδα!
Οι τρεις Τόμας, ή -αν προτιμάς- η αγία τριάδα: Μπερνχαρντ, Πύντσον, Μανν!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντώνης
Χμμ, για τον Μαν κρατάω ακόμα μια επιφύλαξη. Δεν τον πήρα με καλό μάτι ύστερα από επανειλημμένες αποτυχημένες αναγνώσεις του Μαγικού Βουνού. Το μέλλον θα δείξει τι θα γίνει με δαύτον.
ΔιαγραφήΑν πρέπει να τον αντικαταστήσω με έναν άλλον Τόμας, θα προτιμήσω έναν παλιότερο, τον Τόμας Ντε Κουίνσι :)
Πολύ ωραίο το άρθρο σας για το σύμπαν του Pynchon. Αυτή τη διαπίστωση για τον μέγιστο Μπερνχαρντ την έχω και εγώ, δεν ξέρω πάντοτε ποιο είναι το καλύτερο του..
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ πολύ! Μόνο με αυτούς τους δύο συγγραφείς μού έχει συμβεί, να βυθίζομαι τόσο ολοκληρωτικά στην απόλαυση του (εκάστοτε) βιβλίου τους που να μην μπορώ να διακρίνω ποιο είναι το «καλύτερό» τους... όλα είναι τέλεια :)
Διαγραφή