Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μαφφία



Νιώθω ότι πρέπει να υπερασπιστώ με κάποιον τρόπο την λογοτεχνική αξία των βιβλίων του Ρομπέρτο Σαβιάνο. Το βιβλίο του “Γόμμορα” ξεκινάει με την εξής εικόνα:

Το κοντέινερ ταλαντευόταν καθώς ο γερανός το μετέφερε στο πλοίο. Λες κι επέπλεε στον αέρα, το σπρίντερ, ο μηχανισμός που γαντζώνει το κοντέινερ στο γερανό, δεν κατάφερνε να δαμάσει την κίνηση. Οι πρόχειρα κλεισμένες πόρτες άνοιξαν ξαφνικά και δεκάδες σώματα άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή. Έμοιαζαν με κούκλες. Στο έδαφος όμως τα κεφάλια συντρίβονταν σαν να ήταν αληθινά κρανία. Και ήταν πράγματι κρανία. Απ' το κοντέινερ έβγαιναν άντρες και γυναίκες. Ακόμη και παιδιά. Νεκροί. Παγωμένοι, στοιβαγμένοι, ο ένας πάνω στον άλλο. Στη σειρά, στριμωγμένοι σαν τις σαρδέλες στο κουτί. Ήταν οι Κινέζοι που δεν πεθαίνουν ποτέ. Οι αθάνατοι που περνούν τα χαρτιά ο ένας στον άλλον.
 
 

9 στους 10 αναγνώστες που θα διαβάσουν το παραπάνω απόσπασμα θα συνεχίσουν γοητευμένοι την ανάγνωση για 2-3 σελίδες ακόμα. Δεν είναι μια εξαίσια αρχή μυθιστορήματος; Μα για στάσου, το βιβλίο του δεν είναι μυθιστόρημα! Ε και; Τα βιβλία του Σαβιάνο πρέπει πρωτίστως να διαβάζονται ως μυθιστορήματα. Είναι γραμμένα ως τέτοια, έχουν εξαιρετική αφήγηση, είναι ανθρώπινα, άδεια από διδακτισμούς και συναισθηματικούς εκβιασμούς, ταυτίζεσαι με τους ήρωες, επέρχεται η λύτρωση, τι άλλο! Και λένε πολλές αλήθειες, συγκεκριμένα λένε μόνο αλήθειες. Ουπς! Και τι θα γίνει με τον μύθο; Παντού υπάρχει ένας μύθος, ακόμα και στις καθαρότερες αλήθειες.

Αν σου έδιναν να διαβάσεις μια στείρα μελέτη για την δράση μιας αδίστακτης εγκληματικής οργάνωσης, σύντομα θα βαριόσουν, ειδικά αν δεν έτρεφες προσωπικό ενδιαφέρον για το θέμα. Αν σου έδιναν να διαβάσεις ένα βιβλίο που η ιστορία του βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, θα χανόσουν στην ισοτιμία, τι είναι αληθινό και τι μύθος, τι να δεχθείς και τι να απορρίψεις. Εδώ, ο συγγραφέας, σου δίνει τα πραγματικά γεγονότα και τα αληθινά ονόματα, τοποθετώντας τα με μαεστρία μέσα στον μύθο της παγκόσμιας Ενοχής, σε εκείνο το επίπεδο του συλλογικού φαντασιακού που μας καθιστά όλους υπεύθυνους και ενόχους, μια κατάσταση που μπορεί κάποτε να καλλιεργήσει και να ξεστομίσει μια φράση του τύπου “Μαζί τα φάγαμε”.

Το θέμα του συγκεκριμένου βιβλίου (όπως και των υπόλοιπων) συνοψίζεται σε μία απλή και οχληρή φράση. Όλα τα εμπορεύματα έχουν σκοτεινή προέλευση. Είναι ο νόμος του καπιταλισμού. Ενός καπιταλισμού που παρουσιάζεται πάντα απρόσωπος και αθώος, μεταβιβάζοντας την ευθύνη και την ενοχή στα πρόσωπα που (κυρίως άθελά τους) τον συγκροτούν. Ο κόσμος των βιβλίων του Σαβιάνο είναι ανήμερο θεριό που όταν δαγκώνει εσύ καλά είναι να σωπαίνεις, μια καλοκουρδισμένη μηχανή που πίνει αίμα και χέζει χρήμα, ανελέητα βίαιη και απροσδόκητα ανθεκτική.

Ο διορατικός Ζοζέ Σαραμάγκου στο βιβλίο του “Περί θανάτου” επέλεξε να ονομάσει τη μαφία που ήρθε να βάλει τάξη στα πράγματα όταν ο Θάνατος εντελώς απροσδόκητα κήρυξε απεργία για μερικούς μήνες, με 2 φ! Η σύγχρονη μαφία δε ξέρουμε με πόσα φ γράφεται (ενδεχομένως με τόσα φ όσα και τα ματωμένα μηδενικά που φανερώνουν την κολοσσιαία διακίνηση κεφαλαίου), πάντως ουδεμία σχέση έχει πια με την ρομαντική εκδοχή της στην οποία πρωτοστατούσε ο δυσλεκτικός μαγουλάκιας Μάρλον Μπράντο!

Οι θύτες είναι ταυτόχρονα και τα θύματα, δεν μπορούν να χαρούν τα πλούτη τους, η δύναμή τους υποβιβάζεται σε μία αστεία ψευδαίσθηση όταν κρύβονται σαν φοβισμένα ζώα μέσα στα χαμόσπιτα του κέντρου για χρόνια, γιατί αν κάνουν και φανερωθούν, ο μόνος φίλος που θα τους περιμένει είναι μια φιλεύσπλαχνη σφαίρα. Μπορούν και κινούν τα νήματα από παντού, αλλά όταν εκείνα σπάσουν, τίποτα δεν ξηλώνεται, τη θέση των νεκρών θα διεκδικήσουν άλλοι πρόθυμοι νεκροί, με ίδιες βλέψεις και ίδια κατάληξη. 
 

Ο υπότιτλος του βιβλίου, “Ταξίδι στην οικονομική αυτοκρατορία και στο όνειρο για κυριαρχία της Καμόρρα”, είναι εύγλωττος και πολύ σαφής. Η Καμόρρα, η εγκληματική οργάνωση που δραστηριοποιείται στην Νάπολη και στην περιοχή της Καμπανίας, έχει κλείσει “πρώτη θέση” και ταξιδεύει άνετα προς την επίτευξη του ονείρου της. Διακίνηση ναρκωτικών, διαχείριση απορριμάτων και τοξικών αποβλήτων, τσιμεντοποίηση των πάντων (συμπεριλαμβανομένων και των μυαλών!), εκμετάλλευση “υψηλής ραπτικής”, και όλα φαντάζουν ρόδινα, σχεδόν έχουν το χρώμα του αίματος! Ξαφνικά όμως γίνεται μια αντιστροφή – ενώ έχεις το παζλ έτοιμο μπροστά σου και “θαυμάζεις” την εικόνα, έρχεται ο άτακτος Σαβιάνο και σου σκορπίζει όλα τα κομμάτια, μετά σου επισημαίνει με το δάχτυλο ένα τυχαίο κομμάτι και σου λέει: “Να, κοίτα εδώ, ο Πασκουάλε ο ράφτης”!

[...] Θυμόταν καλά αυτό το λευκό ταγέρ. Θυμόταν ακόμη τα μέτρα, όλα τα μέτρα. Το κόψιμο στο λαιμό, τα χιλιοστά στους καρπούς. Και το παντελόνι. Είχε περάσει τα χέρια του στους σωλήνες των ποδιών και θυμόταν ακόμη το γυμνό σώμα που κάθε ράφτης φαντάζεται. Ένα γυμνό χωρίς ερωτισμό, σχεδιασμένο πάνω σε ψεύτικους μυς, σε πήλινα οστά [...] και όμως η ευχαρίστηση είναι δικαίωμα, αν υπάρχει κάποια αξία, πρέπει να αναγνωρίζεται. Κάπου βαθιά μέσα του, στο συκώτι ή στο στομάχι, αισθανόταν ότι είχε κάνει άψογη δουλειά και ήθελε να το πει. Ήξερε ότι άξιζε κάτι άλλο. Αλλά δεν του είχαν πει τίποτα. Το έμαθε τυχαία, κατά λάθος. Μια οργή που γίνεται αυτοσκοπός, θεριεύει γεμάτη αιτίες, αλλά γι' αυτές δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Δεν μπορούσε να το πει σε κανέναν. Ούτε καν να το ψιθυρίσει μπροστά στην εφημερίδα την επομένη. Δεν μπορούσε να πει «Αυτό το ρούχο το έφτιαξα εγώ». Κανείς δε θα το πίστευε. Την βραδιά των Όσκαρ η Αντζελίνα Τζολί φοράει ένα φόρεμα φτιαγμένο στο Αρζάνο από τον Πασκουάλε. Τα δύο άκρα. Εκατομμύρια δολάρια και εξακόσια ευρώ το μήνα.

Νιώθεις μικρός, πολύ μικρός, για ν' αλλάξεις το σκηνικό; Κακώς! Το πρώτο και καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να διαβάσεις το βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο. Θα σε βοηθήσει να καταναλώνεις χρήσιμες σκέψεις αντί για άχρηστα πράγματα. Την επόμενη φορά που θα παραπονεθείς για την ισχνή ποικιλία αγαθών που θα σου παρουσιάσει ένα μαγαζί (δεν συμπεριλαμβάνονται τα βιβλιοπωλεία!), σκέψου τι αναίτιο πόνο θα προκαλούσε η ηλίθια απαίτησή σου να γεμίσεις με εικόνες τα μάτια σου. Την επόμενη φορά που το παντελόνι σου θα “τσιτώσει” στα μπούτια, σκέψου ότι δεν φταίει το παντελόνι (εννοείται ότι δε θα σου περάσει καν από το μυαλό ότι μπορεί να φταίνε τα μπούτια!), σκέψου ότι αυτό που σε σφίγγει είναι τα ταλαιπωρημένα χέρια ενός απελπισμένου ανθρώπου που ράβει 15 ώρες τη μέρα για ελάχιστα ευρώ. Την επόμενη φορά που θα ανοίξεις μια συσκευασία, προσπάθησε να φανταστείς την οριστική πορεία της, δεν χάνεται επειδή απλά την πέταξες στο κάδο της κουζίνας. Ο Αμερικανός συγγραφέας Ντον ΝτεΛίλλο είναι σπουδαίος (τουλάχιστον για μένα) μόνο και μόνο επειδή έφερε το πρόβλημα της διαχείρισης απορριμάτων λίγο πιο κοντά στα μάτια μας.

Το να φαντάζεσαι δεν είναι περίπλοκο. Το να επινοείς την εικόνα ενός ατόμου, μιας χειρονομίας ή ενός πράγματος που δεν υπάρχει δεν είναι δύσκολο. Όπως δεν είναι δύσκολο και να φανταστείς το θάνατό σου. Το πιο περίπλοκο είναι να φανταστείς την οικονομία από κάθε άποψη.

Το βιβλίο τελειώνει όσο θεαματικά ξεκίνησε. Επέρχεται η λύτρωση, αλλά είναι πολύ αργά και ταυτόχρονα πολύ νωρίς για να την καλωσορίσεις. Η ασθματική ανάγνωση με τα χιλιάδες ανθρώπινα πορτρέτα που συγκροτούν ένα απάνθρωπο σύστημα, εξέρχεται κραυγάζοντας. 
 

[...] Ήθελα να φωνάξω, να ξεσκίσω τους πνεύμονές μου, να διαλύσω την τραχεία μου όπως ο Πεταλούδας, και με όλη τη δύναμη του στομαχιού μου, με όση φωνή έβγαινε ακόμη από το λαιμό μου, να ουρλιάξω: «Καταραμένοι μπάσταρδοι, είμαι ακόμη ζωντανός!»

Αυτή η κραυγή μπορεί να είναι του εξόριστου συγγραφέα ή του καταδικασμένου ανθρώπου. Αυτή η κραυγή μπορεί να είναι του συντετριμμένου αναγνώστη ή του καταδικασμένου ανθρώπου. Αυτή η κραυγή μπορεί να είναι του ελεύθερου ή του καταδικασμένου ανθρώπου. Αυτή η κραυγή μπορεί να είναι δική σου ή δική μου. Αυτή η κραυγή θα χαθεί στον άνεμο αν δεν καταφέρει να ενωθεί με τις υπόλοιπες. 

Υ.Γ. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα για τις διαδρομές της κοκαΐνης, ας ακολουθήσει αυτήν την διαδρομή. Η λογοτεχνία είναι σχέση εξάρτησης.  

Maffia reloaded

Είχα δει την ταινία "Γόμορρα" μόλις είχε βγει, με σκοπό να πάρω μια ιδέα για το τι περιείχε το πολυσυζητημένο βιβλίο. Απογοητεύτηκα. Εκείνο που σε απογοητεύει περισσότερο απ' όλα είναι η διάψευση της προσδοκίας που σου είχε δημιουργηθεί όταν πρωτάκουσες ότι πρόκειται για μια ταινία για την μαφία. Πώς έγινε έτσι η μαφία;; Αναρωτιέσαι. Και έχεις δίκιο, η ρομαντική εκδοχή της μαφίας πέρασε πια, σου λείπει πολύ ο Άλ Πατσίνο είτε ως Νονός είτε ακόμα και ως Σημαδεμένος. Πολύ ξενέρωτη είναι ετούτη η μαφία!

Με αφορμή την ανάγνωση του βιβλίου ξαναείδα την ταινία και ξεκαθάρισα κάποια πράγματα. Η θέαση της ταινίας σε απομακρύνει πολύ από την ανάγνωση του βιβλίου, η ανάγνωση του βιβλίου όμως, σε φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στην θέαση της ταινίας.  Η ταινία "Γόμορρα" τοποθετεί το σκηνικό της σε μια άθλια και βρώμικη Νάπολη στην οποία εκτυλίσσονται διάφορες ιστορίες που δείχνουν αρκετά επιφανειακά (για όποιον δεν έχει διαβάσει το συγκλονιστικό βιβλίο του Σαβιάνο) το μοτίβο της εγκληματικής οργάνωσης. 

Παρουσιάζονται - ένας stakeholder, που είναι ο διαμεσολαβητής και διαχειριστής τοξικών αποβλήτων μεταξύ των "καθαρών" εταιριών και της τελικής παράνομης αποκομιδής των απορριμάτων - ένας μεταφορέας (δεν θυμάμαι τον ακριβή όρο της μαφίας) χρημάτων της Καμμόρα, προς τις οικογένειες της φατρίας που έχουν χάσει κάποιο μέλος τους από τον συνεχή πόλεμο - ένας έφηβος που παίρνει θέση στο πόλεμο των φατριών, χάνοντας την φιλία των κολλητών του, οι οποίοι παραμένουν στην ίδια γειτονιά αλλά σε αντίπαλη φατρία - ο Πασκουάλε ο ράφτης που δίνει μαθήματα υψηλής ραπτικής σε μια παράνομη βιοτεχνία Κινέζων ραφτών που ονειρεύονται να μπουν στα υψηλά σαλόνια, με την γνωστή κατάληξη, να δει ένα από τα φορέματά του να ντύνει το σώμα μιας χολυγουντιανής σταρ, όχι όμως της Τζολί αλλά της Σκάρλετ Γιόχανσον(!) - τέλος, δύο νεαροί που πιστεύουν ότι αποτελούν μετεμψύχωση του Τόνυ Μοντάνα, χωρίς όμως να είναι τίποτα περισσότερο από μικρά και ενοχλητικά τσιμπούρια στο σώμα του θηρίου. 

Μικρές ανθρώπινες ιστορίες που συμπλέκονται όμορφα και φανερώνουν το πλέγμα σιωπής και ενοχής που σκεπάζει αυτές τις βασανισμένες περιοχές. Στο τέλος της ταινίας, δίνονται κάποιες πληροφορίες από το βιβλίο του Σαβιάνο σχετικά με την δράση της Καμόρρα. Αν αυτές οι πληροφορίες δίνονταν στην αρχή, θεωρώ πως η ταινία θα ήταν πολύ καλύτερη. Αυτός που έχει διαβάσει το βιβλίο κουβαλά τις ιστορίες μέσα στο κεφάλι του για καιρό, ο απληροφόρητος θεατής όμως, κινδυνεύει να χτυπηθεί από την πλήξη πριν φθάσει το τέλος.  

Σχόλια

  1. Ανώνυμος24.4.15

    Είναι πολύ μεγάλο το θέμα που θέτεις με αφορμή το βιβλίο και τελικά δεν είναι και τόσο δύσκολο να φανταστείς τα διάφορα στάδια της οικονομίας. Αρκεί να δεις τις ετικέτες στα προιόντα και διαπιστώνεις αμέσως ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής έχει μεταφερθεί στην Κίνα και για τις συνθήκες εργασίας στην Κίνα έχουμε ακούσει πολλά.
    Αυτό που είναι δύσκολο να φανταστείς, είναι τι μπορείς να κάνεις για να βελτιωθεί η κατάσταση. Το να μην αγοράζεις δεν είναι λύση προφανώς. Φυσικά αναφέρομαι στην επίσημη οικονομία όχι την παραοικονομία(πορνεία, ναρκωτικά κτλ).

    Τελικά, δεν ξέρω αν μ'έπεισες να διαβάσω ή όχι το βιβλίο, αυτά τα ενοχικά σύνδρομα είναι πολύ ενοχλητικά...

    Ε.Γ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα Ε.Γ.

    Νομίζω ότι το πιο δύσκολο είναι να κάνεις τους ανθρώπους να σκεφτούν λίγο περισσότερο πάνω στην διαδικασία της παραγωγής. Η παραγωγή οποιουδήποτε πράγματος έχει πολύ κόπο, η κατανάλωση δεν έχει καθόλου κόπο (εντάξει, θα βρεθούν και κάποιοι να πουν, "Σήμερα ξεθεώθηκα στα ψώνια!").

    Αν η παραγωγή μπορούσε να προσφέρει τόση ευχαρίστηση όση προσφέρει η κατανάλωση, τότε το ζήτημα θα είχε ισορροπήσει κάπως. Επίσης θα βοηθούσε και η γνώση ότι δεν είναι μόνο οι παραγωγοί θύματα εκμετάλλευσης αλλά και οι καταναλωτές (και αυτοί οι τελευταίοι, ολοένα και με πιο βίαιο τρόπο).

    Διάβασέ το, τα καλά βιβλία είναι πάντα γεμάτα με ενοχές!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !