Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εντός ορίων, άνευ όρων

 
 
Αν βρίσκεσαι εντός ορίων της σκακιέρας η αγάπη και η παράδοση προς το σκάκι αναπόφευκτα είναι άνευ όρων∙ αν πάλι στέκεσαι στο τετράγωνο έξω από τη σκακιέρα, οι όροι ενδέχεται να αλλάζουν κατά βούληση μετατοπιζόμενοι σε κάτι που προσιδιάζει εναλλάξ την ήττα και την νίκη. Σπανίως συναντάμε συνθήκες ισοπαλίας σε ετούτα τα στιγμιότυπα από την πολιτισμική ιστορία του σκακιού – κάτι τέτοιο εξάλλου δεν ψάχνουμε και στα καλά βιβλία, την αποφυγή μιας βαρετής και διεκπεραιωτικής διαδικασίας; Ή τουλάχιστον να μην αντιληφθούμε αυτήν την καμουφλαρισμένη «πλήξη». Θέλουμε μάχες και πληγές και τραύματα. Κάτι που κακά τα ψέματα, δεν θέλουμε καθόλου στις ζωές μας. Αν παίρναμε κατά γράμμα την διάσημη φράση του Μπόμπι Φίσερ ότι «Chess is life» τότε κάτι μου λέει ότι θα συντασσόμασταν απερίφραστα υπέρ της ισοπαλίας. «Καμιά μιζέρια εδώ. Μόνο η συνειδητοποίηση ότι αυτό που φαντάζει βαρετό δεν είναι παρά το αποτέλεσμα έντονης διανοητικής δραστηριότητας, η εκτίμηση της οποίας απαιτεί μια προσπάθεια που ξεπερνά την ευκολία του θεάματος. Προεκτείνοντας τη θέση του ΜακΝτόναλντ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η ισοπαλία είναι η φυσιολογική συνθήκη, ενώ η νίκη και η ήττα δεν είναι παρά παρεκκλίσεις που συμβαίνουν γιατί μεσολαβεί κάποιο λάθος, κάτι ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο».  
 
Τα γυαλιά του Κορτσνόι. Πηγή: Mary Delaney Cooke/Corbis via Getty Images
 
Μετά την σειρά «Το Γκαμπί της Βασίλισσας» σημειώθηκε και μια καμπή που εκδηλώθηκε με μια εκ νέου προώθηση του σκακιού σε όλους τους τομείς – μόνο ο «Κλειδάριθμος» έμεινε πίσω, όταν εκεί που άλλοτε έβγαζε σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα σημαντικά σκακιστικά βιβλία, πλέον τον βλέπουμε να κάνει ένα παράδοξο άνοιγμα στα BookTok∙ αλλά και πάλι, δεν μπορούμε να τον κατηγορήσουμε ότι δεν βλέπει κινήσεις μπροστά, αν πρώτα δεν δούμε και εμείς την ετήσια οικονομική του εκκαθάριση. Αυτά τα άρθρα του Χρήστου Νάτση φαίνεται να καβαλάνε το κύμα της σειράς, ακόμα και αν κάποια γράφτηκαν πριν από την προβολή της, και αυτό είναι κάτι το ευτυχές. Γιατί οτιδήποτε αφορά το σκάκι, θα είναι εξ ορισμού ελλιπές. Σε αυτό το βιβλίο, όπως τονίζει και ο συγγραφέας του, δεν αντιμετωπίζει το σκάκι ως μεταφορά (όπως εξάλλου γίνεται κατά κόρον) αλλά ως πηγή μεταφορών. «Όταν στον υπότιτλο μιλώ για «στιγμιότυπα», σοβαρολογώ: ο αναγνώστης θα πρέπει να σκεφτεί το βιβλίο ως το φωτογραφικό άλμπουμ κάποιου που επισκέφτηκε τη χώρα του σκακιού και γύρισε από εκεί όχι με τον χάρτη της, αλλά με μια ψυχογεωγραφική καταγραφή των εντυπώσεών του». Τουρισμό δεν μου θέλατε!
 
Ο Ανατόλι Κάρποβ σε αγώνα επίδειξης στο 18ο συνέδριο της Κομσομόλ. Μια τέλεια απεικόνιση του μεγαλείου του Κόμματος. Η νεολαία περικυκλώνει το ατομικό πνεύμα – προστατεύοντας ή απειλώντας το; Φωτο: Vladimir Rodionov, 1978
 
Η σύγχρονη ιστορία του σκακιού έχει γραφτεί παράλληλα με δύο Παγκόσμιους Πολέμους και μια αδυσώπητη ψυχροπολεμική πολιτική. «Είναι αυτοί οι νεκροί αγωνιστικά χρόνοι, οι πυκνοί ιστορικής σημασίας, που δημιουργούν όλα αυτά τα εάν και τα πώς, δημιουργώντας ταυτόχρονα την ομορφιά του μη προβλέψιμου που τόσο πολύ αναδεικνύει την επίγευση τής αισθητικής ευχαρίστησης την οποία αφήνει ένα παιχνίδι κλειστής και αμείλικτης λογικής». Η Σοβιετική Μηχανή στο σκάκι υπήρξε πανίσχυρη για καιρό αλλά αυτή η ισχύς της εδραιώθηκε πάνω σε παράνοια, προπαγάνδα, διώξεις και όλα αυτά που πλέον έχουν γίνει γνωστά σε όσους επιθυμούν να τα δουν στον πόλεμο της Ρωσίας επί της Ουκρανίας. Σου προκαλούν τρόμο ακόμα και να τα διαβάζεις αποστασιοποιημένα, πόσο δε μάλλον να τα βλέπεις γύρω σου ή να τα ζεις. Μοιραία μεγάλο μέρος του βιβλίου συμπεριλαμβάνει τέτοια περιστατικά και καταστάσεις αλλά το πάθος για την αλήθεια καταφέρνει να τα υπερβαίνει. «Ο συνεχής έλεγχος και επανέλεγχος, μια νέα, δεύτερου επιπέδου, άμιλλα, αυτή τη φορά όχι στον αγώνα αλλά στην ανάλυσή του, αποτελούσε για τον Μποτβίνικ τον μοναδικό τρόπο για να φτάσουμε σε μια πιο επιστημονική προσέγγιση του παιχνιδιού: το πάθος για την αλήθεια. Σήμερα, που οι βάσεις δεδομένων προσφέρουν στον σκακιστή οποιασδήποτε δυναμικότητας εύκολη πρόσβαση σε έναν γιγαντιαίο όγκο πληροφορίας, αυτά ακούγονται κάπως γραφικά. Πόσο μάλλον όταν τα υπολογιστικά προγράμματα καθιστούν ακόμα και την κοινή ανάλυση με τον αντίπαλο μια περιττή εθιμοτυπία. Είναι ωστόσο ο ίδιος πυρήνας που καθοδηγεί τις δύο πρακτικές: το πάθος για την αλήθεια οφείλει να εδράζεται στο σκληρό, υλικό δεδομένο της πληροφορίας». 
 
Οι δύο αντίπαλοι πέρα από το διαφορετικό στυλ στη σκακιέρα έχουν και διαφορετικό γούστο στις καρέκλες
 
Πάω σιγά σιγά προς το… φινάλε (αστείο που κάνει ματ!) Τα άρθρα του Χρήστου Νάτση υπάρχουν στο «Κοσμοδρόμιο» και πολλά από όσα φιλοξενούνται στο βιβλίο, έχουν ανέβει πρώτα εκεί. Εγώ προτιμώ την έκδοση αλλά κάποιος μπορεί να κάνει μια πρόβα εκεί για να δει αν τον ενδιαφέρουν και γιατί όχι να τα διαβάσει και ηλεκτρονικά, εφόσον του αρέσει αυτός ο τρόπος. Προσωπικά, θα ήθελα πολύ και έναν δεύτερο τόμο με όσα δεν χώρεσαν σε αυτό το βιβλίο. Η καλαίσθητη έκδοση είναι των εκδόσεων «Δόμος». Στα άρθρα του «Κοσμοδρόμιου» υπάρχουν φωτογραφίες που ντύνουν όμορφα το κάθε άρθρο και στο βιβλίο δυστυχώς λείπουν, ενδεχομένως για να μην αποθαρρύνουν εκείνους που δεν έχουν σχέση με το σκάκι – πόσες σκακιέρες να αντέξουν εκείνοι που στέκονται έξω από αυτές; Οι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται από άρθρα που υπάρχουν και στο «Κοσμοδρόμιο» και στο βιβλίο. Αναγνωρίζω ότι πολλοί που δεν έχουν καμία σχέση με το σκάκι θα προσπεράσουν αυτό το βιβλίο αλλά θα κάνουν στρατηγικό λάθος. Αν κάποιος μπορεί να εκτιμήσει σωστά τον τίτλο του γρήγορα θα καταλάβει ότι δεν είναι το σκάκι το κύριο θέμα του, παρόλο που είναι γεμάτο με αυτό. Ένας καλός τακτικός ελιγμός θα ήταν να διαβάσετε πρώτα την ανάρτηση μου και μετά βλέπετε και κάνετε - ουπς! φτάσατε ήδη στο τέλος, σόριιιι. «Παρόμοια, σχολιάζοντας ένα αφιέρωμα γαλλικού περιοδικού στο σκάκι και τις τέχνες, ο Ντόνερ θα σημειώσει ότι δεν τον ενδιαφέρει τι γράφουν οι συγγραφείς για το σκάκι (κι εδώ περνάει γενεές δεκατέσσερις τον Ναμπόκοφ), ούτε πώς το απεικονίζουν, αλλά αν παίζουν και πώς. Γι’ αυτό αναγνωρίζει μόνο τον Μαρσέλ Ντυσάν, που άφησε την τέχνη για το σκάκι, αγωνιζόμενος κανονικά και γράφοντας και σκακιστικά βιβλία. “Το σκάκι δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Πολλά μπορούν να συγκριθούν με το σκάκι, αλλά το σκάκι είναι μόνο σκάκι”». Ξέρω ότι το παραπάνω απόσπασμα δημιουργεί μια αντίφαση. Αλλά και τι δεν δημιουργεί αντιφάσεις; 
 
Ο Σίροβ, 8 χρονών, στη Ρίγα. Το πονηρό βλέμμα προοικονομεί τη μελλοντική φωτιά στη σκακιέρα. Photo credit, M. Rabkin, via http://chesspro.ru

 


Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!