Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Big fish


Δεν περίμενα ποτέ ότι θα το έλεγα αυτό αλλά είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία αυτοβοήθειας που έχω διαβάσει! Βέβαια το παράδοξο είναι ότι ποτέ δεν διαβάζω βιβλία αυτοβοήθειας, αρά πώς στο καλό προβαίνω σε κριτικές αποτιμήσεις αυτών; Συνήθως τα περισσότερα βιβλία αυτοβοήθειας περιέχουν (ακατανόητες) πρακτικές συμβουλές για αφηρημένες έννοιες. Είναι πιο εύπεπτα για τους αναγνώστες έτσι. Όμως και ένα βιβλίο με τίτλο «Πως να καταπολεμήσετε την δυσκοιλιότητά σας» δεν αποτελεί ένα καθαρόαιμο βιβλίο αυτοβοήθειας; Σαφέστατα θα άφηνε ικανοποιημένους μερικούς ελάχιστους δυσκοίλιους αναγνώστες, αλλά θα απογοήτευε εκείνους τους «δυσκοίλιους» που σχεδόν πάντα παραβλέπουν ότι η λέξη «αυτοβοήθεια» προϋποθέτει σοβαρή ενασχόληση με τον εαυτό σου. Επίσης, οι συγγραφείς που ξέρουν πώς να χέζονται στο χρήμα, έμαθαν ότι εκείνο που ζητά το κοινό είναι πνευματική διάρροια και όχι αναγνωστική δυσκοιλιότητα. Τέλος πάντων, πάρτε ένα κομμάτι μπλε βελούδο να σκουπιστείτε για να πάμε παρακάτω. 

Αγαπώ και θαυμάζω υπερβολικά τον Ντέιβιντς Λυντς και την δημιουργική δουλειά του. Ένας υπερευφυής καλλιτέχνης με έντονη προσωπική σφραγίδα που πάντοτε ψαρεύει τις ιδέες του στα πιο βαθιά νερά της καλλιτεχνικής δεξαμενής. Μα πώς τα καταφέρνει; Με τον διαλογισμό! Γελάτε, σας ακούω, όπως γελούσε και αυτός στην αρχή όταν το άκουσε. Κι, όμως, λειτουργεί! «Οι ιδέες είναι σαν τα ψάρια. Αν θες να πιάσεις μικρά ψάρια ψαρεύεις στα ρηχά. Αλλά, αν θέλεις να πιάσεις μεγάλα ψάρια, πρέπει να πας πιο βαθιά. (…) Κάθε οντότητα πηγάζει από το πιο βαθύ επίπεδο, που η σύγχρονη φυσική ονομάζει Ενοποιημένο Πεδίο. Όσο περισσότερο διευρύνεται η συνείδησή μας – η επίγνωσή μας –, τόσο βαθύτερα προσεγγίζουμε αυτήν την πηγή και τόσο μεγαλύτερα ψάρια μπορούμε να πιάσουμε». 

Το ωραίο σε αυτό το βιβλίο «αυτοβοήθειας» είναι ότι ο Λυντς δεν παρέχει πρακτικές συμβουλές για τον Υπερβατικό Διαλογισμό (ενδεχομένως το κάνει στο ίδρυμά του όπου μεταξύ άλλων χρηματοδοτεί και προγράμματα Υπερβατικού Διαλογισμού σε σχολεία – μέρος των εσόδων από την πώληση του βιβλίου του θα πάνε για αυτόν τον σκοπό) αλλά δίνει μόνο το γενικό πλαίσιο: όσο πιο συνειδητά ασχολούμαστε με τον Εαυτό μας τόσο πιο εύκολα θα εκπαιδευτούμε να αναγνωρίζουμε και να συλλαμβάνουμε την (όποια) Ιδέα. Όσα γράφει ο Λυντς στο βιβλιαράκι του φαινομενικά μοιάζουν λίγο κοινότοπα – όπως κοινότοπες μοιάζουν αρχικά κάποιες πλοκές των ταινιών του (τουλάχιστον σε μένα)… πριν αρχίσουν να κάνουν την μετάβασή τους σε βαθύτερα επίπεδα συνειδητότητας! Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και εδώ· οι σκέψεις για τον κινηματογράφο, τον διαλογισμό, τη ζωγραφική, τη μουσική, κλπ έχουν κάτι κοινότοπο αλλά πριν καν το αντιληφθείς, διαισθάνεσαι ότι κάτι υπερβατικό ίπταται πάνω τους. Η διαίσθηση – συνένωση της νόησης και του συναισθήματος – είναι πολύ σημαντική έννοια για τον κόσμο του Λυντς. 

[…] «Μερικές φορές κάποιοι λένε ότι δυσκολεύονται να καταλάβουν μια ταινία, αλλά εγώ πιστεύω ότι καταλαβαίνουν πολύ περισσότερα από όσα νομίζουν. Γιατί είμαστε όλοι προικισμένοι με τη διαίσθηση – μας έχει δοθεί το χάρισμα να διαισθανόμαστε πράγματα. (…) Ο κινηματογράφος μοιάζει πολύ με τη μουσική. Μπορεί να είναι κάτι πολύ αφηρημένο, αλλά οι άνθρωποι λαχταρούν να τον κατανοήσουν διανοητικά, να τον εξηγήσουν λεκτικά. Κι όταν δεν μπορούν, νιώθουν απογοήτευση. Μπορούν, ωστόσο, να βρουν κάποια εξήγηση που να πηγάζει από μέσα τους, αν βέβαια αφεθούν σε κάτι τέτοιο. Αν, για παράδειγμα, μιλούσαν σε φίλους, πολύ σύντομα θα άρχιζαν να καταλαβαίνουν πράγματα – τι είναι και τι δεν είναι το κάθε πράγμα. Και, φυσικά, θα συμφωνούσαν ή θα διαφωνούσαν με τους φίλους τους – πώς είναι όμως δυνατόν να συμφωνούν ή να διαφωνούν χωρίς να ξέρουν ήδη; Το περίεργο είναι ότι πράγματι ξέρουν περισσότερα από όσα νομίζουν. Κι αυτά που ξέρουν, όταν τα εκφράσουν, γίνονται πιο ξεκάθαρα. Κι αφού κατανοήσουν κάτι, μπορούν να προσπαθήσουν να το διασαφηνίσουν λίγο παραπάνω συζητώντας πάλι με φίλους. Κι έτσι να οδηγηθούν σε κάποιο συμπέρασμα. Και το συμπέρασμα αυτό να είναι βάσιμο». 


Η σειρά «Κινηματογραφικές σπουδές» – και γενικότερα, και άλλες ανάλογες σειρές βιβλίων – δεν αρέσουν σε όλους, έχουν να κάνουν κυρίως με τους θαυμαστές των συγκεκριμένων δημιουργών. Επίσης, ποτέ δεν ξέρεις κάτα πόσο δημιουργοί άλλων πεδίων το ’χουν με την συγγραφή, ευελπιστώντας ότι θα βγει ένα κάποιο αξιοπρεπές αναγνωστικό αποτέλεσμα. Στην περίπτωση του Λυντς τα πράγματα κυλούν ομαλά· παρότι παραδέχεται ότι δεν ξέρει πώς να εκφραστεί με λέξεις, καθότι η γλώσσα του είναι ο κινηματογράφος, που προέκυψε από την μόνιμη αγάπη του για την ζωγραφική. Ο Ντέιβιντ Λυντς είναι ένα «αρκουδάκι της αγάπης»! Όσες φορές τον έχω δει να κάνει περάσματα στις ταινίες του μου δίνει την εντύπωση ενός ανθρώπου αφελή (με την καλή έννοια), πάντοτε πρόθυμου να αντιμετωπίσει με αγαθή έκπληξη ό,τι του προκύψει, δεκτικός στη καλοσύνη των ανθρώπων, και γεμάτος ιδιότυπο χιούμορ. Ακριβώς το ίδιο μου μετέδωσε και στις γραπτές του σκέψεις. Αν πάλι αναρωτιέστε γιατί οι ταινίες του είναι τόσο αλλόκοτες και σκοτεινές, τα εξηγεί μια χαρά μέσα στο βιβλίο του, βασικά λέει το προφανές ο άνθρωπος… που μας έχουν πρήξει τα ούμπαλα χρόνια τώρα οι δηθενάδες του κόσμου ετούτου… ότι άλλο τέχνη και άλλο γιουβέτσι – νοστιμότατα αμφότερα! 

Η κομψή έκδοση είναι του «Πατάκη» σε πολύ καλή μετάφραση του Γιώργου Πάντσιου. Αξίζει να το διαβάσετε γιατί περικλείει σκέψεις που ξεκλειδώνουν και ερμηνεύουν κομμάτια των ταινιών του, αναψηλαφεί τις εμμονές ενός δημιουργικού μυαλού, μιλάει για την τέχνη σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, μιλάει για αγαπημένους σκηνοθέτες, για τεχνικές κινηματογράφησης, για ζωγραφική, για το φως του Λος Αντζελες, για το ημίφως των ταινιών του, μιλάει για τον διαλογισμό και την πνευματικότητα, μιλάει για τον Εαυτό και την Ιδέα που κρύβει ο καθένας μας μέσα του, γιατί μιλάει για ψάρια (αν και προτιμώ το κρέας). Αν θέλετε όμως μια γενική αποτίμηση αυτού του θαυμάσιου βιβλίου, θα χρησιμοποιήσω αυτούσιο το κεφάλαιό του που επεξηγεί τα στοιχεία που λειτουργούν συμβολικά στη σεκάνς του ονείρου στην ταινία Οδός Mulholland. 

ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 

Δεν έχω ιδέα περί τίνος πρόκειται. 

Υ.Γ. 2666 Τιμής ένεκεν στο «Big fish», που επαναπροσδιόρισε την σχέση μου με την συστηματική ανάγνωση την στιγμή που θα μπορούσε κάλλιστα να προκληθεί και ναυάγιο και έκτοτε με συντροφεύει εκείνη η γλυκιά ανάμνηση, χωρίς να θυμάμαι σχεδόν τίποτα από το ίδιο βιβλίο. Σας απέδειξα όμως τι ψάρια πιάνω, πολλά χρόνια μετά! Γιατί δε με θες κυρά μου, επειδή είμαι ψαράς;

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!