Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Μετά μουσικής

    Σκέψεις για τη μουσική και Αύγουστος; Ανάρτηση για τα πανηγύρια, το δίχως άλλο. Η Παναγιά μαζί σας. Madonna mia cara και να πάρει φωτιά το εκκλησιαστικό όργανο λίγο πριν πάρουν φωτιά το κλαρίνο και τα σουβλάκια στη σχάρα. Δεκαπενταύγουστος και χωριό σε μετατρέπουν με την μία σε Γκλεν Γκουλντ, απομονωμένο και να μουρμουρίζεις ανάθεμα σε μια γωνιά. Παραλλαγές Goldchain σε τριχωτό στέρνο, συνεχείς αλλαγές τονικότητας για να μαζέψεις τα παιδιά που έχουν ξεφύγει, και μεθυσμένες αντιστίξεις όταν η Ζίτσα σε χτυπήσει στο κεφάλι. «Αναπτύσσουμε μια κουλτούρα κατά την οποία εμμένουμε στην προαγωγή της έννοιας της αυθεντικότητας, δίχως να συνειδητοποιούμε ότι η θέση που αυτή κατέχει βρίσκεται τόσο μακριά από την πραγματικότητα της δημιουργικής διαδικασίας όσο και η έννοια της πλαστότητας στην αντίθετη κατεύθυνση» . Άρχισαν τα όργανα.

A portrait of the dancer as a young lady

Το περιτύλιγμα αρλεκινεύει ελαφρώς, δεν διαφωνώ. Η φωτογραφία εξωφύλλου φέρνει στο μυαλό περισσότερο τη Ζέλντα Φιτζέραλντ – που κάνει και μικρό πέρασμα από το βιβλίο – ή μοιάζει με αφίσα από το «Πρόγευμα στο Τίφαννυς». Ο δε υπότιτλος κινείται πολύ στα ρηχά λες προέρχεται από τις «Οικογενειακές ιστορίες» με αποτέλεσμα να προσπαθείς να φανταστείς ποιοι δευτεροκλασάτοι Έλληνες ηθοποιοί θα έπαιζαν τον Τζόυς και τον Μπέκετ. Ο τίτλος το ίδιο – αν και το περιεχόμενο τον δικαιώνει απόλυτα, σε σημείο να τον θεωρώ μέχρι και ευφυή. «“Πώς ξεκινάει η τρέλα, Σάντι;” Έπιασα πάλι τον μικρό κλόουν, έτριψα τον αντίχειρά μου στη ριγέ του φόρμα, τον κράτησα μέσα στη χούφτα μου» . Η ζωή είναι ένα μεγάλο τσίρκο και δυστυχώς για πολύ καιρό δεν ξέρεις ποιον ρόλο σου επιφυλάσσει. Όταν όμως μπαίνεις στον χορό πρέπει να χορέψεις, και ενίοτε αποδεικνύεται οδυνηρά ακατόρθωτο ακόμα και για τις ιδιοφυΐες του είδους.

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο! 

Εντός ορίων, άνευ όρων

    Αν βρίσκεσαι εντός ορίων της σκακιέρας η αγάπη και η παράδοση προς το σκάκι αναπόφευκτα είναι άνευ όρων∙ αν πάλι στέκεσαι στο τετράγωνο έξω από τη σκακιέρα , οι όροι ενδέχεται να αλλάζουν κατά βούληση μετατοπιζόμενοι σε κάτι που προσιδιάζει εναλλάξ την ήττα και την νίκη. Σπανίως συναντάμε συνθήκες ισοπαλίας σε ετούτα τα στιγμιότυπα από την πολιτισμική ιστορία του σκακιού – κάτι τέτοιο εξάλλου δεν ψάχνουμε και στα καλά βιβλία, την αποφυγή μιας βαρετής και διεκπεραιωτικής διαδικασίας; Ή τουλάχιστον να μην αντιληφθούμε αυτήν την καμουφλαρισμένη «πλήξη». Θέλουμε μάχες και πληγές και τραύματα. Κάτι που κακά τα ψέματα, δεν θέλουμε καθόλου στις ζωές μας. Αν παίρναμε κατά γράμμα την διάσημη φράση του Μπόμπι Φίσερ ότι «Chess is life» τότε κάτι μου λέει ότι θα συντασσόμασταν απερίφραστα υπέρ της ισοπαλίας. «Καμιά μιζέρια εδώ. Μόνο η συνειδητοποίηση ότι αυτό που φαντάζει βαρετό δεν είναι παρά το αποτέλεσμα έντονης διανοητικής δραστηριότητας, η εκτίμηση της οποίας απαιτεί μια προσπάθεια που

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Δουλειά να γίνεται

Τις μέρες που διάβαζα το βιβλίο του Τζέημς Γουντ προσπαθούσα να συναρμολογήσω και μια ντουλάπα από τα Ικέα και δεν ξέρω ποιο από τα δύο μου προκάλεσε μεγαλύτερη εντύπωση. Βρήκα νομίζω ένα συσχετισμό μεταξύ των δύο και είναι και ο λόγος που αποφάσισα να γράψω την ακόλουθη ανάρτηση. Πας στα Ικέα και χαζεύεις διάφορα αντικείμενα, ποιοτικά ή λιγότερα ποιοτικά, που συναρμολογημένα όμως και στη διάταξη που επιθυμεί το μάρκετινγκ του μαγαζιού, δείχνουν ελκυστικά στο μάτι. Τα αγοράζεις και στο σπίτι προσπαθείς να ανασυνθέσεις την εικόνα τους από το μηδέν. Γίνεσαι αυτομάτως ο συγγραφέας τους και για καιρό μετά και ο αναγνώστης τους που θα τα παρατηρεί με αγαλλίαση ή αμφιθυμία. Θα ξέρεις τι πάει λάθος και αν είναι παρατηρητικοί οι επισκέπτες σου θα ξέρουν και εκείνοι. Πολλές φορές όταν διαβάζουμε λογοτεχνία, από την χαμηλότερη έως την υψηλότερη, ενδέχεται να αναφωνήσουμε «Κάτι δεν μου κουμπώνει εδώ πέρα» – και το ίδιο πολύ συχνά συμβαίνει και με τα έπιπλα του Ικέα. Ο Γουντ με το δοκίμιό του είν