Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Τρελό κι αγαπησιάρικο

  Αυτό μοιάζει να είναι ο Αργύρης Χιόνης. Ένα κάπως λοξό (παρά τις περί του αντιθέτου γραπτές διαβεβαιώσεις του) και τρυφερό πλάσμα που δεν μπορείς να σταματήσεις να χαϊδεύεις με το βλέμμα σου τις λέξεις του και με το χέρι σου τις ράχες των βιβλίων του. Είναι κάπως δύσκολο να μιλήσεις για τα βιβλία του, αν και εγώ, γεννημένος νικητής, έχω ξαναμιλήσει γι' αυτά εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ – μωρέ, τι τα πατάτε όλα, το ίδιο λινκ είναι. Αυτό θα πει επιθετική αυτοδιαφήμιση, τύφλα να 'χει η Σίλικον Βάλει! Εντούτοις, πάντα θα υπάρχει μια αφορμή να μιλήσεις γι' αυτόν και η αφορμή αυτή τη φορά ήταν τα κόλλυβα (φτου, κακά). Ένα απίστευτο σούπερ φουντ που αν η Εκκλησία αποφάσιζε κάποτε να το στείλει στο Master Chef θα σήκωνε όλα τα κύπελλα(κια) από τα αποδυτήρια. Επειδή σήμερα είναι Ψυχοσάββατο, νομίζω ότι τραβιέται ένα κόλλυβο ( «Σε ανάμνηση του θαύματος αυτού, επικράτησε η συνήθεια να γίνονται κάθε χρόνο κόλλυβα, στη μνήμη του Αγίου Θεοδώρου, την πρώτη βδομάδα των Νησ...

Κουλτούρα και λίγο!

  Ο Μίλαν Κούντερα, όταν δεν λήγει 1-0 (μπρρρ, τσουτσουριάσαμε πάλι με τα αστεία σου!), είναι συνυφασμένος με την έννοια της κουλτούρας. Αρκεί να πεις ανυποψίαστος ότι διαβάζεις Κούντερα για να σου κολλήσει η ρετσινιά της θολοκουλτούρας, είναι πιο ισχυρή η επίδραση της αναφοράς στον κοινό νου, ακόμα και από την αναφορά στον Ντοστογιέφσκι και τον Προυστ μαζί. Επίσης, «η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» (όταν δεν χρησιμοποιείται για να συνοψίσει την υψιπετή ερμηνεία της Νατάσας Μποφίλιου), γίνεται το εύκολο σύνθημα για όλα τα δεινά της ζωής μας – ναι, αυτό σου φταίει, που η ζυγαριά σου κόλλησε στα 120 κιλά! Απόκριες είναι, ας ντυθούμε και κουλτουριάρηδες, δεν πειράζει. Να μην το παρακάνουμε όμως, γιατί μόλις παρέλθει η φιέστα, το να παραμένει κανείς καρνάβαλος είναι πολύ εύφλεκτη υπόθεση· κοινώς, καμμένο χαρτί.

Keeping up with the Durrells

  Αν θα μπορούσε να υπάρξει λογοτεχνικό αντίστοιχο των Καρντάσιανς – με μια καλαισθησία ωστόσο που στερείται παντελώς το πρωτότυπο σόου – τότε αυτό το βιβλίο θα ήταν μια πιστή και ενδιαφέρουσα σύνοψη. Ο Λόρενς θα ήταν η Κιμ, ο Τζέραλντ θα ήταν η Κλόι, και τους υπόλοιπους δε θα τους ήξερε ούτε η μάνα τους, η απουσία των οποίων όμως, θα καταδίκαζε σε αποτυχία το αποτέλεσμα· έχουμε και αυτά τα παράδοξα όταν παίζουμε το παιχνίδι της δημοσιότητας. Ο χιουμοριστικός και διφορούμενος τίτλος του με τράβηξε αμέσως από την μύτη, καθότι εξυπνοπούλι. Βέβαια, όπως ανακάλυψα προσφάτως, υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν καθόλου χιούμορ και μπορεί να διακρίνουν στον τίτλο ηθικά ανοσιουργήματα και λοιπές μιαρότητες, αλλά εγώ χέστηκα, του Ντάρελ είναι η οικογένεια. Αν θέλουν μπορούν να του απευθύνουν με στόμφο την ερώτηση (που φανερώνει, εκτός των άλλων, ότι έχουν ήδη πέσει θύματά της): «Διακρίνω μια ειρωνεία στον τίτλο;»

Μη φας, έχουμε γλάρο!

Ξανανοίξαμε και σας περιμέναμε . Το αντίθετο ακριβώς από αυτό που έκανα εγώ με την «Αδηφαγία» τόσα χρόνια: δεν ξανάνοιξα το βιβλίο μετά την βραχύβια προσπάθειά μου και δεν περίμενα ότι θα έφτανε η ώρα που θα αναθεωρούσα. Μάλιστα, το είχα βάλει να κρατάει ψηλά την οθόνη του υπολογιστή μου, μαζί με την «στέρεη» (όταν πρόκειται για τεχνολογία) μετάφραση του Καψάσκη , και μερικά άλλα «τούβλα» – πάντα πίστευα ότι η λέξη «τούβλα» (όταν πρόκειται για βιβλία) έχει παραπάνω της μιας, σημασίες· στην προκειμένη περίπτωση με βοήθησαν να «χτίσω» το διαδικτυακό μου προφίλ!

Ο αχόρταγος

  [ May I Have Your Attention, Please? Ό, τι ακολουθεί είναι το χρονικό μιας αποτυχημένης ανάγνωσης και ενός επιτυχημένου κειμένου. Θυμήθηκα το βιβλίο «Πώς να μιλάμε για βιβλία που δεν έχουμε διαβάσει» (που δεν έχω διαβάσει) και λέω, γιατί όχι; Να μια ευκαιρία να μιλήσω για ένα βιβλίο που άφησα ημιτελές. Καλά εντάξει, με καταλάβατε, είμαι λεξιλάγνος· με μια ναρκισσιστική φιλαυτία πλανώμαι (πλάνην οικτρά) πάνω από την λίμνη των λέξεών μου και βουτάω περιπαθώς στο βάθος των σκέψεών μου κραυγάζοντας γεμάτος ενθουσιασμό και μπουρμπουλήθρες... Τι έγραψμπρρμπλ παλμπρ ο πούστμπμπρλμπ! Ορίστε, σας έβαλα χωρίς να το θέλω στο λογοτεχνικό μου εργαστήρι – οι αναρτήσεις μου γράφονται παράλληλα με την ανάγνωση γι' αυτό και πλημμυρίζουν ενθουσιασμό ή απέχθεια. Ποτέ δε θα διαβάσετε από μένα την κατασταλαγμένη μετριότητα των αντικειμενικών (μπρρ) κριτικών. Δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να το στείλω στον κάλαθο των αχρήστων αλλά νομίζω (και θα το διαπιστώσετε και εσείς αν συνεχίσετε την ανάγνωση...

Ξυπνάς μέσα μου το ζώο

  Πρωτεύοντα ρόλο στην αναγνωστική μας πορεία παίζει η επιθυμία μας να εξελιχθούμε, να μην μείνουμε εντελώς στόκοι. Και γενικά, να εξελιχθούμε και ως άνθρωποι, δεν είμαστε ζώα! Έτσι λοιπόν, αν σας σταματήσει κάποιος στον δρόμο και σας πει, «Πώς είσαι έτσι τρομάρα σου; Πιθηκοφέρνεις!», μην το πάρετε βαριά, ο άνθρωπος μπορεί να έχει διαβάσει δυο-τρία βιβλία παραπάνω από σας, να έχει ανοίξει το μυαλό του! Το βιβλίο είναι απίθανο – ένα (σχεδόν) θεϊκό σχέδιο ! Η φράση «Δεν μπορούσα να τ' αφήσω από τα χέρια μου», που σε άλλες περιπτώσεις θα με έκανε να μορφάζω από τον πόνο της κοινοτοπίας, εδώ, νομίζω ότι ισχύει απόλυτα. Το κρατούσα με τη ζέση μιας μαϊμούς που της πετάξαν ένα λαμπερό στολίδι.