Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Λογοτεχνία βραδείας καύσεως



Διαβάζοντας τον Πύντσον αντιδράς όπως εκείνος που μαθαίνει ότι πάσχει από μία σπάνια ανίατη ασθένεια. Νιώθεις οργή, ανημπόρια να κατανοήσεις τι σου συνέβη, άγνοια για το πώς θα είναι η ζωή σου από κει και πέρα, έως ότου καταλήξεις να το αποδεχθείς και να προσπαθήσεις να το αντιμετωπίσεις με όσες δυνάμεις διαθέτεις.
 
Δε θα αναφερθώ καθόλου στα διηγήματα της συλλογής, γιατί αν προσπαθήσω να περιγράψω τι συμβαίνει σε καθένα από αυτά, τότε ή θα υποτιμήσω την φαντασία του συγγραφέα τους ή θα υπερτιμήσω (που είναι και το πιθανότερο) τις περιγραφικές δυνατότητες του λόγου μου. Αυτό που κάνει το βιβλίο ξεχωριστό είναι η 30σέλιδη εισαγωγή του ίδιου του συγγραφέα που, με λίγη καλή θέληση από μέρους σου, πείθεσαι τελικά ότι ο Πύντσον είναι (μάλλον) υπαρκτός και άνθρωπος! Αν απολαμβάνω κάτι πολύ, παράλληλα με την απόλαυση της ανάγνωσης, είναι εκείνες οι μικρές παραξενιές, τα μυστικά των συγγραφέων, που πότε έχουν σχέση με την λογοτεχνία και πότε όχι, όπως ο Φώκνερ που λέγεται πως συνήθιζε να γράφει το καλοκαίρι φορώντας παπούτσια με μάλλινες κάλτσες ή ο Κάφκα που έγραψε το διήγημα «Η κρίση» μέσα σε δέκα ώρες ή ο απίθανος Όσκαρ Ουάιλντ που καυχιόταν ότι χρειάστηκε μόλις 14 μέρες για να φιλοτεχνήσει το «Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι»! Στην προκειμένη περίπτωση, το άλαλο φάντασμα, ο Τόμας Πύντσον, εκθέτει όλα τα μυστικά του. Στην ουσία προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τα πρώιμα διηγήματά του και εν πολλοίς το κατορθώνει. Τι είναι τελικά ο λογοτεχνικός κόσμος του Πύντσον; Ένα συνονθύλευμα τόπων και χρόνων, ακατάσχετης νοσταλγίας για το παρελθόν, χιλιάδων αναφορών στην ποπ κουλτούρα κάθε εποχής και δεκάδων κουρασμένων σουρεαλιστικών χαρακτήρων που παρελαύνουν ακούραστα μέσα στις σελίδες του. Πολύ ταπεινά υλικά, νομίζω, για να καταφέρεις να οικοδομήσεις μια λογοτεχνία τόσο υψηλών απαιτήσεων. Ο ίδιος ο Πύντσον παραδέχεται για την επιρροή που του άσκησε τότε το κίνημα του Σουρεαλισμού και δεν εξαλείφθηκε παρά μάλλον εντάθηκε στα κατοπινά του έργα: «... μην έχοντας ακόμα κυριολεκτικά καμία πρόσβαση στα ονειρικά μου βιώματα, ο βασικός στόχος του κινήματος μου διέφευγε, ενώ με γοήτευσε τρομερά η απλούστατη ιδέα ότι μπορείς να συνδυάσεις μέσα στο ίδιο πλαίσιο στοιχεία που κανονικά δε θα συνυπήρχαν, δημιουργώντας έτσι παράλογα και εντυπωσιακά αποτελέσματα. Αυτό που υποχρεώθηκα να μάθω αργότερα στη ζωή μου ήταν η ανάγκη να χειρίζομαι αυτή τη διαδικασία με κάποιο βαθμό προσοχής και δεξιοτεχνίας: δε σημαίνει ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις τον οποιοδήποτε συνδυασμό από τυχαίες λεπτομέρειες όπως λάχει. Ο Σπάικ Τζόουνς Jr., που οι ορχηστρικές ηχογραφήσεις του πατέρα του με είχαν βαθιά και ανεξίτηλα σημαδέψει σαν παιδί, είπε κάποτε σε μια συνέντευξη, “Ένα από τα πράγματα που δεν αντιλαμβάνεται ο κόσμος για το είδος της μουσικής του μπαμπά είναι ότι, όταν αντικαθιστάς ένα Ντο δίεση με ένα πυροβολισμό, πρέπει ο πυροβολισμός να είναι σε Ντο δίεση, γιατί αλλιώς ακούγεται απαίσια”».
 
Δεν είμαι τόσο φανατικός πυντσονικός ώστε να αναζητώ στο διαδίκτυο τις χιλιάδες αναφορές που υπάρχουν στα βιβλία του, για μια ίσως καλύτερη κατανόηση του έργου του. Μου αρέσει να υπάρχουν διάσπαρτες φράσεις σε γλώσσες που δεν καταλαβαίνω, τοπία και μέρη που ίσως δεν υπάρχουν στον κόσμο. Η λογοτεχνία είναι μαγεία αλλά εγώ ποτέ δεν ήμουν από τους θεατές που αναρωτιόταν αν το καπέλο από όπου βγήκε το κουνέλι, έχει διπλό πάτο. Αν ωστόσο, είχα λίγη περιέργεια να μάθω μέρος αυτών των αναφορών, ο Πύντσον θα μου πρότεινε να μην μπω στον κόπο γιατί «παρόλο που μπορεί να μην είναι εντελώς λάθος να πλάθει κανείς διάφορα με τη φαντασία του, όπως κάνω εγώ ακόμα, για όσα δεν ξέρω ή από υπερβολική τεμπελιά δεν ψάχνω να βρω, τα πλαστά δεδομένα τείνουν με συντριπτική συχνότητα να χρησιμοποιούνται εν πλήρει αναπτύξει σε σημεία τόσο λεπτά που να έχει τελικά σημασία, χάνοντας έτσι αυτή την οριακή γοητεία που ίσως διέθεταν έξω από το συγκείμενο του διηγήματος. Παραθέτω ως μαρτυρία ένα παράδειγμα από την «Εντροπία». Στο χαρακτήρα του Καλλίστο προσπάθησα να δημιουργήσω την εντύπωση ενός αποκαμωμένου από την ζωή και τον κόσμο Κεντροευρωπαίου κι έτσι έβαλα τη φράση grippe espagnole, την οποία είχα δει πάνω στην ετικέτα του δίσκου μιας ηχογράφησης του L' Historie du Soldat του Στραβίνσκι. Πρέπει να θεώρησα ότι ήταν κάποιου είδους πνευματική δυσθυμία του μεταπολέμου ή κάτι ανάλογο. Έλα όμως που μετά ανακάλυψα ότι σημαίνει αυτό ακριβώς που λέει, Ισπανική γρίπη... κι έτσι η αναφορά που είχα σφετεριστεί αφορούσε στην πραγματικότητα την παγκόσμια επιδημία της γρίπης που ακολούθησε τον πόλεμο». Υποθέτω ότι αργότερα έγινε πιο προσεκτικός με την προέλευση των αναφορών του. Αλλά ποιος νοιάζεται αν δεν έγινε; Εγώ πάντως όχι!
 
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στα βιβλία του Πύντσον, είναι η επιστημονική χρήση και ανάλυση, όρων, μηχανών, εφευρέσεων. Επειδή είναι γνωστό(!) ότι είχε σπουδάσει στα νιάτα του μηχανολογία/αεροναυπηγική, πολλοί αναγνώστες τείνουν να πιστεύουν, εγώ τουλάχιστον σίγουρα, ότι όσα αναφέρονται στα έργα του, ας πάρουμε το σημαντικό «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας», όσα λοιπόν αναφέρονται εκεί για τις βόμβες και τα αεροπλάνα είναι αληθή ή έστω έχουν ένα παχύ στρώμα αλήθειας κολλημένο πάνω τους. Όπως όμως συνέβη και παραπάνω με τις αναφορές, και εδώ ο Πύντσον αφήνει με χιούμορ να διαφανεί ότι δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Αναφερόμενος στο διήγημα «Εντροπία» το οποίο καταπιάνεται με τον σχετικά καινούριο (τότε) και άγνωστο (ακόμα και τώρα) όρο “εντροπία” σημειώνει τα εξής: «... επειδή το διήγημα έχει συμπεριληφθεί σε δυο-τρεις ανθολογίες, ο κόσμος νομίζει ότι ξέρω περισσότερα πράγματα για το θέμα της εντροπίας από όσα στην πραγματικότητα γνωρίζω. Ως και ο υπό κανονικές συνθήκες διαβόλου κάλτσα Donald Barthelme σε μια συνέντευξη που είχε δώσει σε κάποιο περιοδικό υπαινίχθηκε ότι μπορεί και να 'χω βάλει το χεράκι μου στην αρχική επινόηση του όρου». Με αφορμή το συγκεκριμένο διήγημα, δεν παραλείπει να δώσει μια συμβουλή προς τους αρχάριους συγγραφείς, εκθέτοντας σε όλους την πρώιμη άγνοιά του, «για να το πω απλά: είναι λάθος να ξεκινάει κανείς από ένα θέμα ή κάποιον άλλο αφηρημένο ενοποιητικό παράγοντα και μετά να προσπαθεί να στριμώξει τους χαρακτήρες και τα γεγονότα να χωρέσουν σε αυτό το καλούπι. Αντίθετα, οι χαρακτήρες στο «Βαθύπεδα», ας είναι κατά τα άλλα προβληματικοί, ήταν τουλάχιστον το σημείο εκκίνησής μου, ενώ τις θεωρητικούρες τις πρόσθεσα αργότερα, μόνο και μόνο για να δώσω στο έργο μιαν όψη καλλιεργημένου στυλ».
 
 
Δε θα πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει ξαναδιαβάσει Πύντσον, να ξεκινήσει από αυτή την συλλογή διηγημάτων, αν δεν υπήρχε αυτή η κατατοπιστική εισαγωγή. Μπορεί τα διηγήματα να είναι λίγο άτεχνα (το παραδέχεται και ο ίδιος εξάλλου!) σε σχέση με τα επόμενα έργα του, και γι' αυτό το λόγο λίγο απωθητικά, ίσως περισσότερο από κάποια αντίστοιχα ενός άλλου άβγαλτου συγγραφέα, καθώς εδώ μιλάμε για Πύντσον, αλλά, αν καταφέρει κανείς και τα διαβάσει και ύστερα διαβάσει την εισαγωγή (που επ' ουδενί λόγω δεν πρέπει να διαβαστεί στην αρχή, είναι παντελώς άχρηστη, παρότι εισαγωγή), θα λύσει αρκετές απορίες σχετικά με το σύμπαν που χτίζει ο Πύντσον στα έργα του και αν αξίζει κατά την γνώμη του, να δοκιμαστεί σε ένα δυσκολότερο έργο του.  
 
Τέλος, θέλω να αναφερθώ στο πολύ εύστοχο τίτλο της συλλογής. Το βιβλίο τιτλοφορείται «Βραδείας καύσεως» και δε θα μπορούσε να βρεθεί πιο ταιριαστή φράση για να περιγράψει τον τρόπο που επιδρά η λογοτεχνία του Πύντσον πάνω στο μυαλό σου. Πρόκειται για μια λογοτεχνία βραδείας καύσεως, που δεν διαθέτει την φλόγα και την θερμότητα ενός Αλεξανδρινού Κουαρτέτου αλλά ούτε την παγωμάρα ενός καφκικού κειμένου. Σιγοκαίει στο κεφάλι σου για καιρό, πετώντας φλογίτσες και σπινθήρες και ύστερα, καταλαγιάζοντας την ένταση για μια επόμενη ανύποπτη στιγμή. Ο Τόμας Πύντσον, θαρρώ, είναι (ο) μοναδικός, γιατί κατάφερε τα σκουπίδια της ποπ κουλτούρας να τα ανακυκλώσει σε υψηλής ποιότητας λογοτεχνία.
 
Υ.Γ. 2666 Ένα εγχειρίδιο για σκάκι ήταν το δεύτερο κείμενο που τυπώθηκε ποτέ μετά την Βίβλο! Με κάποιον μυστηριώδη τρόπο, αρκετά αιρετικό θα λέγαμε. Έτσι, και το παραπάνω κείμενο ήταν το δεύτερο μόλις κείμενό μου όταν αποφάσισα να εκτεθώ ανεπανόρθωτα στους χώρους της διανόησης και της παρανόησης. Εξίσου αιρετικό, τουλάχιστον για τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα πράγματα μέσα στο μυαλό μου. Τώρα βρίσκομαι στα μισά μιας νέας συναρπαστικής ιστορίας του Πύντσον και νιώθω πως δεν έχω προοδεύσει -- εξακολουθώ να μην αναζητώ τις πραγματολογικές αναφορές, να μπερδεύω τα ονόματα, να χάνω τα νήματα των ιστοριών. Είμαι μαθητής βραδείας καύσεως. Δεν υστερείς απέναντι στους άλλους μαθητές, απλώς θέλεις περισσότερο χρόνο. Πρέπει να διαβάσεις περισσότερες φορές τα βιβλία Μου, να κατανοήσεις τις συνδέσεις τους. Θα το κάνω Δάσκαλε, με μεγάλη μου χαρά!

Σχόλια

  1. Είστε ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ της ανάγνωσης. Εσείς Πύντσον κι εγώ μακριά νυχτωμένη.

    Ξαφνικά μπήκε στη ζωή μου σφήνα ο μυστηριώδης κύριος Μπ. Τρέιβεν με τα μοναδικά βιβλία που βρήκα στη Δανειστική: Ο Θησαυρός της Σιέρρα Μάδρε, Το γεφύρι στη ζούγκλα, Το λευκό ρόδο.
    Με αυτήν τη σειρά τα διάβασα και κάθε ανάγνωση ήταν αύξουσας κλιμάκωσης. Καταγοητεύτηκα. Ας μη μιλήσω για το βιογραφικό του συγγραφέα που περιβάλλεται από την αχλύ του μύθου, περισσότερο από ό,τι ο Πύντσον και ο Σάλιντζερ μαζί.
    Αν και αρχικά μοιάζουν βιβλία περιπέτειας, στην ουσία είναι κοινωνικά και βαθιά πολιτικά, όπου φαίνεται καθαρά το πόσο κακό έχουν κάνει οι πολυεθνικές πετρελαίου στη φύση και στους ιθαγενείς πληθυσμούς. Πολιτισμός για το κεφάλαιο είναι ό,τι αποφέρει μόνο κέρδος, βλέπεις. Οι άνθρωποι έχουν μικρή ή καθόλου σημασία και αξία.

    Με την ευκαιρία, θα ήθελα να διαβάσω Το πλοίο των νεκρών και Η επανάσταση των κρεμασμένων. (Κι αυτά είναι του Μπ. Τρέιβεν.) Χρόνια άκουγα τους τίτλους και έλεγα κατηγορηματικά ότι δεν με αφορούν. Και τώρα που τα ψάχνω, να που έχουν εξαντληθεί.

    Γι' αυτό ποτέ μη λες "ποτέ".

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Είδατε τι καλό κάνει η επίσκεψη στην δανειστική; Σας προσφέρει όλα τα εξανλτημένα της αγοράς! Εξαιρετικότατος ο Τρέιβεν! Πολύ σημαντικός συγγραφέας που θα έπρεπε να αναδειχθεί περισσότερο. Ναι, έχει μία συγγένεια κατά μία έννοια, με τον Πύντσον (τον Σάλιντζερ, τι μου τον αναφέρατε, για να μου προκαλέσετε αναγούλα;;).

      Έχω διαβάσει το Πλοίο των νεκρών και τον Μεγαλοβιομήχανο (http://voltitses.blogspot.gr/2015/01/blog-post_16.html). Ό,τι άλλο δικό του πετύχω θα το αγοράσω με κλειστά μάτια! Τελικά δεν είστε τόσο μακριά νυχτωμένη.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !