Τι κάνει μια κριτική καλή; Πολλά. Τι μπορεί να την καταστρέψει; Ένα και μοναδικό στοιχείο: η ακατανοησία της. Γιατί αν δεν καταλαβαίνεις τι λέει δεν πρόκειται να εκτιμήσεις κανένα από τα όποια θετικά της στοιχεία. Η κριτική πρέπει να είναι κατανοητή – να μπορεί να την καταλάβει και ο πλέον ηλίθιος αναγνώστης. Οι κριτικές γράφονται για τους αναγνώστες, για όλους τους αναγνώστες. Για εκείνον που διαβάζει 3 βιβλία τον χρόνο και μέσα από μια κατανοητή κριτική ενδεχομένως να αποφασίσει να προσθέσει άλλα δύο στην ετήσια κατανάλωσή του και για εκείνον που διαβάζει 100 και αφήνεται σαν ανυπεράσπιστο έντομο να εγκλωβιστεί στο αραχνούφαντο πλέγμα των δεκάδων διακειμενικών αναφορών. Το αν έχει κάτι να μας πει η κριτική είναι δευτερεύον ζήτημα. Το κύριο ζητούμενο είναι να μας πει κάτι κατανοητό – ουσιώδες ή ανούσιο.
Οι κριτικές του Ντάνιελ Μέντελσον είναι κατανοητές, αναθεματισμένα κατανοητές, για την ακρίβεια! Η πιο δύσκολη λέξη που χρησιμοποιεί στο σχεδόν 600 σελίδων βιβλίο του, δε θα δυσκόλευε ούτε ένα παιδάκι της Α' γυμνασίου! Ένα άλλο στοιχείο που ξεχωρίζει αμέσως στις κριτικές του είναι το χιούμορ. Κάνε τους αναγνώστες να γελάσουν και να ξεχαστούν, δεν διαβάζουν την κριτική για να πάνε να γράψουν εξεταστική στο πανεπιστήμιο. Ανόητοι βερμπαλισμοί (να μια λέξη που υπονομεύει κάθε κριτική, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μου!) δεν έχουν θέση στις κριτικές του Μέντελσον. Και ο άνθρωπος γράφει στο New York Review of Books και New Yorker! Οι δικοί μας γράφουν σε χαμηλότατης εμβέλειας εφημερίδες και νομίζουν ότι απευθύνονται στην Σουηδική Ακαδημία! Εντάξει λοιπόν, κατανοητές και με χιούμορ. Ουσία;
Πρωτάκουσα το όνομα του Ντάνιελ Μέντελσον σε συνάφεια με εκείνο του Κωνσταντίνου Καβάφη. Ο Μέντελσον είναι γνωστός μελετητής του Καβάφη και (νομίζω) μεταφραστής της ποίησής του. Ωστόσο, στον συγκεκριμένο τόμο δεν περιορίζεται στον Αλεξανδρινό ποιητή αλλά ασχολείται ενδελεχώς με την ελληνικότητα (και του Καβάφη αλλά και γενικότερα). Συγκεντρώνει κριτικές που είτε άμεσα είτε έμμεσα αφορούν τους Έλληνες αναγνώστες και τις χωρίζει σε 4 μεγάλες γενικές κατηγορίες: Τα κλασικά, Τραγικές ηρωίδες (και άλλοι), Κάποιοι σύγχρονοι, «Ελληνίζοντες». Ο συγγραφέας, όπως σποραδικά επαναλαμβάνει και ο ίδιος, είναι ένας κλασικός φιλόλογος με ειδίκευση ή/και προτίμηση στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Μόλις όμως διαβάσετε τις πρώτες λέξεις μιας οποιασδήποτε κριτικής του, αμέσως θα διαλύσετε την προκατάληψη που ίσως σας συνοδεύει, κάθε φορά που διαβάζετε την φράση «κλασικός φιλόλογος». Ο Μέντελσον γράφει με μία εντυπωσιακή πρωτοτυπία σκέψης και με μια διανοητική ευκινησία που δεν συναντούμε συχνά στους (κατά μιαν ανόητη φήμη, “δύσκαμπτους”) φιλολόγους.
Διάβασα τις κριτικές του ανάκατα, γιατί επιδίωκα μια ελευθερία θεματική. Το ίδιο θα πρότεινα και σε σας, αν ωστόσο προτιμάτε γραμμική ανάγνωση, στο πρώτο μέρος του βιβλίου, στα Κλασικά, θα συναντήσετε κείμενα το θέμα των οποίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις αρχαίες τραγωδίες και δράματα. Εδώ ο συγγραφέας αποδομεί με εξαιρετικό χιούμορ, τρεις (ήδη αποδομημένες από μόνες τους!) Χολυγουντιανές υπερπαραγωγές που δεν μπόρεσαν να συλλάβουν την έννοια της αρχαίας τραγωδίας και απλώς έμειναν κούφια σκηνικά: Τροία, Αλέξανδρος, 300. Στο ίδιο μοτίβο κινούνται και κάποιες θεατρικές και μουσικές παραστάσεις. Το πρώτο μέρος κλείνει με δύο κείμενα για την «κατάρα» των Κένεντυ και την σύνδεση που έχει με τα ελληνικά δράματα καθώς και με μια σύγχρονη εκδοχή της σοφόκλειας Αντιγόνης με το άταφο σώμα του Πολυνείκη να ενσαρκώνεται εδώ από το χιλιοτρυπημένο σώμα του Τάμερλαν Τσαρνάεφ, του τρομοκράτη που αιματοκύλησε τον μαραθώνιο της Βοστόνης το 2013.
Οι κριτικές του Ντάνιελ Μέντελσον είναι κατανοητές, αναθεματισμένα κατανοητές, για την ακρίβεια! Η πιο δύσκολη λέξη που χρησιμοποιεί στο σχεδόν 600 σελίδων βιβλίο του, δε θα δυσκόλευε ούτε ένα παιδάκι της Α' γυμνασίου! Ένα άλλο στοιχείο που ξεχωρίζει αμέσως στις κριτικές του είναι το χιούμορ. Κάνε τους αναγνώστες να γελάσουν και να ξεχαστούν, δεν διαβάζουν την κριτική για να πάνε να γράψουν εξεταστική στο πανεπιστήμιο. Ανόητοι βερμπαλισμοί (να μια λέξη που υπονομεύει κάθε κριτική, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μου!) δεν έχουν θέση στις κριτικές του Μέντελσον. Και ο άνθρωπος γράφει στο New York Review of Books και New Yorker! Οι δικοί μας γράφουν σε χαμηλότατης εμβέλειας εφημερίδες και νομίζουν ότι απευθύνονται στην Σουηδική Ακαδημία! Εντάξει λοιπόν, κατανοητές και με χιούμορ. Ουσία;
Πρωτάκουσα το όνομα του Ντάνιελ Μέντελσον σε συνάφεια με εκείνο του Κωνσταντίνου Καβάφη. Ο Μέντελσον είναι γνωστός μελετητής του Καβάφη και (νομίζω) μεταφραστής της ποίησής του. Ωστόσο, στον συγκεκριμένο τόμο δεν περιορίζεται στον Αλεξανδρινό ποιητή αλλά ασχολείται ενδελεχώς με την ελληνικότητα (και του Καβάφη αλλά και γενικότερα). Συγκεντρώνει κριτικές που είτε άμεσα είτε έμμεσα αφορούν τους Έλληνες αναγνώστες και τις χωρίζει σε 4 μεγάλες γενικές κατηγορίες: Τα κλασικά, Τραγικές ηρωίδες (και άλλοι), Κάποιοι σύγχρονοι, «Ελληνίζοντες». Ο συγγραφέας, όπως σποραδικά επαναλαμβάνει και ο ίδιος, είναι ένας κλασικός φιλόλογος με ειδίκευση ή/και προτίμηση στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Μόλις όμως διαβάσετε τις πρώτες λέξεις μιας οποιασδήποτε κριτικής του, αμέσως θα διαλύσετε την προκατάληψη που ίσως σας συνοδεύει, κάθε φορά που διαβάζετε την φράση «κλασικός φιλόλογος». Ο Μέντελσον γράφει με μία εντυπωσιακή πρωτοτυπία σκέψης και με μια διανοητική ευκινησία που δεν συναντούμε συχνά στους (κατά μιαν ανόητη φήμη, “δύσκαμπτους”) φιλολόγους.
Διάβασα τις κριτικές του ανάκατα, γιατί επιδίωκα μια ελευθερία θεματική. Το ίδιο θα πρότεινα και σε σας, αν ωστόσο προτιμάτε γραμμική ανάγνωση, στο πρώτο μέρος του βιβλίου, στα Κλασικά, θα συναντήσετε κείμενα το θέμα των οποίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις αρχαίες τραγωδίες και δράματα. Εδώ ο συγγραφέας αποδομεί με εξαιρετικό χιούμορ, τρεις (ήδη αποδομημένες από μόνες τους!) Χολυγουντιανές υπερπαραγωγές που δεν μπόρεσαν να συλλάβουν την έννοια της αρχαίας τραγωδίας και απλώς έμειναν κούφια σκηνικά: Τροία, Αλέξανδρος, 300. Στο ίδιο μοτίβο κινούνται και κάποιες θεατρικές και μουσικές παραστάσεις. Το πρώτο μέρος κλείνει με δύο κείμενα για την «κατάρα» των Κένεντυ και την σύνδεση που έχει με τα ελληνικά δράματα καθώς και με μια σύγχρονη εκδοχή της σοφόκλειας Αντιγόνης με το άταφο σώμα του Πολυνείκη να ενσαρκώνεται εδώ από το χιλιοτρυπημένο σώμα του Τάμερλαν Τσαρνάεφ, του τρομοκράτη που αιματοκύλησε τον μαραθώνιο της Βοστόνης το 2013.
Στο δεύτερο μέρος, οι Τραγικές ηρωίδες του Μέντελσον ξεπηδούν μέσα από τις παραστάσεις του Μπροντγούεη (ως “θύματα” αυτών των παραστάσεων!), από τις Ώρες του Μάικλ Κάνιγχαμ (και της κινηματογραφικής εκδοχής), τις ηρωικές γυναίκες στην ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ και τις διασκευές των αρχαίων δραμάτων του ώριμου Τεντ Χιουζ. Οι (και άλλοι)... είναι οι πρωταγωνιστές της ταινίας Το μυστικό του Μπρόκμπακ Μάουνταιν (και του ομώνυμου βιβλίου της Άννι Πρου) για την οποία ταινία ο συγγραφέας επιφυλάσσει μια διεισδυτικότατη και θετικότατη κριτική.
[...] Το πραγματικό επιτεύγμα του Μπρόκμπακ Μάουνταιν δεν είναι ότι λέει μια οικουμενική ερωτική ιστορία που τυχαίνει να έχει γκέι χαρακτήρες, αλλά ότι λέει μια ξεκάθαρα γκέι ιστορία που τυχαίνει να είναι τόσο καλοειπωμένη ώστε οποιοσδήποτε άνθρωπος με αισθήματα να συγκινείται απ' αυτήν. Αν επιμένετε, όπως πολλοί επιμένουν, ότι δεν πειράζει, βλέποντας την ιστορία του Τζακ και του Έννις, να νιώθεις συμπάθεια διότι δεν πραγματικά ομοφυλόφιλοι – ότι είναι μάλλον τύποι από την «καρδιά της Αμερικής» παρά γκέι –, τότε είναι σαν να τους σπρώχνετε να ξαναμπούν στην ντουλάπα της οποίας τα στενά και αποπνικτικά όρια εξέθεσαν τόσο βασανιστικά όμορφα ο Ανγκ Λι και οι συνεργάτες του.
Κάποιοι σύγχρονοι, είναι φυσικά ο σπουδαίος Καβάφης ο οποίος με την μοντέρνα γραφή μιας «αρχαίας» ποίησης πρωτοτύπησε όσο λίγοι ποιητές κατάφεραν (ο τίτλος της κριτικής, “Η καλή ποίηση στα καλύτερά της”, μας προετοιμάζει για όσα θαυμαστά θα διαβάσουμε). Σύγχρονος έιναι και ο επαναστάτης Άρθουρ Ρεμπό αλλά και ο Φίλιπ Ροθ του οποίου το μετριότατο βιβλίο Καθένας ήταν η προσωπική του συγγραφική ήττα να αντιμετωπίσει τα επερχόμενα γηρατειά και τον θάνατο που θέριζε τους γνωστούς και φίλους του. Μεταξύ αυτών διαβάζουμε και δύο κριτικές για τις γυναίκες του Game of thrones και την “μαγεία” του Avatar.
Από «Ελληνίζοντες» έχουμε πρώτον και καλύτερο τον Όσκαρ Ουάιλντ, ο οποίος απέρριψε με θάρρος μια προδιαγεγραμμένη σπουδαία καριέρα στην κλασική φιλολογία για χάρη της φήμης – «Σίγουρα πάντως δεν πρόκειται να γίνω κανένας μαραμένος καθηγητής στην Οξφόρδη. Θα γίνω ποιητής, συγγραφέας, δραματουργός. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα γίνω διάσημος, και, αν όχι διάσημος, τότε διαβόητος». Ελληνίζων είναι και ο διάσημος συγγραφέας Ε.Μ.Φόρστερ που εξέφρασε θυελλωδώς και επίμονα τον μεγάλο “έρωτα” του προς τον Καβάφη, μέσω φλογερών επιστολών που δεν μπόρεσαν ωστόσο να ζεστάνουν την παγερή αδιαφορία του Αλεξανδρινού. Εδώ συναντούμε και τον “ερμαφρόδιτο” Τζέφρυ Ευγενίδη που παρά την πρωτότυπη ιδέα του βιβλίου του Middlesex αποδείχθηκε τραγικά αδύναμος να δώσει διπλή φωνή στο ενδιαφέρον δημιούργημά του καταλήγοντας αποδιοργανωμένος και ανίκανος να δώσει έστω και μία φωνή σε κάποια από τις “δύο φύσεις” που είχε στα χέρια του. Ένα πέρασμα κάνει και ο ταξιδευτής Πάτρικ Λη Φέρμορ. Αυτός ο σπουδαίος τόμος κλείνει με έναν μικρό Αμερικανό, τον ίδιο τον Ντάνιελ Μέντελσον που σκαλίζει τις μακρινές αναμνήσεις του και προσπαθεί να θυμηθεί τι τον έκανε να γίνει ένας κλασικός φιλόλογος.
Οι κριτικές του Μέντελσον είναι σύγχρονες, πρωτότυπες και διασκεδαστικές. Εμβριθείς (να κι' άλλη κακιά λέξη!) και ουσιαστικές. Όμως ξεχωρίζουν εντυπωσιακά για τον τρόπο που είναι γραμμένες – σαν μικρά αυτόνομα διηγήματα με τις αφηγηματικές εξάρσεις και υφέσεις τους, με πλοκή που συνυφαίνει αρμονικά τα στοιχεία της σύγχρονης ποπ κουλτούρας και του πλούτου της αρχαίας γραμματολογίας, με έναν επίλογο που κάθε φορά συμπυκνώνει εξαντλητικά όλη την ουσία της κριτικής και στην προσφέρει απλόχερα στο πιάτο του μυαλού σου (βλέπε παραπάνω τον επίλογο για την ταινία του Ανγκ Λι).
Μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να πετσοκόψω ένα απόσπασμα από το σαγηνευτικό λόγο του Ντάνιελ Μέντελσον αλλά ωστόσο θα το πράξω (δεχόμενος αδιαμαρτύρητα όλη την οργή των θεών!) για να δείτε και εσείς πόσο σύγχρονος και γοητευτικός κριτικός είναι. Επέλεξα ένα κομμάτι από την μικρότερη κριτική της συλλογής και εκείνη που με συγκίνησε περισσότερο – εκείνη με το άταφο σώμα του τρομοκράτη της Βοστόνης.
[...] Ο Κρέοντας, σαν τον υποψήφιο γερουσιαστή από τη Μασσαχουσέττη, ενδιαφέρεται πολύ για την κοινή γνώμη, όπως μαθαίνουμε αργότερα· και είναι ασφαλώς δυνατόν να θεωρήσει κανείς ότι το διάταγμά του βασίζεται σε μια ισχυρή, αν και ιδιότυπη, ηθική. Όταν η λογική του αμφισβητείται ως, στο κάτω κάτω, αντιβαίνουσα στο θρησκευτικό συναίσθημα και καλείται να τιμήσει τον νόμο της πόλης, ο βασιλιάς δηλώνει ότι το έγκλημα του Πολυνείκη κατά της πόλης έχει θέσει τον νεαρό πέραν της ηθικής – ότι, ενώ η ταφή οποιουδήποτε νεκρού αποτελεί θρησκευτική υποχρέωση, είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς πως οι θεοί «έχουν στην έγνοια τους αυτόν τον πεθαμένο», ότι μπορεί ποτέ να δούμε θεούς «να τιμούν κακούργους». Καθώς εκστομίζει τα τελευταία του λόγια σε αυτή τη διαμάχη, διαισθάνεται κανείς ότι ο Κρέοντας ενεργεί παρακινούμενος από μια γνήσια, αν και στενόμυαλη, πεποίθηση ότι οι κακοί άνθρωποι δεν αξίζουν ανθρώπινη μεταχείριση: «Δεν μπορεί να τους αξίζει». («Δεν πρέπει να τους αξίζει» όπως είπε ο υποψήφιος γερουσιαστής Μάρκυ αναφορικά με την ταφή που προσέβαλε τις ευαισθησίες των ψηφοφόρων της Μασσαχουσέττης.)
Η εξαιρετική μετάφραση είναι της έμπειρης Μαργαρίτας Ζαχαριάδου. Τα εύσημά μου και στις εκδόσεις Πατάκη που συνεχίζουν ασταμάτητα να βγάζουν θαυμάσια βιβλία. Έχω παρατηρήσει ότι τα τυπογραφικά στοιχεία που χρησιμοποιεί ο Πατάκης – σίγουρα όμως σε αυτή την περίπτωση θα φταίει και η γραφή του Μέντελσον – μου δίνουν την αίσθηση ότι διαβάζω πιο γρήγορα! Καθέ φορά που διαβάζω βιβλία του Πατάκη έχω την ίδια αίσθηση, δεν πρέπει να είναι τυχαίο. Το βιβλίο του Μέντελσον είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά και ευχάριστα βιβλία που θυμάμαι να έχω διαβάσει την τελευταία 2ετία – συμπεριλαμβανομένων και των αμιγώς λογοτεχνικών. Δεν το αφήνεις εύκολα από τα χέρια σου, και αν το αφήσεις, σκέφτεσαι διαρκώς πότε θα το ξαναπιάσεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.