Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Η αισθητική του χιούμορ

Το νούμερο ένα στοιχείο που ψάχνουν όλοι στους άλλους, σε όλων των ειδών τις σχέσεις, είναι το χιούμορ. «Θέλω να με κάνει να γελάω», «Γελάω πολύ με αυτόν τον άνθρωπο», «Είναι απίστευτα αστείος», κλπ. Όταν όμως, σχετικά γρήγορα το χιούμορ εξαπλώνεται σαν ιός πάνω στις παθογένειες της κοινωνίας μας και του (μικρο)κόσμου μας, αμέσως χαρακτηρίζεται άρρωστο, φοράμε την μάσκα (της εκδίκησης) απέναντί του και αναφωνούμε: «Μαλάκα μου, είναι αστείο τώρα αυτό;», «Ο τύπος χρειάζεται άσυλο», «ΜΗΝΥΣΗ…!», κλπ. Το δικαίωμα να γελάς με κάτι είναι ακριβώς ισότιμο με το δικαίωμα να μην γελάς με κάτι. Είναι τόσο απλό – γλυτώνεις και τα έξοδα από τα παράβολα έτσι. Πότε λοιπόν το χιούμορ χάνει το χιούμορ του; Είναι θέμα αισθητικής; Μήπως είναι θέμα χρημάτων; Δεν έχω ιδέα και ούτε με νοιάζει κιόλας. Ξέρω μόνο ότι αν ο καθένας μου έδινε ένα ευρώ για κάθε φορά που τον έκανα να γελάσει, τώρα θα είχα τα λεφτά να ανταπεξέλθω σε όλες τις δικαστικές διαμάχες και θα μου έμεναν και ψιλά να σας κεράσω όλους προφ

Why so serious?

«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε» – στη μεγάλη λογοτεχνία, την επονομαζόμενη κλασική. Είχα καταλήξει ότι μάλλον δε θα διάβαζα ποτέ μου Βίκτορ Ουγκό. Λίγο οι βάναυσες παιδικές διασκευές των βιβλίων του (πώς εκφυλίζουν στα παιδικά/εφηβικά μας μάτια τέτοιους μεγαλειώδεις συγγραφείς, ποτέ δε θα μπορέσω να το χωνέψω), λίγο οι άθλιες εκδόσεις με τις άθλιες μεταφράσεις των «Αθλίων», λίγο η αβάσταχτη (για μένα) λυρικότητα της «Παναγίας των Παρισίων»… ε, δε θέλει και πολύ! Έλα όμως που ένα δοκίμιο για την ειρωνεία ( «Να είσαι εξωτερικά κωμικός και εσωτερικά τραγικός, δεν υπάρχει πιο ταπεινωτικός πόνος, δεν υπάρχει οργή πιο βαθιά» , ορίστε και ένας περιεκτικότατος ορισμός της ειρωνείας δια χειρός του ίδιου του Ουγκό) έπλεκε το εγκώμιο για το συνολικό έργο του και ειδικότερα για το βιβλίο του, με τον απίστευτο τίτλο, «Ο άνθρωπος που γελά». Πόσο μάλλον όταν στην πορεία ανακάλυψα εντελώς τυχαία – That’s Lifo! * – ότι από αυτό το συγκ

Ένας κόμπος η χαρά μου

Στην «Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς» , ο βιογράφος του Ρίτσαρντ Έλμαν, παραθέτει ένα περιστατικό όπου η αγαπητή Μις Γουίβερ, φανατική αναγνώστριά του που πλήρωνε χοντρά (κυριολεκτικά) για να τα διαβάζει πρώτη, όταν έλαβε ένα απόσπασμα από τα αρχικά κεφάλαια του «Finnegans Wake», απάντησε στον Τζόυς προς απογοήτευση εκείνου, «δεν λαμβάνω καμία απόλαυση από τα προϊόντα ενός εργοστασίου παραγωγής λογοπαιγνίων» … (από μνήμης το συγκεκριμένο απόσπασμα). Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση εκείνο το απόσπασμα, γιατί για πολλά χρόνια ονειρευόμουν ότι μπορώ να γίνω κάποτε ένας αξιοσέβαστος βιοτέχνης λογοπαιγνικής παραγωγής. Βέβαια, γρήγορα κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι αυτό και όπως εμείς γελάμε με το χιούμορ, αρκετά συχνά γελάει και κείνο μαζί μας! Το πείραμά μου θα αποδεικνυόταν επιεικώς « Ανεκδιήγημα : Λογοατεχνικό είδος» ! Ευτυχώς, υπήρξε κάποιος, ύστερα από δύο αποτυχημένες εκδοχές προσωπικότητας , που πραγματοποίησε το όνειρό μου. Διαβάστε… κομπλεξάρες!

Όλο νάζι!

Ήξερες ότι στο βιβλίο της Katharine Burdekin συναντάμε μία πρώιμη συμπύκνωση σημαντικών κειμένων και ιδεών που μέχρι τότε ήταν απλώς αποκυήματα της φαντασίας κάποιων εκκολαπτόμενων συγγραφέων («The man in the high castle» - 1962, «The handmaid’s tale» - 1985, «Nineteen Eighty-Four» - 1949, «Fahrenheit 451» - 1953, κλπ); Πώς άραγε θα νιώθαμε τώρα αν δεν είχε γεννηθεί αυτό το βιβλίο; «Δεν γίνεται να κόψεις τον πολιτισμό απ’ τη ρίζα και να περιμένεις ν’ ανθίσει στη κορυφή» . Αν πάλι θεωρείς ότι πρότυπο φεμινιστικής λογοτεχνίας είναι τα βιβλία της Μάρως Βαμβουνάκη τότε ρίξ’το αδιάβαστο στην πυρά για να ζεστάνει ακόμα περισσότερο τις προκαταλήψεις σου. Το βιβλίο της είναι γραμμένο το 1936 και όσα ευαγγελίζεται και περιγράφει είναι εξαιρετικά θαρραλέα και διορατικά – αν γραφόταν το 2020, νομίζω, θα δυσκολευόταν πολύ να βρει εκδότη, σε αρκετές περιοχές του πλανήτη. «Δεν μπορείς πραγματικά να εμπιστευτείς έναν θρήσκο άνθρωπο. Αν τα ενδιαφέροντά σου συγκρούονται με την θρησκεία του, δεν θα

Ο λόγος δεν έχει λόγο να λέγεται

Πήγα λίγες μέρες στο χωριό να δω την φουκαριάρα τη μάνα μου και πραγματικά την λυπήθηκα την κακομοίρα. Με κοιτούσε με εκείνη την σιωπηλή μητρική αγάπη, ενώ την ίδια στιγμή πετάριζαν στο μυαλό της σημαντικές σκέψεις – φοράει τη ζακέτα του, άραγε στρώνει το κρεβάτι του κάθε μέρα, τρώει καμιά σουπίτσα αυγολέμενο που προλαμβάνει το κρυολόγημα, κλπ – ενώ εγώ καθισμένος στην απέναντι μεριά του τραπεζιού, με προσποιητό χαμόγελο, αναρωτιόμουν αν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί πόσο σκατόψυχος είναι πραγματικά ο γιος της. Δεν είχα δώσει και δικαιώματα στην γειτονιά, είναι αλήθεια αυτό! Βολτάροντας γιορτινά στην Ηγουμενίτσα σκεπτόμενος σοβαρά την αυτοκτονία, έπεσα στο βιβλίο του Πολ Ρικέρ «Λόγος και σύμβολο», που αποτελεί μια τρόπον τινά εισαγωγή στην «Ζωντανή μεταφορά» του – όπα, συμβολική αυτή η σύμπτωση, σκέφτηκα, και έτσι το πήρα. Πριν με καταδικάσετε σε ζωντανή… περιφορά, ας πούμε δυο πράγματα για την ζωντανή μεταφορά. «Δεν θα έπρεπε άραγε να πούμε ότι η μεταφορά ενέχει και απαιτεί έν

Το φαινόμενο της πεταλούδας

Είναι πασίγνωστο αυτό το φαινόμενο, το ξέρετε όλοι. Όπως μας έλεγαν παλιά, αν πετάξει μια πεταλούδα κάπου εδώ , μπορεί να προκαλέσει τρικυμία... στο κρανίο κάποιου δικομανούς παλαβιάρη κάπου αλλού. Έτσι λοιπόν, μία σπάνια πεταλούδα που πετάει εδώ κι εκεί, οδηγεί τον Πέτρο, τον νεαρό ήρωα της νουβέλας του Μπους, έξω από τα όρια της ζωής, της λογικής ή ακόμα και της γλώσσας. Ο σφοδρός και τρικυμιώδης συγγραφέας όμως, Βίλχελμ Μπους, δεν αφήνει τίποτα να ξεφύγει από την απόχη της καλλιτεχνικής του δημιουργίας. «Με το που το πήραν αυτό είδηση οι κότες, έτρεξαν να προλάβουν και να δοκιμάσουν κι εκείνες με τη σειρά τους την τύχη τους, η μία καταπόδι στην άλλη – είκοσι θα ήσαν· πλην όμως, όλα τα χτυπήματα και τα τσιμπολογήματα πήγαν στράφι μπροστά στην ακατανίκητη αναποδιά της εν λόγω γουρουνόπετσας. Τελευταίο ζύγωσε γοργά ένα χαρωπό γουρουνάκι και την καταβρόχθισε σαν να ήταν παιχνιδάκι· οπότε το πράγμα παρέμεινε τελικά εντός της οικογενείας» . Όσοι πάλι θέλετε να κάνετε αποχή από την κα