Είχα καταλάβει ότι μου αρέσει. Πολύ. Είχα διαβάσει μια χούφτα ποιήματά του και είχα ξετρελαθεί. Πολύ. Είχα σοκαριστεί από την ανάγνωση του Εσωφάγου. Πολύ. Αλλά ποτέ δεν τον είχα πάει ως το ταμείο του βιβλιοπωλείου, πάντα κάτι με σταματούσε λίγο πριν. Λίγο. Και έτσι ξαφνικά, κάποιος διεκπεραίωσε για μένα όλα τα δύσκολα βήματα και μου ταχυδρόμησε “Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες” . Η καλή μου φίλη librarian το αγαπάει πολύ αυτό το βιβλίο και τι είναι η αγάπη αν δεν την μοιραστείς; Το συνόδεψε με μία παράκληση η οποία σιγά σιγά μετατρεπόταν σε απροκάλυτπη απειλή, ότι αν δεν καταφέρω να το αγαπήσω εξίσου αυτό το βιβλίο ή δεν μπορέσω να το εκτιμήσω όπως του αξίζει, καλό θα ήταν να το στείλω κάπου αλλού που θα έβρισκε πιο ζεστή αγκαλιά. Μου άρεσε απροσδόκητα πολύ αυτή η παράκληση-απειλή και έτσι στρώθηκα να το διαβάσω μέσα σε ένα απόγευμα σαν μελλοθάνατος που του τελειώνει ο χρόνος.
«Να ονομάσω την άποψη ετούτη σοφή ή ανόητη; αν είναι πράγματι σοφή, έχει κάτι που φαίνεται ανόητο, αν είναι πράγματι ανόητη, τότε φαίνεται να έχει κάποια λογική». -- Μόμπι Ντικ