Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Για βραβείο είμαι

Εσύ είσαι για βραβείο; Μην πεις κάτι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον σου. Φυσικά και είσαι για βραβείο! Οι περισσότεροι στην Ελλάδα, μετά τα πανηγύρια είμαστε για τα βραβεία. Βραβείο να' ναι και ό,τι να' ναι! Βραβείο κριτικής και βραβείο υποκριτικής. Βραβείο μετάφρασης και βραβείο παράφρασης. Βραβείο συγγραφής και βραβείο αντιγραφής. Βραβείο ποίησης και βραβείο κακοποίησης. Βραβείο λογοτεχνίας και βραβείο κακοτεχνίας. Δείξε μου το βραβείο σου να σου πω ποιος δεν είσαι! Εξυπακούεται ότι οι περισσότεροι δεν αξίζουν τα βραβεία που παίρνουν – μια ματιά στην δημιουργική δουλειά τους το επιβεβαιώνει περίτρανα και μεταξύ των άλλων, εντείνει και την διασκεδαστική γελοιότητα όλων των εμπλεκόμενων μερών.

Αν τύχει όμως και κάποιος το αξίζει; Λέμε ρε παιδί μου, συμβαίνουν και ατυχίες μερικές φορές! Τι γίνεται τότε; Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να περάσεις τα σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια των τυπολατριών μιας βράβευσης; Αρκεί ένα «ευχαριστώ» – Αλλά και τι θα μπορούσε να πει κανείς με μια τέτοια ευκαιρία εκτός από τη λέξη «ευχαριστώ!», που κι αυτή ακόμα του κάθεται στο λαιμό και τον βαραίνει για καιρό ακόμα στο στομάχι – ή θα φανέρωνε αγνωμοσύνη και έπαρση από την πλευρά του βραβευμένου; Μερικές φορές σκέφτομαι πως δεν είναι διόλου τυχαίο που τα βραβεία συνήθως φέρουν φαλλικό σχήμα, αργά ή γρήγορα, κάποιος από κει μέσα θα ουρλιάξει αγανακτισμένος, «Πάρ'το και βάλ'το στον κώλο σου»! Στην περίπτωση του Τόμας Μπέρνχαρντ, σίγουρα ήταν αρκετοί αυτοί που σκέφτηκαν να ουρλιάξουν στην προσπάθειά τους να τον βραβεύσουν. Από την άλλη, και μόνο η παρουσία του Μπέρνχαρντ στις βραβεύσεις του, αποτελούσε την πιο εύγλωττη δήλωση για το πού θα έπρεπε να βάλουν όλα αυτά τα κωλοβραβεία τους. Αλλά ούτως ή άλλως τα βραβεία δεν συνιστούν τιμή, έλεγα στη συνέχεια, η τιμή είναι μια διαστροφή, πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει τιμή. Οι άνθρωποι μιλάνε για τιμή και πρόκειται για κακεντρέχεια, αδιάφορο για τι είδους τιμή γίνεται λόγος, έλεγα.

Αγοράζοντας το συγκεκριμένο βιβλίο, ομολογώ ότι περίμενα να βρω στην ολότητα των εννέα «κεφαλαίων»-βραβεύσεων, αυτό το απαράμιλλο προβοκατόρικο ύφος του που τόσο λατρεύω. Δεν το βρήκα παντού (ή τουλάχιστον, όχι στις ποσότητες που θα ήθελα). Βέβαια αυτό δεν υπονομεύει την αξία του βιβλίου, κάθε άλλο – μερικά «κεφάλαια» αποτελούν έξοχα δείγματα διηγημάτων στα οποία ο Μπέρνχαρντ περιγράφει την ανάγκη του για τα χρηματικά έπαθλα των βραβείων, έτσι ώστε να ξεμπερδέψει από πιεστικές εκκρεμότητες ή να αγοράσει ένα σπίτι, τουλάχιστον τέσσερις τοίχους γύρω μου, ή ένα άμαξι, που θα το κάνει σωρό από λαμαρίνες ένας Γιουγκοσλάβος που έπεσε πάνω του και εγκατέλειψε αιμόφυρτο τον συγγραφέα. Ακόμα και αυτό το βιβλίο που αρχικά «υπόσχεται» κάτι διαφορετικό, δεν μπορεί εν τέλει να ξεφύγει από το ταλέντο του συγγραφέα του και την εμμονή του να γράφει ιδιαίτερη αλλά και υψηλής ποιότητας λογοτεχνία.

Εκεί που δίνει ρέστα είναι όταν περιγράφει το πώς του απονεμήθηκε το Αυστριακό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας – το Μικρό, όχι το Μεγάλο, μην μπερδεύεστε. Θα σας τα εξηγήσει ο ίδιος ο Μπέρνχαρντ όταν έρθει η ώρα της ανάγνωσης! – όπου, κατά την διάρκεια της ομιλίας του εκνεύρισε τόσο πολύ τον Υπουργό Πολιτισμού που έφυγε αγανακτισμένος κοπανώντας την πόρτα της αίθουσας. Μόνο και μόνο γιατί ειπώθηκε κάτι για το κράτος... γνωστά πράγματα, συμβαίνουν ακόμα. Ο Μπέρνχαρντ φροντίζει να μας ενημερώνει διαρκώς για την δυσκολία που αντιμετώπιζε στην συγγραφή και εκφώνηση των ομιλιών του – δεν του κατέβαινε καμιά καλή ιδέα, και συνήθως τις άφηνε για την τελευταία στιγμή, καταλήγοντας να γράφει 1-2 σελίδες φιλοσοφικών και «σκοτεινών» στοχασμών, φόβος, πόνος, θάνατος, τα ξέρετε! Πάγωνε το αίμα των παρευρισκομένων!

[...] Δεν χρειάζεται να ντρεπόμαστε, αλλά δεν είμαστε απολύτως τίποτα και δεν αξίζουμε τίποτα παραπάνω από το χάος. 
Ευχαριστώ ιδιαιτέρως εκ μέρους μου, αλλά και εν ονόματι των υπόλοιπων βραβευθέντων από την κριτική επιτροπή, όλους τους παρευρισκομένους.



Αυτές οι ομιλίες (υπάρχουν τρεις ομιλίες στο τέλος του βιβλίου), αποτέλεσμα ελλιπούς επεξεργασίας και «διανοητικής αμηχανίας», δείχνουν λιγότερο μπερνχαντικές (χωρίς ωστόσο και να είναι). Αν θέλετε να πάρετε μια γερή δόση Μπέρνχαρντ δεν έχετε παρά να διαβάσετε το κείμενό του που ρίχνει την αυλαία, το σχετικό με την παραίτησή του από την Ακαδημία Γλώσσας και Ποίησης. Σταχυολογώ υπεύθυνα:

[...] Αν και ένας μόνο ποιητής ή συγγραφέας είναι γελοίος και, αδιάφορο πού, με δυσκολία υποφερτός από την κοινωνία των ανθρώπων, τότε πόσο πιο γελοία και απαράδεκτη, είναι μια ολόκληρη ορδή συγγραφέων και ποιητών και άλλων που θεωρούν εαυτούς συγγραφείς και ποιητές, στοιβαγμένων στον ίδιο σωρό!
 
[...] Αλλά σ' αυτή την Επετηρίδα τυπώνονται κάθε φορά, και κάθε φορά μόνο τέτοια, κάτι λεγόμενα δοκίμια που έχουν αραχνιάσει πριν πάνε καν στον στοιχειοθέτη και που όπως είπαμε δεν έχουν καμία σχέση ούτε με γλώσσα ούτε με ποίηση ούτε με πνεύμα γενικά, επειδή βγαίνουν από γραφομηχανές που πάσχουν από χρόνια εμπλοκή, γραφομηχανές ανιαρών φαφλατάδων, ακέφαλων και ανεγκέφαλων που παριστάνουν ότι κάτι είναι. (...) Κρίμα που αυτή η Επετηρίς τυπώνεται σε ένα τόσο πολύτιμο χαρτί, εντελώς ακατάλληλο για να φουντώσει μέσα στη σόμπα μου στο Όλσντορφ.


 [...] Όταν πεθαίνει κάποιο μέλος της η Ακαδημία (Γλώσσας και Ποίησης!) του Ντάρμστατ δημοσιεύει πάντοτε αυτομάτως μια αγγελία θανάτου μέσα σε μαύρο πλαίσιο με ένα πανομοιότυπο πάντα κείμενο (για την γλώσσα και την ποίηση του οποίου μπορεί να διαφωνήσει κανείς). Μπορεί και να προλάβω να το ζήσω πριν πεθάνω, να στείλει η Ακαδημία μια αγγελία θανάτου όχι στην μνήμη κάποιου αξιότιμου μέλους της, αλλά στη δική της.

Η μετάφραση είναι αρκετά καλή και ανήκει στον Σπύρο Μοσκόβου. Αξίζει να διαβάσετε και αυτό το «παράταιρο» βιβλιαράκι για να μπορέσετε να σχηματίσετε σφαιρικότερη γνώμη αυτού του σπουδαιότατου συγγραφέα. Έτσι και αλλιώς κανείς δεν πρόκεται να σας δώσει βραβείο ανάγνωσης, εκτός ίσως από τον ίδιο σας τον εαυτό.

Τα πάντα θα είναι ξεκάθαρα, θα έχουν μια όλο και μεγαλύτερη και βαθύτερη διαύγεια, και τα πάντα θα είναι ψυχρά, με μια όλο και πιο αποτρόπαια παγωνιά. Στο μέλλον θα έχουμε τη γεύση μιας διαρκώς διαυγούς και διαρκώς παγερής ημέρας.
 
Υ.Γ. 2666  Καλό χειμώνα! Τα κεφάλια μέσα!

Σχόλια

  1. Βραβείο για την επιμονή στην ανάρτηση, όταν άλλοι (όπως εγώ) περί άλλα τυρβάζουν.


    Ένσταση: Τι "Καλό χειμώνα! Τα κεφάλια μέσα!";

    "Καλό καλοκαίρι!
    Κι’ ας φυσάει κι’ ας κάνει κρύο σήμερα…
    Ας ανοίγουνε τα σχολεία κι’ οι βιοπαλαιστές τα κεφάλια μέσα και πάλι.
    Εμείς δεν αναγνωρίζουμε τον χειμώνα. Ούτε τις διακοπές αναγνωρίζουμε. Μόνο το ταξίδι αναγνωρίζουμε, την ατελείωτη περιπλάνηση, την μπουόνα βεντούρα. Είμεθα «τουριστικά στοιχεία», που λέγαν κι’ οι παλιοί.
    ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Βραβείο και σε σας για την επιμονή να βρίσκετε ένα ταιριαστό ποίημα για κάθε περίσταση (εντελώς όμως, σε βαθμό εντυπωσιασμού, του δικού μας όχι του δικού σας)!

      Το «καλό χειμώνα» πάσχιζε να ταιριάξει αρμονικά με την τελευταία «παγερή» φράση της ανάρτησης, όμως δεν τα κατάφερε καλά. Δεν έπρεπε να το βάλω στο υστερόγραφο αλλά να το κολλήσω μετά την φράση του Μπέρνχαρντ. Έτσι όπως το έγραψα μοιάζει σαν να ενστερίζομαι την ευχή για καλό χειμώνα, κάτι που δεν είναι και εντελώς ψέμα, εδώ που τα λέμε :p

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!