Το βιβλίο ξεκινάει με την φράση, ακολουθούμενη από μια άνω τελεία – σαν μια ένδειξη επιφύλαξης και σαστιμάρας που αστράφτει στα μάτια του αναγνώστη – «Φαίνεται παράδοξο» . Και αυτή είναι αρκετή κριτική για αυτό το βιβλίο. Ίσως και για κάθε βιβλίο εδώ που τα λέμε, μιας και η κριτική πάντα θα φαίνεται παράδοξη στα μάτια των καλλιτεχνών ή των φερεφώνων τους. «Δύο διάσημοι καλλιτέχνες, περαστικοί από εκεί, έκαναν δυο ταπεινότατες υποκλίσεις στον κριτικό· καθότι φόβος λέγεται ο συντάκτης του βιβλίου καλής συμπεριφοράς για όλους. Όσο ήσαν ακόμη μόνοι τους, τον αποκαλούσαν κουτορνίθι» . Συνήθως προτρέπουν τους νέους συγγραφείς να μην περιγράφουν τα όνειρά τους στα βιβλία τους – δεν είμεθα ελεήμον φροϋδικό παράρτημα εδώ! – γιατί είναι μια συγγραφική ευκολία ελάχιστα ενδιαφέρουσα. Εκείνοι, αντιθέτως, πιστοί στην αταλαντοσύνη τους συνεχίζουν να το κάνουν. Αν όμως θέλεις να το κάνεις, πρέπει να το κάνεις σωστά. Όσα σπαράγματα ονείρων μου κατάφερα να ανακαλέσω κατά καιρούς, ουδέποτε ε...
«Να ονομάσω την άποψη ετούτη σοφή ή ανόητη; αν είναι πράγματι σοφή, έχει κάτι που φαίνεται ανόητο, αν είναι πράγματι ανόητη, τότε φαίνεται να έχει κάποια λογική». -- Μόμπι Ντικ