Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Ζωή σε μας

  Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι λέει ο λαός. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο συγγραφέας και σου λέει, Φαντάσου τι θάψιμο θα φάω αφού πεθάνω, δεν γράφω ένα βιβλίο να γίνω αθάνατος; Τώρα με το καθολικό απαγορευτικό, που κάθε σπίτι μια (ταφική) γωνιά του μικρού ιού, με μόνο τους τροφοδιανομείς να το επισκέπτονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, όλα θα μοιάζουν θανατερά πληκτικά. Είναι όμως ο θάνατος τόσο πληκτικός όσο το φανταζόμαστε; Αναλόγως την θρησκεία και το μπάτζετ των πιστών τους καθορίζονται αυτές οι μεταφυσικές φαντασιοκοπίες. Για έναν συγγραφέα όμως που ενδιαφέρεται για τον θάνατο μέσα στην ζωή, και για την ζωή μέσα στον θάνατο, τα πράγματα είναι κάπως πιο απλά – μέσα στην περιπλοκότητά τους, γιατί ο τύπος είναι Ιρλανδός και εφάμιλλος του Τζόυς, λένε οι κακές γλώσσες· εγώ λέω, να χαλαρώσετε λίγο, γιατί θα τρίζουν τα κόκαλά του στον τάφο του στη Ζυρίχη. Βέβαια, μία αναπάντεχη σύνδεση μπορεί να αναδυθεί από αυτό που λέγεται ότι είπε η κόρη του Λουτσία Τζόυς, όταν πληροφορήθηκε το

Οικογενειακές ιστορίες

  Τώρα που το νέο λοκντάουν είναι προ των πυλών του σπιτιού σας και θα ξαναγίνετε μία Αγία (αφού τα αλληλογλειψίματα στις εκκλησίες παραμένουν θεμιτά) Ελληνική Οικογένεια γύρω από το ψητό της Κυριακής, όπως θα μοιάζουν εφεξής όλες οι μέρες, να θυμάστε δύο πράγματα: πρώτον, να μην πλένει τα πιάτα πάντα το ίδιο άτομο και δεύτερον, να τροχίσετε καλά τους κυνόδοντές σας για να δούμε ποιος θα φαγωθεί! Αν ο Τόμας Μπέρνχαρντ ζούσε τώρα δεν θα ήταν αρνητής της μάσκας· μόνο . Είναι γνωστό αυτό αλλά ταυτόχρονα είναι και το όμορφο παράδοξο της γραφής του και της φιλοσοφίας του. Απέναντι σε μια (μικρο ή μακρο) κοινωνία που διαρκώς λοιδορεί, είναι μαζί και υποστηρικτής της, ένθερμος – και όχι θερμοκέφαλος, Γρηγόρη Πετράκο. «Πάντα στο όριο της τρέλας / μην ξεπερνώντας ποτέ αυτό το όριο / όμως πάντα στο όριο της τρέλας / αν εγκαταλείψουμε αυτή την οριακή ζώνη / είμαστε νεκροί» .

Ο απόκληρος

  Για να μπορέσεις να γίνεις συνειδητά πνευματικός απόκληρος πρέπει πρώτα να γνωρίσεις σε βάθος τι έπραξαν οι προηγούμενοι κληρονόμοι με την περιφερόμενη κληρονομιά και για να μην καταλήξει κάποτε να προδοθεί και η δική σου διαθήκη ( «Αλλά ποιος τις λογαριάζει τις διαθήκες;» ) το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να μην αφήσεις καμία. «Περισσότερο και από την Τρομοκρατία, ο εκλυρισμός της Τρομοκρατίας υπήρξε τραυματική εμπειρία για μένα. Απέκτησα έτσι μια ανοσία μια για πάντα απέναντι σε όλους τους λυρικούς πειρασμούς. Το μόνο που επιθυμούσα τότε βαθιά και άπληστα ήταν ένα καθαρό βλέμμα, απαλλαγμένο από ψευδαισθήσεις. Το βρήκα τελικά στην τέχνη του μυθιστορήματος. Γι’ αυτό και το να είμαι μυθιστοριογράφος υπήρξε για μένα κάτι παραπάνω από το να ασκώ κάποιο απ’ τα «λογοτεχνικά είδη».· υπήρξε στάση, σύνεση, θέση· μια θέση που απέκλειε κάθε ταύτιση με πολιτική, με θρησκεία, με ιδεολογία, με ηθική, με συλλογικότητα· μια συνειδητή, πεισματική και μανιασμένη μη ταύτιση , που δεν την αντιλαμ

Ο θάνατος είναι διασκέδαση

Πριν με χαρακτηρίσετε σκατόψυχο, που κάποιοι από εσάς το έχετε ψωμοτύρι, να πω ότι η παραπάνω πρόταση που αποτελεί υπότιτλο στο τελευταίο προσχεδιασμένα ημιτελές μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ, δεν είναι κατηγορική κρίση· για κάποιους ανθρώπους ο θάνατος μπορεί και να είναι διασκέδαση ή πρέπει να είναι διασκέδαση, λειτουργώντας σαν ανακουφιστικό αντίβαρο. Για μένα, ποτέ ο θάνατος πραγματικών ανθρώπων δεν υπήρξε πεδίο για πλάκα, ποτέ – αλλά είναι ιδιαζόντως δύσκολο να σας το εξηγήσω και ακόμα δυσκολότερο να σας πείσω για το αντίθετο. Θα πεθάνω και μυαλό ακόμα δεν θα έχετε βάλει! Κάνοντας μια παύση από τις «Προδομένες διαθήκες» του Μίλαν Κούντερα που συνεκδοχικά προεξάρχουσα όλων είναι εκείνη του Φραντς Κάφκα, είπα να πιάσω μια μικρότερη προδομένη διαθήκη, αυτή τη φορά από τα χέρια του γιου του Ναμπόκοφ, Ντμίτρι. «Ανάμεσα στις ορδές που θα μου έκαναν επίθεση, οι λιγότερο νοήμονες επιστολογράφοι θα με διαβεβαίωναν ότι, αν ένας καλλιτέχνης θέλει να καταστρέψει κάποιο έργο που του φαίνεται

Αναφορά περιπτώσεων

Υπάρχουν κάποιες σπάνιες και όμορφες βιβλιοφιλικές περιπτώσεις που σίγουρα αξίζουν μία αναφορά. Πριν από μερικούς μήνες είχα δει ένα ποστ στο facebook του Αχιλλέα ΙΙΙ που μιλούσε για την λογοτεχνική περίπτωση του Αλέξανδρου Σχινά (εκεί άκουσα το όνομά του πρώτη φορά). Πριν λίγο καιρό η βιβλιοπώλισσά μου που γνωρίζει την αγάπη μου για το σκάκι, προσφέρθηκε να μου δανείσει ένα σχετικό βιβλίο που είναι χρόνια εξαντλημένο. Κάποτε κάποιος πελάτης της το αναζητούσε παντού και ρώτησε για αυτό και στο βιβλιοπωλείο της. Εκείνη όσο και αν έψαξε δεν κατάφερε να το βρει. Καιρό μετά, ο αναγνώστης πέρασε και της άφησε ένα αντίτυπο για την προσπάθειά της γιατί εντελώς αναπάντεχα είχε καταφέρει να βρει δύο αντίτυπα του βιβλίου. Αυτό το όμορφο δικό της δώρο, προσφέρθηκε να μου το δανείσει να το διαβάσω και για μια στιγμή ένιωσα σαν βασιλιάς. «Είμαι η εμού μεγαλειότης ο βασιλεύς των λευκών».

Των Φώτων

  «Ποιο βιβλίο σας άλλαξε τη ζωή;» Κανένα, γαμώ το κέρατό μου, μην λέτε βλακείες. Η ανεργία αλλάζει τη ζωή. Υπάρχουν ωστόσο μερικά βιβλία αναγνωρισμένα ή και παραγνωρισμένα που τα θυμάσαι έντονα πολλά χρόνια μετά την ανάγνωσή τους. Ένα από αυτά ήταν για μένα το «Κανείς δεν άναβε τα φώτα» του Φελισμπέρτο Ερνάντες. Γελάω τρανταχτά με όποιες αναφορές γίνονται ότι τα διηγήματα του Ερνάντες υπήρξαν ο προπομπός του μαγικού ρεαλισμού. Ο μαγικός ρεαλισμός είναι μια παιδική ασθένεια της λογοτεχνίας (εννοώ του αναγνώστη που καταπιάνεται μαζί της)· κανείς δεν ασχολείται σοβαρά με τα Εκατό χρόνια μοναξιάς του Μάρκες ύστερα από τα είκοσι χρόνια της δικής του ζωής! Ο κόσμος του Ερνάντες είναι πολύ πιο βαθύς, σιωπηλός και υποφωτισμένος, μοιρασμένος στη ζωή των ανθρώπων και στη ζωή των αντικειμένων. Και πατάει υπέροχα τα λογοτεχνικά πλήκτρα. «Έχωνα τα χέρια μέσα στην ηχητική μάζα και τη μάλαζα σαν να δούλευα ένα εύπλαστο και ζεστό υλικό· κάθε τόσο σταματούσα, τροποποιώντας το τέμπο, και προσπαθούσα ν