Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Ποιος φοβάται τις κριτικές;

«Η τολμηρότητα τους Τζόις στον Οδυσσέα μού μοιάζει με τη συνειδητή και καλά υπολογισμένη τόλμη ενός ανθρώπου απελπισμένου που νιώθει πως προκειμένου να πάρει ανάσα είναι υποχρεωμένος να σπάσει τα παράθυρα. Κάποιες στιγμές, όταν το παράθυρο έχει σπάσει, είναι υπέροχος. Αλλά πόση σπατάλη ενέργειας! Και, εντέλει, πόσο βαρετή είναι μια τέτοια παραβίαση, όταν δεν πρόκειται για το ξέσπασμα μιας ενέργειας ή μιας βαρβαρότητας που ξεχειλίζει, αλλά για την προαποφασιμένη και κοινοποιηπένη ενέργεια ενός ανθρώπου που χρειάζεται φρέσκο αέρα!» Αν είσαι η Βιρτζίνια Γουλφ και γράψεις το παραπάνω τότε είναι απλώς Δευτέρα ή Τρίτη – ή εν προκειμένω, Παρασκευή – ενώ αν είσαι ένας μπλόγκερ στην Ελλάδα που δεν έχει σχέση με τα κέντρα εξουσίας των Εξαρχείων τότε οι μέρες σου είναι μετρημένες. Θα μου πείτε, τι σχέση έχεις εσύ ρε γελοίε με την Βιρτζίνια Γουλφ; Πιθανότατα καμία, εκτός ίσως από το δικαίωμα να κοιτάζω και γω, με τα δικά μου μάτια, τη κυρία Μπράουν που κάθεται στο βαγόνι της… και ένα δικό μ

Μάγος είσαι;

«Books are a uniquely portable magic» έγραφε κάπου ο Στήβεν Κινγκ και πλέον είναι η μόνη φράση που ανέχομαι από την πένα του – και αγαπώ για την εύστοχη διατύπωσή της. Κάποια βιβλία ας πούμε ότι έχουν πλεόνασμα… μαγείας (και όχι απαραίτητα με την μεταφορική έννοια). Ένα τέτοιο βιβλίο είναι «Ο Θαυμάσιος Μάγος του Οζ» του Φρανκ Μπάουμ. Βιβλίο παραδοσιακά παιδικό που σε σύγκριση με τους «ανταγωνιστές» του όπως είναι «Τα ταξίδια του Γκούλιβερ», «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» ή ακόμα και ο «Ροβινσώνας Κρούσος» – άλλη αδιανόητη τρέλα από κει, ο Ροβινσώνας Κρούσος έμεινε στο συλλογικό φαντασιακό ως παιδικός ήρωας!! – φαίνεται ότι δικαιώνει τον χαρακτηρισμό του. Το βιβλίο του Μπάουμ έχει ενηλικιώσει εκατομμύρια αναγνώστες ανά τον κόσμο αλλά δεν κατάφερε να ενηλικιωθεί το ίδιο – και αυτό για τα βιβλία σπανίως θεωρείται προτέρημα.

Ελάτε όπως είστε (Come as you are)

  Παιδιά, από μυθιστορηματική βιογραφία σε μυθιστορηματική βιογραφία, σας πάω – θα σέβεστε! Ήδη από την αρχή όμως ο συγγραφέας φροντίζει να μας προειδοποιήσει για το ανώφελο και το επισφαλές όλων των βιογραφιών, μυθιστορηματικών ή μη: «Ονόματα, γεγονότα και τόποι δεν έχουν καμία σχέση με ανθρώπους και γεγονότα της πραγματικότητας. Δεν υπάρχει βιογραφική αλήθεια και αν ακόμα υπήρχε, δεν θα ξέραμε τι να την κάναμε» . Ουπς, τι έχουμε εδώ, λογοτεχνία με ψευδώνυμο; Και μάλιστα αναγνωρίσιμο; Ο Μπαμπασάκης σαν άλλος Τάκης Τσουκαλάς, με το δίκιο του θα αναφωνούσε εδώ, «Με ανώμαλους δεν μιλάω!» , γιατί ναι, άλλο όνομα στο βιβλίο, άλλο στη ζωή, άλλο στο facebook… αυτά είναι τρελά πράγματα και καλό είναι να μην γίνονται! Για όνομα του Θεού (που έχει, δεν ξέρω και γω, πόσα ψευδώνυμα)! Κι όμως γίνονται, δεν είναι δα κάτι τόσο κακό. Πολλοί θέλουν να γράψουν σαν τον Πύντσον, απλώς είναι λίγοι εκείνοι που το δοκιμάζουν εμφορούμενοι από το γνήσιο ενδιαφέρον τους προς το έργο του Μεγάλου Δασ

Αστραπή να σε βαρέσει

  Τι μετράει τελικά στη λογοτεχνία; Να έχεις συνεχές ή εναλλασσόμενο ρεύμα; Μένοντας κάπου κοντά σε κάποιο «κεντρικό εργοστάσιο» (βλ. μεγάλη λογοτεχνία) αλλά εξασθενίζοντας την τάση μόλις κάνεις να απομακρυνθείς κάπως από αυτό ή μετασχηματίζοντας διαρκώς την ενέργειά σου και μεταφέροντάς την δυνατή και διαυγή πολύ μακρύτερα από την πρωτότυπη πηγή; Ο Ζαν Εσνόζ ανήκει στην δεύτερη κατηγορία, δεν είναι δα και κεντρικό εργοστάσιο, αλλά ξέρει να μετασχηματίζει την γλώσσα, αρκετά καλά ώστε να ηλεκτρίζει τους αναγνώστες του. Στην ελληνική λογοτεχνία δε, έχουμε μόνιμα… πρόβλημα ηλεκτροδότησης, μην το ψάχνετε περισσότερο. Μας έφαγε ο συνδικαλισμός, αδέρφια. Δώσαμε όλα τα φώτα έξω και δεν κρατήσαμε τίποτα. Και μην με κατηγορήσετε για σκοταδισμό, απλώς δεν βλέπουμε την τύφλα μας λογοτεχνικά, ηλίου φαεινότερον!

Seven Up!

Upgrade της εμβληματικής ταινίας «Seven» μοιάζει η σειρά «Mindhunter» του David Fincher. Έχω δει το «Seven» πολλαπλάσιες του 7 φορές, παίζω άνετα ξύλο για ένα πλάνο του «Fight club» και γενικά μου αρέσει αυτός ο σκηνοθέτης, γι’ αυτό μην μου την μπαίνετε πολύ γιατί είμαι και λίγο psychopath, προσέξτε την συμπεριφορά σας! «Η συγγραφή είναι μια κοινωνικά αποδεκτή μορφή σχιζοφρένειας» είχε κάποτε πει ο Doctorow του οποίου δεν πολυσυμπαθώ την λογοτεχνία αλλά λατρεύω την παραπάνω φράση. Το αυτό ισχύει και για τους αναγνώστες – οι αναγνώστες είμαστε serial killers. Και δεν εννοώ ότι είναι έγκλημα να μην έχεις διαβάσει Τζόυς, Πύντσον, Ναμπόκοφ, κλπ (είναι και αυτό «έγκλημα», ωστόσο), αλλά ότι μέσα από τις διαδοχικές μας αναγνώσεις, σκοτώνουμε ολόκληρους συναισθηματικούς κόσμους για ένα πολύ σύντομο αίσθημα ευφορίας που πεθαίνει με το τέλος του βιβλίου και πρέπει να επαναλάβουμε εξακολουθητικά το έγκλημα ενώ παράλληλα πηγαίνουμε αδιάφοροι και στο σουπερμάρκετ να αγοράσουμε ντομάτες (ζο

Τι ειρωνεία!

Ο συγγραφέας είναι στρουκτουραλιστής και γω τον μόνο διασκεδαστικό στρουκτουραλισμό που γνώρισα στη ζωή μου είναι τα τουβλάκια της lego! Δεν μπορούσα με τίποτα όμως να αντισταθώ σ’ αυτόν τον πιασάρικο τίτλο. Ούτε και στο θέμα του που με απασχολεί συστηματικά και προοδευτικά εδώ και χρόνια. Στις μέρες μας η τραγικότητα στην ειρωνεία έχει μετατοπιστεί επιτυχώς στην τραγικότητα στην λογοτεχνία· αλλά αυτό είναι θέμα μιας κάποιας άλλης ανάρτησης. Για την ώρα ας επικεντρωθούμε στην ειρωνεία. Η ειρωνεία είναι κάπως σαν τους αρχάριους που κάθονται σε ένα τραπέζι πόκερ: «Αν μέσα στα πρώτα πέντε λεπτά δεν μπορείς να ανακαλύψεις ποιο είναι το θύμα του τραπεζιού, τότε το θύμα είσαι εσύ»! Το ’πιασες το υπονοούμενο; «…Όπως στην ειρωνεία που ένα υπονοούμενο πρέπει πάντα να εντοπιστεί, να αναγνωριστεί και να ερμηνευτεί» . Αν λοιπόν δεν μπορείς να ανακαλύψεις εγκαίρως ποιο είναι το θύμα της ειρωνείας τότε πιθανότατα είσαι εσύ το θύμα της. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να περιγράψεις την περίπλοκη