Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μπούρδες

 
Οι πιο γνωστοί Lear παγκοσμίως είναι η Αμάντα Ληρ («Give a bit of mmh to me and i'll give a bit of mmh to you») και ο Βασιλιάς Ληρ («When we are born, we cry that we are come to this great stage of fools») – υπάρχει όμως και ένας τρίτος, ο Έντουαρντ Ληρ! Κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσω ότι σ' αυτό το μπλογκ δεν γράφονται μπούρδες, ελπίζω να μην έχετε πειστεί περί του αντιθέτου. Και για να επιβεβαιώσω τον κανόνα, σήμερα θα κάνω την εξαίρεση και θα μπουρδολογήσω με την καρδιά μου. Υπάρχουν βιβλία, μπούρδες και μπούρδες (ειδικά στα παιδικά), αλλά βιβλίο να στο λέει ήδη από τον τίτλο, πρώτη φορά συναντώ. Ένα φρεσκότατο βιβλίο σχεδόν 170 χρόνων που επιβεβαιώνει επίσης τον κανόνα (χωρίς εξαιρέσεις αυτή τη φορά) ότι οι απανταχού Lear του μάταιου τούτου κόσμου μένουν με κάποιον τρόπο διαχρονικοί.
 
Ποιος ήταν τελικά αυτός ο Έντουαρντ Ληρ; Λόγω εντοπιότητας παίρνω περισσότερα μόρια, σόρυ, οι υπόλοιποι δοκιμάστε την τύχη σας σε μια επόμενη προκήρυξη! Διάσημος ζωγράφος και εικονογράφος του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, απέκτησε φήμη όταν άρχισε να ζωγραφίζει τα σπάνια είδη πουλιών που ανακάλυπταν οι ορνιθολόγοι, τόσο τέλεια που εντυπωσιάστηκε μέχρι και η βασίλισσα Βικτορία και τον προσέλαβε για δάσκαλο ζωγραφικής – αν υπήρξαν ποτέ άνθρωποι που θεωρούσαν την Βικτορία «κλώσα», τότε αυτή η σύμπτωση αποκτά έναν εντελώς άλλο χρωματισμό! Μάλιστα, οι ορνιθολόγοι έχουν δώσει το όνομά του σε δυο είδη παπαγάλων: στους Lapochroa leari και Anodorhynchus leari, που θα πει «του Ληρ». Γύρω στο 1850 άρχισε να ταξιδεύει στην Μεσόγειο και να φτιάχνει τοπιογραφίες που έμειναν γνωστές στην ιστορία της ζωγραφικής (ή και της αρχαιολογίας!), μέρος αυτών εμπνευσμένο και από την Θεσπρωτία (όχι δεν θα βρείτε την Ηγουμενίτσα ανάμεσα, τότε δεν υπήρχε ούτε καν στην φαντασία του Ληρ). 
 
Έτσι λοιπόν ξαφνιάστηκα ευχάριστα όταν αντίκρισα κάτω από τον ευφάνταστο τίτλο ενός παιδικού βιβλίου, το όνομα του Ληρ. Και οι εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί. Πριν καν διαβάσω το οτιδήποτε από το βιβλίο, στάθηκα στην ευρηματικότητα του τίτλου (έστω και αν ο πρωτότυπος είναι «Nonsense Omnibus») και πως ήδη έχει κερδίσει την μισή απόσταση από την αναγνωστική κούρσα. Στην εποχή του Ληρ (και του σύγχρονού του Κάρολ) τα παιδικά βιβλία ήταν στείρα από φαντασία και γόνιμα σε διδακτισμό. Απαγορεύονταν οι μπούρδες γιατί το παιδί θα έπρεπε σιγά σιγά να συνηθίζει την σοβαρότητα των μεγάλων. Μπούρδες!! Ποια σοβαρότητα ρε παιδιά; Ο Ληρ ήξερε καλά από μεγαλόστομες μπούρδες και αφού ήξερε και από μεγαλόπνοη ζωγραφική, αποφάσισε να φτιάξει μια συλλογή από λίμερικ με αστεία σκετσάκια. Όπως και με το έργο του Κάρολ έτσι και με αυτό του Ληρ, κριτικοί και αναγνώστες ψάχνουν να βρουν κρυφά σύμβολα, πονηρά νοήματα, ή ακόμα και συνωμοσιολογικές μπούρδες για την εκλογή Τραμπ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τέτοια βιβλία είναι ανοικτά σε ερμηνείες, και αυτό είναι το αποκορύφωμα που μπορεί να φτάσει ένα καλλιτεχνικό έργο – και δόξα τον Θεό, είμαστε ευγνώμονες γι' αυτό. [Λίμερικ έφτιαχνε και τα εκτιμούσε δεόντως και ο Τζόυς – η μπούρδα της ανάρτησης, συγχωρέστε με!] Στα λίμερικ ο πρώτος και ο τελευταίος στίχος είναι όμοιοι, έτσι ίσως κάποια από αυτά να ξαφνιάζουν τον σημερινό αναγνώστη που μπορεί να τα θεωρήσει άτεχνα ή γελοία (αυτό το τελευταίο δεν ενοχλεί όμως, εξυπηρετεί κάπως τον σκοπό μας). Επίσης, ο εναρκτήριος στίχος είναι της μορφής «ένας γέροντας...». Πριν τα απορρίψετε, δοκιμάστε τα όμως. Ο Γιώργος Σεφέρης (...) μετάφρασε στα ελληνικά τη λέξη «λίμερικ» ως ληρογράφημα, από το όνομα του Ληρ και την αρχαιοελληνική λέξη «λήρος» που θα πει «ανόητη κουβέντα».
  
Η απόδοση των ληρογραφημάτων από τον Αντώνη Παπαθεοδούλου (που μαθαίνω ότι είναι από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στην παιδική διασκευή/απόδοση) τροποποίησε κάποια από τα λίμερικ του Ληρ ώστε να ταιριάζουν με τόπους της Ελλάδας και να είναι πιο οικεία. Ωστόσο, μερικά λίμερικ αναφέρονταν ήδη στην (αρχαία) Ελλάδα και έτσι δεν χρειάστηκαν ιδιαίτερη μετατροπή. Σίγουρα, τα πρωτότυπα ποιηματάκια θα προσφέρουν το απόλυτο της ευχαρίστησης και της χάρης του λόγου, όμως και η ελληνική απόδοσή τους διατήρησε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δεν πρόδωσε την ουσία του βιβλίου, δηλαδή τις μπούρδες που κάνουν οι μεγάλοι και τις απολαμβάνουν τα παιδιά (και οι μεγάλοι). Το βιβλίο κυκλοφόρησε φέτος από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος και οφείλει να γίνει ανάρπαστο αν θέλουμε να συμβαδίζουμε με την εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των πολιτικών και κοινωνικών ζυμώσεων που πάντα βγάζουν ξεφούσκωτο ψωμί – κάπου χάλασε η μαγιά, δεν μπορεί!
 
Αντιγράφω μερικές από τις αγαπημένες μου μπούρδες του βιβλίου και εμπνέομαι για τις επόμενες (δικής μου ζυμώσεως) των μελλοντικών αναρτήσεων.
 
Ενός γεράκου από το Ντουμπάι
του άρεσε ψωμιά να μασουλάει,
μα, εξαιτίας μιας λαγάνας
που μπουκώθηκε ο φαγάνας,
πνίγηκε, μελάνιασε και πάει. 
 
 
Ένας κύριος με καρό παντελονάκι  
καντρίλιες χόρευε με ένα γεράκι.
«Αίσχος» λέει το κοινό
«αυτός χορεύει με πτηνό»
και του έριξαν ένα μπερντάκι. 
 
 
Ήταν ένας που είπε «Βρε Ούννοι,
θα τ' ακούσει κανείς το κουδούνι;
Από παιδί χτυπάω,
τώρα γέρασα, πάω,
και κανείς δεν ακούει το κουδούνι».
 
 
Μια ιταλίδα απ' τη Ρώμη κινάει
με το τρένο στο Μπάρι να πάει,
μα, όταν φώναξαν «Μπάρι»,
δεν πήρε χαμπάρι
και τώρα στη Ρώμη γυρνάει. 
 
 
Ενός γέρου που σφυρί-σφυρί-σφυρίζει  
και με το σφύριγμά του όλους εκνευρίζει
του δίνουν μια μ' ένα σφυρί
να σταματήσει να σφυρί
σφυρί-σφυρί-σφυρίζει. 
 
 
Ένας γεράκος από τα Σούσα
δε βλέπει ούτε τη δική του πατούσα.
Του λεν «Να το δάχτυλό σου».
Λέει «Πού; Μπα σε καλό σου!»
αυτός ο εθελοτυφλών από τα Σούσα. 
 
 
Ένας γέροντας από την Ελλάδα
στο ένα πόδι διαβάζει Ιλιάδα.
Σαν του μούδιασε η γάμπα,
έπεσε κι επνίγει τζάμπα
αυτός ο ομηρικός απ' την Ελλάδα.
 
 
Υ.Γ. 2666 Το βιβλίο αυτό ήταν ο πρώτος μου δανεισμός από δημοτική βιβλιοθήκη έπειτα από πολλά χρόνια και ανακάλυψα ξανά την ευχαρίστηση και την ανακούφιση που μου προσφέρει αυτή η ανιδιοτελής σχέση μεταξύ βιβλιοθηκών και αναγνωστών. Και αν κάποιοι σας πουν ότι οι βιβλιοθήκες είναι άχρηστες και τρόπον τινά μπούρδες, να τους τρίψετε στη μούρη τις 6(!) οργανωμένες και λειτουργικότατες βιβλιοθήκες του Δήμου Καλαμαριάς και την αγάπη και την εκτίμηση που τρέφουν οι δημότες προς αυτές.

Σχόλια

  1. Μαλλον ειναι το πρωτο παιδικο βιβλιο που μπαινει στο μπλογκ σου; καλως ηρθες στον κοσμο του! Κατι μου λεει οτι εισαι σε καλα χερια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, είναι το πρώτο. Αλλά έχω διαβάσει διάφορα παιδικά βιβλία κατά καιρούς. Τώρα όμως, θα ψάξω τα καλά καλά και ίσως παρουσιάσω και κανένα άλλο! Οι «Μπούρδες» όμως, είναι κάτι παραπάνω από απλό παιδικό βιβλίο.

      Διαγραφή
  2. Α, τι όμορφες μπούρδες! Ή μήπως όλες λίγο πολύ όμορφες είναι; Αλλά πάλι μπορεί να λέω και μπούρδες.Και, τέλος πάντων, ποιος αυστηρός κοινωνικός συλλογισμός μάς έχει πετάξει, εμάς τους μπουρδολόγους, μακράν του πεδίου της σοβαρότητας; Αλλά και πώς ορίζεται αυτή; Τι είδους μπούρδα κι αυτή η σοβαρότης;
    Ας δηλώσω, λοιπόν, φανατικός ληρικός αναγνώστης
    και, χάρη σε σας, και των μπουρδών του γνώστης
    κι ας σας καλημερίσω θερμά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Διονύση!

      Οι μπούρδες είναι λυτρωτικές αρκεί και αυτές να εκφέρονται με «σοβαρότητα» (βάζω την λέξη σε εισαγωγικά, για να την ξεχωρίσω κάπως από την άλλη σοβαρότητα που κάνει τις μπούρδες να φαίνονται άνοστες). Είναι ωραίο να μαθητεύεις στις μπούρδες, αλλά όπως κάθε μαθητεία, απαιτεί επίμονη δουλειά και ένστικτο. Εδώ, θα έχεις έναν πρόθυμο χώρο για να «μπουρδολογείς»! Σ' ευχαριστώ για το σχόλιό σου. Ελπίζω να απολάυσεις και τις μπούρδες του Ληρ είτε διαβάσεις την παιδική έκδοση είτε την πρωτότυπη εκτενή εκδοχή τους.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!