Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Στης γοργόνας το φτερό


Μου αρέσει ο Μίλτος Πασχαλίδης. Μια ξαδέρφη μου με πειράζει, «Άσε με ρε, δεν τον μπορώ, τραγουδάει λες και κουβαλάει όλο το βάρος του κόσμου!». Και αν όντως το κουβαλάει; Μερικές φορές σκέφτηκα να αγοράσω κάποιο από τα βιβλία του, γι' αυτή την μικρή πιθανότητα να το κουβαλάει. Αυτό εξάλλου δεν αναζητούμε στην καλή λογοτεχνία; Έναν άνθρωπο να κουβαλάει όλο το βάρος του κόσμου; Στο συγκεκριμένο βιβλίο, τελικά, περιγράφει έναν άλλον που κουβαλάει το βάρος του κόσμου... ινσέψιο φάση. Γιατί ο Αλκαίος αποδεδειγμένα κουβαλούσε ολο το βάρος του κόσμου. Ποια Γιουροβίζιον μου τσαμπουνάς, OPA, νομίζω κάπου το έχασες. Ο Άλκης ρε, όχι ο Γιώργος! Με σύγχυσες τώρα! Τι τι τι τι τι τι ε τι τι δεν καταλαβαίνεις;

Ο Άλκης Αλκαίος είναι ψευδώνυμο και η Πάργα (του) ψευδότοπος – αυτό συνηθίζουν να κάνουν μερικοί σπουδαίοι δημιουργοί, μυθοποιούν τον εαυτό τους και τον τόπο των δημιουργικών τους φαντασιώσεων. Αλλά η απομυθοποίηση πάντα καραδοκεί, και στην περίπτωση της Πάργας, αυτό συμβαίνει συνήθως το πρώτο δεκαήμερο κάθε Ιουλίου! Η απομυθοποίηση του Αλκαίου από την άλλη, δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση, όσοι «τουρίστες» αναγνώστες ή/και κριτικοί κι αν παραθερίσουν γύρω του. Το ποιητικό του σύμπαν είναι περίκλειστο και ανοικτό συνάμα, και ο άνθρωπος-δημιουργός του ακριβώς το ίδιο. Ανοικτός (στο μέτρο του επιθυμητού) για τους φίλους του και περίκλειστος για τους υπόλοιπους. Η ζωή ενός δημιουργού δεν (πρέπει να) απασχολεί κανέναν, όταν το έργο του μπορεί να μιλήσει με επάρκεια εκ μέρους του – και στην περίπτωση του Αλκαίου αυτό γίνεται. Όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο Αλκαίος για τον Κώστα Καρυωτάκη, στο κριτικό του δοκίμιο που είχε γράψει όταν ήταν δεκαοχτώ χρονών: «Βέβαια, ο άνθρωπος Καρυωτάκης μπορεί να μας είναι άχρηστος. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και για τον ποιητή. Ο δεύτερος μας χρειάζεται, το έργο του μας χρειάζεται. Γιατί είναι έργο αληθινό, και τα έργα τα αληθινά, η γνήσια ποίηση, εκφράζουν τον άνθρωπο τον αληθινό. Το άτομο και η περίσταση χάνονται. Τα διανοητικά αποβλαστήματα, όμως, μένουν και με τον χρόνο μεγαλώνουν και αποκτούν κύρος αδιάβλητο».

Το βιβλίο του Μίλτου Πασχαλίδη μάς μιλάει κυρίως για τον άνθρωπο Αλκαίο και όχι τόσο για τον δημιουργό – όχι, πως αυτό, είναι απαραίτητα και κακό. Είναι η ζώσα μνήμη του Άλκη εντός του, μια δεκαεξάχρονη και βάλε φιλία που τερματίστηκε με τον θάνατο του ποιητή. Είναι η καταγραφή μιας συναισθηματικής προσπάθειας (ή κατάστασης) του συγγραφέα να γνωρίσει στους αναγνώστες, που αγαπούν τα τραγούδια του Αλκαίου, λίγο από το άτομο και τις περιστάσεις εκείνες που τα γέννησαν – πράγματα, που σύμφωνα με όσα είπαμε παραπάνω με αφορμή τον Καρυωτάκη, χάνονται γρήγορα και στο τέλος μένει μόνο το αυθεντικό έργο. Επίσης, είναι ένα μονόπλευρο βιβλίο, χωρίς να φορτίζεται αρνητικά αυτή η λέξη, απλώς περιγράφει μια πραγματικότητα. Οι απαντήσεις του Αλκαίου φιλτράρονται μέσα από το μυαλό και το στόμα του Μίλτου Πασχαλίδη, και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάει ο αναγνώστης εκείνος που ενδεχομένως να θέλει να θεωρήσει το βιβλίο ως κάτι που δεν είναι, φερ' ειπείν, ως κριτικό δοκίμιο. 

«Σε περίμενε, ξέρεις. Εσένα και τον Σωκράτη – για σας τους δυο έλεγε – και κάθε φορά που τραγουδούσατε κάπου κοντά λαχταρούσε να περάσετε, έστω για μια βόλτα. Όλους σας περίμενε τα καλοκαίρια. Δεν ήρθε κανείς. Ποτέ. Πάντα κάτι σας τύχαινε. Ειδικά πέρσι το καλοκαίρι, που έφτασες μέχρι την Πρέβεζα, το είχε σίγουρο. Θα τον πάω για καφέ στα στέκια μου, έλεγε και ήταν ολόχαρος. Δεν ήρθες. Καταλαβαίνω, η δουλειά, η κούραση, το επιπλέον ταξίδι, Αλλά, γαμώτο, ωραία θα ήταν. Θα έπαιρνε μεγάλη δύναμη».
Λέξεις-σφαίρες. Ολόκληρο μυδράλιο.
Άχρηστη σπατάλη. Ήμουν ήδη κατάχαμα με το πρώτο:
Σε περίμενε.

Εγώ, συνόδευσα την ανάγνωση του βιβλίου, με το πρόσφατο αφιέρωμα που έκανε το περιοδικό «Μετρονόμος» (από όπου και το απόσπασμα το σχετικό με τον Καρυωτάκη, καθώς και όσα θα ακολουθήσουν), το οποίο σε μια αντίστροφη πορεία, αγνοεί το άτομο και τις περιστάσεις και επικεντρώνεται στο αληθινό έργο του ποιητή. Είναι τελικά ο Άλκης Αλκαίος, ποιητής; Σύμφωνα με τον ίδιο, όχι! «Πιστεύω ότι δεν γράφω ποίηση, γράφω στίχο, και θα το εξηγήσω. Αυτός που γράφει ποίηση έχει έναν αφηρημένο αποδέκτη. Εγώ ξεκίνησα να γράφω έχοντας συγκεκριμένο αποδέκτη τον Θάνο Μικρούτσικο, που σημαίνει ότι ταυτίζομαι με την αισθητική του, ταυτίζομαι με τα όσα έχει πει για την λαϊκότητα στην τέχνη, για τον λαϊκισμό και όλα αυτά τα συναφή, και του δίνω κάτι το οποίο το επεξεργάζεται και βγαίνει ένα τραγούδι. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχω καμιά σχέση με την ποίηση αυτή καθεαυτή, με την έννοια ότι γράφω για κάποιον συγκεκριμένο αποδέκτη». Ό,τι παλαβά και αν ισχυριζόταν ο Αλκαίος, ποιος τον πιστεύει πια; Είπαμε, το άτομο και οι περιστάσεις μετά από λίγο χάνονται και μένει το αληθινό έργο του αληθινού ποιητή! Γι' αυτό και πρέπει όσο το δυνατόν γρηγορότερα, να εκδοθεί επιτέλους μία συγκεντρωτική συλλογή των ποιημάτων του, κριτική κατά προτίμηση, ευχαριστώ. 

Από τους πιο όμορφους ποιητές μας, με αξιοθαύμαστη τεχνική αρτιότητα, βαθιά πολιτικοποιημένος, ερωτικός, με μια ευαισθησία που σχεδόν σε πληγώνει, και μια συμπύκνωση εικόνων και σκέψεων που ξανοίγονται ατρόμητα στ' ανοιχτά του λόγου. Σκεφτείτε για μια στιγμή, πόσοι καλλιτέχνες φέρουν την πολιτική τους στράτευση ως στίγμα μέσα στα έργα τους – τις περισσότερες φορές, αναίτια, ύπαρχουν όμως και κάποιες περιπτώσεις που όντως αποτελεί στίγμα, για την καλλιτεχνική τους αξία. Ωστόσο, αρκετές φορές, αυτή η πολιτική στράτευση ενοχλεί γιατί καπελώνει κάπως το αισθητικό αποτέλεσμα (με τα καλλιτεχνικά και πολιτικά γούστα του καθενός, πάντα). Στην ποίηση του Άλκη Αλκαίου με συναρπάζει ο τρόπος που παίρνει πολιτική θέση (στιβαρή και ενίοτε, ακραία πολεμική) με τον πιο όμορφο αισθητικό τρόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων ποιημάτων αποτελεί η (μοναδική) ποιητική συλλογή «Εμπάργκο», που μέρος αυτής, μελοποιήθηκε από τον Θάνο Μικρούτσικο το 1982. Αυτή είναι η πρώτη στιχουργική περίοδος του Αλκαίου, πιο τραχιά και σπηλαιώδης (...) άμεσα συνδεδεμένη με το ιστορικό του παρελθόν, την ιδεολογία και τα αναγνώσματά του, σύμφωνα με το κατατοπιστικό άρθρο του Σπύρου Αραβανή. Σε ένα ακόμα σημαντικό κριτικό άρθρο, του Ηρακλή Οικονόμου αυτή την φορά, αναλύονται οι ιστορικές συνδηλώσεις και οι κοινωνικές προεκτάσεις μερικών σπουδαίων και πασίγνωστων ποιημάτων του «Εμπάργκο» αλλά και μεταγενέστερων ποιημάτων που «εκδόθηκαν» κατευθείαν σε δίσκους (Φλεβάρης 1848, Γαμμαγραφία, Μες στο χημείο του Μαγιού, Κακόηθες μελάνωμα, Ερωτικό, Πόρτο Ρίκο, Ρόζα). 

Αυτή η ιστορική και κοινωνική συνοδοιπορία του ανθρώπου Αλκαίου με την δημιουργική και καινοτόμα ποίηση του καλλιτέχνη Αλκαίου, δίνουν ένα αποτέλεσμα που σε αφήνει άναυδο. Το πεζό του ποίημα «Σβετλάνα» που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη στις 25/9/1977, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο άρθρο της Μαρίας Γεωργιάδου – μιας κατ' εμέ σημαντικής κριτικού που καλό είναι να την έχουμε από κοντά στο μέλλον, γιατί όπως λέει ο σοφός λαός... Κράτα τους φίλους κοντά σου και τους «εχθρούς» πιο κοντά σου! – που αναλύει το μοτίβο της ανατολής στο έργο του Αλκαίου (από τα πιο εμμονικά μοτίβα του ποιητή) γράφει το εξής: 

[...] Στην πλειονότητα όμως των στίχων όπου εντοπίζεται, το νόημα που λαμβάνει το μοτίβο της ανατολής είναι σταθερά μεταφορικό και συμβολικό. Η ανατολή έπεται της νύχτας και το φως του σκοταδιού, σε μια εικόνα που υποδηλώνει το τέλος μιας δύσκολης, ζοφερής εποχής και την απαρχή μιας νέας, φωτεινότερης, που δικαιώνει τις προσδοκίες, την αναμονή ή και τους αγώνες του ποιητικού υποκειμένου. Η νέα αυτή εποχή σε ορισμένες περιπτώσεις αφορά στο προσωπικό επίπεδο, σε άλλες στο κοινωνικό – εδώ η «ανατολή» συμβολίζει την κοινωνική αλλαγή –, ενώ υπάρχουν στίχοι όπου προσωπικό και κοινωνικό διαπλέκονται σκόπιμα, χωρίς να μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό ποιο από τα δύο κυριαρχεί.
Ο συμβολικός αυτός χαρακτήρας του μοτίβου της αυγής εντοπίζεται ήδη στο ποίημα «Σβετλάνα» (...)
 
Τούτο το πρωί μάς ζωογόνησε / με καινούργια σχέδια
 
και
 
Τούτο το πρωί κάτι άλλαξε μέσα μας / κάτι πέθανε, κάτι γεννήθηκε
 
Εκτός από το μοτίβο της ανατολής, στο ποίημα δεσπόζουσα θέση κατέχει και το μοτίβο του φωτός, το οποίο λειτουργεί συνεκτικά. Χαρακτηριστικοί είναι οι τρεις τελευταίοι στίχοι: Τούτη η μελωδία, Σβετλάνα / είν' η ανάσα του λαού μου που πορεύεται / Φως εκ Φωτός Σου. Ακόμη και η επιλογή του ονόματος «Σβελτάνα» δεν είναι τυχαία, καθώς στα ρώσικα σημαίνει «Φωτεινή». Μεταλαμπάδευση του σοσιαλιστικού οράματος από τη Σοβιετική Ένωση στην πατρίδα του ποιητικού «εγώ», ελπίδα και πίστη, σε ένα τραγούδι φωτεινό κι αισιόδοξο, όπου η πολυπόθητη ανατολή είναι παρούσα και προαναγγέλλει ένα ακόμη λαμπρότερο μέλλον.
  
Ξαναγυρνώντας στο βιβλίο του Πασχαλίδη, να προσθέσω ότι συνοδεύεται από ένα cd με μελοποιήσεις ανέκδοτων και μη ποιημάτων που αναφέρονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μέσα στο βιβλίο. Επίσης, η αφήγηση του Μίλτου ενέχει μία διακριτική και αυτοσαρκαστική αίσθηση του χιούμορ που με έπεισε να διαβάσω και ένα «ολόδικό» του βιβλίο. Όσον αφορά την έκδοση, θα την περιγράψω με δυο λόγια που μπορούν να καταλάβουν όλοι... αισθητική Λιβάνη... και είναι τουλάχιστον κρίμα όταν φιλοξενείται (έστω και εξ αντανακλάσεως) ένας σπουδαίος ποιητής με τόσο υψηλό αίσθημα αισθητικού καθήκοντος! Για το τέλος, δανείζομαι τον καταφατικό στίχο του Αλκαίου, και τον μετατρέπω σε ερώτηση, ελπίζω όχι ρητορική. Είναι παράταιρη εποχή να βρει το δίκιο του ένας στίχος;


Υ.Γ. 2666 Ο τίτλος της ανάρτησης είναι και τίτλος ποιήματος του Αλκαίου, εξόχως καββαδιακού. Είτε γιατί ο Νίκος Καββαδίας αποτέλεσε συγγραφική του επιρροή είτε γιατί ήθελε να «καλοπιάσει» τον Θάνο Μικρούτσικο (όπως θεωρήθηκε από κάποιους, ασαφώς αλλά ίσως όχι και αστόχως) που τότε ασχολούνταν με τον δίσκο «Σταυρός του Νότου». Όμως το ξανάπαμε πολλάκις και ελπίζω να μην χρειαστεί να το επαναλάβουμε σε αυτή την ανάρτηση... το άτομο και οι περιστάσεις...!!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!