Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τι να μας πεις και εσύ απ' τη ζωή σου

Μια μέρα από την δική του, ολόκληρη η δική σου! Μέσα και έξω από την λογοτεχνία. Καλός ο Τερλέγκας, δε λέω (μακάρι και Νόμπελ Λογοτεχνίας), αλλά σαν τον Τζόυς δεν έχει. Γι' αυτό και μια φωνή μέσα μου, φώναζε, Ανάλυσέ το ξανά! Φυσικά δεν πρόκειται για δεύτερη ανάλυση, αλλά για επανάληψη της πρώτης ανάλυσης – βέβαια, όποιος προσπαθήσει να κάνει αναλύση της έννοιας της λέξης «ανάλυση» για τα συγκεκριμένα κείμενα, όπως προσπάθησε να κάνει ένας γελοίος τις προάλλες, ενδέχεται να καταλήξουμε, εκείνος να αναλύεται σε λυγμούς και εμείς σε γέλια, ή και το αντίστροφο. Δε θα το αναλύσω περισσότερο. Θα ευχαριστήσω μόνο, δημοσίως, το μπλογκ «Διαβάζοντας» για την ζεστή φιλοξενία που έδειξε στα κείμενα αυτά. Ελπίζω εντός του μηνός να έχω ανεβάσει όλες τις αναρτήσεις. Κάτω στις ετικέτες θα αναφέρω και το εκάστοτε κεφάλαιο, γιατί με τις περίπλοκες χρονικές αναφορές που είχα χρησιμοποιήσει στους τίτλους, ίσως μπέρδεψα αρκετούς από σας. Ξεκινάμε λοιπόν. Ode to Joyce in J Major!

Μου αρέσουν οι βιογραφίες σπουδαίων συγγραφέων. Για μένα, ούτε μυθοποιούν ούτε απομυθοποιούν τον βιογραφούμενο. Απλώς μου χαρίζουν ευχάριστες αναγνωστικές ώρες όταν έχω εξαντλήσει το συγγραφικό τους έργο ή μου χαρίζουν μια πολύτιμη ανάσα πριν καταπιαστώ με το υπόλοιπο έργο τους. Σίγουρα φωτίζουν ή επισκιάζουν κάποιες πτυχές του συγγραφέα (και κατ' επέκταση του έργου) αλλά στην ουσία δεν αλλάζουν τίποτα στην σχέση μου με τον εκάστοτε βιογραφούμενο συγγραφέα. Κάποιες είναι καλύτερες από κάποιες άλλες γιατί και ο βιογράφος είναι συγγραφέας και όσο ταλέντο και αν δανειστεί από τον συγγραφέα, το πορτραίτο του οποίου προσπαθεί να φιλοτεχνήσει, αν δεν έχει και ο ίδιος ταλέντο τότε άστα να πάνε (το καλό είναι ότι ποτέ κανείς δεν θα θελήσει να του κάνει τη βιογραφία!). Για τον Τζόυς βρέθηκε ο Έλμαν, ο οποίος και ταλέντο διαθέτει και τη διορατικότητα να διακρίνει ότι για τον συγγραφέα του Οδυσσέα οποιαδήποτε βιογραφία κάτω των 900 σελίδων θα ήταν φτωχή και ανεπαρκής. Ακόμα και αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει, φρόντισε τουλάχιστον τις 900 σελίδες να τις κάνει ένα συναρπαστικό βιβλίο.

Η βιογραφία του Τζόυς μπορεί να συνοψιστεί στην ακόλουθη οξύμωρη φράση: είναι ένα βιβλίο για όλους εκείνους τους αναγνώστες που θέλουν να «διαβάσουν» Τζους χωρίς να διαβάσουν Τζόυς! Πολλοί είναι οι αναγνώστες που λένε ότι έχουν διαβάσει τα μεγάλα έργα του Τζόυς ενώ στην πραγματικότητα δεν το έχουν κάνει – διαβάζοντας την βιογραφία του Έλμαν, θα μπορούν να το λένε και να το πιστεύουν πλέον και οι ίδιοι, ότι όντως τα έχουν διαβάσει! Γιατί μέσα εκεί βρίσκονται όλα τα στοιχεία και οι σκέψεις που ενέπνευσαν τα μεγάλα έργα στον σπουδαίο Ιρλανδό, λείπει μόνο ένα στοιχείο, η λογοτεχνία. Εντάξει υπερβάλλω, λογοτεχνία υπάρχει, αλλά είναι του Έλμαν, λείπει η μεγάλη λογοτεχνία του Τζόυς (όμως για την λογοτεχνία του Τζόυς θα μιλήσουμε σε μια μελλοντική, φανταστική ή φαντασμένη, ανάρτηση).
 

Αυτό που με γοήτευε πάντα στον Τζόυς (εκτός από την γλώσσα του, η οποία σε πολλούς αναγνώστες, το καταλαβαίνω, φαίνεται στρυφνή και αποτρεπτική) είναι η επιμονή του και η προσήλωση του στην καλλιτεχνική δημιουργία. Σε αυτόν τον συγγραφέα, περισσότερο από κάθε άλλον, αισθάνομαι την πραγμάτωση του απόλυτου καλλιτέχνη. Ο Τζόυς, για μένα, δεν είναι συγγραφέας (όσο άριστα και αν χειρίζεται την γλώσσα) αλλά καλλιτέχνης, που έμεινε πιστός σε αυτό από την αρχή της ζωής του ως το τέλος.

Στην τέχνη του ο Τζόυς προχώρησε πέρα από την κακοτυχία και την απογοήτευση, που είχε πλέον συνηθίσει να θεωρεί σαν κυρίαρχες νότες στην ζωή του, και εξέφρασε το μόνο πράγμα που σεβόταν, την απόρριψη – στο όνομα της ανθρωπότητας και με τη μέθοδο της κωμωδίας – του φόβου και της σκληρότητας.

Και κακοτυχίες και απογοητεύσεις είχε αρκετές η ζωή του Τζόυς. Από την εξαντλητική αναζήτηση των πόρων που θα του εξασφάλιζαν το φαγητό της οικογένειάς του, μέχρι την εξαντλητική προσπάθεια να εκδώσει τους Δουβλινέζους και να καθιερωθεί ως συγγραφέας. Το στόμα μου είναι γεμάτο σάπια δόντια και η ψυχή μου σάπιες ελπίδες. Και από κοντά, η ανελέητη ασθένεια που τον καθιστούσε σταδιακά τυφλό χωρίς ποτέ ωστόσο να καταφέρει να θολώσει την καλλιτεχνική του όραση. Κλείσε τα μάτια σου και βλέπε. Το βιβλίο διαθέτει μια περιπετειώδη δομή (είτε περιγράφει τις σωματικές είτε τις πνευματικές περιπέτειες του Τζόυς) και διαβάζεται σχεδόν με κομμένη την ανάσα. Ο Τζέημς Τζόυς μετατρέπεται σε έναν συναρπαστικό χαρακτήρα (όπως και ο ίδιος φρόντισε να γίνει στα δικά του βιβλία!) που τον ακολουθείς με ανυπομονησία σε κάθε νέα περιπέτειά του.
 
Στανίσλαος Τζόυς
Η πιο συγκινητική στιγμή του βιβλίου και εκείνη που δεσπόζει σε μια πλουραλιστική 900σέλιδη βιογραφία είναι αναμφίβολα η γνωριμία του Τζόυς με τον Ετόρε Σμιτζ. Δύο εκ των σπουδαιότερων συγγραφέων του περασμένου αιώνα παραλίγο να μείνουν άγνωστοι σε μας, αν σε μια καθοριστική στιγμή, ο καθένας με απίστευτο θάρρος δεν επούλωνε την τσακισμένη αυτοπεποίθηση του άλλου. Και αν δεν αναγνωρίζετε τον έναν σπουδαίο συγγραφέα, να σας πω ότι πρόκειται για τον Ίταλο Σβέβο, που αποτέλεσε και ένα από τα πρότυπα για τον Λεοπόλδο Μπλουμ. Ο Ίταλο Σβέβο αποθαρρημένος από την αφάνεια των δυο πρώτων μυθιστορημάτων του («Δεν υπάρχει ομοφωνία πιο τέλεια από την ομοφωνία της σιωπής») αλλά πάντα μεγαλόψυχος εκτίμησε την ομορφιά των 3 πρώτων κεφαλαίων του Πορτραίτου, ακριβώς την στιγμή που ο Τζόυς πίστευε ότι είχε φτάσει σε τέλμα, και εκείνος με τη σειρά του αναζωπύρωσε μεμιάς την συγγραφική φωτιά και των δυο τους («Το ξέρεις ότι είσαι ένας παραγνωρισμένος συγγραφέας;»). Υπερισχύει η φήμη ότι ο Τζόυς ανακάλυψε τον Σβέβο αλλά ενδεχομένως να συνέβη και το αντίστροφο – ο Σβέβο πάντως, ως ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, ποτέ δε θα το παραδεχόταν!

Μέσα στη βιογραφία υπάρχουν πάμπολλα γράμματα από και προς τον αδερφό του Τζόυς, Στανίσλαο αλλά και τη γυναίκα του Νόρα – αν και ο Έλμαν κατηγορήθηκε ότι αποσιωπήσε αρκετά που είχαν ελευθεριάζοντα λόγο, μικρό δείγμα των οποίων εκδόθηκε σχετικά πρόσφατα από τον Πατάκη, «Γράμματα στη Νόρα», μια έκδοση η οποία χωρίς εκτενή δοκιμιακή εισαγωγή, μοιάζει αδιάφορη και ηδονοβλεπττική, κάτι που ο Έλμαν απέφυγε, δίνοντάς μας όμως την σχέση που είχαν αυτά με τον ψυχισμό του Τζόυς και την σύνδεση που απέκτησαν μέσα στο καλλιτεχνικό του έργο. Επίσης, σημαντικό τεκμήριο που φωτίζει τις αθέατες πλευρές του Τζόυς είναι το ημερολόγιο του Στανίσλαου, ο οποίος αποδείχθηκε βράχος στην ζωή και στο πνεύμα του Τζόυς, παρά την αμφίσημη στάση που του επιφύλαξε ο δεύτερος. Θεωρώ ανεπίτρεπτο για έναν τόσο σημαντικό συγγραφέα να μην έχουν εκδοθεί στα ελληνικά, η αλληλογραφία του, τα κριτικά του δοκίμια και το σημαντικό ημερολόγιο του αδερφού και προσδοκώ σε μια μελλοντική επανόρθωση. 
 
Dear Miss Weaver
Ο πολυμήχανος Τζόυς θα τα κατάφερνε όπως και να'χε, όμως στις πιο δύσκολες στιγμές του, η προσωπική του Αθηνά εμφανίστηκε με την όψη μιας σεμνότυφης Αγγλίδας. Η γεναιοδωρία της συνεχίστηκε για όλη την υπόλοιπη ζωή του Τζόυς κι ακόμη πιο ύστερα, διότι ανέλαβε και τα έξοδα της κηδείας του. Δεν του ζήτησε ποτέ τίποτα και έφτασε στο σημείο να εγκαταλείψει δικά της σχέδια για να μπορέσει ο Τζόυς να συνεχίσει τα δικά του, αποφασισμένη να προσφέρει στη μεγαλοφυία του την ανταμοιβή που ο κόσμος μέχρι τότε του την αρνιόταν. Η συμπεριφορά της ήταν η επιτομή της γυναικείας ευφυίας και κατανόησης όπως θα την απέδιδε ο Χένρι Τζέημς.

Μέτα την εγκατάστασή του στο Παρίσι και την έκδοση του Οδυσσέα το 1922, η φιγούρα του Τζόυς (νομίζουμε ότι) γίνεται αυτό που οι περισσότεροι αναγνώστες έχουν στο μυαλό τους – μια υπεροπτική και αλαζονική περσόνα που εκφυλίστηκε από το βάρος της ιδιοφυίας της. Αυτή η διαχωριστική γραμμή εμφανίζεται στην Βιογραφία του Έλμαν με την ελαχιστοποίηση των αναφορών στον Στανίσλαο και στους παλιούς φίλους και την υπερπροβολή γνωστών συγγραφέων που συνδέθηκαν με τον «παρισινό» Τζόυς (πράγμα λογικό καθότι ο Τζόυς ζούσε πια στο Παρίσι). Ωστόσο, μην ξεχνάτε ότι ο Οδυσσέας είναι όσα προηγήθηκαν, και εκεί εμφανίζεται ως ένας ευαίσθητος άνθρωπος και συνεπής καλλιτέχνης, κάτι που μάλλον πλησιάζει περισσότερο στην αλήθεια και το οποίο ουσιαστικά ποτέ δεν αποτίναξε. Ο Τζόυς είναι ιδιάζουσα περίπτωση καλλιτέχνη όπου μύθος και πραγματικότητα συμπλέκονται σε ένα σύνολο εντυπωσιακής αισθητικής απόλαυσης – ο Έλμαν στην Βιογραφία του πετυχαίνει το ίδιο, συνθέτει την εικόνα του Τζόυς με αναμίξεις μύθου/πραγματικότητας και φτιάχνει το πορτραίτο του καλλιτέχνη σε κάθε ηλικία, μέσα από μια συναρπαστική ανάγνωση. Οι πολυσέλιδες πηγές του εξαλείφουν βέβαια κάθε υποψία μύθου στα γεγονότα, ωστόσο ο αναγνώστης θα μαγευτεί τόσο από την πλοκή που για μερικές στιγμές θα παρασυρθεί και θα αμφιταλαντευτεί. Η έκδοση της Scripta είναι πολυτελής (ετεροχρονισμένα, στεναχωριέμαι πραγματικά που περίμενα να πεθάνει ο εκδοτικός για να γευματίσω από τους πρώτους με το πτώμα του!), καλαίσθητη, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και εμπλουτισμένη με ένα εξαιρετικό πρόλογο του συγγραφέα. Η μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου είναι υποδειγματική. Ίσως ένα σκληρό εξώφυλλο που θα συγκρατούσε καλύτερα τον όγκο του βιβλίου, θα ήταν προτιμότερο.
 
Ο Τζόυς με τον εγγονό του, Στέφανο


Ο Τζόυς είναι σπουδαίος καλλιτέχνης γιατί υπήρξε ένας σπουδαίος άνθρωπος. Αδάμαστος, όπως και η γραφή του.

Ό,τι κι αν έκανε, τα δυο βασικά του ενδιαφέροντα – η οικογένειά του και το γράψιμό του – ήταν ακλόνητα. Τα πάθη αυτά έμειναν αμείωτα. Η ένταση του πρώτου έδωσε στο έργο του την κατανόηση και την ανθρωπιά του· η ένταση του δεύτερου έδωσε στη ζωή του αξιοπρέπεια και βαθιά αφοσίωση.

Σχόλια

  1. Καλησπέρα Μαραμπού! Πολύ ενδιαφέρον, αλλά το βιβλίο είναι εκτός κυκλοφορίας. (Ωστόσο, το βρήκα στην αγγλική σε pdf στο διαδίκτυο.) Σίγουρα, πάντως προηγείται η ανάγνωση του Οδυσσέα, έτσι δεν είναι; Την έχεις τολμήσει στα αγγλικά;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γεια σου Κατερίνα, συγγνώμη για την καθυστέρηση, μόλις είδα το σχόλιό σου, και μάλιστα τυχαία :(

      Ναι, η Βιογραφία είναι εξαντλημένη αλλά έχω την βάσιμη υποψία ότι μπορεί να βρεθεί σχετικά εύκολα είτε σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο είτε σε κανένα περιφερειακό (ακόμα και εντός της Αθήνας) βιβλιοπωλείο είτε ακόμα και σε κάποια βιβλιοθήκη. Ωστόσο, και το αγγλικό σε pdf είναι πολύ βοηθητικό. Το είχα κατεβάσει και εγώ για να κάνω αναζήτηση με λέξεις κλειδιά και να εντοπίζω αποσπάσματα που δεν μπορούσα να εντοπίσω στο αχανές έντυπο. Αν έχεις επάρκεια στα αγγλικά, μπορείς να διαβάσεις την Βιογραφία και έτσι, πάλι όφελος θα έχεις.

      Καλό είναι να ξεκινήσεις με την Βιογραφία και μόλις προχωρήσεις κάπως μαθαίνοντας αρκετά για την ζωή και την δημιουργία του Τζόυς, σιγά σιγά να ξεκινήσεις και την παράλληλη ανάγνωση του Οδυσσέα -- θα καταλάβεις σε ποιο σημείο πρέπει να την ξεκινήσεις. Όμως όλα αυτά είναι σχετικά. Δεν είναι δεσμευτικά.

      Αν με ρωτάς αν έχω τα βιβλία του Τζόυς στ' αγγλικά... εννοείται πως τα έχω!! Σε e-books όμως, αν και δεν σου κρύβω ότι ευχαρίστως θα αγόραζα και τις έντυπες εκδόσεις, παρόλο που δεν μπορώ να διαβάσω στ' αγγλικά. Κυρίως χαζεύω τον τρόπο που ο Τζόυς χρησιμοποιούσε τις λέξεις στο πρωτότυπο, κρύβει μια ομορφιά να το βλέπεις, ακόμα και αν δεν καταλαβαίνεις... είναι σαν πίνακας ζωγραφικής :) Ελπίζω να απολαύσεις το αναγνωστικό ταξίδι. Μακριά όμως από το "σαπιοκάραβο" του Καψάσκη, θα βουλιάξετε και οι δυο :p Καλύτερα να πληρώσεις λίγο πιο ακριβό εισιτήριο έτσι ώστε να έχεις την πολυτέλεια μιας καμπίνας και πληθώρα σωσιβίων όταν θα κριθεί (και θα κριθεί!) αναγκαίο.

      Διαγραφή
  2. Λοιπόν έκαστος στο είδος του κι ο Λουμίδης στους καφέδες. Θα ακολουθήσω τη συμβουλή σου και θα ξεκινήσω από τον Έλμαν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!