Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Kivouristas


Είναι διαδικτυακό κίνημα και εξαπλώνεται γρήγορα σαν την σωματική αποσύνθεση. Αν δεν το ξορκίσεις εγκαίρως μπορεί να σε στοιχειώσει. Μείνε μακριά. Καλύτερα να πλέκεις ζιπουνάκια για τις νεραντζιές της Αθήνας παρά εγκώμια για φρεσκοπεθαμένους καλλιτέχνες. Έτσι δε θα γίνεσαι και ενοχλητικός... τουλάχιστον για τις νεραντζιές.
 
Αυτό το σπανιότατο φαινόμενο που λέγεται θάνατος, φέτος έχει ξεσαλώσει – κάτι σαν ανάποδο σενάριο του Σαραμάγκου, αντί να πάρει άδεια για κανένα εξάμηνο, κάνει υπερωρίες. Και συνήθως χτυπάει γνωστούς καλλιτέχνες που βρίσκονται μόλις στην όγδοη δεκαετία της ζωής τους. Απίστευτο, έτσι; Γενοκτονία, όχι αστεία. Αφού μια ολόκληρη γενιά θαυμαστών δηλώνει βαθύτατη θλίψη, «αυτός ήταν τα νιάτα μου» μονολογεί και αμέσως νιώθεις και συ τα καλοκαίρια που πέρασαν μαζί στα μπαράκια της Ύδρας. Ααα, έτσι πες μου, δεν τον γνώριζαν στην πραγματικότητα, μόνο μέσω του έργου του. Αλλά ήταν σαν να τον γνώριζαν πραγματικά! Αρκεί να ξεπηδήσει η φωνή του από το ηχείο ενός μπαρ της Καλλιδρομίου, για να νιώσεις ότι κάθεται στο διπλανό σκαμπό και αρχίζετε να συζητάτε περί καλλιτεχνικής δημιουργίας. Όταν μαθαίνεις ότι πέθανε, το χτύπημα είναι μεγάλο. Πώς θα μπορέσετε να συζητήσετε ξανά;

Βέβαια αυτό αφορά κυρίως τους μουσικούς καλλιτέχνες, σύμφωνα και με τα στατιστικά του facebook. Λογικό, η μουσική είναι κάτι που το νιώθουμε όλοι μας (σύμφωνα με κάποια άλλα, εξίσου αμφίβολα, στατιστικά). Αν πεθάνει ένας σπουδαίος φυσικός επιστήμονας, τι να νιώσεις; Να κάνεις share ένα νετρόνιο; Δε λέει. Νιώθεις; Μόνο αν μπορέσεις να το συνδυάσεις με την μουσική αξίζει η μνεία. Αν ασχολείται φερ' ειπείν, με τη Θεωρία των Χορδών, το σώζεις κάπως, ok. Από την άλλη, τι σημαίνει λογοτεχνία, μουσική, φυσική; Μην βάζουμε στεγανά στην τέχνη, ένα Νόμπελ για όλα!

Ο Ηλίας Πετρόπουλος συγκεντρώνει χιλιάδες μικρά καταραμένα 2016 και μας τα παρουσιάζει σε ένα εντυπωσιακό έντυπο timeline (time? Lol!) που θα ζήλευε και ο Zuckerberg (τον οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, τον πεθάναν ρε φίλε!). Της Ελλάδος κοιμητήρια, θάνατοι που κανείς δεν νοιάστηκε να ποστάρει και κυρίως κανείς δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει την αξία τους, εκτός από έναν άξιο λαογράφο. Ένας άνθρωπος που χώρεσε σε ένα μικρό βαζάκι και ενώθηκε με τα βρωμόνερα ενός παρισινού υπονόμου, γιατί να δίνει τόση αξία στα, εν πολλοίς, ανόητα μνημεία θανάτου των ελληνικών κοιμητηρίων; Αν η Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ αφορούσε νεκρούς που μιλούσαν με τον τρόπο τους για την ζωή που πέρασε, η ανθολογία του Πετρόπουλου μιλά κυρίως για ζωντανούς που φαντάζονται τον θάνατο που θα έρθει. Φτάνει μόνο να δεις τους τάφους των απόρων, για να πάρεις μια συμπυκνωμένη φιλοσοφία ζωής! Συνήθως, τα ταφικά μνημεία είναι ό,τι και τα μεταθανάτια ποστ στο facebook – δεν αφορούν τόσο την μνήμη όσο την δήλωση μνήμης και υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα δυο, όση ανάμεσα σε έναν ζωντανό και έναν νεκρό! Ανώφελη ματαιοδοξία και λίγη, ελάχιστη αυθεντικότητα, όπως ακριβώς ένα κακόγουστο ντουβάρι συγκρινόμενο με έναν τάφο σμιλεμένο με ομορφιά και χάρη. Η αυθεντικότητα του συγκεκριμένου έργου συνίσταται στις ιδιόχειρες σημειώσεις του συγγραφέα για την πορεία της ασθένειάς του – στα περιθώρια του βιβλίου, σμίλευε θαρραλέα τον δικό του τάφο, ο οποίος, δεν μπορεί παρά αυτό να επιθυμούσε και ο ίδιος, ήθελε να είναι καμωμένος (κυρίως) από λέξεις.

 
Το βιβλίο του Πετρόπουλου, καθότι σκληρόδετο και στιβαρό, το είχα να στηρίζει την οθόνη του υπολογιστή μου. Χθες, ύστερα από μία ανακατάταξη, το ξεφύλλισα και αναλογίστηκα την παλιά μου αγορά. Αφού δεν μπορούσα να βρω κανένα από τα υπόλοιπα εξαντλημένα βιβλία του, αρκέστηκα σε αυτό το τεράστιο βιβλίο (σαν ταφόπλακα, πράγματι!) που είχε βγάλει σε εντυπωσιακή προσφορά η «Πρωτοπορία». Γιατί το αγόρασα, δεν μπορώ να καταλάβω, θα πρέπει να έπληττα θανάσιμα εκείνο το απόγευμα. Ωστόσο, ύστερα από μερικούς πραγματικούς (και αρκετούς διαδικτυακούς) θανάτους, αρχίζω να το εκτιμώ περισσότερο. Κάθε φορά που το ξεφυλλίζω, αισθάνομαι λίγο σαν ήρωας του Μπέρνχαρντ (ή του Μπέκετ;) και ηρεμώ στοχαστικά μέσω αυτών των χάρτινων ετερόκλητων ταφικών διαδρομών. Σαν συλλογίζομαι τον θάνατό μου όμως, η συνείδησή μου επαναστατεί και σου λέω πως, «όταν ψοφήσω, εδώ, στο Παρίσι, να κάψεις το κουφάρι μου και να ρίξεις τις στάχτες στον υπόνομο. Τέτοια είναι η διαθήκη μου». 



Υ.Γ. 2666 Ο Ηλίας Πετρόπουλος πέθανε τον Σεπτέμβριο του 2003. Πριν καν το facebook!! Τι ξεφτίλα θάνατος!

Σχόλια

  1. Τι μου θυμίζεις Μαραμπού, τα φοιτητικά μου χρόνια στη Θεσσαλονίκη που διαβάζαμε Πετρόπουλο και νομίζαμε ότι γινόμαστε επαναστάτες. Θυμάμαι το Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη και Το μπουρδέλο!
    Έκτοτε δεν διάβασα τίποτε του Πετρόπουλου, θα ψάξω να τα βρω αυτά τα βιβλία στο πατρικό μου.
    Σουμέλα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ έχω βρει μερικά βιβλία του σε pdf αλλά δεν διαβάζονται εύκολα. Δυστυχώς δεν κυκλοφορούν πια ή εγώ έπαψα να τα αναζητώ. Αν έβρισκα κάποιο τυχαία όμως, θα το αγόραζα σίγουρα.

      Ωστόσο, ακόμα και αν ξεθύμανε η επαναστατικότητά σου με τα χρόνια, δες το ντοκιμαντέρ που βασίζεται στην ζωή και το έργο του, αξίζει! Καλό απόγευμα, Σουμέλα.

      Διαγραφή
  2. Το φαντάζεσαι να ζούσε και να ήταν ενεργός στο fcb ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!