Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πιαζέ παιζέ



Η λογοτεχνία, παίζεται ή δεν παίζεται; Όταν λέμε «Αυτή η λογοτεχνία δεν παίζεται!» συνήθως εννοούμε το αντίθετο, ότι είναι δηλαδή υπερβολικά ωραία και σπουδαία. Από την άλλη, όταν λέμε «Αυτή η λογοτεχνία παίζεται!» συνήθως εννοούμε ότι είναι μέτρια, κάτω των προσδοκιών μας. Αλλά ας μην παίζω και εγώ με τις φράσεις. Η λογοτεχνία είναι παιχνίδι, πάει και τελείωσε. Ας μην χρονοτριβούμε άλλο. Παίζουμε λογοτεχνία;

Ο τίτλος της ανάρτησης προέρχεται από έναν επικοινωνιακό κώδικα που ανέπτυξα με έναν φίλο μου και ανατρέχουμε σε αυτόν κάθε φορά που παίζουμε τάβλι. Το δανειστήκαμε από τον κανόνα που ισχύει στο σκάκι και δηλώνει πως όταν πιάσεις ένα κομμάτι, πρέπει αναγκαστικά να το παίξεις. Το μεταφέραμε λοιπόν και στο τάβλι για να του εμφυσήσουμε λίγη σοβαρότητα (την οποία στερεοτυπικά στερείται), έτσι όταν πιάνουμε ένα πούλι πρέπει να το κινήσουμε οπωσδήποτε και σε κάθε δισταγμό που μπορεί να γεννηθεί στον παίκτη που έχει σειρά να παίξει, ο άλλος αναφωνεί, Πιαζέ παιζέ! Ηχητικά (προσπαθούμε να) το προφέρουμε με γαλλική προφορά και στην ουσία δεν αποτελεί παρά ένα χαζολογοπαίγνιο που δεν θυμάμαι πια πώς προέκυψε. Όμως βλέποντάς το γραμμένο (πρώτη φορά χρειάστηκε να το γράψω!) παρατηρώ ένα όμορφο παιχνίδισμα των γραμμάτων που τέρπει το βλέμμα. Μπορεί να μην έχει κανένα νόημα παρά μόνο για εμάς τους δυο ταβλαδόρους, όμως δεν είναι και εντελώς απορριπτέο. Εξάλλου, και το OuLiPo στην αρχή του έμεινε κάπως πίσω στην νοηματοδότηση των λεκτικών του παιχνιδιών.

Σ' αυτά τα έργα, πράγματι, η προσπάθεια δημιουργίας αναφέρεται κυρίως σε όλες τις φορμαλιστικές όψεις της λογοτεχνίας: δεσμεύσεις, προγράμματα ή δομές αλφαβητικές, συμφωνικές, φωνηεντικές, συλλαβικές, φωνητικές, διαγραμματικές, προσωδιακές, ριμικές, ρυθμικές, και ψηφιακές. Αντιθέτως, δεν εθίγησαν οι ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ διαστάσεις· το νόημα αφέθηκε στην καλή θέληση του εκάστοτε δημιουργού και παρέμεινε εξωτερικό προς οποιοδήποτε μέλημα δομής. Φαινόταν ευκταίο να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, αποπειρώμενοι να θίξουμε το σημασιολογικό πεδίο και να δαμάσουμε τις έννοιες, τις ιδέες, τις εικόνες, τις συγκινήσεις και τα αισθήματα.
https://society6.com/product/oulipo-ambigram_print#s6-1402340p4a1v45
Αυτά διατεινόταν μετάξυ άλλων το δεύτερο από τα τρία μανιφέστα του Εργαστηρίου Δυνητικης Λογοτεχνίας. Αυτό το τομίδιο που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Opera είναι υπερπολύτιμο για την ελληνική βιβλιογραφία και εύχομαι να εκδοθούν και άλλα πολλά σχετικά με το κίνημα του OuLiPo και  με τα διασκεδαστικά παιχνίδια του. Βασικό μότο του κινήματος θα μπορούσε να είναι η φράση του Robert Louis Stevenson «Η λογοτεχνία είναι παιχνίδι, αλλά πρέπει να παίζεται με την σοβαρότητα την οποία αποδίδουν στο παιχνίδι τους τα παιδιά», μια φράση που έχω υιοθετήσει εδώ και πολλά χρόνια χωρίς καλά καλά να το έχω συνειδητοποιήσει (ίσως να μην έχω ξαναδιαβάσει καν την φράση του Στήβενσον!). Επιπροσθέτως, δεν νομίζω ότι υπάρχει πιο όμορφος ορισμός για την λογοτεχνία από αυτόν. Οι Ουλιπογράφοι επιδόθηκαν με απεριόριστη σοβαρότητα στα λεκτικά τους παιχνίδια, με πιο παιχνιδιάρη απ' όλους τον Ζορζ Περέκ, έναν εξαιρετικά ιδιοφυή συγγραφέα που με τις εμπνεύσεις του, θέλοντας και μη, αποτέλεσε τη σημαία του κινήματος. «Θεωρώ πραγματικά τον εαυτό μου ως προιόν του OuLiPo. Αυτό σημαίνει πως η ύπαρξή μου ως συγγραφέα εξαρτάται κατά 97% από το γεγονός ότι γνώρισα το OuLiPo σε μια εντελώς κομβική εποχή της της διαμόρφωσής μου, της συγγραφικής μου δουλειάς».
http://www.sociedadlunar.org/blog/juegosdellenguaje/tag/raymond-queneau/
 
Ένα παιχνίδι που διατηρεί μια γοητευτική σύνδεση με τον κόσμο της λογοτεχνίας είναι αναμφίβολα το σκάκι. Δεν χρειάζεται να παίζεις σκάκι για να το αντιληφθείς. Ένα παιχνίδι εντυπωσιακής μαθηματικής ακρίβειας και ανεξελεγκτης φαντασίας δεν γίνεται παρά να γοητεύσει το μυαλό ενός συγγραφέα (και δη Ουλιπιανού, πολλοί από τους οποίους υπήρξαν δεινοί μαθηματικοί και σκακιστές). Δεξιοτέχνης στη λεπτολογία του μοντάζ, ο Περέκ γνωρίζει ότι, όπως ακριβώς κανένας παίκτης του σκακιού δεν είναι δυνατόν να εξαντλήσει όλους τους πιθανούς συνδυασμούς των μετακινήσεων στην σκακιέρα, έτσι και ο λογοτέχνης, όντας μια σκακιέρα όπου «παίζουν» εκατομμύρια πιόνια, ακόμη και αν είχε διάρκεια ζωής όση το σύμπαν, δεν θα μπορούσε ποτέ να παίξει όλες τις πιθανές παρτίδες. Αποφασίζει, λοιπόν, να εξωθήσει τη λογική του παιχνιδιού στα άκρα, να κυκλώνει και να εξαντλεί κατά το δυνατόν το εκάστοτε θέμα του, έχοντας επίγνωση ότι η γλώσσα πάντα αντέχει και άλλους περαιτέρω ταλανισμούς, αναπλάσεις και μετατροπίες. Έτσι λοιπόν, ακόμα και αν όλα έχουν ειπωθεί (οι ανελέητες μάχες μιας ανθρώπινης ζωής, ο αφοσιωμένος έρωτας της βασίλισσας προς τον βασιλιά, ο κλοιός του θανάτου που τον σφίγγει ολοένα και περισσότερο και συνήθως τον αποτελειώνει στην κάτω δεξιά γωνία) ξέρουμε τουλάχιστον ότι πάντα υπάρχει ένας τρόπος (και σχεδόν έξω από τη θέλησή μας) να ειπωθούν με διαφορετικό τρόπο. Οι αξιοθαύμαστοι Ουλιπογράφοι αποφάσισαν να αυτοπεριοριστούν, να αφαιρέσουν ας πούμε έναν αξιωματικό ή και την ίδια την βασίλισσα, ίσως ακόμα να επιλέξουν να παίξουν σε τριπλή σκακιέρα (“Οι αυτοδεσμευτικοί κανόνες είναι η πρώτη και η τελευταία λέξη του νοήματος: είναι το ίδιο το νόημα”) έχοντας επίγνωση ότι ο σκακιστής είναι κατώτερος από το ίδιο το παιχνίδι (“Ο συγγραφέας είναι λιγότερο σημαντικός από το γραπτό του, και το θέμα εξουσιάζεται από τη διαδικασία γραφής του”) χωρίς να ξεχνούν ούτε στιγμή ωστόσο, ότι το παιχνίδι που παίζεται ήταν και παραμένει το σκάκι (το κρίσιμο στοίχημα είναι η διατήρηση της συνοχής και ενός αναγνώσιμου σημασιολογικού δυναμικού του κειμένου: η προσήλωση στη διαδικασία και στον κανόνα (δεν πρέπει να) αφήνει περιθώρια για την κατασκευή ενός λογοτεχνικού κειμένου μη αναγνώσιμου ως τέτοιου).

Στα κείμενα του τόμου συμπεριλαμβάνεται και το υπέροχο κείμενο του Περέκ, Η ιστορία του Λιπογράμματος, καθώς επίσης και δυο σελίδες από το λιπογράμματο βιβλίο του La disparition (όμορφα μεταφρασμένο από την λιπογράμματη, για τις ανάγκες ετούτου εδώ του τόμου, Σασίλ Ιγγλάση Μαργάλλου). Ρεμόν Κενό, Φρανσουά Λε Λιονέ, Ζακ Ρουμπό, Ερβέ Λε Τελιέ, Ρις Χιουζ, Αχιλλέας Κυριακίδης, Λίζυ Τσιριμώκου, Αντώνης Ιωάννου, Άννα Μανούκα, Στέργιος Μήτας, Μιχάλης Μουλάκης, Ελένη Κοσμα παίζουν και αυτοί τα παιχνίδια τους με σοβαρότητα και προσήλωση. Ο τίτλος του τόμου, Παίζουμε λογοτεχνία;, είναι απλά υπέροχος αλλά τι λέτε να υποστεί την επέλαση του Ουλιπισμού; Δεν θα είχε πλάκα; Προτείνω να του εφαρμόσουμε τον κανόνα Ο+5 και Ρ-7, δηλαδή να αντικαταστήσουμε τη λέξη "λογοτεχνία" με το πέμπτο ουσιαστικό που θα συναντήσουμε στην σειρά του λεξικού και τη λέξη "παίζουμε" με το έβδομο ρήμα που προηγείται αυτής. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με το δικό μου λεξικό, το αποτέλεσμα είναι:

Παίζουμε λογοτεχνία;  --->   Παθιάζουμε λόγχη;

Ξέρω, ξέρω, είναι και θέμα λεξικού! Γι' αυτό, παίξτε και σεις και στείλτε μου τις απαντήσεις, τις λέξεις των οποίων θα αντικαταστήσουμε με τους ορισμούς του λεξικού και κατόπιν θα αντικαταστήσουμε τους ορισμούς των ορισμών και πάει λέγοντας! Θα γίνει καλό παιχνίδι! 
https://www.actualitte.com/article/culture-arts-lettres/oulipo-la-litterature-en-jeu-x-l-exposition-potentielle/52002

Υ.Γ. 2666 Για το τέλος κράτησα μία εξαιρετική έμπνευση του Ρις Χιουζ, ο οποίος αφού εγκωμίασε το σκάκι για την ομοιότητα που διατηρεί με και την επιρροή που ασκεί στη λογοτεχνία, δημιούργησε ένα πλέγμα ιστοριών που παραπέμπει άμεσα στα τετράγωνα της σκακιέρας. Η βάση των ιστοριών είναι η διαγώνιος, εκείνη που ξεκινά από πάνω αριστερά και καταλήγει κάτω δεξιά. Οι υπόλοιπες ιστορίες διαβάζονται από δεξιά προς τα αριστερά και από πάνω προς τα κάτω. Σύνολο, 17 ιστορίες. Αυτές δημιουργήθηκαν με πρόθεση του συγγραφέα τους. Υπάρχουν και άλλες, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος που έγιναν έξω από την πρόθεσή του αλλά συνεχίζουν να διατηρούν κάποιο νόημα και μια αναγνωστική τέρψη. Αντιγράφω εδώ το σχήμα γιατί στο βιβλίο δεν εμφανίζεται καλά καθώς πέφτει πάνω στο χώρισμα των σελίδων. 



Μπήκα στο δάσος τα μεσάνυχτα
Αφότου κούρδισα το ρολόι του διαδρόμου
Για να μην επέλθει η καταστροφή όσο θα έλειπα
Σαν σκλάβος που έχει λιώσει στη δουλειά
Πήγα να ερευνήσω την κραυγή
(είχε ακουστεί από το ανοικτό μου παράθυρο)
Όσο η γυναίκα μου με περίμενε υπομονετικά
Σε μια εσοχή στο διάδρομο ήταν
Νιώθοντας πιο θαρραλέος από συνήθως
Όταν το φεγγάρι είχε μόλις ανατείλει
Έδεσα τον ατίθασο δράκο
Μ' ένα σκοινί ξεφτισμένο και με την απαραίτητη βοήθεια
Ενός αχαλίνωτου στοιχειού
Η ηχώ μιας απόμακρης χρυσής κιθάρας
Προσέφερε τη ρευστή της ομορφιά σε
Μια γριά γυναίκα καθιστή που έπινε
Με βήμα ζωηρό
Αποφάσισα για εξάσκηση να πηδήξω
Πέρα από το λόφο πίσω από το σπίτι μου
Βρέθηκα σ' ένα βάλτο
Πάνω σε μια λάμψη που φωσφόριζε
Και με κατέκλυσε μια επιθυμία
Εμένα να την πάρω σπίτι και να την φυλάξω σε
Ένα μπουκάλι μισογεμάτο με κονιάκ
Σφιχτά κουλουριασμένος σαν τον γαλαξία που είχα στην τσέπη έτρεξα
Από χαρά όπως κάνουν τα παιδιά όμως
Τον κρέμασα σε ένα σύννεφο με σχήμα αγκιστριού
Αλλά δεν έβλεπα πού περπατούσα
Είχα μόνο τον ήχο ως οδηγό
Για να μάθω ποιος ήταν αυτός που έπαιζε
Ένα τύμπανο που τάραζε τη νύχτα
Ενώ ο γαλαξίας γινόταν όλο και πιο ψυχρός στον ουρανό
Ένιωθα νέος καθώς απέφευγα τους κορμούς των δέντρων
Ξέχασα ότι είμαι πολύ μεγάλος πια και
Σαν εκκρεμές κάποιου γιγάντιου ρολογιού
Ένα τεράστιο κλαδί σάλεψε προς το κεφάλι μου
Και ψηλάφιζα το μονοπάτι σαν τυφλός
Οπότε τέντωσα τα μάτια μου όπως μπορούσα
Καθώς τα αστέρια στριφογύριζαν στα μάτια μου
Και οι πλανήτες χόρευαν τις εκλείψεις τους
Ακατάλληλα ντυμένος
Με εξαρθρωμένους αστραγάλους και μελανιές στα γόνατα
Όταν δεν υπήρχε χρόνος πια να πεις τι ώρα είναι
Κι έχασα το δρόμο μου
Μέσα σε λάσπες πηχτές σαν το σιρόπι
Ώσπου φάνηκε μπροστά μου το θαμπό φέγγισμα
Εύλοκα κι αβίαστα σαν δύο πυγολαμπίδες
Σαν εραστές κατάσκοποι
Φορώντας μπότες πολύ στενές
Έπρεπε να προχωρήσω κουτσαίνοντας αντί περπατώντας
Και ο κόσμος έμοιαζε να είναι πιο ασφαλής
Επειδή δεν μπορούσα να σπεύσω προς τον κίνδυνο
Όμως κυνηγούσα ένα αίνιγμα των αναστεναγμών
Και είδα τη μουσική να δονείται
Το φως που αναζητούσα
Γύρω από το αντικείμενο του πάθους, τον ήλιο
Ξανά ευτυχισμένος όμως μετά από τόσα χρόνια
Για τις υπόλοιπες μακρόσυρτες ώρες
Τώρα που το τέρας με τα λέπια ήταν φυλακισμένο
Αποφάσισα να ξεχάσω καθήκοντα και αγγαρείες
Ελπίζοντας να παγιδεύσω το όνειρο
(στην πραγματικότητα ήταν μια ηλιαχτίδα σε ιστό αράχνης)
Κράτησα αν' αυτού με δάχτυλα ανυπόμονα
Το φλογισμένο χτύπημα της καρδιάς που αγαπούσα

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!